Μετά από επτά χρόνια, 60 επεισόδια και εκατομμύρια ώρες θέασης από τους συνδρομητές του Netflix, η σειρά «The Crown» ρίχνει αυλαία, καθώς τα τέσσερα τελευταία επεισόδια βγαίνουν στον αέρα την Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου.
Το «The Crown» δεν θα πάει την ιστορία μέχρι το τέλος. Το τελευταίο επεισόδιο διαδραματίζεται το 2005, με τη βασιλεία της Ελισάβετ σε πραγματικούς χρόνους να απέχει 17 χρόνια από τη λήξη της. Οι δημιουργοί της σειράς, όμως, αποφάσισαν ότι δεν θέλουν να συνεχίσουν και θέλουν να σεβαστούν τα τελευταία χρόνια της βασίλισσας, παρότι στα τελευταία επεισόδια μάς δίνουν σαφώς υπόνοιες της θνητότητας της 80χρονης πλέον Ελισάβετ –την ερμηνεύει η Ιμέλντα Στόντον–, την οποία «επισκέπτονται» ακόμα και οι νεότερες εκδοχές της, η Κλερ Φόι που την ερμήνευσε στις δύο πρώτες σεζόν και η Ολίβια Κόλμαν, στην τρίτη και την τέταρτη.
Τι μας δίδαξε, λοιπόν, η σειρά;, αναρωτιέται σε άρθρο του στον Guardian ο Στίβεν Μπέιτς, πρώην βασιλικός ανταποκριτής της εφημερίδας. Εάν ξέρεις από μέσα τα της βασιλικής οικογένειας, δεν είχε και πολλά να σου πει, καταλήγει. Για όσους, πάλι, δεν τα ξέρουν τόσο καλά, προσέφερε μπόλικο δράμα, διανθισμένο με ένα καταπληκτικό καστ βρετανών ηθοποιών, οι οποίοι βοήθησαν να γίνει πιο αληθοφανές.
Η σειρά, εκτιμά ο Μπέιτς, είχε τη γενική ατμόσφαιρα μιας σαπουνόπερας, όπου ακόμη και τα ψέματα δείχνουν αληθινά. Εξάλλου, τα διεθνή και τα βρετανικά ΜΜΕ μας έχουν βομβαρδίσει επί δεκαετίες με πληροφορίες για τη φύση του θεσμού της βρετανικής μοναρχίας, ξέραμε από πριν πόσο αποπνικτικό ήταν το Παλάτι ή τι προκάλεσε τη διάλυση του παραμυθένιου γάμου του Καρόλου και της Νταϊάνα και την τραγωδία του θανάτου της, τη στωικότητα της βασίλισσας και την ειρωνική φύση του Δούκα του Εδιμβούργου.
Η σειρά δεν πρόκειται να αλλάξει την άποψη που έχουμε για τη μοναρχία και το μέλλον της, εξηγεί ο Μπέιτς. Διότι ακόμη και οι βασιλόφρονες γνωρίζουν για τον κυνισμό της μοναρχίας, αλλά αυτό δεν τους οδήγησε να επιθυμούν την κατάργησή της. Η σειρά δεν ακούμπησε ποτέ πραγματικά τα αδύνατα σημεία του θεσμού: τον πλούτο και την περιουσία του, τα προνόμια και τα δικαιώματά του.
Το εγχείρημα να επικεντρωθεί το δράμα στη βασίλισσα Ελισάβετ ήταν αναμφίβολα μια πρόκληση, κυρίως επειδή σχετικά λίγα είναι γνωστά για την προσωπική της ζωή ή τις πραγματικές απόψεις της για οτιδήποτε. Συνεπώς, η σειρά εκμεταλλεύθηκε σκόπιμα ένα κενό γύρω από το οποίο οι αναμνήσεις μπορεί να ποικίλλουν.
Η Ελισάβετ ήταν μια γυναίκα στην οποία συνέβησαν γεγονότα. Αντιμετώπισε αντιξοότητες, εκφράζοντας ελάχιστο συναίσθημα, και κανείς δεν ξέρει το σκεφτόταν: Δεν της άρεσε πραγματικά η Μάργκαρετ Θάτσερ ή ο Τόνι Μπλερ; Ηταν ο αγαπημένος της πρωθυπουργός πραγματικά ο Χάρολντ Γουίλσον; Πιθανολογείται ότι ούτε οι ίδιοι γνώριζαν.
Για να προσποιηθούν ότι ξέρουν τις βαθύτερες αλήθειες, οι δραματουργοί πρέπει να εφεύρουν. Θα μπορούσε κανείς να αμφισβητήσει ότι το φάντασμα της Νταϊάνα, της Πριγκίπισσας της Ουαλίας, στοίχειωνε τη βασίλισσα; Ακόμη και ο Σαίξπηρ εφηύρε φαντάσματα για να στοιχειώσει με αυτά τον Αμλετ, τον Μάκβεθ και τον Ριχάρδο Γ’.
Το «The Crown» είναι απότοκο της εποχής στην οποία δημιουργήθηκε. Πριν από έναν αιώνα, ο δημοσιογράφος Γουόλτερ Μπέιγκιοτ έγραφε ότι η μυστικότητα ήταν απαραίτητη για τη μοναρχία: «Πάνω απ’ όλα πρέπει να σεβόμαστε τη μοναρχία μας, και αν αρχίσεις να τη συμπονάς δεν μπορείς να τη σεβαστείς. Το μυστήριό της είναι η ζωή της. Δεν πρέπει να αφήσουμε το φως της ημέρας να διαλύσει τη μαγεία».
Το Netflix έκανε ακριβώς το αντίθετο: Προσπάθησε να ρίξει φως σε μυστικά που οι πρωταγωνιστές της ιστορίας πήραν στον τάφο τους. Πιθανώς, εξάλλου, σε λίγα χρόνια τίποτε από όλα αυτά δεν θα έχει σημασία και η μοναρχία θα περάσει έτσι κι αλλιώς στον μύθο.