«Μια Ρωσία μετά τον Πούτιν μπορεί να μοιάζει με τη Σερβία μετά τον Μιλόσεβιτς». Την υπόθεση αυτή εξετάζουν διεξοδικά οι Financial Times στο κείμενο ενός από τους πιο γνωστούς αρθρογράφους τους, του Τόνι Μπάρμπερ.
Το γεγονός ότι στη Ρωσία δεν υπάρχει εύφορο έδαφος για να αναπτυχθεί η φιλελεύθερη δημοκρατία και να βελτιωθούν οι σχέσεις με τη Δύση, θεωρείται δεδομένο από τους διεθνείς αναλυτές – ειδικά αν ο Πούτιν κερδίσει το 2024 άλλη μια θητεία. Κάτι τέτοιο θα του επιτρέψει, άλλωστε, να ξεπεράσει σε διάρκεια την αιματοβαμμένη θητεία του Ιωσήφ Στάλιν.
Ο ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι έχει προχωρήσει στην πρόβλεψη ότι κάποια «αρπακτικά» στους κυβερνητικούς κύκλους της Ρωσίας ενδέχεται μια μέρα να σκοτώσουν τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Είναι προφανές ότι ο ουκρανός πρόεδρος δεν θα βυθιζόταν σε κατάθλιψη αν ο Πούτιν υπέκυπτε σε μια μοίρα αντίστοιχη με εκείνη του Ιουλίου Καίσαρα, που αγνόησε τις «Ειδούς του Μαρτίου» και δολοφονήθηκε στις 15 Μαρτίου του 44 π.Χ. από συνωμότες μέσα στη Σύγκλητο. Τον σκότωσαν μαχαιρώνοντάς τον 23 φορές.
Ωστόσο, ο Ζελένσκι δεν ανέφερε στοιχεία που να υποστηρίζουν την πρόβλεψή του. Ο κύριος στόχος του ήταν περισσότερο να ενισχύσει την πολεμική προσπάθεια της Ουκρανίας, σπέρνοντας σπόρους καχυποψίας στο έδαφος της παρανοϊκής εξουσίας του Κρεμλίνου.
Παρά ταύτα, το ερώτημα «ποιος θα μπορούσε τελικά να αντικαταστήσει τον Πούτιν και τι πολιτικές θα μπορούσε να ακολουθήσει ένα νέο ρωσικό καθεστώς» απασχολεί σταθερά τις Δυτικές κυβερνήσεις και τους ειδικούς στη Ρωσία. Ο Πούτιν επιβεβαίωσε ότι οι προεδρικές εκλογές θα διεξαχθούν κανονικά το 2024. Αν είναι υποψήφιος, θεωρείται βέβαιο ότι θα είναι και ο νικητής. Μια ακόμη εξαετής θητεία θα επεκτείνει την περίοδο της δικής του διακυβέρνησης στα 30 χρόνια, ξεπερνώντας εκείνη του Στάλιν (1924-1953).
Ο Πούτιν έκλεισε τα 70 του χρόνια τον περασμένο Οκτώβριο. Οσο περισσότερο παραμένει στη θέση του, τόσο φουντώνει το ζήτημα της διαδοχής. «Για να καταλάβετε πώς θα μπορούσε να μοιάζει μια Ρωσία μετά τον Πούτιν, φέρτε στο μυαλό σας τη Σερβία μετά την αυταρχική εξουσία του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς» σημειώνει ο Τόνι Μπάρμπερ. Και θυμίζει ότι ο σέρβος πολιτικός έχασε την εξουσία το 2000, αφού πρώτα υποκίνησε πολέμους στην πρώην Γιουγκοσλαβία, όπως έκανε και ο Πούτιν σε πρώην σοβιετικές δημοκρατίες όπως η Γεωργία και η Ουκρανία.
Παρόμοιοι καημοί κυρίευαν τον Μιλόσεβιτς και τον Πούτιν: η κατάρρευση ενός πολυεθνικού κράτους στο οποίο μια εθνικότητα –οι Σέρβοι στη Γιουγκοσλαβία, οι Ρώσοι στην ΕΣΣΔ– είχε το πάνω χέρι. Επίσης, το καθεστώς των σερβικών και –αντίστοιχα– των ρωσικών μειονοτήτων στα νέα ανεξάρτητα κράτη και η αποφασιστικότητά τους να ελέγξουν μια πολύ συγκεκριμένη εδαφική επικράτεια –το Κόσοβο στην περίπτωση της Σερβίας και η Κριμαία για τη Ρωσία– που ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με την εθνική ταυτότητα και την υπερηφάνεια. Ο Μιλόσεβιτς πέθανε το 2006, ενώ δικαζόταν για φρικτά εγκλήματα πολέμου. Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ) εξέδωσε ένταλμα σύλληψης για τον Πούτιν τον περασμένο μήνα…
Η Σερβία μετά τον Μιλόσεβιτς δεν ήταν πλέον ένα φιλοπόλεμο, υπερεθνικιστικό κράτος. Εξελίχθηκε σε μια ελαττωματική δημοκρατία που έχει δύσκολες σχέσεις με τη Δύση, ειδικά σε ό,τι αφορά το Κόσοβο, ακολουθώντας μια εξωτερική πολιτική που περιλαμβάνει θερμές επαφές με τη Ρωσία και την Κίνα. Η πολιτική ζωή υπό τον Αλεξάνταρ Βούτσιτς, ο οποίος βρέθηκε στην εξουσία από το 2014 ως πρωθυπουργός και πλέον ως πρόεδρος, χαρακτηρίζεται από τη συγκέντρωση εξουσίας και την άσκηση βαριάς επιρροής στα μέσα ενημέρωσης.
Παρόμοιες συνθήκες μπορεί να προκύψουν στη Ρωσία μετά τον Πούτιν, εκτιμούν οι Financial Times. Κανένας μελλοντικός ηγέτης του Κρεμλίνου δεν θεωρείται πιθανό να εγκαταλείψει, π.χ., την Κριμαία. Και η Ρωσία σίγουρα δεν αναμένεται να προσαρμόσει την εξωτερική πολιτική της σε μια γραμμή σύγκλισης με τη Δύση. Στο εσωτερικό, η ομάδα που θα πάρει στα χέρια της την εξουσία θα διασφαλίσει ότι οι εθνικές εκλογές θα την κρατούν πάντοτε στην εξουσία, ακόμη και αν η διαδικασία της ψηφοφορίας είναι λιγότερο «ενορχηστρωμένη» από ό,τι επί των ημερών του Πούτιν.
Ο Μπάμπερ εκτιμά ότι, όπως συνέβη και στη Σερβία, στο εγγύς μέλλον δεν αναμένεται στη Ρωσία οποιαδήποτε στροφή προς τη Δυτικού τύπου φιλελεύθερη δημοκρατία. Ο μόνος πρωθυπουργός της Σερβίας μετά τον Μιλόσεβιτς που ασπάστηκε αυτές τις αξίες ήταν ο Ζόραν Τζίντζιτς. Δολοφονήθηκε το 2003.
Ενα σταθερό χαρακτηριστικό της σερβικής πολιτικής μετά τον Μιλόσεβιτς είναι η ύπαρξη μιας υπερεθνικιστικής αντιπολίτευσης. Πιέζει την κυρίαρχη ελίτ, καθιστώντας σχεδόν αδιανόητη την επίσημη αναγνώριση της ανεξαρτησίας του Κοσόβου, ακόμη και αν ο Βούτσιτς ένιωθε διατεθειμένος να ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο, πράγμα αμφίβολο.
Ο ίδιος ο Βούτσιτς, άλλωστε, ξεκίνησε την πολιτική σταδιοδρομία του κάτω από τη φτερούγα του Βόισλαβ Σέσελι, του υπρεθνικιστή και υπέρμαχου της «Μεγάλης Σερβίας», ο οποίος καταδικάστηκε το 2018 από διεθνές δικαστήριο για εγκλήματα πολέμου.
Στη Ρωσία υπάρχει επίσης μια υπερεθνικιστική τάση, ενίοτε υπερβολικά απείθαρχη για τα γούστα του Πούτιν, η οποία απέκτησε πιο δυνατή φωνή λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Στο βαθμό που υπάρχουν δυνάμεις μέσα στους ισχυρούς στρατιωτικούς κύκλους αλλά εντός των υπηρεσιών ασφαλείας, οι οποίες συμπλέουν με την οπτική των ακραίων εθνικιστών, η τάση αυτή θεωρείται βέβαιο ότι θα παίξει ρόλο στην κατεύθυνση που θα λάβει στο μέλλον η ρωσική πολιτική.
Μόνο υποθέσεις μπορούμε, επομένως, να κάνουμε ως προς το ποιος θα διαδεχθεί τον Πούτιν. Οι FT, πάντως, κρίνοντας με βάση όσα ακολούθησαν τον Μιλόσεβιτς στη Σερβία, δεν περιμένουν ότι το τέλος της αυταρχικής εξουσίας του Πούτιν –ακόμη και το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία– θα φέρει στη Ρωσία αληθινή δημοκρατία και ομαλές σχέσεις με τη Δύση.