Η ερώτηση που είχα απευθύνει στην πηγή μου, πρώην υψηλόβαθμο αξιωματικό του Πολεμικού Ναυτικού (πιο υψηλόβαθμο δύσκολα βρίσκεις), νόμιζα ότι ήταν σχετικά απλή: χρειαζόμαστε πραγματικά και τέταρτη φρεγάτα ή πρόκειται για επικοινωνιακές ανακοινώσεις της κυβέρνησης; Αντί ευθείας απάντησης, μου είπε ότι πρέπει πρώτα να δω τη δομή δυνάμεων και πόσες φρεγάτες προβλέπονται και κάποια ακόμα τεχνικού χαρακτήρα ζητήματα, παραπέμποντάς με για πληροφορίες στον ειδικό Τύπο που έχει ασχοληθεί με αυτά.
Αυτά που βρήκα φαίνεται να ικανοποίησαν την πηγή μου, που δέχθηκε να πάμε τη συζήτηση ένα βήμα παραπέρα μόλις κατάλαβε ότι είχα διαβάσει το «μάθημά» μου. Τι είχα βρει γκουγκλάροντας στο ίντερνετ και διαβάζοντας κάποια ποστ στο Twitter;
Οτι για την περίοδο 2022-2034, η Ελλάδα, με βάση τη Νατοϊκή «δομή δυνάμεων», έχει υπολογίσει 12 φρεγάτες. Οτι το 2022 μάλλον είχε 13 φρεγάτες, εκ των οποίων οι τρεις ήταν μη εκσυγχρονισμένες, ενώ οι εννέα ήταν προχωρημένης ηλικίας, κοντά 40 ετών. Οτι το 2026 και πάλι μάλλον θα έχουμε 13 φρεγάτες, με τις τρεις μη εκσυγχρονισμένες να έχουν αντικατασταθεί από τις τρεις νέες, τις γαλλικές. Και ότι το 2030 μπορεί να έχουμε πρόβλημα να πιάσουμε το 12 της «δομής δυνάμεων», επειδή έξι φρεγάτες από τις παλιές θα πλησιάζουν τον μισό αιώνα ζωής και πιθανώς να πρέπει να αποσυρθούν.
Δηλαδή: ακόμα και με την τέταρτη γαλλική φρεγάτα, για την οποία πριν από μερικές ημέρες ο υπουργός Αμυνας Νίκος Δένδιας ανακοίνωσε «την πρόθεση της Ελλάδας να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις για την απόκτησή της», ο αριθμός φαίνεται να πέφτει στο οκτώ, αν αποσυρθούν όλες οι παλιές.
«Είχαμε κάποια περίοδο και “εξηντάρες”, τα λεγόμενα θηρία, όμως είχαμε φτάσει στο σημείο οι στρώσεις μπογιάς να είναι πιο παχιές από τη λαμαρίνα. Το θέμα δεν είναι απλά να έχεις πλοία, αλλά να είναι και αξιόμαχα, γι’ αυτό και ο “προμαχώνας” πίεσης του Ναυτικού προς τους πολιτικούς είναι το γήρας», θα μου έλεγε η πηγή αργότερα στη συζήτησή μας. Οπότε κατάλαβα ότι όταν γίνουν «πενηντάρες» είναι ένα καλό σημείο για να αποχαιρετήσεις.
Πίσω στη «δομή δυνάμεων», που τελικά δεν είναι και τόσο απλή όσο ακούγεται.
«Δομή δυνάμεων είναι αυτό που όλοι συμφωνούμε να έχουμε σε περίπτωση που συμβεί το μοιραίο για να ανταποκριθούμε. Τι χρειάζομαι δηλαδή εγώ, ως χώρα, για να αντιπαρατεθώ με έναν ενδεχόμενο εχθρό. Και αυτά που θέλουμε ως χώρα, τα προτείνουμε στο ΝΑΤΟ, για τη συμμετοχή της χώρας μας στη συμμαχία.
»Εδώ είναι ένα δίκοπο μαχαίρι. Εσύ μπορεί να θέλεις να κάνεις 18, 20 φρεγάτες. Το ΝΑΤΟ, λοιπόν, μπορεί να πει “έχεις 20, εγώ σε υπολογίζω για 20 και όταν έχω ανάγκη θα καλέσω τις 20. Σε θεωρώ δύναμη των 20”. Τι λέει, λοιπόν, το ΝΑΤΟ; Οτι ανάλογα με τη δύναμη που έχεις ως κράτος, θα πρέπει να έχεις και πολεμικά πλοία, τα οποία ΕΓΩ –το ΝΑΤΟ– θα τα χρειαστώ σε περίπτωση που κάποιος μου επιτεθεί. Οπότε, αν έχεις πει 20 και δεν έχεις λεφτά να τις φτιάξεις, υπάρχει ένα θέμα.
»Από την άλλη πλευρά, βέβαια, για να κρατάει ισορροπίες, τι κάνει ο Τούρκος; Βγαίνει στο ΝΑΤΟ και λέει, ρε παιδιά, μισό λεπτό. Ποια είναι η Ελλάδα; Είκοσι φρεγάτες; Τι είναι αυτά τα πράγματα, ποιον έχει εχθρό; Ποιος είναι ο εχθρός του ΝΑΤΟ, που θέλει η Ελλάδα (και μόνο) 20 φρεγάτες; Πρέπει να δικαιολογείς, λοιπόν, γιατί θέλεις τις 20 φρεγάτες και στο ΝΑΤΟ. Δεν είναι απλώς ότι δίνω αριθμούς. Πρέπει να αιτιολογήσω κιόλας τι τις χρειάζομαι».
H Ελλάδα, λοιπόν, πρότεινε να έχει 12 φρεγάτες. Το ΝΑΤΟ έχει αποδεχθεί αυτό τον αριθμό και στηρίζεται σε αυτόν. Το 12 πώς βγαίνει;
«Είναι ένας “περίπου” αριθμός, μπορεί να είναι και 13, μπορεί να είναι και 11, με βάση κριτήρια οικονομικά, με βάση το ότι εσύ δεν έχεις “εχθρό” τον Τούρκο –ο Τούρκος δεν είναι αποδεκτός “εχθρός” για το ΝΑΤΟ, αφού είναι μέλος του, όπως και η Ελλάδα– και με βάση την ασφάλεια που πρέπει να παρέχεις στο κράτος σου. Αυτό το 12 δεν είναι καινούργιο. Ισχύει εδώ και αρκετά χρόνια. Δεν είναι κάτι αυξημένο σε σχέση με το παρελθόν. Είναι ένας καλός, αποδεκτός αριθμός. Αν όμως έχεις οκτώ φρεγάτες, μπορεί το ΝΑΤΟ να έρθει να σου πει, είπατε 12, έχετε οκτώ, πού είναι οι άλλες τέσσερις;
»Το λες και στα ναυπηγεία, που εδώ και 40 χρόνια δουλεύουν κυρίως με πολεμικά πλοία, και τι κάνουν; Πιέζουν το Πολεμικό Ναυτικό να πιέσει την κυβέρνηση και πιέζουν και από μόνοι τους από την άλλη πλευρά την κυβέρνηση, για να έχει δουλειά. Δηλαδή, λεφτά δεν έχουμε, πλοία δεν έχουμε, θέλουμε όμως να φτιάξουμε, έχουμε τη δομή δυνάμεων σαν σημαία, έχουμε τα ναυπηγεία που πιέζουν για δουλειά, και τι κάνουμε; Με όλα αυτά μαζί κοιτάμε να φτιάξουμε κάτι, μαγειρεύοντάς τα στο ίδιο καζάνι».
Οπως μου διευκρινίζει η πηγή, υπάρχουν εργαλεία για να προσδιορίσεις επακριβώς τι χρειάζεσαι, όχι μόνο για τον αριθμό των πλοίων –στη συγκεκριμένη περίπτωση των φρεγατών–, αλλά και για τον οπλισμό που θα φέρουν.
«Παγκοσμίως, στο ΝΑΤΟ και σε προηγμένες ναυτικές δυνάμεις ο προσδιορισμός για τις ανάγκες σου σε πλοία και για τον οπλισμό τους βγαίνει από τις ασκήσεις που κάνουμε. Σε αυτές τις ασκήσεις υποτίθεται ότι δοκιμάζουμε, πρώτον, τα πολεμικά σχέδια, πώς θα αντιδράσουμε σε διάφορα σενάρια, πώς πρέπει να οργανωθούμε, σε ποιο σημείο είμαστε και αν πρέπει να γίνουν διορθώσεις και πάει λέγοντας.
»Δεύτερον, βγάζουμε συμπεράσματα για το μέλλον μας, τι πρέπει να κάνουμε αύριο-μεθαύριο και τι εξοπλισμούς χρειαζόμαστε για να το πετύχουμε. Αρα λοιπόν οι ασκήσεις που κάνουμε δεν είναι πέταμα χρημάτων, ούτε για να κοπιάσουμε ούτε για να πάρουμε οδοιπορικά. Είναι για να δουν τα επιτελεία ποια είναι τα μειονεκτήματα των σχεδίων και να διορθωθούν, και για να δούμε τι θα χρειαστούμε για να καλύψουμε τις ανάγκες στο μέλλον, λαμβάνοντας υπόψιν τη γεωγραφική ιδιαιτερότητα της χώρας μας. Αλλιώς λειτουργείς σε ένα κράτος που δεν έχει εχθρό δίπλα ή δεν έχει πολλά νησιά, όπως η Πορτογαλία για παράδειγμα, που με το που βγαίνεις έξω είναι ο ωκεανός. Αλλη μορφή πολέμου».
Ξεκινάει λοιπόν η διαδικασία των διαπραγματεύσεων για την παραγγελία της τέταρτης φρεγάτας. Ρωτάω την πηγή αν θα μπορούσε να είναι κάτι που ανακοινώνεται τώρα για τη συσπείρωση ακροατηρίου και στο μέλλον να πουν «είδαμε ότι δεν μας συμφέρει, οπότε δεν παίρνουμε».
«Αυτό δεν μπορεί να το ξέρει το Ναυτικό από μέσα. Ομως η ματαίωση είναι κάτι που έχει ξανασυμβεί. Είχαμε πιο παλιά και πάλι το θέμα της αγοράς γαλλικών φρεγατών, όχι Belharra, τις προηγούμενες, αυτές που ήταν κονσόρτιουμ με τους Ιταλούς. Ερχονταν οι Γάλλοι, σχεδιάζαμε τον οπλισμό των πλοίων, ξαναέρχονταν, αλλάζαμε, δεν θέλουμε αυτό το πυροβόλο, θέλουμε εκείνο, κάνουν πάλι μελέτη, έρχονται, αυτό θα κοστίσει συν τόσο, ναι! Συμφωνούμε, πάμε! Και στο τέλος πάγωσε.
»Ηταν 2008-2009 και μετά ήρθε η κρίση. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι μέχρι να μπει η υπογραφή, όλα παίζουν. Μπορεί να τσακωθείς, να μη συμφωνήσεις, όχι μόνο στα χρήματα αλλά και σε άλλα, π.χ. στα ανταλλακτικά, που είναι άλλη μία φρεγάτα να υπολογίσεις. Ο,τι και να γίνει, πάντως, η τέταρτη φρεγάτα είναι απαραίτητη. Χρειάζεται έτσι κι αλλιώς στο Πολεμικό Ναυτικό. Οποιος πει ότι δεν χρειάζεται, απλά δεν ξέρει».
Μάλιστα. Αλλά θα έπρεπε και η τέταρτη φρεγάτα να είναι γαλλική; Γιατί όχι από άλλο κράτος, αφού θα έχουμε τρεις από τη Γαλλία;
«Το γιατί πάμε σε τέταρτη γαλλική φρεγάτα και δεν πάμε σε μια άλλη, π.χ. γερμανική ή ολλανδική, είναι ένα ερώτημα το οποίο απαντάται εύκολα. Είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζουμε ότι τα κράτη στα εξοπλιστικά τους ψάχνουν αυτό που λέμε commonality. Δεν μπορείς να έχεις μια φρεγάτα από την Ολλανδία, μια από τη Γερμανία, μια από την Ισπανία, μια από την Ιταλία. Γιατί όταν σου χαλάσει ένα υλικό που θα πρέπει να αντικατασταθεί άμεσα, π.χ. στην ολλανδική, θα πρέπει να το έχεις εύκαιρο στη βάση σου. Που σημαίνει ότι αν έχεις τέσσερις διαφορετικές φρεγάτες, θα πρέπει να έχεις και από ένα “ίδιο πλοίο” στη βάση σου σε ανταλλακτικά.
»Αλλο είναι να έχεις ίδιες φρεγάτες και να μπορείς να παίζεις με τα υλικά και άλλο να έχεις μοναδικές, οπότε να χρειάζεσαι να διατηρείς τεράστιο αριθμό ανταλλακτικών, τα οποία μπορεί τελικά και να μη χρειαστείς ποτέ. Και φυσικά, είναι και το θέμα της εκπαίδευσης, το οποίο όταν έχεις γκρουπ φρεγατών είναι πιο ορθολογικό, από το να εκπαιδεύεις τον κόσμο για εντελώς διαφορετικά πλοία. Θεωρείται καλό να έχεις γκρουπ. Μπορείς να τους εναλλάσσεις.
»Εξαρχής, όμως, το από πού θα πάρουμε τις φρεγάτες, η χώρα προέλευσης, είναι πολιτική απόφαση. Οταν τη δεκαετία του ’80 ήταν να αναλάβει η Ολλανδία την προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης, πήγαμε και πήραμε ολλανδικές φρεγάτες, τις S. Είναι καλό, μην το βλέπετε με μισό μάτι, γιατί οι φρεγάτες δεν διαφέρουν πολύ η μία από την άλλη. Είναι καλό να έχεις και μια πολιτική εύνοια από το κράτος που τις παίρνεις, γιατί είναι και πολλά τα λεφτά.
»Αυτό που προσπαθούμε τα τελευταία χρόνια είναι να τις φέρνουμε όσο πιο κοντά γίνεται στις απαιτήσεις μας. Να λέμε, ΟΚ, τη γαλλική, αλλά θέλουμε να έχει τον εξοπλισμό που θα σας πούμε εμείς. Π.χ. αλλάξτε το 50 χιλιοστών πολυβόλο, το θέλουμε 70 εμείς. Δηλαδή ο εξοπλισμός θα πρέπει να είναι θέμα του Ναυτικού. Η όλη φιλοσοφία δεν είναι κακή, το αντίθετο θα έλεγα».