Ολοι οι αρμόδιοι υγειονομικοί οργανισμοί που εκδίδουν διατροφικές συστάσεις, συνήθως αναφέρουν: προτιμήστε γαλακτοκομικά με χαμηλά λιπαρά. Ομως οι New York Times γράφουν ότι κατά πλειονότητα αυτές οι οδηγίες χρονολογούνται από τη δεκαετία του 1980, ενώ τα επιστημονικά δεδομένα έχουν αλλάξει.
«Αυτές οι συστάσεις πηγάζουν από την ιδέα ότι τα πλήρη σε λιπαρά γαλακτοκομικά προϊόντα έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε κορεσμένα λίπη, επομένως η επιλογή τροφίμων με λιγότερα λιπαρά μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων. Ομως οι περισσότερες μελέτες δεν έχουν καταφέρει να βρουν σημαντικά οφέλη των γαλακτοκομικών με χαμηλά έναντι εκείνων με πλήρη λιπαρά» αναφέρει στους NYT ο δρ Dariush Mozaffarian, καρδιολόγος και καθηγητής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Tufts.
Οχι μόνο δεν βλάπτουν, αλλά και προστατεύουν
Οπως εξηγεί στο Protagon o δρ Χάρης Δημοσθενόπουλος, MMedSci.SRD.PhD, κλινικός διαιτολόγος-βιολόγος, προϊστάμενος του Διαιτολογικού Τμήματος στο Λαϊκό Νοσοκομείο, αντιπρόεδρος της Εταιρείας Μελέτης Παραγόντων Κινδύνου για Αγγειακά Νοσήματα (ΕΜΠΑΚΑΝ) και scientific secretary of Diabetes Nutrition Study Group (DNSG), «τα παρόντα στοιχεία, όπως για παράδειγμα η μελέτη του Mozaffarian («Dairy Foods, Obesity, and Metabolic Health: The Role of the Food Matrix Compared with Single Nutrients», που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Advanced Nutritition το 2019), δείχνουν ότι τα γαλακτοκομικά με πλήρη λιπαρά δεν προκαλούν αύξηση βάρους. Δείχνουν ακόμη ότι η συνολική κατανάλωση γαλακτοκομικών αυξάνει την άλιπη μάζα σώματος και μειώνει το σωματικό λίπος, ότι η κατανάλωση γιαουρτιού και προβιοτικών περιορίζει την αύξηση βάρους, ότι η κατανάλωση γαλακτοκομικών που έχουν υποστεί ζύμωση, συμπεριλαμβανομένου του τυριού, συνδέεται με χαμηλότερο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, και ότι το γιαούρτι, το τυρί, ακόμη και το λίπος των γαλακτοκομικών μπορεί να προστατεύουν από τον διαβήτη τύπου 2».
Ο ίδιος προσθέτει πως με βάση τις τρέχουσες επιστημονικές απόψεις και τα αντίστοιχα δεδομένα, «τα γαλακτοκομία είναι μέρος μιας υγιεινής διατροφής, χωρίς ισχυρές ενδείξεις ότι ευνοούν τα προϊόντα με μειωμένα λιπαρά. Μάλιστα, οι προσλήψεις γαλακτοκομικών προϊόντων που δεν έχουν ζάχαρη και έχουν υποστεί ζύμωση, όπως το γιαούρτι και το τυρί, φαίνονται ιδιαίτερα ευεργετικές».
Το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα είναι τρόφιμα πλούσια σε θρεπτικά συστατικά και συμβάλλουν σημαντικά στην πρόσληψη ασβεστίου (Ca), ιωδίου, ριβοφλαβίνης, βιταμίνης Β12, Κ και βιταμίνης Α. Οι επιστήμονες θεωρούν περιορισμένα και όχι οριστικά τα στοιχεία που συσχετίζουν τα γαλακτοκομικά με την παιδική παχυσαρκία και τον καρδιαγγειακό κίνδυνο των ενηλίκων.
Για τα καρδιαγγειακά, άλλο κρέας, άλλο γαλακτοκομικά
Οπως σημειώνει ο δρ Δημοσθενόπουλος, «σύμφωνα με επιστημονικά ευρήματα, τα κορεσμένα λίπη του κρέατος σχετίζονται με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο, ενώ τα κορεσμένα λίπη των γαλακτοκομικών προϊόντων σχετίζονται με μειωμένο κίνδυνο για την εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων. Επίσης, θα πρέπει να διατηρηθούν κάποιες επιφυλάξεις όταν αναφερόμαστε στη μείωση του κορεσμένου λίπους από τα γαλακτοκομικά προϊόντα ως μια προστατευτική αλλαγή στη διατροφή μας».
Αναφέρει, δε, μια πρόσφατη μελέτη που παρουσιάστηκε στο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Καρδιολογίας (European Society of Cardiology), η οποία ανέλυσε 20 έρευνες με 25.000 άτομα. «Δεν παρατηρήθηκε σύνδεση ανάμεσα στην κατανάλωση των περισσότερων γαλακτοκομικών προϊόντων και την καρδιαγγειακή υγεία. Η μοναδική εξαίρεση ήταν το γάλα, ωστόσο τα αποτελέσματα έδειξαν ότι μόνο η εξαιρετικά υψηλή κατανάλωση γάλακτος συνδέεται με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο».
Οι Διατροφικές Οδηγίες 2015-2020 για τους Αμερικανούς και η Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία προτείνουν την κατανάλωση γαλακτοκομικών προϊόντων με χαμηλά λιπαρά ή χωρίς λιπαρά για τη μείωση της πρόσληψης τόσο θερμίδων όσο και κορεσμένων λιπαρών, ως κάτι που θα μπορούσε να βελτιώσει την υγεία της καρδιάς
Ομως η πλειονότητα των στοιχείων υποστηρίζει την υπόθεση ότι η πρόσληψη γαλακτοκομικών λιπαρών δεν συνοδεύεται συνήθως με υψηλότερο κίνδυνο αύξησης βάρους, καρδιαγγειακής νόσου ή διαβήτη τύπου 2.
Οπως το θέτει ο δρ Δημοσθενόπουλος, το καλύτερο συμπέρασμα στον τομέα του λίπους γαλακτοκομικών προήλθε από την αναφορά του δρ Mozaffarian, ο οποίος δήλωσε: «Ελλείψει οποιασδήποτε ένδειξης για τις καλύτερες επιδράσεις των γαλακτοκομικών χαμηλών λιπαρών, θα πρέπει να προτείνουμε την ποικιλία γαλακτοκομικών προϊόντων και να συνιστούμε προσοχή στη συνολική πρόσληψη λιπαρών στη διατροφή μας».
Διαβήτης
Τα γαλακτοκομικά προϊόντα χαμηλών λιπαρών έχουν συσχετιστεί με μειωμένο κίνδυνο διαβήτη τύπου 2 (ΣΔτ2), ενώ η υπερβολική κατανάλωση γαλακτοκομικών με πλήρη λιπαρά μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο. Σύμφωνα όμως με τον δρ Δημοσθενόπουλο δεν έχουν όλα τα γαλακτοκομικά προϊόντα ευεργετικό ρόλο στην πρόληψη του ΣΔτ2: «Τα γαλακτοκομικά με χαμηλά λιπαρά, ειδικά το γιαούρτι, έχουν όντως ευεργετικό ρόλο, ενώ τα περισσότερα άλλα γαλακτοκομικά τρόφιμα δεν δείχνουν να έχουν ιδιαίτερο όφελος. Σε άτομα με προδιαβήτη, η αυξανόμενη κατανάλωση γαλακτοκομικών χαμηλών λιπαρών, γάλακτος χαμηλών λιπαρών και γιαουρτιού χαμηλών λιπαρών μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο για επακόλουθο ΣΔτ2».
Θρεπτικά στοιχεία
Αν και το ημιαποβουτυρωμένο γάλα περιέχει λιγότερα λιπαρά από το πλήρες, αυτό δεν σημαίνει ότι στερείται θρεπτικών συστατικών. Στην πραγματικότητα, το ημιαποβουτυρωμένο γάλα περιέχει λίγο περισσότερο ασβέστιο από το πλήρες γάλα. Αυτό συμβαίνει επειδή το ασβέστιο στο γάλα βρίσκεται στο υδαρές μέρος του, παρά στο λίπος του.
Επιπλέον, η απορρόφηση του ασβεστίου ευνοείται από τα χαμηλότερα λιπαρά. Γι’ αυτό οι ασθενείς με έλλειψη ασβεστίου, οστεοπενία ή οστεοπόρωση λαμβάνουν οδηγία να καταναλώνουν γαλακτοκομικά χαμηλών λιπαρών, ώστε η θεραπεία τους με ασβέστιο να αποδίδει καλύτερα.
Την ίδια ώρα, όμως, το ημιαποβουτυρωμένο έχει λιγότερες λιποδιαλυτές βιταμίνες, οι οποίες θα πρέπει να αναπληρώνονται μέσω άλλων τροφών, όπως τα λαχανικά.