Η ιδέα ήταν απλή. Από τη στιγμή που η βιταμίνη D βοηθά τον οργανισμό να απορροφήσει το ασβέστιο, είναι η καλύτερη λύση για την ενίσχυση της δομής των οστών. Ετσι, για χρόνια υπάρχει ως κατευθυντήρια οδηγία η λήψη βιταμίνης D, ειδικά σε όσους έχουν οστεοπενία ή οστεοπόρωση και κινδυνεύουν με κατάγματα.
Ωστόσο, μία νέα μελέτη έρχεται να ανατρέψει τα δεδομένα και να αποδείξει ότι τα χάπια βιταμίνης D που λαμβάνονται είτε μόνα τους, είτε σε συνδυασμό με ασβέστιο, δεν έχουν καμία επίδραση στα ποσοστά καταγμάτων των οστών, όπως γράφουν οι New York Times (ΝΥΤ).
Τα αποτελέσματα της μελέτης δημοσιεύτηκαν την Πέμπτη στην επιστημονική επιθεώρηση The New England Journal of Medicine και αφορούν τα άτομα που έχουν οστεοπόρωση, αλλά και εκείνους που έχουν κάνει εξετάσεις αίματος και έχουν χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D.
Και μπορεί εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο να λαμβάνουν συμπληρώματα βιταμίνης D και κάθε χρόνο να γίνονται εκατομμύρια εξετάσεις για τον εντοπισμό των επιπέδων της, όμως, όπως γράφουν οι NYT, σύμφωνα με τα νεότερα δεδομένα, υπάρχει μία συμβουλή: Σταματήστε τη λήψη του συμπληρώματος βιταμίνης D.
«Οι γιατροί θα πρέπει να σταματήσουν να γράφουν εξετάσεις για την βιταμίνη D, όπως επίσης θα πρέπει και να πάψουν να δίνουν συμπληρώματα σε όσους έχει αποδειχθεί δεν έχουν επαρκή ποσότητα, αν βέβαια ο στόχος τους είναι να αποτρέψουν σοβαρές παθήσεις ή να παρατείνουν τη ζωή κάποιου», εξηγεί ο δρ Στίβεν Κάμινγκς, ειδικός από το Ερευνητικό Ινστιτούτου του Ιατρικού Κέντρου Ειρηνικού στην Καλιφόρνια και συντάκτης της επιθεώρησης The New England Journal of Medicine.
Ποιοι πρέπει να συνεχίσουν να παίρνουν συμπληρώματα βιταμίνης D
Οι ειδικοί σπεύδουν να διευκρινίσουν ότι υπάρχουν παθήσεις όπως η κοιλιοκάκη (αντίδραση στη γλουτένη) και η νόσος του Crohn, για τις οποίες είναι απαραίτητη η λήψη συμπληρωμάτων βιταμίνης D. Το ίδιο ισχύει και για τους πολίτες χωρών χωρών με χαμηλή ηλιοφάνεια και για όσους δεν καταναλώνουν τρόφιμα τα οποία συμπληρώνουν με φυσικό τρόπο τη βιταμίνη, όπως είναι τα δημητριακά και τα γαλακτοκομικά.
Η νέα έρευνα
Στη μελέτη συμμετείχαν 25.871 εθελοντές (άνδρες άνω των 50 ετών και γυναίκες άνω των 55 ετών). Οι μισοί από αυτούς λάμβαναν καθημερινά 2.000 μονάδες βιταμίνης D και οι μισοί εικονικό φάρμακο.
Η έρευνα αποτελεί μέρος μιας ολοκληρωμένης μελέτης για τη βιταμίνη D με την ονομασία VITAL και χρηματοδοτήθηκε από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας των ΗΠΑ. Ξεκίνησε αφότου μία ειδική ομάδα εμπειρογνωμόνων, που συγκλήθηκε από την Εθνική Ακαδημία Ιατρικής των ΗΠΑ, εξέτασε άτομα που λάμβαναν βιταμίνη D για να βελτιώσουν την υγεία τους, και βρήκε ελάχιστα δεδομένα που να συνηγορούν στο ότι βελτιώνονται συγκεκριμένοι δείκτες.
Οι ειδικοί διαπίστωσαν ότι οι περισσότερες κλινικές δοκιμές που είχαν μελετήσει το θέμα ήταν ανεπαρκείς, κάτι που τους έκανε να διερωτηθούν εάν όντως οι ισχυρισμοί ότι η βιταμίνη D κάνει καλό στην υγεία.
Μάλιστα, στο πρώτο μέρος της μελέτης VITAL, που είχε δημοσιευθεί νωρίτερα, είχε φανεί ότι η βιταμίνη D δεν προλαμβάνει το καρκίνο ή τις καρδιαγγειακές παθήσεις, ούτε αποτρέπει τα κατάγματα από πτώση, δεν βελτιώνει τις γνωσιακές λειτουργίες και δεν αποτρέπει τη κολπική μαρμαρυγή. Επίσης, δεν μειώνει τη συχνότητα των επεισοδίων ημικρανίας, ούτε βελτιώνει τα αποτελέσματα από εγκεφαλικό επεισόδιο, δεν προλαμβάνει την εκφύλιση της χωράς κηλίδας, ούτε και σταματά τον πόνο στα γόνατα.
Ετερη μελέτη που έγινε στην Αυστραλία, διαπίστωσε ότι οι άνθρωποι που λάμβαναν συστηματικά βιταμίνη D, δεν ζούσαν περισσότερα χρόνια, άρα δεν βοηθά ούτε και στη μακροζωία.
«Η μελέτη ήταν τόσο μεγάλη και συμμετείχαν τόσα πολλά άτομα με οστεοπόρωση και χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D, που θα έπρεπε να δούμε κάποιο αποτέλεσμα», δήλωσε η δρ Τζόαν Μάνσον, επικεφαλής της VITAL και καθηγήτρια Προληπτικής Ιατρικής στο Brigham and Women’s Hospital.
Πάντως, οι ειδικοί συμβουλεύουν «να μην προχωρούμε σε διακοπή των βιταμινών αν δεν ενημερώσουμε τον γιατρό μας», καθώς δεν έχουν αλλάξει ακόμα οι κατευθυντήριες οδηγίες για τη λήψη των σκευασμάτων της βιταμίνης D.