Είναι τρομακτικό να βρίσκεσαι σε ένα δωμάτιο με τα αδέλφια Ριβ, εξαιτίας της ομοιότητάς τους με τον νεκρό πατέρα τους, γράφει ο Σάιμον Χάτενστοουν στον Guardian μετά τη συνέντευξή τους με αφορμή το ντοκιμαντέρ «Super/Man: The Christopher Reeve Story», που παίχτηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λονδίνου και από την 1η Νοεμβρίου θα αρχίσει να προβάλλεται στα σινεμά του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας.
Ο 44χρονος Μάθιου μοιάζει με τον Ριβ όταν υποδύθηκε τον Κλαρκ Κεντ. Η 40χρονη Αλεξάνδρα κληρονόμησε τις ωραίες γωνίες του και ο νεότερος, ο 32χρονος Γουίλ, μοιάζει στον Σούπερμαν, ενώ και οι τρεις είναι σχεδόν το ίδιο ψηλοί με τον Κρίστοφερ. Οσον αφορά τα επαγγελματικά τους, ο Μάθιου κάνει ταινίες, η Αλεξάνδρα είναι δικηγόρος στην Ουάσινγκτον και ο Γουίλ είναι αθλητικός τηλεοπτικός δημοσιογράφος. Ο πατέρας τους, εξάλλου, ήταν ένας ηθοποιός εμμονικός με τον αθλητισμό, που έγινε σκηνοθέτης και έκανε εκστρατείες για την αλλαγή του νόμου σε διάφορα μέτωπα, κυρίως όσον αφορά τα άτομα με αναπηρία.
Εκτός από τα «δυνατά γονίδια», πράγμα το οποίο επισημαίνει η κόρη του άτυχου ηθοποιού, οι σταδιοδρομίες και των τριών αντικατοπτρίζουν εκείνη του πατέρα τους. «Είναι πολύ περίεργο» λέει η Αλεξάνδρα. «Το σκεφτόμαστε συνέχεια. Μοιράσαμε τα πάθη του μεταξύ μας».
Εχουν περάσει 20 χρόνια από τότε που πέθανε ο Κρίστοφερ Ριβ, 29 από τότε που έπεσε από το άλογό του και έσπασε τον λαιμό του μένοντας εντελώς παράλυτος από εκεί και κάτω, και 46 χρόνια από τότε που κυκλοφόρησε η πρώτη από τις τέσσερις ταινίες του «Σούπερμαν», η οποία έσπασε πολλά ρεκόρ εισιτηρίων και έκανε τον Ριβ διεθνή σταρ. Μάλιστα, κανείς δεν έπαιξε τόσο πειστικά τον Σούπερμαν και το alter ego του, τον ρεπόρτερ Κλαρκ Κεντ, όσο εκείνος.
Ηταν ένας υπεράνθρωπος
Οταν πέθανε, συνειδητοποιήσαμε ότι ο Ριβ είχε και ο ίδιος το άγγιγμα του Σούπερμαν. Αλλά δεν ξέραμε πόσο πολύπλοκος άνθρωπος ήταν, γράφει ο Χάτενστοουν στον Guardian. Αλλά τώρα, το νέο ντοκιμαντέρ «Super /Man: The Christopher Reeve Story», όπου μιλούν τα παιδιά του και πολλά άλλα γνωστά ονόματα, εξιστορεί τη ζωή του σε όλα τα περίπλοκα στρώματά της, δίνοντας επίσης μαθήματα ζωής σε όλους μας.
Ο Κρίστοφερ Ριβ ήταν γόνος μιας ευκατάστατης οικογένειας και γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη. Ο παππούς του από τον πατέρα του ήταν διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας ασφαλειών ζωής Prudential, ο πατέρας του, Φράνκλιν, ποιητής και καθηγητής Λογοτεχνίας και η μητέρα του, Μπάρμπαρα, δημοσιογράφος.
Ο Ριβ είχε μια προνομιακή, επιτυχημένη, αλλά και προβληματική παιδική ηλικία. Τα είχε όλα: ήταν όμορφος, καλός μαθητής, προικισμένος ηθοποιός και μουσικός, με φυσική τάση για τα σπορ. Ωστόσο ένιωθε ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι αρκετά καλός ώστε να ικανοποιήσει τον πατέρα του. Οι γονείς του χώρισαν όταν ο Κρίστοφερ ήταν τεσσάρων ετών, παντρεύτηκαν ξανά και απέκτησαν περισσότερα παιδιά με τους νέους συντρόφους τους. Δεν ήταν εύκολο για τον Ρίβ, που υποσχέθηκε στον εαυτό του πως όταν θα μεγάλωνε θα έμενε με τη μητέρα των παιδιών του και δεν θα είχε υπερβολικές απαιτήσεις από τους απογόνους του.
Ωστόσο αποδείχθηκε ότι είχε κληρονομήσει περισσότερα γονίδια του πατέρα του από όσα ήλπιζε. Πέρασε στις εξετάσεις, τα πήγε καλά σε ό,τι έβαλε στο μυαλό του και αποδείχτηκε εξίσου ανταγωνιστικός με τον Φράνκλιν. Μετά από ένα ταξίδι στη Γαλλία, κατά την εφηβεία του, επέστρεψε στο σπίτι μιλώντας άπταιστα γαλλικά. Πήγε στο πανεπιστήμιο Κορνέλ και ήταν ένας από τους 20 υποψηφίους μεταξύ 2.000 που κέρδισαν μια θέση για να σπουδάσουν θέατρο, στην ακόμη πιο ελίτ Σχολή Τζούλιαρντ. Μάλιστα, ο Ριβ και ο καλύτερός του φίλος, ο Ρόμπιν Γουίλιαμς, ήταν οι μόνοι φοιτητές που επιλέχθηκαν εκείνη την εποχή για το προχωρημένο μάθημα του Τζούλιαρντ.
Σε ηλικία 23 ετών πέρασε από οντισιόν για το «A Matter of Gravity» στο Μπρόντγουεϊ, με πρωταγωνίστρια την Κάθριν Χέπμπορν, και πήρε τον ρόλο του εγγονού της. Την ίδια περίοδο εμφανιζόταν στην τηλεόραση, στη σαπουνόπερα «Love of Life». Ομως εκείνο τον καιρό ήταν τόσο εξαντλημένος και τρεφόταν τόσο άσχημα ώστε λιποθύμησε πριν πει καν την πρώτη του ατάκα. Δεν είχε σημασία, η Χέπμπορν τον είχε συμπαθήσει πάρα πολύ.
Ο Ριβ πήρε το θέατρο πολύ στα σοβαρά, όπως και οι συμμαθητές του και ο πατέρας του. Οταν είπε στον φίλο του Γουίλιαμ Χαρτ ότι είχε μια ακρόαση για να παίξει τον Σούπερμαν σε μια ταινία, ο Χαρτ προειδοποίησε τον Ριβ να μην ξεπουληθεί. Οχι ότι υπήρχε περίπτωση να πάρει τον ρόλο. Αρκετοί σταρ εποφθαλμιούσαν τον ρόλο, ανάμεσά τους και οι Αρνολντ Σβαρτσενέγκερ και Νιλ Ντάιαμοντ. Οι Αλ Πατσίνο, Σιλβέστερ Σταλόνε και Ντάστιν Χόφμαν ήταν επίσης υποψήφιοι, ενώ οι Ρόμπερτ Ρέντφορντ και Κλιντ Ιστγουντ τον είχαν απορρίψει.
Οταν επιλέχθηκε –πέρα από κάθε προσδοκία–, ο πατέρας του αγόρασε ένα μπουκάλι σαμπάνια για να το γιορτάσουν. Αλλά είχε καταλάβει λάθος. Ο Φράνκλιν νόμιζε ότι ο Κρίστοφερ Ριβ είχε πάρει έναν ρόλο στο έργο του Μπέρναρντ Σο «Ανθρωπος και Σούπερμαν».
O Φράνκλιν προτιμούσε πραγματικά να συμμετάσχει ο γιος του σε μια μικρή παραγωγή του θεατρικού έργου «Ανθρωπος και Σούπερμαν» από το να παίξει τον πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια επιτυχημένη ταινία; «Ετσι φαίνεται!» λέει ο Μάθιου. «Αν το καλοσκεφτείς, ήταν καθηγητής Φιλολογίας, οπότε το θέατρο ήταν αυτό που τον συνέδεε με τον γιο του. Το θέατρο είναι ταινία υψηλής τέχνης, όχι mainstream, εμπορική ταινία». «Ηταν ένα πολύ παραδοσιακό στυλ σκληρής γονικής μέριμνας. Στις ΗΠΑ το ονομάζουμε waspy parenting» προσθέτει η Αλεξάνδρα.
Στο απόγειο της επιτυχίας του, πάντως, ο Κρίστοφερ Ριβ και ο πατέρας του σταμάτησαν να μιλούν μεταξύ τους για αρκετά χρόνια. Την εποχή του «Σούπερμαν 2» ο Ριβ ήταν ένας από τους μεγαλύτερους σταρ του κόσμου. Επιπλέον, είχε γίνει πατέρας. Είχε σχέση με την Γκέι Εξτον, στέλεχος μόντελινγκ στη Βρετανία, αλλά την άφησε για την Τζέιν Σέιμουρ. Επέστρεψε όμως στην Γκέι όταν ανακάλυψε πως ήταν έγκυος στον Μάθιου. Τρία χρόνια αργότερα απέκτησαν και την Αλεξάνδρα και έζησαν στη Βρετανία, όπου γυρίστηκαν οι ταινίες του Σούπερμαν.
Ο Μάθιου θυμάται πως όταν ήταν μικρός, ο πατέρας του ήταν ξεχωριστός για αυτόν. «Ερχονταν τα παιδιά και ήθελαν να περνούν χρόνο μαζί του και του ζητούσαν αυτόγραφα, αλλά είχαμε μια αρκετά φυσιολογική παιδική ηλικία. Δεν ήταν Καλιφόρνια. Ζούσαμε στο Λονδίνο και στη Νέα Υόρκη για να έχουμε λίγο πιο παραδοσιακή ανατροφή» λέει στον Guardian.
Ο Ριβ απόλαυσε τη φήμη του; «Νομίζω πως ήταν περήφανος για το πώς συνδέονταν οι άνθρωποι μαζί του, και ιδιαίτερα για τον ρόλο του Σούπερμαν. Το θεωρούσε διασκεδαστικό να περιτριγυρίζεται από παιδιά και αισθανόταν την υποχρέωση να ανταποκρίνεται στις ελπίδες τους».
Το ζευγάρι χώρισε όταν ο Μάθιου ήταν επτά ετών και η Αλεξάνδρα τριών. Και παρά την επιθυμία του Ριβ να μην επαναλάβει τη συμπεριφορά του πατέρα του, το έκανε. Περίμενε το καλύτερο από τα παιδιά του, είτε ήταν σχολικές εργασίες είτε ήθος στο τραπέζι είτε αθλητικές επιδόσεις. Η Αλεξάνδρα λέει ότι δεν αντιμετώπιζε τα παιδιά διαφορετικά από τους ενήλικες, κάτι που ήταν υπέροχο σε κάποιες περιπτώσεις, αλλά όχι τόσο καλό σε άλλες.
Στο τένις, για παράδειγμα, «έπαιζε σκληρά ακόμα και με αντίπαλο ένα παιδί» λέει και προσθέτει ότι δεν του πέρασε ποτέ από το μυαλό να μην το κάνει. Ηταν ο τρόπος του να διδάσκει τα παιδιά του ή μήπως δεν έκανε διάκριση μεταξύ παιδιών και ενηλίκων; «Νομίζω πως ήταν απλώς ένας έντονος τύπος!» απαντά η Αλεξάνδρα. «Δεν επιβράδυνε!»
Ο Γουίλ δηλώνει: «Ηταν απλώς μια προσωπικότητα τύπου Α. Πολύ άλφα». Ο Ριβ ήταν επίσης διπλωματούχος πιλότος και πέταξε μόνος του δύο φορές πάνω από τον Ατλαντικό. Ποιος είναι ο πιο Α από τα τρία παιδιά του; «Χωρίς προσβολή, Μάθιου, αλλά διανοητικά είναι η Αλεξάνδρα» παρατηρεί ο Γουίλ, και ο Μάθιου συμπληρώνει: «Αν είχες ισχυριστεί ότι ήμουν εγώ, θα σε είχα αμφισβητήσει… Με τον μπαμπά έπρεπε να κάνεις προσπάθεια. Είχε χαμηλή ανοχή στη χαμηλή προσπάθεια».
Στο ντοκιμαντέρ υπάρχει ένα απίστευτο κλιπ, με τον 27χρονο Ριβ να έχει βάλει τις φωνές στον Μάρλον Μπράντο (ο οποίος πληρώθηκε 3,5 εκατ. δολάρια για δύο εβδομάδες γυρισμάτων στον «Σούπερμαν») επειδή τηλεφωνούσε ενώ έπαιζε. «Αυτό αποκαλύπτει την προσωπικότητά του πολύ καλά: ήταν της λογικής ότι πρέπει να προσπαθείς» λέει η Αλεξάνδρα, «Ισχύει για τον Μάρλον Μπράντο, ισχύει για τα παιδιά σου, ισχύει για τον εαυτό σου. Ηταν απίστευτα σοβαρός».
Στην ταινία υπάρχει άλλη μια σκηνή όπου ο νεαρός Μάθιου λέει στον Ριβ πως δεν είναι τόσο διαφορετικός από τον πατέρα του. «Δεν ήθελε να είναι σαν τον Φράνκλιν, αλλά όσο και αν προσπάθησε να μην τον μιμηθεί, το έκανε άθελά του» λέει ο Μάθιου σήμερα. Ωστόσο τα παιδιά λένε ότι ο Ριβ ήταν διαφορετικός από τον Φράνκλιν με έναν ουσιαστικό τρόπο: τους έδωσε πολλή αγάπη.
«Ο μπαμπάς ένιωθε ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να κάνει τίποτε αρκετά καλά για τον Φράνκλιν, αλλά εμείς δεν το νιώσαμε καθόλου αυτό ως παιδιά» λέει η Αλεξάνδρα. «Ο τρόπος που συνδέθηκε μαζί μας ήταν έντονος αλλά και γεμάτος περηφάνια. Γιόρταζε κάθε πράγμα που κάναμε».
Το 1987 ο Ριβ γνώρισε την τραγουδίστρια και ηθοποιό Ντάνα Μοροσίνι. Τη λάτρευε αλλά φοβόταν να δεσμευθεί. Εκανε ψυχοθεραπεία για τον φόβο του και τελικά τής έκανε πρόταση γάμου. Παντρεύτηκαν τον Απρίλιο του 1992, όταν η Ντάνα ήταν έξι μηνών έγκυος στον Γουίλ. Τόσο η Ντάνα όσο και η Γκέι τον χαρακτηρίζουν στην ταινία ηρωικό, ζεστό, στοργικό, υπομονετικό, το υποστηρικτικό χέρι των παιδιών κάθε φορά που το χρειάζονταν.
Ο Ριβ ζούσε πλέον στις ΗΠΑ. Η θητεία του ως Σούπερμαν είχε ολοκληρωθεί μετά από τέσσερις ταινίες. Αλλά ακόμα και όταν τις γύριζε, επέστρεφε κάθε καλοκαίρι για να εμφανιστεί στο τοπικό θέατρο στο Γουίλιαμσταουν της Μασαχουσέτης, όπου είχε ξεκινήσει ως μαθητευόμενος και τώρα είχε εκεί ένα εξοχικό.
Αναζητούσε πιο σοβαρούς ρόλους στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Αλλά παρά τις εντυπωσιακές ερμηνείες του στις ταινίες του Μέρτσαντ Αϊβορι «Οι Βοστωνέζοι» (1984) και «Τα Απομεινάρια μιας Μέρας» (1993), δεν ήταν εύκολο να παίρνει τους ρόλους που επιθυμούσε. Το θέατρο ήταν λίγο πιο εύκολο και οι επιλογές του εκεί τολμηρές. Αλλά γνώρισαν περιορισμένη επιτυχία.
Μήπως είχε γίνει, κατά κάποιο τρόπο, περιοριστικός; «Ηξερε πως ήταν δύσκολο να πάρει κάποιους ρόλους μετά τον “Σούπερμαν” ή να συνδεθεί μαζί του το κοινό» λέει η Αλεξάνδρα. «Ο Τζεφ Ντάνιελς λέει ότι το κοινό δεν ήταν έτοιμο να τον δει στο θεατρικό έργο “Fifth of July”, όπου ο Τζεφ και ο μπαμπάς υποδύονται τους ομοφυλόφιλους εραστές. Ο μπαμπάς τούς ένιωθε αυτούς τους περιορισμούς. Hθελε να συνεχίσει να πιέζει τον εαυτό του δημιουργικά, αλλά το κοινό ήθελε να τον βλέπει σε έναν συγκεκριμένο ρόλο επειδή είχε συνηθίσει να τον βλέπει ως Σούπερμαν».
Τη δεκαετία του 1980, νεαρός άνδρας ακόμη, αφιέρωσε μεγάλο μέρος του χρόνου του σε εκστρατείες πάνω σε θέματα που σχετίζονταν με τη βιομηχανία του θεάματος, όπως η χρηματοδότηση των τεχνών, αλλά και σε ευρύτερα ζητήματα, όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα και το περιβάλλον.
Το 1987, ο χιλιανός δικτάτορας Αουγκούστο Πινοσέτ απείλησε να εκτελέσει 77 ηθοποιούς. Ο Ριβ πέταξε στο Σαντιάγο, ηγήθηκε μιας πορείας διαμαρτυρίας και βοήθησε να σωθούν οι ζωές τους. Σε μια εφημερίδα δημοσιεύθηκε τότε μια γελοιογραφία με τον Ριβ να κρατά τον Πινοσέτ από τον γιακά, με τη λεζάντα: «Πού θα τον πας, Σούπερμαν;»
Ο σταρ τιμήθηκε αργότερα με τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος Μπερνάρντο Ο’Χίγκινς, την υψηλότερη διάκριση της Χιλής για ξένους. «Τη δεκαετία του 1980 θυμάμαι να περνάω χρόνο μαζί του δίπλα στο φάξ, ενώ έκανε δουλειές συνηγόρου» λέει η Αλεξάνδρα. Θεωρούσε τον εαυτό του πολιτικό; «Ναι!» απαντούν με περηφάνια και οι τρεις.
«Τον ρώτησαν κάποτε αν θα είναι υποψήφιος για το Κογκρέσο και εκείνος είπε: “Να βάλω υποψηφιότητα για το Κογκρέσο; Και να χάσω την επιρροή μου στην Ουάσινγκτον;”» λέει ο Γουίλ. «Ηξερε πως επειδή μπορούσε να διασχίζει τον κόσμο του ακτιβισμού, χωρίς όμως και να ανήκει πλήρως σε αυτόν τον κόσμο, η φωνή του ακουγόταν».
Το τρομερό ατύχημα
Το 1995 γύρισε το «Above Suspicion», την τελευταία ταινία του πριν από το ατύχημα, στην οποία έπαιζε έναν αστυνομικό που είχε παραλύσει μετά από ανταλλαγή πυροβολισμών. Μια δεκαετία νωρίτερα ο Ριβ είχε μάθει να ιππεύει άλογα για μια διασκευή της «Αννας Καρένινα» και είχε αναδειχθεί σε σοβαρό αθλητή ιππασίας.
Στις 27 Μαΐου 1995, την εβδομάδα μετά την πρεμιέρα του «Above Suspicion», αγωνιζόταν στο Κάλπεπερ της Βιρτζίνια, όταν το άλογό του τον έριξε κάτω. Προσγειώθηκε με το κεφάλι και έσπασε τον λαιμό του. Ο κόσμος σοκαρίστηκε. Δεν ήταν απλώς ένας σούπερ σταρ που είχε παραλύσει. Ηταν ο Σούπερμαν!
Η χειρουργική επέμβαση που ακολούθησε θα μπορούσε εύκολα να τον είχε σκοτώσει. «Στην ταινία ο Γουίλ λέει ότι κυριολεκτικά είχε ξανά το κεφάλι του στο σώμα του» λέει η Αλεξάνδρα. «Εχει σημαδέψει τα παιδιά μου αυτή τη φράση!» Είναι ακριβές; «Δεν ξέρω αν το ιατρικό επάγγελμα θα χρησιμοποιούσε αυτή τη φράση! Είχαν πει ότι οι πιθανότητες να επιζήσει μετά από εκείνη την επέμβαση ήταν 50-50. Θυμάμαι ότι πριν από το χειρουργείο πήγαμε να τον αποχαιρετήσουμε γιατί ξέραμε ότι μπορεί να μην τα κατάφερνε».
Στην ταινία ακούμε τη φωνή του Ριβ να λέει: «Κατέστρεψα τη ζωή μου και όλων των άλλων. Δεν θα μπορώ να κάνω σκι, ιστιοπλοΐα, να πετάξω μια μπάλα στον Γουίλ. Δεν θα μπορώ να κάνω έρωτα με την Ντάνα. Ισως θα έπρεπε να με αφήσουν να φύγω». Η Ντάνα τον έπεισε να συνεχίσει να ζει. Στο ηχητικό ο Ριβ λέει: «Και μετά είπε τα λόγια που μου έσωσαν τη ζωή: “Είσαι ακόμα εσύ. Και σ’ αγαπώ”».
Γνώριζαν τα παιδιά ότι αρχικά ήθελε να πεθάνει; «Οχι» λέει η Αλεξάνδρα. Η Ντάνα και η Γκέι τα προστάτευσαν από αυτό. Ξημέρωνε μια ημέρα που η ζωή θα ήταν πλέον πολύ διαφορετική «Οχι μόνο για εκείνον, αλλά για όλους μας» λέει η κόρη του ηθοποιού στον Guardian, «Hταν ο πρώτος που είπε ότι υπήρχαν στιγμές που ένιωθε πικρία. Σίγουρα δεν ήταν όλα λιακάδα και ουράνια τόξα. Φυσικά και είχε μέρες που ήταν τσαντισμένος με τις συνθήκες ζωής του».
Ο φίλος του Κρίστοφερ Ριβ, Ρόμπιν Γουίλιαμς, τον έπεισε ότι η ζωή του άξιζε. Λίγο μετά το ατύχημα, ο Γουίλιαμς τον επισκέφθηκε στο νοσοκομείο μεταμφιεσμένος σε ρώσο πρωκτολόγο, λέγοντάς του ότι έπρεπε να τον εξετάσει εσωτερικά για να δει αν ήταν ακόμα σε κατάσταση λειτουργίας. Οταν τελικά τού αποκαλύφθηκε, ο Ριβ συνειδητοποίησε ότι μπορούσε ακόμα να γελάει.
Ο Γουίλιαμς αυτοκτόνησε το 2014. Στο ντοκιμαντέρ η Γκλεν Κλόουζ μιλάει για την εξαιρετική φιλία μεταξύ των δύο ηθοποιών: «Είμαι πεπεισμένη ότι ο Ρόμπιν Γουίλιαμς θα ήταν ακόμα ζωντανός αν ήταν και ο Κρίστοφερ Ριβ». Τα παιδιά του λένε επίσης ότι ο Γουίλιαμς έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή του πατέρα τους. «Εδειξε τι σημαίνει να είσαι φίλος» λέει η Αλεξάνδρα. «Και η πρώην σύζυγός του, η Μάρσα, είναι μέχρι σήμερα απίστευτα κοντά μας».
Γεγονός είναι ότι ο Ριβ όχι μόνον επέζησε, αλλά ευδοκίμησε. Εκανε την πρώτη του δημόσια εμφάνιση μετά το ατύχημα στα Οσκαρ του 1996, μια από τις πιο συγκινητικές στιγμές σε οποιαδήποτε τελετή απονομής των βραβείων. Ηταν υπέροχος με το σμόκιν του και το χειροκρότημα ήταν ασταμάτητο. Οταν τελικά έγινε ησυχία, ο Ριβ αστειεύτηκε: «Αυτό που πιθανώς δεν ξέρετε είναι ότι έφυγα από τη Νέα Υόρκη τον περασμένο Σεπτέμβριο και έφτασα εδώ μόλις σήμερα το πρωί». Γιατί πράγματι ήταν πολύ δύσκολη η μεταφορά του από τη Νέα Υόρκη στο Λος Αντζελες.
Εκμεταλλεύθηκε, δε, την ευκαιρία για να μιλήσει για «τη δύναμη μιας ταινίας να παρουσιάζει επώδυνα αλλά σημαντικά θέματα στο κοινό» και «να βάζει τα κοινωνικά ζητήματα πάνω από την επιτυχία του box office». Σπάνια, εξάλλου, έχανε την ευκαιρία να μιλήσει για ό,τι θεωρούσε σημαντικό.
Συνέχισε γράφοντας δύο απομνημονεύματα και οργανώνοντας μια εκστρατεία για τη συγκέντρωση επιδομάτων για τα άτομα με μακροχρόνιες αναπηρίες και την εξασφάλιση μεγαλύτερης χρηματοδότησης για την έρευνα των τραυματισμών του νωτιαίου μυελού. Στα πεντηκοστά του γενέθλι είπε στον κόσμο πως μια μέρα θα περπατούσε ξανά – κάτι που δεν κατάφερε.
Υποδύθηκε τον παράλυτο σε ένα κινηματογραφικό ριμέικ του «Σιωπηλού Μάρτυρα» (1998) του Χίτσκοκ, και για πρώτη φορά σκηνοθέτησε ταινίες: Το «In the Gloaming» (1997), μια μικρού μήκους για το HBO, για έναν γιο με AIDS που επιστρέφει στο σπίτι της οικογένειας για να πεθάνει, και το ντοκιμαντέρ «Η Ιστορία της Μπρουκ Ελισον» (1999), για τη μάχη ενός τετραπληγικού κοριτσιού να πάει στο κολέγιο. Ισως το πιο εντυπωσιακό από όλα, όμως, είναι ότι έμαθε να αναπνέει χωρίς αναπνευστήρα για έως και 90 λεπτά.
Ηταν τόσο ανταγωνιστικός όσο και πριν από το ατύχημα; «Θα έλεγα ότι είχε στόχο μάλλον, παρά πως ήταν ανταγωνιστικός» σημειώνει η Αλεξάνδρα. «Ηταν έντονα εστιασμένος στο να σπρώξει το σώμα του πέρα από αυτό που του είπαν οι γιατροί πως ήταν ικανός να κάνει». Και ο Μάθιου προσθέτει: «Πλέον ανταγωνιζόταν τον εαυτό του. Αν ανέπνεε χωρίς αναπνευστήρα για 30 λεπτά την Τρίτη, την Τετάρτη θα έπρεπε να φτάσει τα 31 λεπτά».
Αλλαξε μετά το ατύχημα; Η Αλεξάνδρα λέει στον Guardian πως όλη η οικογένεια άλλαξε: «Ενα από τα συναισθήματα που βιώναμε στο σπίτι μας ήταν η μεγάλη ευγνωμοσύνη. Δεν λέγαμε “ευχαριστώ” όλη την ώρα, αλλά υπήρχε μια νέα εκτίμηση μεταξύ μας για τον τρόπο που περνούσαμε χρόνο μαζί, βρίσκοντας χαρά στις μικρές στιγμές. Και ο τρόπος που περνούσαμε χρόνο μαζί άλλαξε δραματικά: αντί να είμαστε έξω και να είμαστε δραστήριοι, εκείνος ήταν απλώς καθισμένος στο γραφείο του και συζητούσαμε. Ποιος έφηβος κάθεται και μιλάει με τους γονείς του για δύο ώρες συνέχεια;» Ξαφνικά, όμως, αυτό ήταν που έκαναν.
Ο Ριβ παρακολουθούσε πλέον τον κόσμο από το αναπηρικό του καροτσάκι. Εγινε σοφότερος; «Δεν ξέρω αν ήταν πιο σοφός», λέει η Αλεξάνδρα, «αλλά σίγουρα είχε ευρύτερη οπτική. Γνώριζε πόσο εύθραυστα μπορεί να είναι τα πράγματα. Οτι δεν χρειαζόταν να ιδρώνεις για μικροπράγματα. Να είσαι ευγνώμων για πράγματα που συνήθως θεωρούνται δεδομένα. Αυτή ίσως ήταν η μεγαλύτερη αλλαγή, γιατί σε κάνει να επαναξιολογήσεις τις σχέσεις σου. Σε κάνει να θάβεις τις ανόητες κουβέντες και να ξαναδημιουργείς φιλίες». Το σημαντικό, δε, ήταν ότι αυτός και ο Φράνκλιν τα έφτιαξαν μετά το ατύχημα.
Ο Γουίλ, που ήταν μόλις τριών ετών όταν έγινε το ατύχημα, λέει πως δεν είναι σίγουρος αν οι αναμνήσεις του από τον Ριβ πριν από εκείνη την εποχή είναι πραγματικές ή τις φαντάστηκε από φωτογραφίες και ιστορίες που του έχουν διηγηθεί. Είτε έτσι είτε αλλιώς, πάντως, σκέφτεται τον πατέρα του ως άνθρωπο της δράσης. «Πριν από το ατύχημα δεν μπορούσε ποτέ να καθίσει ήσυχος. Το ατύχημα τον ανάγκασε να μένει κυριολεκτικά ακίνητος, αλλά μεταφορικά δεν μπορούσε να το κάνει. Συνέχισε να πιέζει τον εαυτό του με κάθε τρόπο, να αναπτύσσεται ως σύζυγος, πατέρας, άνθρωπος που συνεισφέρει στην κοινωνία».
Ο Γουίλ έχει «ένα εξώφυλλο της Wall Street Journal από το 1997» για το οποίο είναι ιδιαίτερα περήφανος. «Του χάρισαν μια χρυσή πλάκα και το εξώφυλλο γράφει: “Το εφέ Reeve”. Υπάρχει μια φωτογραφία του και ένα γράφημα που απλά λέει “tttttrrrrrrruh”. Δείχνει την ευαισθητοποίηση και τα χρήματα που διατέθηκαν για την έρευνα για τον τραυματισμό του νωτιαίου μυελού μετά το ατύχημά του. Το γεγονός ότι ο μπαμπάς μας έγινε το κεντρικό πρόσωπο ενός κινήματος και το αποτέλεσμα είχε τόσο απτό αντίκτυπο στις ζωές των ανθρώπων ήταν πολύ σημαντικό για αυτόν. Είναι μια διαρκής κληρονομιά που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Αν ο μπαμπάς μας πίστευε σε κάτι, έβαζε το πρόσωπό του, το όνομα και τη φωνή του και έκανε αλλαγή. Και έκανε εξαιρετική δουλειά γι’ αυτό».
Ενα οδυνηρό τέλος και μια νέα τραγωδία
Στις 9 Οκτωβρίου 2004 ο Κρίστοφερ Ριβ παρακολούθησε έναν αγώνα χόκεϊ στον οποίο έπαιζε ο γιος του Γουίλ. Πάντα του άρεσε να βλέπει τα παιδιά του να αθλούνται. Τότε έκανε θεραπεία για ένα έλκος που είχε μολυνθεί, προκαλώντας του σήψη. Εκείνο το βράδυ έπαθε καρδιακή ανακοπή αφού πήρε αντιβίωση για τη μόλυνση, και έπεσε σε κώμα. Την επόμενη μέρα πέθανε. Ηταν μόλις 52 ετών, έμοιαζε όμως να έχει ακόμα πολλά καλά χρόνια μπροστά του.
Τα παιδιά λένε ότι η Ντάνα τούς βοήθησε να ξεπεράσουν εκείνη την περίοδο. Και οι τρεις ζούσαν στις ΗΠΑ. «Εκείνες τις πρώτες μέρες είχαμε παπαράτσι έξω από το σπίτι» θυμάται η Αλεξάνδρα. «Ηταν σαν ζωολογικός κήπος». Κοιτάζει τους άλλους. «Θυμάσαι όταν έκαναν ένα ειδικό αφιέρωμα στην τηλεόραση και η Ντάνα μάς πήγε στην κρεβατοκάμαρα του μπαμπά και παρακολουθούσαμε όλοι μαζί; Ηταν μία ή δύο μέρες αφότου πέθανε ο μπαμπάς. Η Ντάνα μας δίδαξε πώς να το ξεπεράσουμε».
Ο Γουίλ ήταν μόλις 12 ετών. Ο Μάθιου και η Αλεξάνδρα επέστρεψαν στο σπίτι του πατέρα τους για να βοηθήσουν την Ντάνα να τον φροντίσει. Οσο συντριπτική κι αν ήταν η θλίψη τους, δεν ήταν μόνοι. Σε όλη τη διάρκεια της ταινίας η Ντάνα εμφανίζεται ως η συγκολλητική ουσία της οικογένειας, αξιαγάπητη, πιστή και πολύ συμπαγής. Ηταν «απολύτως» η μαμά του Γουίλ, αλλά εξίσου του Μάθιου και της Αλεξάνδρας, λένε ομόφωνα. «Μπήκε στη ζωή μου όταν ήμουν τριών ετών» λέει η Αλεξάνδρα. «Δεν θυμάμαι ούτε στιγμή χωρίς την Ντάνα. Ηταν λοιπόν αυτή η φιγούρα από την αρχή για μένα».
Ωστόσο η τραγωδία δεν είχε τελειώσει για την οικογένεια Ριβ. Εναν χρόνο αργότερα η Ντάνα διαγνώστηκε με καρκίνο του πνεύμονα και πέθανε 18 μήνες μετά τον θάνατο του Ριβ. Ηταν 44 ετών και δεν είχε καπνίσει ποτέ.
Ο Γουίλ λέει: «Παρά την αγάπη και την ασφάλεια που μου παρείχαν τα αδέλφια μου, η οικογένειά μου και η θετή μου οικογένεια, αυτή ήταν μια μοναδική στιγμή. 6 Μαρτίου 2006… έκτοτε είμαι μόνος».
Ο δημοσιογράφος του Guardian ρωτάει, τέλος, τα τρία αδέλφια γιατί συμφώνησαν να συμμετάσχουν στο ντοκιμαντέρ, αφού τόσο καιρό δεν μιλούσαν δημόσια για τον πατέρα τους. Απάντησαν ότι η στιγμή φαινόταν κατάλληλη – 20 χρόνια από τον θάνατό του: όχι τόσο κοντά στη ζωή του ώστε να είναι πολύ οδυνηρή, ούτε και πολύ μακριά ώστε να τον έχουν ξεχάσει. Ο Mάθιου και η Αλεξάνδρα έχουν από δύο παιδιά ο καθένας (ο γιος της Αλεξάνδρας, μάλιστα, ονομάζεται Κρίστοφερ), ενώ ο Γουίλ έχει σχέση εδώ και χρόνια με μια κοπέλα.
Είναι εκπληκτικό το πόσο συχνά τα αδέρφια ολοκληρώνουν το ένα την πρόταση του άλλου, πόσο συμβιωτικοί φαίνονται, γράφει στον Guardian ο Σάιμον Χάτενστοουν. Σαν να τους έχει φέρει πιο κοντά ο θάνατος του Ριβ και της Ντάνα. Είναι, δε, αξιοσημείωτο το πόσο ισορροπημένοι και λειτουργικοί είναι μετά από όσα έχουν περάσει: «Μας είχαν δώσει τα εργαλεία» παρατηρεί η Αλεξάνδρα. «Δεν ήταν εύκολο, αλλά μας είχαν μάθει από μικρή ηλικία πώς να πλοηγούμε στις κρίσεις. Συνεχίζεις να αναπνέεις, να αγκαλιάζεις τους αγαπημένους σου… απλώς βάζεις το ένα πόδι μπροστά από το άλλο».
Σταματά και κοιτάζει τους άλλους. «Υπάρχει αυτό το απόφθεγμα του Πάμπλο Νερούδα που συνήθιζε να γράφει στον τοίχο ο μπαμπάς: “Από δυνατές ρίζες φυτρώνουν φύλλα που ανθίζουν”. Και εμείς είχαμε πολύ δυνατές ρίζες».