Ο Θανάσης και η Χαρά, 25 και 20 χρονών σήμερα δεν θυμούνται ο ένας τον άλλον. Εχουν όμως ξανασυναντηθεί τυχαία στις βρύσες ή τους διαδρόμους του 70ου Δημοτικού Σχολείου Αθηνών, «το σχολείο της Ακρόπολης» όπως λεγόταν στον Μεσοπόλεμο το ιστορικό κτίριο, το οποίο στέκεται ανάμεσα στον Παρθενώνα και στο Μουσείο της Ακρόπολης. Η Χαρά θυμάται πως «το σχολείο δεν ήταν τόσο καταναγκαστικό έργο, αλλά περισσότερο μια ωραία βόλτα, ένα δεύτερο σπίτι». «Συναντιούνται» όμως και στις σελίδες ενός λευκώματος που έχει ταξιδέψει σε πρεσβείες σε όλη την υφήλιο μέχρι και στον διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου. Φέρει τον τίτλο «Τα Γλυπτά μας έχουν πατρίδα».
Στο λεύκωμα, το οποίο είναι γεμάτο από τις ζωγραφιές των «Γειτονόπουλων της Ακρόπολης», ο σύλλογος γονέων «Ακροκύτταρο» και τα παιδιά ζητάνε την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα: «Από τις αίθουσες και την αυλή του σχολείου μας αντικρίζουμε την Ακρόπολη, τον Παρθενώνα και τα Αγάλματα που βρίσκονται στο νέο Μουσείο, δίπλα μας. Μιλάμε μαζί τους. Τα ξέρουμε με τα μικρά τους ονόματα. Μιλάνε κι εκείνα σ” εμάς. Μιλάνε στην καρδιά μας και στη σκέψη μας. Ομως κάποια λείπουν. Στη θέση τους υπάρχουν αντίγραφα από γύψο, άψυχα, ξένα για μας. Δεν μας ακούνε, δεν μας μιλάνε. Τα αληθινά βρίσκονται κάπου αλλού, μακριά μας. Ζητάμε να γυρίσουν πίσω, κοντά μας. Να γυρίσουν στο σπίτι τους, απέναντι από το Σχολείο μας. Να γυρίσουν στο Φως που τα γέννησε».
Ο Θανάσης, τον χειμώνα του 2010, μαζί με άλλους 81 μαθητές του σχολείου μαζεύτηκαν για τρία απογεύματα στις αίθουσες του σχολείου για να πάρουν μέρος σε κάτι αρκετά μεγαλύτερο από αυτούς. «Θυμάμαι όταν μας το ανακοίνωσαν για πρώτη φορά στην τάξη, σαν εξωσχολική δραστηριότητα και μας είχε εξάψει την περιέργεια, παιδάκια εμείς τώρα και ερχόμασταν και παίζαμε εδώ έξω από το σχολείο το απόγευμα και μετά ζωγραφίζαμε, μαθαίναμε, ρωτάγαμε. Μας άρεσε πολύ».
Το έργο του είναι ένα κολάζ με αγάλματα από ριζόχαρτο και κομμένες αεροφωτογραφίες της γειτονιάς τους. Παραλίγο να μην το τελειώσει γιατί έσπασε το πόδι του και είχε ενημερώσει πώς δεν θα τα κατάφερνε. «Θυμάμαι, με παίρνανε τηλέφωνο οι συμμαθητές μου στο σταθερό να με ρωτήσουν αν θα πάω. Ζήτησα από τη θεία μου να με βοηθήσει να πάμε. Μου έχει μείνει πραγματικά χαραγμένο αυτό το απόγευμα, με τι χαρά με καλωσόρισαν οι συμμαθητές μου και οι δασκάλες».
Παρόμοια γλυκά συναισθήματα είχε αφήσει και στη Χαρά η εμπειρία. «Δεν θυμάμαι πολλές λεπτομέρειες γιατί ήμουν πολύ μικρή τότε, αλλά θυμάμαι ότι περνούσαμε πολύ όμορφα όλα τα παιδιά μαζί εκείνα τα απογεύματα», περιγράφει. «Ηταν ένας μοναδικός τρόπος τόσο να μάθουμε όσο και να έρθουμε σε ουσιαστική επαφή με την πολιτιστική μας κληρονομιά από τόσο μικρή ηλικία».
Η Χαρά έφτιαξε το έργο της με ξυλομπογιές και ριζόχαρτο: ο πολύχρωμος κόσμος της ξυλομπογιάς συμβόλιζε τον χώρο που περιμένει τα αγάλματα, ενώ το γκρίζο ριζόχαρτο τα αγάλματα που απουσιάζουν. Την ιδέα για τους συμβολισμούς την είχε η Μαρίνα Στελλάτου, εικαστικός τότε στο Δημοτικό και στο Μουσείο Ελληνικής Παιδικής Τέχνης που μαζί με τη μουσειολόγο Θεανώ Κοτταρίδου από το Μουσείο Ελληνικής Παιδικής Τέχνης σκέφτηκαν έξι διαφορετικές μεθόδους προσέγγισης του θέματος και συντόνισαν καλλιτεχνικά το εγχείρημα.
«Θυμάμαι αυτές τις μέρες σαν να ήταν τώρα», περιγράφει η κυρία Στελλάτου. «Τα παιδιά αυτού του σχολείου ήταν δουλεμένα πολύ και από τους γονείς και από τους δασκάλους τους. Ητανε συγκινητικό. Εγώ είχα πάρει τα μικρά παιδάκια πρώτης έως τρίτης δημοτικού τα οποία ερχόντουσαν και είχε σκοτεινιάσει, επειδή ήταν χειμώνας, το σχολείο τους φαινόταν διαφορετικό, φοβόντουσαν και λίγο. Την ώρα που ξεκίναγαν βλέπαμε από τα τζάμια την Ακρόπολη, τα αγάλματα. Είχαμε οπτική επαφή· τι είναι αυτά τα μάρμαρα, ποια είναι αυτά τα αγάλματα που πάρθηκαν με βίαιο και παράνομο τρόπο από τη χώρα μας;»
Αυτό που τα παιδιά περιγράφουν ως όμορφη εμπειρία, η κυρία Στελλάτου το θυμάται με μεγαλύτερη λεπτομέρεια.«Τα παιδιά τα ίδια το ποθούσαν αυτό το θέμα. Είχαν συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα κι ας ήταν τόσο μικρά που ακόμα δεν μπορούν να προσαρμοστούν σε ότι πάνε σχολείο. Εκεί ερχόντουσαν σαν επαγγελματίες. Ενα παιδάκι μου είχε πει μάλιστα, “μόλις τελειώσω τη ζωγραφιά μου δηλαδή και τη δώσουμε εκεί που πρέπει θα γυρίσουν τα αγάλματα;” Τα παιδιά θεωρούσαν ότι κάνουν μια αποστολή».
«Εκείνη τη στιγμή δεν καταλαβαίνεις το μέγεθος αυτού που γίνεται», εξηγεί ο Θανάσης. «Σου δίνουν μεν να καταλάβεις ότι γίνεται κάτι ουσιαστικό αλλά το βλέπεις στις πραγματικές του διαστάσεις, συν τω χρόνω. Ας πούμε τώρα που το έχω καταλάβει, με τη συνείδηση ενήλικά, το βλέπω διαφορετικά από ότι όταν ήμουν 15 και έλεγα απλά “ναι, οκ, έχω συμμετάσχει σε αυτό”. Νιώθω τυχερός που έχω συνεισφέρει σε όλο αυτό».
Το σημαντικότερο όμως, για την κυρία Στελλάτου είναι ότι το εγχείρημα «έφτιαξε τη συνείδηση, ενός σχολείου σχετικά με αυτό το ζήτημα. Ηταν λες και δημιουργήσαμε μια μικρή συμμορία, ας πούμε, μαχητών για αυτό το πράγμα. Αλλά κατόπιν εορτής ως μαμά τώρα, που βλέπω πόσο αδρανείς είναι οι σύλλογοι στα σχολεία, θεωρώ ακόμα πιο πολύτιμο όλο αυτό που έγινε τότε».
Το «Ακροκύτταρο» συνέχισε τη δράση του με σύνθημα «Πάρε θέση, να πάρουν τη θέση τους» και μετά την αποφοίτηση των παιδιών ως ανεξάρτητος σύλλογος. Διαμοίρασε το λεύκωμα σε θεσμούς χωρών από όλο τον κόσμο, κατάφερε να εκτεθούν τα έργα των παιδιών στο Μουσείο των Δελφών, δημιούργησε θεατρική ομάδα και χορωδία ενώ στο βίντεο που δημιούργησαν το 2015, τη μουσική έδωσε ο αείμνηστος Vangelis. Από τότε μέχρι σήμερα θέτουν με επιμονή, ελάχιστα μέσα και πολύ προσωπικό κόπο ένα διαχρονικό αίτημα που λόγω της θέσης τους, κάτω από την Ακρόπολη, παραμένει πηγαίο και αυθεντικό.