Μέσα σε μόλις πέντε δευτερόλεπτα, μιλώντας για τη Νέα Υόρκη της εποχής του κορονοϊού, η Σίνθια Νίξον κατάφερε να συνδέσει πολλά διαφορετικά θέματα: «Η Νέα Υόρκη μου θυμίζει την εποχή αμέσως μετά την 11η Σεπτεμβρίου. Κατά κάποιον τρόπο, ήταν λιγότερο τρομακτικό από ό,τι φαινόταν σε όσους το παρακολουθούσαν απ’ έξω, όπως είναι παράξενα λιγότερο τρομακτικό το να έχεις εσύ καρκίνο από το να βλέπεις κάποιον που αγαπάς να έχει καρκίνο», είπε μιλώντας στη Ζόε Γουίλιαμς του Guardian και με μια φράση, μόνο, αναφέρθηκε στην ιστορία, την τρομοκρατία, την αγάπη, τον καρκίνο.
Στη συνέντευξή της απέδειξε επίσης ότι είναι βαθιά πολιτικοποιημένη: δεν ενδιαφέρεται επιφανειακά για τα πράγματα που συμβαίνουν αλλά για συστήματα, επιλογές και κοσμοθεωρίες: «Όσον αφορά τη συνολική πολιτική σκηνή σε ολόκληρη τη χώρα, είναι απλά τρομακτικό. Οι άνθρωποι συνεχίζουν να γράφουν αυτά τα άρθρα σχετικά με το τέλος της δημοκρατίας και ακούγεται σαν πραγματική πιθανότητα όταν έχεις έναν πρόεδρο που προσπαθεί να βυθίσει το Ταχυδρομείο», λέει.
Η 54χρονη Νίξον άρχισε σχετικά πρόσφατα να στηρίζει το αριστερό άκρο του Δημοκρατικού κόμματος: το 2018 ήταν αντίπαλος του Αντριου Κουόμο για το χρίσμα των Δημοκρατικών στις εκλογές για την ηγεσία της Νέας Υόρκης, έναν αγώνα τον οποίο τώρα θεωρεί καταδικασμένο από την αρχή. «Είχα τρία εμπόδια», λέει. «Ήμουν γυναίκα. Ήμουν γκέι γυναίκα. Ήμουν ακτιβίστρια για μεγάλο διάστημα, αλλά δεν είχα πολιτικό γραφείο, και προφανώς ο ρόλος του κυβερνήτη είναι πολύ μεγάλος για ξεκίνημα. Και είμαι γυναίκα ηθοποιός, λέξη κωδικός για τις “bimbo”, τις “σέξι” ή τις “χύμα”. Ο Κουόμο προσπάθησε να χρησιμοποιήσει αυτή τη λέξη όσο πιο συχνά μπορούσε, με πολύ υποτιμητικό τρόπο».
Το πολιτικό της έργο, όμως, είχε αρχίσει πολλά χρόνια πριν από τις εκλογές του 2018, καθώς υπερασπιζόταν τη δημόσια εκπαίδευση έναντι των ιδιωτικοποιήσεων: «Είναι γνωστό ότι οι πολιτικοί υποχρηματοδοτούν τα δημόσια σχολεία, δεν νοιάζονται αφού τα δικά τους παιδιά φοιτούν σε ιδιωτικά», λέει. Κατά τη διάρκεια κινητοποιήσεων, άλλωστε, γνώρισε και τη σύζυγό της, ακτιβίστρια της Εκπαίδευσης Κριστίν Μαρινόνι, αφού προηγουμένως, το 2003, χώρισε με τον προηγούμενο σύντροφό της Ντάνι Μόζες, έναν δάσκαλο με τον οποίο έχει δύο παιδιά (στη συνέχεια απέκτησε άλλο ένα παιδί με τη Μαρινόνι).
Η προοδευτική ατζέντα της Σίνθια Νίξον καλύπτει επίσης τα δικαιώματα των LGBTQ, των γυναικών, των trans –το μεγαλύτερο παιδί της είναι τρανσέξουαλ– και το Black Lives Matter (BLM). Μιλάει με δύναμη για το κίνημα BLM και την ελπίδα που έχει φέρει σε τόσο σκοτεινούς καιρούς.
«Πόσοι Αμερικανοί κάθε εθνικότητας, φυλής και ηλικίας έχουν βγει στους δρόμους υποστηρίζοντας τις πορείες BLM; Η τελευταία εκτίμηση ήταν 20 εκατ. άνθρωποι, σε κάθε σημείο της χώρας. Η ελπίδα είναι δύσκολη. Κάθε άνθρωπος που σκοτώθηκε [από την αστυνομία] μου ραγίζει πραγματικά την καρδιά, οπότε δεν μπορώ να φανταστώ πώς είναι να είσαι μαύρος ή μητέρα μαύρου γιου. Είναι περίεργο λοιπόν να μιλάμε για “ελπίδα”», λέει και τονίζει ότι «η Αμερική δεν έχει λογαριαστεί ποτέ με το παρελθόν των σκλάβων της, με το παρελθόν του Τζίμ Κρόου, με το παρελθόν της λευκής υπεροχής. Και τώρα η σύγκρουση είναι το MAGA [Make America Great Again] έναντι του BLM».
Ο ακτιβισμός είναι η κινητήρια δύναμή της και αποφεύγει να μιλάει για τη φήμη της, της ηθοποιού. Η Νίξον γεννήθηκε το 1966 στο Μανχάταν από πατέρα δημοσιογράφο και μητέρα ηθοποιό, και είχε τον πρώτο της ρόλο όταν ήταν 12 ετών στην ταινία του ABC «The Seven Wishes of a Rich Kid», ενώ δύο χρόνια αργότερα, το 1980, εμφανίστηκε στο Broadway σε μια σκηνή του έργου «The Philadelphia Story». Όταν πήρε τον ρόλο της Μιράντα Χομπς στο «Sex and the City» το 1998, είχε ήδη μια πολύ καλή καριέρα στη σκηνή.
Το 2016, η Νίξον υποστήριξε δυναμικά την υποψηφιότητα του Μπέρνι Σάντερς και εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι είχε καλύτερες πιθανότητες έναντι του Ντόναλντ Τραμπ σε σχέση με τη Χίλαρι Κλίντον. Δεν υπήρξε οπαδός της: «Εκαναν ό,τι μπορούσαν για να μην είναι υποψήφιος ο Σάντερς, πήδηξαν πάνω του και τον σκότωσαν», λέει για τις φατρίες του κόμματος που προώθησαν την υποψηφιότητα της Κλίντον, αποδοκιμάζει, όμως, τον μισογυνισμό που εκδηλώθηκε εναντίον της Χίλαρι.
Είναι λοιπόν εύκολο να φανταστεί κανείς ότι ο Τζο Μπάιντεν δεν αρέσει στη Νίξον. Παρόλα αυτά λέει με έμφαση: «Είναι ο υποψήφιος μας». Επισημαίνει ότι «υπάρχει ένας πραγματικός πόλεμος στο Δημοκρατικό κόμμα», και συμπληρώνει. «Και εμείς οι υποστηρικτές του Μπέρνι και της AOC [Αλεξάντρια Οκάζιο-Κορτέζ] είμαστε πολύ σίγουροι ότι είμαστε το μέλλον του κόμματος. Αλλά υπάρχουν τόσες πολλές οπισθοδρομικές δυνάμεις που προσπαθούν να συγκρατήσουν το παλιρροϊκό κύμα».
Ωστόσο, για οποιονδήποτε μη δεξιό στις ΗΠΑ, υπάρχουν μεγαλύτερα προβλήματα από τον πόλεμο μεταξύ τους, όπως η προοπτική μιας δεύτερης θητείας του Τραμπ, και η πιθανότητα μη ειρηνικής μεταβίβασης της εξουσίας αν δεν κερδίσει: «Τρέμω στη σκέψη των κακόβουλων και τρελών αντιδράσεών του», λέει. «Ανησυχώ για παρεμβολές από άλλες χώρες. Νομίζω ότι όλοι ανησυχούν για τις ταχυδρομικές ψηφοφορίες. Θα φύγει ήσυχα; Δεν γνωρίζω».
Νιώθει επίσης το άγχος που εκφράζουν ακόμη και οι πιο αισιόδοξοι Δημοκρατικοί: ότι η παράλογη θέση του Ντόναλντ Τραμπ που διεκδικεί την επανεκλογή του με σημαία την «αποκατάσταση του νόμου και της τάξης» θα μπορούσε πραγματικά να λειτουργήσει: «Ο μόνος δρόμος του Τραμπ για επανεκλογή είναι να τοποθετηθεί ως υπερασπιστής των λευκών ανθρώπων και της ζωής των λευκών και της λευκής υπεροχής. Οτι αυτή είναι η μόνη εναλλακτική λύση απέναντι στο χάος, τις λεηλασίες και το τέλος των προαστίων. Γεγονός είναι ότι σχεδόν πάντα οι μεγάλες πόλεις ψηφίζουν τους Δημοκρατικούς, ιδίως στις εθνικές εκλογές, γιατί υπάρχει ποικιλομορφία και γιατί έχουμε πολύ περισσότερους φτωχούς ανθρώπους. Αλλά ο Τραμπ ισχυρίζεται ότι όλες οι μεγάλες πόλεις μας αποτυγχάνουν, επειδή διευθύνονται από τους Δημοκρατικούς», λέει η Νίξον.
«Οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν εξαντλήσει τις λύσεις στις μεγάλες πόλεις. Απλώς λένε: “Είστε τα Σόδομα και τα Γόμορρα, να καείτε όλοι στις φλόγες”», λέει προβληματισμένη η ηθοποιός, η οποία εμφανίζεται τώρα στη νέα σειρά του Netflix «Ratched». Ωστόσο δεν χάνει την αισιοδοξία της για τις εκλογές: «Νιώθω πολύ ενθαρρυμένη από τις δημοσκοπήσεις».