Την Πέμπτη οι 27 ηγέτες των κρατών-μελών της ΕΕ θα έλθουν αντιμέτωποι με δύο ερωτήματα που αγγίζουν τον πυρήνα των αξιών της Ευρώπης.
Το πρώτο ερώτημα, που «καίει» και τους 27, αφορά το Ταμείο Ανάκαμψης. Θα δεχθεί η ΕΕ εκπτώσεις στη λειτουργία του κράτους δικαίου μέσα στους κόλπους της, προκειμένου να ξεμπλοκαριστεί από την Πολωνία, κυρίως όμως από την Ουγγαρία, το πακέτο των 770 δισ. ευρώ που θα λειτουργήσει ως κάποια στήριξη στις χειμαζόμενες από την πανδημία ευρωπαϊκές οικονομίες.
Το δεύτερο ερώτημα αφορά της στάση της ΕΕ έναντι της Τουρκίας, μιας χώρας που τους τελευταίους μήνες έχει αμφισβητήσει (και συνεχίζει να το πράττει) τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας, δύο κρατών-μελών του πολυμερούς οργανισμού με έδρα τις Βρυξέλλες.
Δεδομένου ότι ήδη φαίνεται ότι το Ταμείο Ανάκαμψης δεν θα κλείσει επί γερμανικής προεδρίας και πιθανότατα παραπέμπεται για το 2021, η Τουρκία ίσως αποτελέσει πολύ πιο σημαντικό θέμα απ’ όσο θα περίμεναν αρκετοί.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης ζητούν το αυτονόητο, την εφαρμογή, δηλαδή, των αποφάσεων της Συνόδου Κορυφής του Οκτωβρίου, όταν και ετέθη ένα πλαίσιο, βάσει του οποίου σε επόμενη φάση, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) με προϊστάμενο τον επίτροπό Ζοζέπ Μπορέλ, μπορεί να προωθήσει μια λίστα με συγκεκριμένες κυρώσεις που δεν θα περιορίζονται σε πρόσωπα (όπως ήδη συμβαίνει στην Κυπριακή περίπτωση), αλλά θα επεκτείνονται σε τομείς της τουρκικής οικονομίας.
Η Γαλλία αποτελεί εκ των πλέον ένθερμων υποστηρικτών της λήψης κυρώσεων κατά της Τουρκίας. Την ίδια στιγμή, το υπερατλαντικό μήνυμα για αμερικανικές κυρώσεις κατά της Τουρκίας, με αφορμή την επιμονή της Αγκυρας στην διατήρηση και χρήση (όπως φάνηκε από τις πρόσφατες δοκιμές) αντιαεροπορικών πυραύλων ρωσικής κατασκευής, λειτουργεί ως υπόμνηση του ευρύτερου παιγνίου και σε ορισμένους στην Ευρώπη. Η διάθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ να εντείνει την πίεση προς την Αγκυρα, ενόψει και της αλλαγής φρουράς στο Λευκό Οίκο, φαίνεται και από το γεγονός ότι στο τυπικό σημείωμα που καταφθάνει στις Βρυξέλλες ενόψει κάθε Συνόδου Κορυφής, η Ουάσιγκτον εκφράζει κατανόηση για το τεμάχιο της ατζέντας που αφορά το ενδεχόμενο λήψης αποφάσεων που θα οδηγήσουν σε κυρώσεις. Αυτή η τυπική λεπτομέρεια μπορεί να μην έχει ουσιαστική σημασία, είναι όμως ενδεικτική της κατάστασης που επικρατεί ανάμεσα στην Άγκυρα και την αμερικανική γραφειοκρατία, η οποία δείχνει να ξεθαρρεύει, ενόψει άφιξης του Τζο Μπάιντεν.
Οι χώρες που εγείρουν ενστάσεις στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είναι γνωστές. Η Ιταλία επιθυμεί να είναι κατά το δυνατόν ουδέτερη, παρότι δεν είναι κατ’ ανάγκη αρνητική σε κάποια μηνύματα προς την Αγκυρα. Οι Ισπανοί θέλουν –ει δυνατόν– να μη ληφθεί κανένα μέτρο κατά της Τουρκίας και η Γερμανία ταλαντεύεται αδιακόπως.
Τα συνεχόμενα «χαστούκια» του Ερντογάν στις διαμεσολαβήσεις του Βερολίνου από τον Αύγουστο μέχρι και τον Οκτώβριο, έχουν αφήσει στην Ανγκελα Μέρκελ μια πικρή γεύση. Και αυτό δεν οφείλεται τόσο στην στάση απαξίωσης που τήρησε η Αγκυρα έναντι του Βερολίνου. Κυρίως οφείλεται στη συνειδητοποίηση ότι το διπλωματικό εύρος της Γερμανίας είναι στην πραγματικότητα πολύ πιο περιορισμένο απ’ ό,τι νόμιζαν αρκετοί στην καγκελαρία.
Τον περασμένο Αύγουστο, στη συνάντηση που είχαν η Μέρκελ με τον Μακρόν στο Φορ ντε Μπρεγκανσόν, συμφωνήθηκε ατύπως μια στάση «μοιράσματος» των ρόλων. Το δίπολο «καλός και κακός μπάτσος», μοιρασμένο ανάμεσα σε Βερολίνο και Παρίσι δεν απέδωσε τα αναμενόμενα, προς καμία από τις δύο κατευθύνσεις. Ο Ερντογάν αγνόησε την «διαμεσολαβητική» προσπάθεια του Βερολίνου, ενώ «λατρεύει να μισεί» τον Εμανουέλ Μακρόν, στον οποίο επιτίθεται με κάθε ευκαιρία.
Με βάση αυτό το πλαίσιο, το επικείμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να μην λάβει καμία απόφαση για την Τουρκία. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Νίκος Δένδιας, έχουν μάλιστα υποδείξει και εναλλακτικές λύσεις. Ένα εμπάργκο επιθετικών όπλων προς την Τουρκία θα ήταν ηχηρό, ιδιαίτερα αν περιλάμβανε τα υποβρύχια τύπου 214, ένα γερμανικό σύστημα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε επίθεση εναντίον της Ελλάδας. Για την Αθήνα, ιδανικά, κυρώσεις θα πρέπει να επιβληθούν στον τραπεζικό τομέα της Τουρκίας.
Οι Γάλλοι θέλουν πολύ πιο σκληρή γραμμή, μέτρα που θα οδηγούν ακόμα και σε προσωρινή διακοπή της τελωνειακής ένωσης Τουρκίας-ΕΕ.
Οι πιο ψύχραιμοι εκτιμούν ότι οι 27 θα καταλήξουν σε μια δέσμη μέτρων που θα στοχεύουν στις δραστηριότητες που είναι συνδεδεμένες με τις έρευνες και τις γεωτρήσεις της Τουρκικής Εταιρείας Πετρελαίων (ΤΡΑΟ), η οποία έχει εμβληματικό ρόλο στις διεκδικήσεις της Αγκυρας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Είναι προφανές ότι το πολιτικό ψυχόδραμα της Μέρκελ θα είναι ένας σημαντικός παράγοντας του αποτελέσματος της Συνόδου Κορυφής. Για ακόμα μια φορά, η Αθήνα περιμένει από τη Γερμανία να αναλάβει πρωτοβουλίες αν και –πλέον– δίχως ιδιαίτερες προσδοκίες για τη δυνατότητα ή τη βούληση της καγκελαρίου να κάνει το «έξτρα βήμα».