Μπορεί η Τουρκία να επιδιώκει μέσω διαφόρων τακτικισμών να επαναπροσεγγίσει την Αίγυπτο, καθώς θεωρεί ότι η αραβική χώρα είναι το ισχυρότερο ανάχωμα έναντι των αυτοκρατορικών της βλέψεων στην Ανατολική Μεσόγειο, η επιλογή όμως του Καΐρου να κηρύξει μονομερώς θαλάσσια σύνορα με τη γειτονική Λιβύη εκπέμπει ακόμα ένα ισχυρό μήνυμα προς την Αγκυρα: Η διευθέτηση των διακρατικών διαφορών πρέπει να γίνονται με γνώμονα το Διεθνές Δίκαιο και τις αρχές καλής γειτονίας, πρακτική που στην Αγκυρα είναι βέβαιο ότι αγνοούν.
Το χάσμα μεταξύ Αιγύπτου και Τουρκίας είναι πολύ μεγάλο για να κλείσει με μια χειραψία στις κερκίδες ενός ποδοσφαιρικού γηπέδου, ακόμα και αν το τερέν είναι μουντιαλικό. Οι πρόεδροι Σίσι και Ερντογάν είναι σαν να έρχονται από δυο εντελώς διαφορετικούς κόσμους – ο πρώτος πολέμησε διακαώς τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, αυτούς δηλαδή που ο Τούρκος ηγέτης στήριξε παντοιοτρόπως για να δημιουργήσει ισχυρά ερείσματα στον αραβικό κόσμο.
Η Αγκυρα είναι το δεκανίκι της κυβέρνησης Ντιμπέιμπα στη Λιβύη – του μεταβατικού καθεστωτικού σχήματος με το οποίο το Κάιρο όχι απλώς δεν έχει την παραμικρή επαφή, αλλά θα ήθελε να ανατρέψει προκειμένου να αποφύγει μελλοντικά προβλήματα στα δυτικά σύνορα της χώρας. Η Τουρκία είναι αυτή που προχώρησε στην παράνομη υπογραφή του μνημονίου με τη Λιβύη, αγνοώντας, πλην της Ελλάδας, και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Αιγύπτου.
Η υπογραφή του Προεδρικού Διατάγματος από τον Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι για την κήρυξη των θαλασσίων συνόρων της Αιγύπτου στα δυτικά αποτελεί το τρίτο ευθύ χτύπημα κατά του τουρκικού αναθεωρητισμού στην Ανατολική Μεσόγειο. Οπως προκύπτει από τις συντεταγμένες, τμήμα της οριοθετούμενης περιοχής «πατάει» μέσα στην ανυπόστατη τουρκο-λιβυκή συμφωνία, καταργώντας προφανώς εν τοις πράγμασι την όποια επιρροή της. Φαίνεται, δε, πως η χάραξη της εν λόγω γραμμής προς τον Βορρά, στο «τριεθνές» όπου δυνητικά συναντώνται οι Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες (ΑΟΖ) Ελλάδας- Αιγύπτου-Λιβύης, προέκυψε με βάση το σκεπτικό ότι οι τρεις πλευρές θα μπορούσαν μελλοντικά να καταλήξουν σε τριμερή συμφωνία για τον καθορισμό των θαλασσίων ζωνών τους.
Το πρώτο αιγυπτιακό ράπισμα έναντι της Τουρκίας είχε έρθει από κοινού με την Ελλάδα, όταν, τον Αύγουστο του 2020, οι δυο πλευρές καθόρισαν μερικώς τις μεταξύ τους ΑΟΖ, αγνοώντας τις τουρκικές αιτιάσεις περί «Γαλάζιας Πατρίδας». Η ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία αποτελεί έκτοτε το ηχηρότερο παράδειγμα νομιμότητας όσον αφορά την επίλυση σχετικών ζητημάτων στην ευρύτερη περιοχή. Ενδιαμέσως, Ελλάδα και Αίγυπτος καθόρισαν τις περιοχές ευθύνης περί Ερευνας και Διάσωσης, με το Κάιρο να αποδέχεται εν συνόλω το FIR Αθηνών, το οποίο οι Τούρκοι δεν αναγνωρίζουν, αμφισβητώντας εμμέσως πλην σαφώς την ελληνική κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Με την τελευταία κίνησή τους οι Αιγύπτιοι στρέφονται και κατά της φιλοτουρκικής κυβέρνησης της Τρίπολης. Ο μονομερής χαρακτήρας της υποδεικνύει ότι το Κάιρο δεν αναγνωρίζει τη διεθνή υπόσταση του καθεστώτος Ντιμπέιμπα, το οποίο, με βάση τον Οδικό Χάρτη του ΟΗΕ, δεν δικαιούται να συνάπτει διεθνείς συμφωνίες που αφενός δεσμεύουν τη χώρα μελλοντικά, αφετέρου δύνανται να λειτουργήσουν αποσταθεροποιητικά στην ευρύτερη περιοχή. Τέτοιες είναι οι συμφωνίες της Τρίπολης με την Αγκυρα.
Αν, φυσικά, γίνουν εκλογές στη Λιβύη, οι Αιγύπτιοι δηλώνουν έτοιμοι να συζητήσουν με τη νομιμοποιημένη κυβέρνηση που θα προκύψει. Εξ αυτών, αντιλαμβάνεται κανείς ευκρινέστερα τις αιτίες σύμφωνα με τις οποίες η Αθήνα επέλεξε στρατηγικά να συνταχθεί πλήρως με το Κάιρο όσον αφορά το Λιβυκό ζήτημα. Τα άνωθεν περιγραφόμενα επιχειρήματα έχουν ακουστεί κατά κόρον από τον έλληνα υπουργό Εξωτερικών.
Ολα αυτά έρχονται λίγες μόλις ώρες μετά, αφενός την από κοινού επιστολή Τούρκων και Λίβυων στα Ηνωμένα Εθνη, δια της οποίας εκφράστηκε η δυσφορία Αγκυρας και Τρίπολης για τις έρευνες της αμερικανικής ExxonMobil εντός της ελληνικής δυνητικής υφαλοκρηπίδας νοτίως της Κρήτης, αφετέρου έπειτα από την αποστροφή του Μεβλούτ Τσαβούσογλου ότι το τουρκολιβυκό νομικό τερατούργημα, το οποίο ουσιαστικά ετέθη σε κίνηση τον Οκτώβριο του 2022, είναι «επίτευγμα (που) θα καθορίσει τις ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο για τις επόμενες γενιές».
Ασχέτως των τουρκικών φαντασιώσεων, αυτό που είναι φανερό είναι ότι στην Ανατολική Μεσόγειο έχει δημιουργηθεί ένα εκ διαμέτρου αντίθετο και δυνάμει συγκρουσιακό δίπολο. Από τη μία πλευρά βρίσκονται η Ελλάδα και η Αίγυπτος – προσηλωμένες στη νομιμότητα και στην προσέγγιση των διαφορών με πυξίδα το Διεθνές Δίκαιο. Από την άλλη πλευρά στέκεται η Τουρκία με τη χειραγωγούμενη κυβέρνηση Ντιμπέιμπα – αμφότερες κινούμενες με τη λογική κράτους-πειρατή, που προσπαθεί να επιβληθεί με την ισχύ και να επαναφέρει την πολιτική των κανονιοφόρων, βγαλμένη από τα έγκατα των προηγούμενων αιώνων.
Οσον, δε, αφορά το μέλλον, Αθήνα και Κάιρο αναμένεται να θωρακίσουν ακόμα περισσότερο τη σύμπλευσή τους, εκκινώντας το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης των δύο χωρών, το οποίο θα περάσει μέσα από την οριοθετημένη ΑΟΖ τους. Πάντοτε, η πλαισίωση μιας γεωπολιτικής συμφωνίας από ενεργειακά εγχειρήματα λειτουργεί προς την κατεύθυνση σαφέστερης κατοχύρωσης των κυριαρχικών δικαιωμάτων των συμβαλλόμενων μερών εντός της εκάστοτε οριοθετημένης περιοχής.
Ταυτοχρόνως, Ελλάδα και Αίγυπτος επαναλαμβάνουν σε κάθε ευκαιρία, από κοινού και κατά μόνας, ότι σε περίπτωση που οποιοσδήποτε παίκτης στην Ανατολική Μεσόγειο θελήσει να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων προκειμένου να λύσει με καλή πίστη και με χρήση των διεθνών νομικών «εργαλείων» τα θέματα των θαλασσίων ζωνών, τότε ο δρόμος παραμένει ανοικτός. Μόνο που, όπως όλα δείχνουν, ούτε η Τουρκία ούτε η Λιβύη είναι διατεθειμένες για τέτοιου είδους διευθετήσεις.