Ας ξεκινήσουμε από τους ναρκισσιστές. Είναι άτομα με χαρακτηριστική εγωκεντρική συμπεριφορά, έντονη ανάγκη προσωπικής επιβεβαίωσης, αισθήματα μεγαλείου και υπεροχής, μέχρι του σημείου να χάνουν την επαφή τους με την πραγματικότητα. Δεν νοιάζονται για τους άλλους, είναι χειριστικοί και ασκούν τον μεγαλύτερο δυνατό έλεγχο στους γύρω τους, ώστε να πάρουν αυτό που θέλουν.
Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, έχει διαπιστωθεί ότι υπάρχει και μια δεύτερη μορφή ναρκισσιστικής προσωπικότητας, ο κρυφός ή συγκαλυμμένος ναρκισσιστής. Οι κρυφοί ναρκισσιστές έχουν προφίλ χαμηλών τόνων, είναι οξύθυμοι, πολύ ευαίσθητοι στην κριτική και τείνουν να αισθάνονται συνεχώς θιγμένοι. Συχνά, δε, είναι πιο ύπουλοι από τους «μεγαλοπρεπείς» ναρκισσιστές, οι οποίοι συνήθως είναι πιο εύκολο να εντοπιστούν επειδή ακριβώς το «φωνάζουν».
Η Αμπι Ελιν αναφέρει στην εφημερίδα The Washington Post το χαρακτηριστικό παράδειγμα της Λιζ Σ., η οποία ήξερε από πάντα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά στον 30ετη γάμο της, αλλά δεν μπορούσε να εντοπίσει το πρόβλημα. Μετά τη συνταξιοδότηση του συζύγου της, η αποσύνδεση, η έλλειψη επικοινωνίας και υποστήριξης, που χαρακτήριζαν ανέκαθεν τη σχέση τους, χειροτέρεψαν.
Αναζητώντας πληροφορίες στο διαδίκτυο, η 62χρονη Λιζ έφτασε σε δημοσιεύσεις της κλινικής ψυχολόγου δρ Ραμάνι Ντουρβασούλα και του κλινικού ψυχοθεραπευτή δρ Λες Κάρτερ, μέσω των οποίων ανακάλυψε ένα φαινόμενο γνωστό ως «ναρκισσιστική κακοποίηση».
Και έμαθε ότι η ναρκισσιστική κακοποίηση είναι ένας συνδυασμός ψυχολογικής, συναισθηματικής, οικονομικής και σεξουαλικής χειραγώγησης από την πλευρά ενός ναρκισσιστή, ο οποίος μερικές φορές επιβάλλεται με σωματική βία ή καταναγκαστικό έλεγχο, ένα μοτίβο συμπεριφοράς που χρησιμοποιεί κάποιος για να κυριαρχεί και να ελέγχει έναν σύντροφο.
Η σχέση ξεκινά συνήθως ένδοξα, με μεγαλειώδεις χειρονομίες και «βομβαρδισμό αγάπης», γεμίζοντας τον άλλο με πλούσια δώρα, στοργή ή προσοχή. Αλλά οι ειδικοί λένε ότι αυτός ο ερωτικός και κολακευτικός σύντροφος μπορεί γρήγορα να μετατραπεί σε επικριτικό και ακυρωτικό τύπο και η «μαγική» σχέση σε ολέθρια κόλαση. Οσοι βιώνουν κάτι τέτοιο, δε, μπορεί να νιώθουν φόβο, σύγχυση, άγχος, ψυχολογική βία, μετατόπιση ευθυνών και χειραγώγηση.
Διαβάζοντας, η Λιζ Σ. ένιωσε όλα αυτά να αντηχούν βαθιά μαζί της: «Ηταν σαν να είχε ανοίξει η πόρτα και μπορούσα να δω καθαρά», είπε στην Washington Post, εξηγώντας: «άρχισα να έχω μια απάντηση στο γιατί ήμασταν εκεί που ήμασταν».
Αναπλαισίωση μιας κακής σχέσης
Ο «ναρκισσιστής» είναι μια ταμπέλα που έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον την τελευταία δεκαετία, έχοντας εφαρμοστεί ελεύθερα σε όλους, από τον φίλο που συνηθίζει να κορδώνεται, μέχρι τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ. Οι ναρκισσιστές δεν έχουν ενσυναίσθηση. Ψεύδονται. Λαχταρούν την προσοχή. Νομίζουν ότι είναι υπεράνω του νόμου και χρειάζονται συνεχώς επιβεβαίωση.
«Είναι το τριπλό Ε: εκμετάλλευση, εξασθένηση του δίκιου και της ενσυναίσθησης», δήλωσε ο κλινικός ψυχολόγος Κρεγκ Μάλκιν, συγγραφέας του βιβλίου «Rethinking Narcissism: The Secret to Recognizing and Coping with Narcissists» («Επανεξετάζοντας τον ναρκισσισμό: Το μυστικό για την αναγνώριση και την αντιμετώπιση των ναρκισσιστών»). Και τόνισε ότι «αυτός είναι ο πυρήνας του παθολογικού ναρκισσισμού».
Μαζί με την αυξημένη χρήση του όρου ήρθε και το ενδιαφέρον για το είδος της ζημιάς που μπορούν να προκαλέσουν οι ναρκισσιστές στους γύρω τους. Εκατομμύρια άνθρωποι έχουν χαρακτηριστεί ως θύματα ναρκισσιστών, και αυτό δεν αφορά μόνο ερωτικούς συντρόφους , αλλά και μέλη της οικογένειας, φίλους, αφεντικά ή συναδέλφους. Το hashtag #Narcissisticabuse έχει περισσότερες από 1,4 εκατ. δημοσιεύσεις στο Instagram. Μάλιστα, το φαινόμενο είναι τόσο ευρέως αναγνωρισμένο ώστε έχει ακόμη και τη δική του ημέρα: Η 1η Ιουνίου είναι Παγκόσμια Ημέρα Ευαισθητοποίησης για τη Ναρκισσιστική Κακοποίηση (WNAAD).
Πολλοί από τους 1,72 εκατ. ακόλουθους , του καναλιού που διατηρεί η Ντουρβασούλα στο YouTube, πιστεύουν ότι το έχουν βιώσει. Το ίδιο ισχύει και για τις περισσότερες από 6,2 εκατ. λήψεις του podcast της, «Navigating Narcissism».
Σαφώς, πολλοί άνθρωποι υφίστανται άσχημη αντιμετώπιση στις σχέσεις τους. Αλλά όταν αυτός που τους κακομεταχειρίζεται είναι ναρκισσιστής, η κακοποίηση ανεβαίνει στο επόμενο επίπεδο, γράφει στην Washington Post η Αμπι Ελιν.
Αν και μια τοξική σχέση μπορεί να είναι απογοητευτική ή βλαβερή, «δεν σας κάνει να νιώθετε σύγχυση ή αίσθηση ότι χάνετε την πραγματικότητά σας», διευκρίνισε η Ντουρβασούλα, συγγραφέας, επίσης, του μπεστ σέλερ των New York Times «It’s Not You: Identifying and Healing from Narcissistic People». Αντιθέτως, η σχέση με έναν ναρκισσιστή μπορεί να προκαλέσει «υπερεπαγρύπνηση, αναμάσημα αρνητικών και αγχωτικών σκέψεων, σύγχυση, κατηγορίες του εαυτού και αμφιβολίες για τον εαυτό».
Περί ναρκισσισμού και κακοποιητών ναρκίσσων
Ο ναρκισσισμός, σύμφωνα με τους ειδικούς, υπάρχει σε ένα φάσμα. Στο ένα άκρο βρίσκεται ο ήπιος ναρκισσισμός, ο οποίος περιλαμβάνει εγωκεντρισμό, συναισθηματική ανωριμότητα και υπερευαισθησία. Μπορεί να είναι δύσκολο να αντιμετωπιστούν αυτοί οι άνθρωποι, ωστόσο οι πιο επιβλαβείς είναι οι κακοήθεις ναρκισσιστές που βρίσκονται στο άλλο άκρο του φάσματος. Πολλοί από αυτούς, διευκρίνισε στην Post η Ντουρβασούλα, είναι πιθανό να πληρούν τα κριτήρια για ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας (NPD), μια κλινική διάγνωση που παρατίθεται στο Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών (DSM), τον οδηγό για επίσημα αναγνωρισμένες ψυχικές διαταραχές.
Οι ειδικοί, ωστόσο, δεν είναι σίγουροι για το πόσο κοινή είναι η NPD. Η διαταραχή υποδιαγιγνώσκεται, εν μέρει επειδή τα συμπτώματα μπορεί να συγχέονται με άλλες διαταραχές προσωπικότητας και εν μέρει επειδή οι περισσότεροι ναρκισσιστές δεν τρέχουν σε θεραπευτές. «Οι μελέτες επιπολασμού (ποσοστό πληθυσμού που διαπιστώνεται ότι πάσχει από κάποια νόσο) στηρίζονται μερικές φορές στην “αυτοαναφορά” από τον ασθενή, ο οποίος είναι πιθανό να ελαχιστοποιεί την αυτο-παθολογία», ανέφερε στην Washington Post ο Ρόναλντς Β. Πάις καθηγητής Ψυχιατρικής στο SUNY Upstate Medical University στις Συρακούσες.
Κάποιες εκτιμήσεις υπάρχουν. Σύμφωνα με μια έκθεση του 2022 στην ιστοσελίδα της Ψυχιατρικής Focus, το 1%-2 % του γενικού πληθυσμού στις Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να έχει NPD. Πρόσφατα αδημοσίευτα δεδομένα που συλλέχθηκαν από την ψυχολόγο Ραμάνι Ντουρβασούλα και τη στατιστικολόγο Χέδερ Χάρις διαπίστωσαν ότι το 10% του πληθυσμού έχει αρκετά ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά που επηρεάζουν τις σχέσεις τους.
Μια μελέτη του 2023 που δημοσιεύτηκε στο Journal of Personality and Social Psychology με περισσότερους από 270.000 συμμετέχοντες διαπίστωσε επίσης ότι οι άνδρες σημείωσαν υψηλότερη βαθμολογία σε ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά από τις γυναίκες.
Ωστόσο, στην ακαδημαϊκή βιβλιογραφία υπάρχουν λίγα πράγματα για τη ναρκισσιστική κακοποίηση και οι σκεπτικιστές υποστηρίζουν ότι ο όρος δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα δημοφιλές hashtag, η εξήγηση της εποχής μας για την κακή συμπεριφορά.
«Νομίζω ότι εξελίχθηκε σε τάση επειδή οι επιζώσες χρειάζονται απεγνωσμένα απαντήσεις», δήλωσε σχετικά η Μπέα Κοτέ, διευθύντρια του Impact+ Abuse Prevention Services που παρέχει προγράμματα παρέμβασης σε περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας στη Βόρεια Καρολίνα. «Και αυτή είναι μια απάντηση που μπορούν να καταλάβουν όταν αναρωτιούνται γιατί ο άντρας που αγαπούσαν, ο οποίος φαινόταν ότι τις αγαπούσε, τις κακοποιούσε αργότερα», πρόσθεσε.
Οι σκεπτικιστές αμφισβητούν επίσης το αν η διάγνωση του δράστη προσθέτει αξία όταν συζητείται η συναισθηματική κακοποίηση, σημειώνει η Αμπι Ελιν στην Washington Post. «Eνα από τα ερωτήματα είναι εάν οι συνέπειες αυτών των σχέσεων είναι μοναδικές ή μήπως αυτοί οι άνθρωποι υποφέρουν απλώς από μια κακή σχέση», ανέφερε ο Πολ Σ. Απελμπάουμ, πρώην πρόεδρος της επιτροπής DSM-5 της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Ενωσης και καθηγητής Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. «Αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί να μη χρειάζονται επαγγελματική βοήθεια για να απομακρυνθούν από τη σχέση, αυτοί οι δύο δεν είναι απαραίτητα ανεξάρτητοι».
Η Λίζα Αρονσον Φόντες, ψυχολόγος συγγραφέας του «Invisible Chains: Overcoming Coercive Control in Your Intimate Relationship», αποκαλεί τον όρο «κούφια ποπ ψυχολογία».
«Σίγουρα, μερικοί άνθρωποι ενεργούν πιο κακοποιητικά από άλλους και μπορεί να έχουν ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά», είπε, «αλλά δεν έχει κανένα νόημα να αποκαλούμε τη διαπροσωπική κακοποίηση “ναρκισσιστική κακοποίηση”. Γιατί να μην την αποκαλούμε απλώς κακοποίηση, καταναγκαστικό έλεγχο ή σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο εργασίας;»
Επιπλέον, πρόσθεσε η αμερικανίδα ψυχολόγος, χαρακτηρίζοντας κάτι ως διαταραχή υποδηλώνεται μια ψυχική ασθένεια, που δεν μπορεί να ελεγχθεί. Ωστόσο όσοι κακοποιούν μπορούν να ελέγξουν τη συμπεριφορά τους. «Τις περισσότερες φορές, χτυπούν μόνο εκείνους που είναι πιο κοντά τους, ιδιωτικά και με τρόπους που δεν θα αποκαλυφθούν από τους άλλους», είπε.
Η Ντουρβασούλα, από την άλλη πλευρά, παραδέχεται ότι ακυρωτικές σχέσεις υπήρχαν ανέκαθεν. Αλλά μόλις πρόσφατα η συζήτηση διευρύνθηκε με ουσιαστικό τρόπο, υποστηρίζει, επειδή στο παρελθόν δεν είχαμε την κατάλληλη γλώσσα για να συζητήσουμε τη μη σωματική κακοποίηση.
Επιμένει ότι το να αποκαλείς κάποιον «ναρκισσιστή» δεν υπονοεί μια ψυχική διαταραχή, απλώς περιγράφει την προσωπικότητα κάποιου. Και ανεξάρτητα από το σημείο του φάσματος στο οποίο βρίσκεται ένας νάρκισσος, «τα κοινά χαρακτηριστικά περιλαμβάνουν μεταβλητή ενσυναίσθηση, πεποίθηση ότι έχουν δίκιο, μεγαλοπρέπεια, εγωισμό, ανάγκη για θαυμασμό και επιβεβαίωση, εύθραυστο εγώ και θυμωμένες αντιδράσεις σε περιόδους απογοήτευσης, θλίψης ή κριτικής», είπε.
Ο Ντάνιελ Σόου, νεοϋορκέζος ψυχοθεραπευτής και συγγραφέας του «Traumatic Narcissism», αναφέρει τέσσερα χαρακτηριστικά της ναρκισσιστικής κακοποίησης: αποπλάνηση, εκφοβισμό, ταπείνωση και υποτίμηση.
«Το άτομο επιβραβεύει πάντα τον εαυτό του; Αρνείται να αναγνωρίσει κάποιο ελάττωμά του; Συμπεριφέρεται περιφρονητικά; Αν προσπαθήσετε να του πείτε γιατί σας έχει αναστατώσει, αρνείται ότι έκανε κάτι ή σας επιτίθενται αντιστρέφοντας ποιος είναι θύμα και ποιος δράστης;», λέει.
«Ενας τραυματικός ναρκισσιστής είναι αποφασισμένος να βρει θύμα», προσθέτει, «θα βρει ανθρώπους που μπορεί να τους ελέγξει και να τους εκμεταλλευτεί. Χρησιμοποιεί ό,τι έχει, χάρισμα, γοητεία, ευφυΐα. Συνήθως είναι αρκετά έξυπνος. Χρειάζεται απεγνωσμένα να μπορεί να έχει ανθρώπους που θα τους ελέγχει». Ο έλεγχος των ανθρώπων καθησυχάζει αυτά τα άτομα, που τείνουν να είναι βαθιά ανασφαλή, ότι είναι πραγματικά τόσο ισχυρά και ανώτερα όσο θέλουν να πιστεύουν, λέει ο Σόου.
Θέλετε ένα παράδειγμα; Η Φέιθ Σ. Εκο βίωσε αυτό το είδος ελέγχου. Εν αγνοία της, ο πρώην σύντροφός της είχε τοποθετήσει συσκευές βιντεοσκόπησης σε όλο το σπίτι τους και ένα GPS στο αυτοκίνητό της, ενώ επίσης διάβαζε τα μηνύματα και τα email της. Εκρυβε τα κλειδιά του αυτοκινήτου της και αν εκείνη άφηνε το τηλέφωνό της σε ένα δωμάτιο και δεν το έβρισκε, της έλεγε ότι δεν το είχε δει.
«Εψαχνα σε όλο το σπίτι το τηλέφωνό μου που μπορεί να ήταν ακριβώς δίπλα του. Ελεγε “πραγματικά το χάνεις. Χρειάζεσαι ψυχολογική βοήθεια”», είπε στην Washington Post η 44χρονη Εκο, η οποία έχει και ένα μπλογκ για τη ναρκισσιστική κακοποίηση με ψευδώνυμο, επειδή ανησυχεί για την ασφάλειά της.
Δεν της επιτρεπόταν να έχει φίλους ή να περνά χρόνο μόνη με τον γιο τους. «Δεν ήξερα πλέον ποια ήμουν. Δεν είχα πια άποψη», αποκάλυψε η Εκο, η οποία είναι κοινωνική λειτουργός ενώ έχει δημοσιεύσει και ένα βιβλίο για την εμπειρία της με τίτλο «Rising From Ashes». Ακόμη και η μυρωδιά των κεριών με άρωμα μήλου της προκαλούσε πανικό. Ο λόγος; Το ζευγάρι τσακώνονταν συχνά σε ένα δωμάτιο με αυτό το άρωμα. Τελικά έφυγε το 2023, μετά από 4½ χρόνια μαζί του. «Είναι πολύ ενθαρρυντικό να μιλάς με ανθρώπους που το έχουν περάσει», είπε, «αν δεν το έχεις περάσει, δεν καταλαβαίνεις την παραφροσύνη».
Προχωρώντας μπροστά
Γιατί είναι τόσο δύσκολο να απελευθερωθείς; «Στην αρχή μιας σχέσης, ο νάρκισσος μπορεί να φαίνεται πολύ περιποιητικός, ευγενικός, στοχαστικός και αφοσιωμένος», είπε η Βίκι Χάουαρντ, λέκτορας και αναπληρώτρια διευθύντρια προγράμματος ψυχικής υγείας και ευεξίας στο Χαλ της Αγγλίας, η οποία έχει δημοσιεύσει ένα άρθρο για τη δική της εμπειρία ναρκισσιστικής κακοποίησης. Τη συνέκρινε με την εγκατάλειψη μιας καταστροφικής λατρείας, που περιλαμβάνει μηχανισμούς ελέγχου του νου. Επίσης, όπως συμβαίνει με κάθε είδους ενδοοικογενειακή κακοποίηση, συχνά η ναρκισσιστική κακοποίηση συνοδεύεται με οικονομική, σωματική και ψυχολογική κακοποίηση. Και αν υπάρχουν παιδιά που εμπλέκονται, νιώθεις σχεδόν αδύνατο να φύγεις.
Μία από τις προκλήσεις για τη λήψη θεραπείας για ναρκισσιστική κακοποίηση είναι ότι πολλοί θεραπευτές στερούνται εκπαίδευσης ή δεν έχουν πείρα ώστε να αναγνωρίσουν άτομα που υπήρξαν σε τέτοιου είδους ανθυγιεινές σχέσεις. Μια μελέτη του 2019 που δημοσιεύεται στο Wiley ανέλυσε μια έρευνα στην οποία συμμετείχαν 104 επιζώσες από κακοποίηση του συντρόφου. Περίπου οι μισές είπαν ότι ένιωθαν πως οι σύμβουλοι τις κατηγορούσαν, λέγοντάς τους ότι ήταν «συνεξαρτώμενες» ή ότι είχαν επιλέξει με κάποιο τρόπο αυτό το είδος συντρόφου.
«Οταν τα θύματα βίας από σύντροφο πηγαίνουν σε θεραπεία, συχνά ο θεραπευτής τους μπορεί να μην είναι εκπαιδευμένος στο πώς να δουλεύει με το τραύμα και να μην κατανοεί το σύστημα ψυχολογικής κακοποίησης και gaslighting που συμβαίνει», δήλωσε η κλινική ψυχολόγος Βέιλ Ράιτ, ανώτερη διευθύντρια καινοτομίας στον τομέα της υγείας στην Αμερικανική Ψυχολογική Εταιρεία. (Να σημειωθεί ότι ο όρος «Gaslight» πήρε το όνομά του από τo ψυχολογικό θρίλερ «Εφιάλτης», του 1944, και αναφέρεται σε ψυχολογική χειραγώγηση που έχει σχεδιαστεί για να κάνει το θύμα να αμφιβάλει για τις αντιλήψεις του).
Την τελευταία φορά που η Λιζ Σ. και ο τότε σύζυγός της πήγαν μαζί σε συμβουλευτική γάμου, είδε την θεραπεύτρια να «πέφτει στη μαγεία του», είπε, «Εκείνος έκανε gaslighting (ήταν χειριστικός), αλλάζοντας όλες τις λέξεις. Και εκείνη είχε απλώς την ίδια ρητορική, “Χρειάζεστε επικοινωνία, επίλυση συγκρούσεων”, όλα τα τυπικά που δεν ισχύουν για τους ναρκισσιστές, επειδή αυτοί δεν παίζουν με τους ίδιους κανόνες».
Η Ντουρβασούλα έχει αναπτύξει ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης και πιστοποίησης για κλινικούς ψυχολόγους που θέλουν να αποκτήσουν τεχνογνωσία δουλεύοντας με ασθενείς σε σχέση με ναρκισσιστικά άτομα. Το ίδιο και η Σάντρα Λ. Μπράουν, που έχει ιδρύσει το Institute for Relational Harm Reduction and Public Pathology Education το οποίο εκδίδει το περιοδικό Safe Relationships.
Η αγγλίδα Κάρολαϊν Στρόουσον, θεραπεύτρια τραύματος και σύμβουλος με 42.000 γυναίκες στην ομάδα της στο Facebook, επιμένει ότι οι πελάτισσές της δεν έχουν καμία επαφή με τους ναρκισσιστές τους, μπλοκάροντάς τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στα email. Εάν εμπλέκονται παιδιά, τις συμβουλεύει να πάρουν άλλο κινητό τηλέφωνο μόνο για έκτακτες ανάγκες. «Διαφορετικά, αν συνεχίσετε να επικοινωνείτε, θα προσπαθήσουν να σας ελέγξουν», είπε.
Η Ντουρβασούλα, η οποία διαχειρίζεται επίσης ένα πρόγραμμα αποκατάστασης, θέλει οι άνθρωποι να εστιάζουν στον εαυτό τους και όχι στη συμπεριφορά του θύτη τους. «Θεραπεία σημαίνει τη ριζική αποδοχή τού να το δεις, να αναγνωρίσεις το μοτίβο ως μοτίβο και να καταλάβεις ότι αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει», είπε. «Σημαίνει επίσης να πάψεις να πιστεύεις ότι υπάρχει κάτι που θα μπορούσατε να κάνετε για να το βελτιώσετε».
Με τον καιρό, η Λιζ Σ. συνειδητοποίησε ότι ο σύζυγός της δεν επρόκειτο να αλλάξει ποτέ. Για να έχει πιθανότητες μελλοντικής ευτυχίας, έπρεπε να φύγει. Πριν από δύο χρόνια, το έκανε: «Οι άνθρωποι υποτιμούν το τίμημα της ναρκισσιστικής κακοποίησης και τη ζημιά που προκαλεί», είπε, «Το να την αποκαλούμε κακοποίηση ενισχύει τη σημασία της και νομίζω ότι αυτός είναι ένας ακριβής τρόπος για να τη δούμε».