«Μια μοναχική φωνή για τον πληθωρισμό γίνεται πιο δυνατή» τονίζει σε άρθρο της στους Times του Λονδίνου η διακεκριμένη οικονομική συντάκτρια της εφημερίδας, Μορίν Καν. Ο λόγος για την Ιζαμπέλα Βέμπερ, την 35χρονη οικονομολόγο που διδάσκει στο Αμχερστ της Μασαχουσέτης. Η γερμανίδα επιστήμων έγινε διάσημη όταν τον Δεκέμβριο του 2021 ένα άρθρο της στον Guardian προκάλεσε έντονες και μαζικές αντιδράσεις στο Twitter. Ακόμη και ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν χαρακτήρισε την άποψή της «απλά ανόητη» αλλά στη συνέχεια ζήτησε δημοσίως συγγνώμη για τον τρόπο με τον οποίο μίλησε.
Η συγγνώμη του Κρούγκμαν στο Twitter προς την Ιζαμπέλα Βέμπερ:
Στη συνέχεια, το 2022, η νεαρή οικονομολόγος κλήθηκε ως ειδικός από το αμερικανικό Κογκρέσο και την Επιτροπή Οικονομικών της γερμανικής Βουλής ενώ πολλές ακόμη θεσμικές οντότητες έλαβαν πολύ σοβαρά υπόψη τις επισημάνσεις της.
Το βασικό επιχείρημα της Βέμπερ είναι ότι χρησιμοποιούμε το λάθος εργαλείο για να καταπολεμήσουμε τον πληθωρισμό. Και ότι αντί για την αύξηση των επιτοκίων ο στόχος πρέπει να είναι η καταπολέμηση της εταιρικής απληστίας (corporate greed). Στις αρχές του 2022, μετά τις επιθέσεις που δέχτηκε, η ίδια ανακοίνωσε στους δεκάδες χιλιάδες ακολούθους της στο Twitter ότι θα έκανε ένα διάλειμμα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
«Δεν μπορούσα να φανταστώ πόσο τρομακτική θα ήταν μια τέτοια εμπειρία πρoτού μου συμβεί» δήλωσε στους Times, προσθέτοντας ότι έλαβε απειλητικά τηλεφωνήματα και email μίσους, ενώ φωτογραφίες της κυκλοφόρησαν στο διαδίκτυο από διάφορα τρολ.
Η χορδή που είχε αγγίξει στο άρθρο του Guardian, στα τέλη Δεκεμβρίου του 2021, ήταν ευαίσθητη. Πρότεινε ότι οι αυξανόμενες τιμές της ενέργειας μετά το τέλος του lockdown λόγω της πανδημίας θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με πλαφόν στις τιμές, στα πρότυπα των παρεμβατικών πολιτικών στις ΗΠΑ και στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η γερμανίδα οικονομολόγος βασίστηκε στη βραβευμένη έρευνά της για το πώς η Κίνα απέφυγε το «σοκ» της μετάβασης από τον κεντρικό έλεγχο της οικονομίας στο άνοιγμα στις δυνάμεις της αγοράς κατά τη δεκαετία του 1980. Σήμερα, οι προτάσεις της για τον έλεγχο των τιμών της ενέργειας αξιοποιούνται από μεγάλες οικονομίες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γερμανία, ενώ η δουλειά της για το πώς τα εταιρικά κέρδη συμβάλλουν στην αύξηση του πληθωρισμού απασχολεί τις ισχυρότερες κεντρικές τράπεζες του κόσμου.
Το γερμανικό περιοδικό Focus τη συμπεριέλαβε στις 100 γυναίκες της χρονιάς και πέρυσι βοήθησε τη γερμανική κυβέρνηση να σχεδιάσει το πλαφόν στην τιμή της ενέργειας. «Αλλά η εμπειρία της στα “χέρια” των τρολ, πολλοί από τους οποίους ήταν οικονομολόγοι με πολλούς ακολούθους, έριξε φως στον ελιτισμό και τον σεξισμό σε τμήματα της οικονομικής κοινότητας», σχολίασε η Μορίν Καν των Times.
Η επιθέσεις μειώθηκαν μόνο όταν ο αμερικανός οικονομολόγος Τζέιμς Γκαλμπρέιθ την υπερασπίστηκε δημόσια, μαζί με άλλους επιστήμονες όπως η Μαριάνα Ματσουκάτο του University College του Λονδίνου. Ο Κρούγκμαν, αφού ζήτησε δημόσια συγγνώμη, αργότερα, κατά την κορύφωση της ενεργειακής κρίσης στην Ευρώπη τον Σεπτέμβριο του 2022, έμοιαζε να υποστηρίζει την ανάλυση της Βέμπερ ότι οι κυβερνήσεις δεν πρέπει πάντοτε να αφήνουν τις αγορές ανεξέλεγκτες. Αλλά και ότι προείχε εκείνη τη στιγμή η προστασία των οικογενειών και η προάσπιση του αισθήματος δικαιοσύνης «έναντι της αποτελεσματικότητας της αγοράς».
Πληθωρισμός απληστίας
Η Βέμπερ είναι πλέον μια σούπερ σταρ στα ακαδημαϊκά συνέδρια ενώ το έργο της βοηθά τον καθορισμό της πολιτικής σε χώρες που εξακολουθούν να μάχονται με τις επίμονα υψηλές τιμές, ενάμιση και πλέον χρόνο μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία.
Η μελέτη του τρόπου με τον οποίο η τιμολογιακή ισχύς των εταιρειών αυξάνει τον πληθωρισμό, συνοψίζεται πλέον ως φαινόμενο με τον όρο «πληθωρισμός απληστίας». Η ίδια προτιμά να χρησιμοποιεί τον όρο «πληθωρισμός των πωλητών (sellers)» για να περιγράψει πώς το σοκ της παγκόσμιας ενεργειακής κρίσης και οι ελλείψεις στην εφοδιαστική αλυσίδα κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οδήγησαν τις εταιρείες να μετακυλήσουν το κόστος στους καταναλωτές καθιστώντας τον πληθωρισμό ένα «γενικευμένο» χαρακτηριστικό της οικονομίας.
Οι απόψεις της δεν είναι πλέον περιθωριακές. Η Κριστίν Λαγκάρντ, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, έχει ήδη πει ότι ορισμένες επιχειρήσεις εκμεταλλεύτηκαν το πληθωριστικό περιβάλλον για να αυξήσουν αδικαιολόγητα τις τιμές το 2022. Η Βέμπερ τονίζει ότι οι φόροι στα υπερκέρδη, όπως αυτοί που υιοθετήθηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο αλλά και στην Ελλάδα για τους παραγωγούς ενέργειας, είναι ένα ισχυρό εργαλείο. Υποστηρίζει, τέλος, τη δημιουργία αποθεμάτων έκτακτης ανάγκης σε ό,τι αφορά τα αγαθά ζωτικής σημασίας, όπως το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο, για την αντιμετώπιση μελλοντικών κρίσεων.