Κάθε Σάββατο και Κυριακή, στην ΕΡΤ2 στις 8.55 μ.μ., ο Γιώργος Αρχιμανδρίτης παρουσιάζει μια πεντάλεπτη λογοτεχνική εκπομπή, κρυμμένο διαμάντι για τους τηλεθεατές που αγαπάνε να διαβάζουν. Σε όσους φαίνεται παράδοξο το να υπάρχουν τηλεθεατές που είναι και αναγνώστες, η συγκεκριμένη εκπομπή αποτελεί απάντηση. Μέσα σε ένα πεντάλεπτο, συστήνει κλασικά έργα με τον ενθουσιασμό ενός αμερικανικού book club, αλλά και με τη ματιά αναγνώστη που έχει ευρωπαϊκή μοντέρνα κουλτούρα και ξέρει να ξεχωρίζει τα αγαπημένα του, που ίσως θα έπρεπε να είναι και δικά μας αγαπημένα.
Ο παρουσιαστής, που έχει αναλάβει και την επιμέλεια της εκπομπής, εξηγεί:
Η τηλεόραση είναι ένα μέσο όπου μπορεί κανείς να μιλά για οποιοδήποτε θέμα, πόσο μάλλον για ένα θέμα τόσο σημαντικό όσο η λογοτεχνία. Το ζήτημα είναι ο τρόπος. Ακόμα και σε μια εκπομπή πέντε λεπτών, όπως «Η Λέσχη του βιβλίου», μπορεί κανείς να εκφράσει πάρα πολλά πράγματα. Βέβαια, αυτό απαιτεί πολύ μεγάλη προετοιμασία, έρευνα και επεξεργασία του οπτικοακουστικού υλικού. Διότι από τη μία υπάρχει το λεκτικό περιεχόμενο της εκπομπής και από την άλλη η εικόνα. Είναι δύο παράλληλα επίπεδα ανάγνωσης, τα οποία πρέπει να βρίσκονται σε πλήρη εναρμόνιση, ώστε κάθε φορά να δημιουργούνται στον τηλεθεατή πολλαπλά πνευματικά και συναισθηματικά ερεθίσματα και να του ξυπνούν το ενδιαφέρον και την αγάπη για το βιβλίο. Ο ενθουσιασμός με τον οποίο το κοινό περιέβαλε την εκπομπή μας, από το πρώτο της κιόλας επεισόδιο, είναι ένας αξιόπιστος δείκτης της αγάπης του για τη λογοτεχνία.
Πώς αποφασίζετε με ποιους συγγραφείς ή με ποια βιβλία θα ασχοληθείτε;
Με δυσκολία! Τι να πρωτοδιαλέξει κανείς από τα αριστουργήματα του ανθρώπινου πνεύματος! Η τελική επιλογή είναι ένας συνδυασμός του ακαδημαϊκού, αν θέλετε, κανόνα και του προσωπικού μου φιλολογικού κώδικα, δύο συστημάτων τα οποία συχνά ταυτίζονται. Κριτήρια είναι η λογοτεχνική αξία του έργου, η οικουμενικότητά του και, βέβαια, η διαχρονικότητά του. Προσπαθώ επίσης, όσο γίνεται, να κρατώ μια σχετική ισορροπία ανάμεσα στις διαφορετικές γλώσσες. Οσο για την ισορροπία ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες συγγραφείς, δυστυχώς, αυτή είναι μάλλον αδύνατη, διότι το συντριπτικό μέρος της κλασικής λογοτεχνικής παραγωγής, γέρνει, για κοινωνικούς λόγους, προς τη μεριά των ανδρών. Γενικώς, η επιλογή των έργων είναι μια σπαζοκεφαλιά, αλλά και ένα πολύ ευχάριστο παιχνίδι. Οπως οι γρίφοι που αναρτούμε κάθε εβδομάδα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πριν από κάθε εκπομπή, οι οποίοι αποτελούν μια ωραία αφορμή για έναν άμεσο και ζεστό διάλογο με τους τηλεθεατές.
Είστε ένα είδος ιδιαίτερα δημιουργικού ανθρώπου, γνωστός για τη δουλειά σας. Επειδή στην Ελλάδα έχουμε μια ανάγκη να κατατάσσουμε τους πάντες, εσείς πώς θα περιγράφατε αυτό που κάνετε και πώς προέκυψε η εκπομπή για τη λογοτεχνία;
Θα το περιέγραφα ως αγάπη και θαυμασμό για αυτό που ονομάζουμε ανθρώπινο πολιτισμό. Αυτός είναι ο κοινός παρονομαστής των δραστηριοτήτων μου, το στοιχείο που ανέκαθεν καθόριζε τις επιλογές μου. Και η ζωή μου μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας παίζει καθοριστικό ρόλο σε αυτό. Τα βιβλία ή οι συνεντεύξεις μου και στις δύο χώρες, οι πολιτιστικές δράσεις στο Παρίσι, τα ραδιοφωνικά ντοκιμαντέρ στη γαλλική δημόσια ραδιοφωνία και τώρα η «Λέσχη του βιβλίου» στην ΕΡΤ είναι στην ουσία ένας φόρος τιμής στον ανθρώπινο πολιτισμό. Τα μεγάλα λογοτεχνικά έργα που παρουσιάζουμε στη «Λέσχη» είναι έργα που σημάδεψαν την Ιστορία της ανθρωπότητας, αλλά και τη δική μου ζωή, όχι μόνο ως διδάκτορα Συγκριτικής Γραμματολογίας της Σορβόννης ή ως συγγραφέα, αλλά και σε προσωπικό επίπεδο. Και την εμπειρία αυτή θέλω να τη μοιραστώ με τους τηλεθεατές και να πω ότι το βιβλίο μάς αφορά όλους. Είναι η πυξίδα μας. Είναι η ψυχική και πνευματική γεωγραφία μας. Και βέβαια, είναι μια μεγάλη απόλαυση. Μια απόλαυση που προσφέρει η ελληνική δημόσια τηλεόραση ως μια ακόμα έκφραση της ψυχαγωγικής και της εκπαιδευτικής αποστολής της. Διότι, πέρα από τη μοναδική αισθητική εμπειρία που μας δίνει η λογοτεχνία, μας βοηθά να οξύνουμε το πνεύμα μας, να αποκωδικοποιήσουμε τον κόσμο γύρω μας και να συλλάβουμε την πολυπλοκότητά του.
Διαβάζουν οι Ελληνες; Μήπως έχουμε ένα υπερβολικό δέος για το διάβασμα; «Φταίει» το σχολείο;
Η αλήθεια είναι ότι θα μπορούσαμε να διαβάζουμε περισσότερο. Πόσο μάλλον όταν οι ελληνικές εκδόσεις είναι εξαιρετικές και από απόψεως περιεχομένου και από απόψεως αισθητικής. Η ενασχόληση με τη λογοτεχνία απαιτεί εξάσκηση, χρόνο και συγκέντρωση. Και το σχολείο, ως θεμελιώδης κοινωνικός θεσμός, θεωρώ ότι δεν αφιερώνει σε αυτή όσο χρόνο και όση ενέργεια χρειάζεται, αν υποθέσουμε, βέβαια, ότι διαθέτει τα μέσα για να το κάνει. Οπου η έκθεση σε νέα πνευματικά ερεθίσματα δεν είναι επαρκής, το βιβλίο αντιμετωπίζεται συχνά όχι σαν μέρος της καθημερινότητάς μας, αλλά σαν ένα λατρευτικό αντικείμενο. Αντιμετωπίζεται με δέος και τοποθετείται σε ένα βάθρο σαν να πρόκειται για μουσειακό έκθεμα, σαν κάτι ξένο προς την «πραγματική» ζωή. Το βιβλίο, όμως, είναι η ζωή και κλείνει μέσα του τις γνώσεις και τα θαύματά της. Και αυτό ακριβώς θέλουμε να εκφράσουμε μέσα από την τηλεοπτική «Λέσχη» μας: ότι το βιβλίο διευρύνει τους ορίζοντές μας, ψυχικούς, πνευματικούς, συναισθηματικούς, και μας βοηθά να γίνουμε ελεύθεροι άνθρωποι.
Ο Γιώργος Αρχιμανδρίτης είναι συγγραφέας, δημιουργός και παρουσιαστής ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών εκπομπών τέχνης και πολιτισμού, διδάκτωρ Συγκριτικής Γραμματολογίας της Σορβόννης. Εχει διατελέσει πρέσβης Πολιτισμού της Ελλάδας, στο πλαίσιο της Γαλλικής Προεδρίας στην Ευρώπη (2008) και έχει τιμηθεί από τη Γαλλική Δημοκρατία με τον τίτλο του Ιππότη του Τάγματος των Γραμμάτων και των Τεχνών (2010), καθώς και με τον τίτλο του Αξιωματούχου του Τάγματος των Γραμμάτων και των Τεχνών (2019) για τη συμβολή του στον τομέα του Πολιτισμού στη Γαλλία και τον κόσμο. To Ελληνικό Ιδρυμα Πολιτισμού τον έχει ορίσει εντεταλμένο εκπρόσωπό του στη Γαλλία, αποδίδοντάς του τον τίτλο του πρέσβη Πολιτισμού στο Παρίσι (2021).