Για τον Εμρέ Ουζουντάγ και την Γιοντσά Τσουμπούκ το μαγείρεμα «ήταν μια ψυχική αναγκαιότητα κατά τη διάρκεια της πανδημίας» | Facebook
Θέματα

Σπιτικό φαγητό με ντελίβερι μέσω του… «Νetflix των γεύσεων»

Ενα ζευγάρι Τούρκων, ο Εμρέ Ουζουντάγ και η Γιοντσά Τσουμπούκ, «ζουν το μικρό τους όνειρο» στη Νέα Υόρκη χάρη σε μια εφαρμογή delivery φαγητού. Και δεν είναι οι μόνοι!
Protagon Team

Το 2020, ο Εμρέ Ουζουντάγ και η Γιοντσά Τσουμπούκ μετακόμισαν στη Νέα Υόρκη αλλά λόγω του κορονοϊού βρέθηκαν αποκλεισμένοι στο μικρό τους διαμέρισμα στο Μπρούκλιν. Νοσταλγώντας την πατρίδα τους, άρχισαν να μαγειρεύουν όλο και περισσότερα τουρκικά φαγητά, που τους βοηθούσαν να αντιμετωπίσουν το άγχος του lockdown: «Ηταν μια ψυχική αναγκαιότητα κατά τη διάρκεια της πανδημίας», λέει στο BBC η Γιοντσά Τσουμπούκ.

Στη συνέχεια μαγείρευαν για φίλους τους και τα σχόλια ήταν απίστευτα θετικά: «Αρχισαν να μας λένε ότι έπρεπε να το κάνουμε επάγγελμα», λέει η νεαρή Τουρκάλα. Τελικά, πέρσι αποφάσισαν να κάνουν το βήμα, παρόλο που κανένας από τους δύο δεν είχε εργαστεί ως επαγγελματίας μάγειρος στο παρελθόν. Και έγραψαν την επιχείρησή τους στο Woodspoon, μια νέα εφαρμογή delivery φαγητού στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης.

Ενώ (τεράστιες) κορυφαίες εφαρμογές delivery, όπως οι Just Eat, Deliveroo, Uber Eats και DoorDash (η μεγαλύτερη στις ΗΠΑ) συνεργάζονται με μεγάλες αλυσίδες εστιατορίων, το επιχειρηματικό μοντέλο της Woodspoon είναι εντελώς διαφορετικό, γράφουν οι Σταβ Ντιμιτρόπουλος και Γουίλ Σμέιλ στο BBC.

Μαντί, γιουβαρλάκια και αιθέρια κρέμα μουχαλεμπί στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης (Facebook/BanBan Home Cooking)

To app του Woodspoon δημιουργήθηκε στις αρχές του 2020 για να συνδέσει οικιακούς μάγειρες -δηλαδή άτομα που μαγειρεύουν στην κουζίνα του σπιτιού τους- με πελάτες που θέλουν ένα φρέσκο, σπιτικό φαγητό σε πακέτο, αντί για κάτι από μια αλυσίδα εστιατορίων.

Ο πελάτης παραγγέλνει μέσω του Woodspoon, που στέλνει τα στοιχεία στον αρμόδιο οικιακό μάγειρα. Στη συνέχεια, όταν το φαγητό έχει μαγειρευτεί, παραλαμβάνεται και παραδίδεται στον πελάτη από έναν οδηγό του Woodspoon. Με περισσότερους από 120 μάγειρες στη λίστα της, η εφαρμογή προς το παρόν είναι διαθέσιμη μόνο στην περιοχή του Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, αλλά η επέκταση είναι στα άμεσα σχέδιά τους.

Το «BanBan Anatolian Home Cooking» των Εμρέ Ουζουντάγ και Γιοντσά Τσουμπούκ είναι διαθέσιμο μέσω της εφαρμογής τέσσερις ημέρες την εβδομάδα, ενώ τις υπόλοιπες τρεις ημέρες το ζευγάρι δοκιμάζει νέες συνταγές. Και έχουν τόση πολλή δουλειά ώστε πρόσφατα αναγκάστηκαν να μαγειρεύουν ακόμα και την ημέρα της τέταρτης επετείου του γάμου τους. Ωστόσο, χάρη στο Woodspoon, δεν χρειάζεται να ενοικιάσουν έναν επαγγελματικό χώρο.

«Το Woodspoon μας δίνει μια πλατφόρμα και μια φωνή για να πούμε την ιστορία μας», λέει  η κυρία Τσουμπούκ, η οποία προσθέτει ότι δεν κάνουν απλά κεμπάπ και πιλάφι. Τα πιο δημοφιλή πιάτα τους είναι η σούπα με φακές και το σπανάκι με πορτοκάλι, «και τα δύο χορτοφαγικά, το δεύτερο είναι vegan».

Delivery μεσογειακής κουζίνας (Facebook/WoodSpoon)

Η Λι Ρίσεφ, από τους ιδρυτές του Woodspoon, λέει ότι το λανσάρισμα της εφαρμογής ταυτόχρονα με την έναρξη της πανδημίας αποδείχθηκε πραγματικά χρήσιμο. «Είχαμε την τύχη να βοηθήσουμε πολλούς εργαζόμενους σε εστιατόρια που έπρεπε να βρουν ένα νέο εισόδημα», λέει.

Να σημειωθεί ότι για να πάρουν έγκριση από το Woodspoon και να μπουν στη λίστα του, οι οικιακοί μάγειροι πρέπει να αποδείξουν ότι έχουν εκπαιδευτεί στην ασφάλεια των τροφίμων. Η εταιρεία στέλνει κάποιον για να επιθεωρήσει την κουζίνα τους ενώ οι μάγειροι πρέπει επίσης να δηλώσουν την επιχείρησή τους στην αρμόδια τοπική αρχή και να υποβληθούν σε επίσημους ελέγχους υγιεινής τροφίμων.

Προς το παρόν η Woodspoon επικεντρώνεται στην επέκτασή της εντός των ΗΠΑ. Η ιδέα, όμως, θα μπορούσε να λειτουργήσει και όπου αλλού είναι νόμιμη η λειτουργία μιας επιχείρησης εστίασης με μαγείρεμα σε σπιτική κουζίνα, όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου τα τελευταία δύο χρόνια λόγω των lockdown τα εστιατόρια έκλεισαν για μεγάλα χρονικά διαστήματα και παρατηρήθηκε μια έκρηξη στις εφαρμογές του delivery. Οπως γράφει το BBC, η Just Eat, για παράδειγμα, η μεγαλύτερη εταιρεία delivery του Ηνωμένου Βασιλείου, είδε τα έσοδά της να αυξάνονται κατά 42% από το 2019, και το 2020 να αγγίζουν τα 725 εκατ. λίρες (περίπου 870 εκατ. ευρώ), ενώ τα έσοδα του DoorDash (πολυεθνική delivery σε ΗΠΑ, Καναδά και Αυστραλία) υπερτριπλασιάστηκαν ξεπερνώντας τα 2,9 δισ. δολάρια (2,5 δισ. ευρώ).

Διαφήμιση βρετανικής εφαρμογής delivery για fast food (Facebook/Just Eat UK)

Ωστόσο, ενώ όλο και περισσότεροι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο χρησιμοποιούν αυτό το είδος των εφαρμογών, συχνά αναφέρουν την απογοήτευσή τους διότι δεν μπορείς να παραγγείλεις από διαφορετικά εστιατόρια ταυτόχρονα και να παραλάβεις τα διαφορετικά πιάτα μαζί. Ομως ακόμη και αυτό αρχίζει να αλλάζει, καθώς υπάρχει ήδη ένας μικρός μεν αλλά αυξανόμενος αριθμός εφαρμογών, που προσφέρουν και αυτή την υπηρεσία.

Στην πρώτη γραμμή βρίσκεται η εφαρμογή Go By Citizens στις ΗΠΑ, η οποία διευθύνεται από την αλυσίδα εστιατορίων και φαγητού σε πακέτο C3 και επιτρέπει στους πελάτες της να παραγγείλουν ταυτόχρονα από τις διαφορετικές κουζίνες της, τα «Umami Burger», «Krispy Rice», το «Cicci di Carne» και το «Sam’s Crispy Chicken».

Για να διασφαλίσει ότι τα πιάτα είναι όλα έτοιμα για παράδοση ταυτόχρονα, η C3 λειτουργεί 800 κουζίνες «σκοτεινές» ή «φαντάσματα», όπως τις περιγράφει στις ΗΠΑ: πρόκειται για εγκαταστάσεις που φιλοξενούν μια σειρά από διαφορετικές κουζίνες κάτω από την ίδια στέγη, στις οποίες μαγειρεύονται μόνο γεύματα για delivery. Μάλιστα ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου, Σαμ Ναζαριάν, περιγράφει την εφαρμογή της C3 σαν «το Netflix της παραγγελίας φαγητού».

Η εφαρμογή Go By Citizens του ομίλου C3 επιτρέπει την παραγγελία από διαφορετικές κουζίνες (Facebook/Go By Citizens)

Επιπλέον εκτός από τις δικές της αλυσίδες εστιατορίων, που είναι κάτω από την ομπρέλα C3, η εταιρεία προσκαλεί στις κουζίνες – φαντάσματα και την τεχνολογική της πλατφόρμα, και άλλες επιχειρήσεις εστίασης, συμπεριλαμβανομένων των «Soom Soom Fresh Mediterranean» της Καλιφόρνια και «Cindy Lou’s Cookies» της Φλόριντα.

Η Kitchen United, αμερικανική επιχείρηση με κουζίνες – φαντάσματα, επιτρέπει επίσης στους πελάτες της να παραγγείλουν από διάφορες αλυσίδες εστιατορίων ταυτόχρονα, μέσω της εφαρμογής Kitchen United Mix, η οποία είναι διαθέσιμη σε 10 τοποθεσίες στις ΗΠΑ, ενώ ετοιμάζονται άλλες οκτώ: «Ετσι, αν ο ένας θέλει σούσι και ο άλλος πίτσα, είναι απολύτως εφικτό», λέει στους ρεπόρτερ του BBC ο διευθύνων σύμβουλος του Kitchen United, Μάικλ Μονταγκάνο.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η Deliveroo διαχειρίζεται μια σειρά από «σκοτεινές» κουζίνες, τις «Deliveroo Editions», όπου οι επιχειρήσεις φαγητού σε πακέτο καλούνται να στήσουν τον πάγκο τους δωρεάν. Ωστόσο, μια εκπρόσωπος της εταιρείας δήλωσε ότι, προς το παρόν, το φαγητό από διαφορετικές επιχειρήσεις πρέπει να παραγγελθεί ξεχωριστά μέσω της εφαρμογής τους.

Και σούσι και ντόνατς για μετά (Facebook/Kitchen United Mix)

Μήπως όμως -είτε πρόκειται για εστίαση από οικιακούς μάγειρες είτε για τη δυνατότητα να παραγγείλεις ταυτόχρονα από περισσότερα του ενός εστιατόρια- η συνεχιζόμενη ανάπτυξη των εφαρμογών delivery ασκεί μεγαλύτερη πίεση στα φυσικά εστιατόρια και τα takeaway, που ήδη αγωνίζονται να μείνουν ανοιχτά;

Ο βρετανός κριτικός εστιατορίων Αντι Χέιλερ, λέει στο BBC πως ορισμένοι άνθρωποι μπορεί να θεωρούν απαράδεκτο το γεγονός ότι μια εφαρμογή σου επιτρέπει να παραγγείλεις φαγητό από δύο ή περισσότερα εστιατόρια ταυτόχρονα: «Αν έβλεπα ένα μενού με δύο – τρία διαφορετικά πράγματα, θα σκεφτόμουν ότι πρόκειται απλώς για μια εταιρεία γενικού catering, η οποία προωθεί βιομηχανοποιημένο φαγητό», λέει.

Και προσθέτει ότι ορισμένα φαγητά, όπως το κάρι είναι κατάλληλα για delivery, ενώ άλλα, όπως πιάτα της γαλλικής και της ιαπωνικής κουζίνας, δυσκολεύονται στο takeaway, επειδή παίζει ρόλο και η ωραία παρουσίασή τους σε σκεύη εστιατορίων και δεν μπορούν να στριμωχτούν σε πλαστικά δοχεία μεταφοράς: «Η μισή εμπειρία [των γαλλικών και των ιαπωνικών εστιατορίων] είναι να κοιτάς το φαγητό εκεί», λέει ο κ. Χέιλερ.