Φέτος ο Χρυσός Λέοντας της Καλύτερης Εθνικής Συμμετοχής στην 17η Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής της Βενετίας (ολοκληρώνεται την 21η Νοεμβρίου) απονεμήθηκε στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα τα οποία παρουσίασαν το «Wetland», ένα μεγάλης κλίμακας πρωτότυπο οικοδόμημα που κατασκευάστηκε με ένα φιλικό προς το περιβάλλον τσιμέντο, κύριο συστατικό του οποίου είναι η ανακυκλωμένη άλμη.
Σε κείμενό της η Κιάρα Γκάτι, κριτικός τέχνης της La Repubblica, σημειώνει πως η απονομή του βραβείου στα ΗΑΕ επιβεβαιώνει «την προσέγγιση του αραβικού κόσμου στη Δύση» όσον αφορά και την αρχιτεκτονική αλλά και τον ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν τα Εμιράτα στην Αραβική Χερσόνησο ως γέφυρα μεταξύ παράδοσης και νεωτερικότητας.
«Η αρχιτεκτονική είναι πολιτική επειδή καλείται να αντιμετωπίζει τεράστια ζητήματα όπως η κοινωνική ισότητα και η οικολογική βιωσιμότητα», υποστήριξε, μιλώντας στην ιταλικής εφημερίδα ο Ουαέλ Αλ Αουαρ, ο αρχιτέκτονας από το Ντουμπάι (με καταγωγή από τον Λίβανο) που εκπροσώπησε, μαζί με τον Ιάπωνα Κενίτσι Τεραμότο, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα στη Βενετία.
Τα μέλη της διεθνούς κριτικής επιτροπής, με προεδρεύουσα την βραβευμένη με Πρίτσκερ Καζούο Σετζίμα από την Ιαπωνία, επέλεξαν να απονείμουν τον Χρυσό Λέοντα στην πρόταση των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, κάνοντας λόγο για «ένα τολμηρό πείραμα που μας ενθαρρύνει να σκεφτούμε τη σχέση μεταξύ απορριμμάτων/αποβλήτων και παραγωγής, τόσο σε τοπική όσο και σε παγκόσμια κλίμακα, αναδεικνύοντας νέες κατασκευαστικές δυνατότητες που συνδέουν παραδοσιακές τεχνικές με την υψηλή τεχνολογία».
Οσον αφορά την άλμη, «αναφέροντας τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, εσείς σκέφτεστε άμμο και έρημο. Στην πραγματικότητα το 5% των εδαφών μας είναι υγρό και αλατούχο. Αναζητούσαμε ένα υλικό για να αντικαταστήσουμε το τσιμέντο που ευθύνεται για 8% των παγκόσμιων εκπομπών CO2. Πραγματοποιώντας έρευνες στις αλυκές μας, που προστατεύονται από την Unesco, ανακαλύψαμε πως τα κρυσταλλικά στρώματά τους σχηματίζουν εκείνες τις περίφημες ανθεκτικές κρούστες σε βαλτώδεις, υγρές περιοχές, χάρη στην παρουσία μίας φυσικής συνδετικής ύλης με βάση το μαγνήσιο με την οποία μπορεί να παρασκευαστεί ένα οικολογικό τσιμέντο», εξήγησε ο αρχιτέκτονας από τα Εμιράτα.
Η παράδοση είναι το μέλλον
Σημειώνοντας η ιταλίδα δημοσιογράφος πως στο πλαίσιο της πανδημίας άρχισε να γίνεται ευρέως λόγος για «μία επιστροφή στις ρίζες», ο Ουαέλ Αλ Αουάρ υποστήριξε ότι, ειδικά όσον αφορά την αρχιτεκτονική, «η λαϊκή παράδοση είναι το μέλλον μας. Είμαι ιδιαίτερα επικριτικός όσον αφορά τους νεωτερισμούς, τα βιομηχανικά υλικά, τις πόλεις που αναπτύσσονται ομοιόμορφα σε όλο τον κόσμο σε τέτοιο βαθμό που να μην μπορείς να αναγνωρίσεις πλέον εάν βρίσκεσαι στο Τόκιο ή στη Νέα Υόρκη. Κάθε περιφερειακή αρχιτεκτονική πρέπει να αξιοποιεί στο έπακρο τους πόρους της, επιστρέφοντας στη γη. Για αυτό εμπνεόμαστε, όσον αφορά και τους χώρους διαβίωσης, από τις αρχαίες κοραλλένιες κατοικίες μας».
Σχετικά με το Ντουμπάι των ουρανοξυστών υποστήριξε ότι ανήκει στο παρελθόν. «Είναι μία ιστορία της δεκαετίας του 1990 που καθορίστηκε από οικονομικά και επιχειρηματικά συμφέροντα καθώς και από την επιδίωξη του γοήτρου. Η πανδημία ήταν αρκετή για να καταρρεύσει ο πύργος. Κατά τη διάρκεια των λοκντάουν είχα φίλους που ήταν έγκλειστοι σε ουρανοξύστες, στον 70ο όροφο, με σφραγισμένα παράθυρα και κλιματιστικά, και ζούσαν μέσα στον τρόμο, ωσάν κοτόπουλα σε ορνιθοτροφεία», ανέφερε χαρακτηριστικά ο αρχιτέκτονας ο οποίος ζει «στην εξοχή σε μία μονώροφη κατοικία που εφάπτεται στο έδαφος, αναπνέει καθαρό αέρα και εναρμονίζεται με το περιβάλλοντα χώρο».
Αναφερθείς στο κεντρικό θέμα της 17ης Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής της Βενετίας – «How will we live together?», «Πώς θα ζήσουμε μαζί;» – ο Αουάρ υποστήριξε ότι «το καίριο ερώτημα είναι πώς θα ζήσουμε μαζί με τη μητέρα Γη. Πλέον έχουμε αποξενωθεί από τον πλανήτη μας, τον εκμεταλλευόμαστε στο έπακρο και η εκθετική αύξηση του πληθυσμού είναι ανησυχητική. Ας κάνουμε ένα βήμα πίσω και, αντί να χτίζουμε, ας αρχίσουμε να ανακυκλώνουμε».
Στο εν λόγω πλαίσιο η αρχιτεκτονική «πρέπει να πάψει να εστιάζεται στο design και να καταστεί ακτιβιστική, δημιουργώντας χώρους που ανταποκρίνονται στα προβλήματα της βιωσιμότητας, των κοινοτήτων και της μετανάστευσης, τόπους που αντικατοπτρίζουν μια ανανεωμένη αίσθηση όσον αφορά τη ζωή μας στη Γη».