Η είδηση έσκασε σαν λάστιχο αυτοκινήτου στην εθνικό οδό, με 200 χλμ./ώρα.: «Το αμερικανικό περιοδικό Rolling Stone θα αλλάξει χέρια»…
Και είναι αλήθεια. Ο ιδιοκτήτης και ιδρυτής του, Γιαν Γουένερ, ανακοίνωσε ότι πωλεί το μερίδιό του με το οποίο ελέγχει το 51% του ιστορικού εντύπου. Μια έκδοση με 65 εκατομμύρια αναγνώστες, παγκοσμίως.
Είναι το περιοδικό το οποίο ίδρυσε ο Γιαν, το 1967, φοιτητής τότε στο Σαν Φρανσίσκο. Είναι ακριβώς αυτό το οποίο θα γιόρταζε στις 9 Νοεμβρίου 2017 τα 50 χρόνια εκδοτικής ζωής του.
Ο εκδότης του το πουλά, ενώ ήδη πραγματοποιούνται συναντήσεις με υποψήφιους «μνηστήρες» για την πώληση του εναπομείναντος 51% που διατηρεί. Βλέπετε, η Wenner Media παραμένει πλειοψηφικός μέτοχος μετά την εκχώρηση του 49% -το 2016- στην εταιρία Bandlab Technologies, η οποία εδρεύει στη Σιγκαπούρη. Είναι μια start-up εταιρεία με ιδιοκτήτη τον γιο του σιγκαπουριανού δισεκατομμυριούχου Κουόκ Χουν Χονγκ, με στόχο να ανοιχθεί σε νέες αγορές και παράλληλα για τη δημιουργία μιας μεγάλης εταιρείας διοργάνωσης συναυλιών και εκδηλώσεων. Και πώς θα γίνει όλο αυτό πιο εύκολα; Μα, μέσω του Rolling Stone, που έχει επιρροή στις μάζες. Φέτος, η ιδιοκτήτρια εταιρεία του περιοδικού πούλησε άλλους δύο τίτλους -το US Weekly και το Men’s Journal- στην American Media, η οποία είναι προφέσορας σε ταμπλόιντ, όπως το National Enquirer.
Ο Γουένερ γίνεται ο τελευταίος από μια σειρά παραδοσιακών εκδοτών και διευθυντών εντύπων που αποχωρούν. Στις αρχές Σεπτεμβρίου 2017, ο Γκρέιντον Κάρτερ ανακοίνωσε ότι θα αποχωρήσει από το Vanity Fair ύστερα από 25 χρόνια ενώ την περασμένη εβδομάδα, η Ρόμπι Μάιερς, επί χρόνια διευθύντρια του Elle, η Νάνσι Γκιμπς από το περιοδικό Time και η Σίντι Λιβ από το Glamour ανακοίνωσαν ότι αποχωρούν.
Και αφού χαθεί η πλειοψηφία στις μετοχές, τι θα γίνει μετά; Ο Γουένερ και ο γιος του, Γκας, εξέφρασαν ήδη την επιθυμία να παραμείνουν στο πηδάλιο μετά την πώληση, ενώ δήλωσαν ότι υπάρχει ένα «ταβάνι» στις φιλοδοξίες που μπορούν να επιτύχουν μόνοι τους. Ακόμα και να μείνουν, όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι όλη αυτή η κίνηση δεν αποτελεί μια αλλαγή σελίδας. Θα συνεχίσει να είναι το ίδιο περιοδικό το οποίο έχει αναδειχθεί σε θεσμό του σχολιασμού της μουσικής, της ποπ κουλτούρας και της αμερικανικής πολιτικής ζωής, επί δεκαετίες; Θα συνεχίσει να βγάζει τα ίδια εμβληματικά και αναγνωρίσιμα εξώφυλλα; Πόσοι αναγνώστες -10 εκατομμύρια διαβάζουν την έντυπη έκδοση στις ΗΠΑ, ενώ εκδίδεται κάθε δεκαπενθήμερο και σε 12 γλώσσες- θα συνεχίσουν να το ψάχνουν σαν ναρκομανής τη δόση του στα σημεία πώλησής του;
Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει στην παραπάνω ερώτηση. Μπορεί, όμως, να είναι βέβαιος ότι οι εποχές άλλαξαν, οι συνθήκες ζωής μεταλλάχθηκαν, οι ήρωες έφυγαν για άλλους πλανήτες. Σήμερα, υπάρχουν τόσο μεγάλες προσωπικότητες, όπως στο παρελθόν; Το 1967, στο εξώφυλλο του πρώτου τεύχους του περιοδικού, εικονίζεται ένας Τζον Λένον με στρατιωτική στολή – παρουσιάστε-αρμ. Εναν χρόνο μετά, ο τραγουδιστής των Beatles ήταν ξανά εξώφυλλο ποζάροντας γυμνός μαζί με τη σύντροφό του Γιόκο Ονο, προκαλώντας σκάνδαλο σε εκείνη την πουριτανή εποχή, αλλά και εκτοξεύοντας στα ύψη τις πωλήσεις του Rolling Stone.
Οχι, αυτό το περιοδικό δεν βασίστηκε στο γυμνό, αλλά στη γυμνή αλήθεια των όσων κατέγραψε στις σελίδες του, μέσα στο πέρασμα των δεκαετιών. Και τα τελευταία τρία χρόνια η ψηφιακή απήχηση του brand αυξήθηκε σχεδόν κατά 50%, η παρουσία του στα social media πάνω από 100% και τα views στα βίντεο κατά περισσότερο από… 700%! Το οποίο σημαίνει ότι η πώλησή του δεν γίνεται σε ένα χρονικό σημείο που αυτό το περιοδικό είναι απαξιωμένο, αλλά τη στιγμή κατά την οποία παραμένει σημείο αναφοράς στον Τύπο. Και, βασικά, πρωταγωνιστής.
Οταν στα μανταλάκια κρεμιούνται, καθημερινά, χιλιάδες περιοδικά με ολόγυμνη σάρκα και κουτσομπολιά, τα άρθρα του «Rolling Stone» καταλάμβαναν και συνεχίζουν να καταλαμβάνουν έκταση χιλιάδων λέξεων -ενώ οι καιροί και το Ιντερνετ επιβάλλουν 200άρια άρθρα- φέροντας διάσημες υπογραφές της δημοσιογραφίας. Με την ευκαιρία, υπόκλιση στον Τομ Γουλφ και στον Χάντερ Τόμπσον που έγραψαν εκεί. Υπόκλιση και για την ανακάλυψη της φωτογράφου Αν Λίμποβιτς η οποία επί χρόνια δημιουργούσε με τα καρέ της τα διάσημα εξώφυλλα του περιοδικού. Τα οποία, δίχως υπερβολή, θα έπρεπε να διδάσκονται σε ανάλογες σχολές του πλανήτη, ως μαθητεία σε μια ανυπέρβλητη τέχνη μέσα από διάφραγμα φωτογραφικού φακού.
Μισό αιώνα τώρα, όλα κύλησαν σε παχιά, κόκκινα χαλιά δόξας και επευφημίας; Στο μεγαλύτερο διάστημα ναι, αλλά κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει ότι, για παράδειγμα, η φήμη του περιοδικού δέχτηκε ισχυρό πλήγμα το 2014, όταν εξέδωσε -αν και αργότερα απέσυρε- ένα άρθρο αναφορικά με έναν υποτιθέμενο βιασμό στους χώρους του πανεπιστημίου της Βιρτζίνια. Κατά τη διάρκεια της δικαστικής μάχης που ακολούθησε, έγινε ξεκάθαρο πως δεν ακολουθήθηκαν βασικές δημοσιογραφικές πρακτικές για να επιβεβαιωθούν τα «γεγονότα» του άρθρου. Fake news, πώς το λένε; Τελικά, οι Γουένερ έχασαν στο δικαστήριο και το περιοδικό αναγκάστηκε να πληρώσει τρία εκατομμύρια δολάρια ως αποζημίωση για το δυσφημιστικό του άρθρο. Προφανώς και δεν ήταν τα χρήματα που χάθηκαν το σημαντικό στην όλη υπόθεση, αλλά το ότι το Rolling Stone απέκτησε μια μουτζούρα στην πορεία του.
Ο Guardian συγκέντρωσε δέκα όχι και τόσο μουσικές, στιγμές που ιχνηλάτησαν τα χνάρια του περιοδικού.
1967: Ο Τζαν Γουένερ δημιουργεί το Rolling Stone μαζί με τον Ραλφ Γκλίσον. Το πρώτο του εξώφυλλο είχε τον Τζον Λένον.
1971: Ξεκινά σε σειρές η δημοσίευση του εμβληματικού έργου του Χάντερ Σ. Τόμσον «Fear and Loathing in Las Vegas». Ενα κλασικό βιβλίο της σύγχρονης αμερικανικής λογοτεχνίας το οποίο γράφτηκε σε δύο μέρη και κυκλοφόρησε σε έναν τόμο το 1972.
1981: Στις 22 Ιανουαρίου κυκλοφορεί το πιο διάσημο εξώφυλλο του περιοδικού και ένα από τα πιο αναγνωρισμένα παγκοσμίως. Ο Λένον στην αγκαλιά της Ονο – σε εμβρυακή στάση. Τη φωτογραφία τράβηξε η Λίμποβιτς λίγες ώρες προτού δολοφονηθεί ο σπουδαίος βρετανός καλλιτέχνης. Το Rolling Stone είχε και την τελευταία συνέντευξη του Τζον.
1991: Το περιοδικό κυκλοφορεί με συνέντευξη του υποψήφιου των Δημοκρατικών για την προεδρία, Μπιλ Κλίντον. Τη συνέντευξη πήρε ο ίδιος ο Τζαν Γουένερ.
2006: To Rolling Stone έχει πραγματοποιήσει σαφή πολιτική στροφή και βάζει στο στόχαστρό του τον Τζορτζ Μπους Τζούνιορ, γελοιοποιώντας τον με μία σειρά σατιρικών καρτούν στα εξώφυλλά του και χαρακτηρίζοντάς τον ως «τον χειρότερο πρόεδρο στην Ιστορία».
2009: Κυκλοφορεί με το περιοδικό το εμβληματικό άρθρο του Ματ Τάιμπι για την Goldman Sachs. Ο δημοσιογράφος χαρακτηρίζει την επενδυτική τράπεζα ως «έναν μεγάλο βρικόλακα -ένα βαμπιρικό καλαμάρι, για την ακρίβεια- που βρίσκεται πάνω στο πρόσωπο της ανθρωπότητας». Μπρρ…
2010: Ο Μπαράκ Ομπάμα απολύει τον στρατηγό Στάνλεϊ Μακ Κρίσταλ, επικεφαλής των αμερικανικών δυνάμεων στο Αφγανιστάν. Η απόλυση ήρθε έπειτα από ένα άρθρο στο Rolling Stone στο οποίο ο στρατηγός και οι σύμβουλοί του εμφανίζονται επικριτικοί απέναντι στον πρόεδρο των ΗΠΑ.
2013: Ο Τζαν Γουένερ τοποθετεί τον γιο του Γκας επικεφαλής της ηλεκτρονικής σελίδας του περιοδικού. Εγινε προφανές ότι ξεκίνησε η αλλαγή φρουράς.
2014: Αρθρο του Rolling Stone αφήνει υπόνοιες για ομαδικό βιασμό στο πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια. Το άρθρο δέχθηκε κριτική, ενώ η Washington Post ανακαλύπτει ανακρίβειες. Το περιοδικό πληρώνει τη διεξαγωγή έρευνας από τη Σχολή Δημοσιογραφίας του πανεπιστημίου Columbia. Τελικά, το Rolling Stone, ντροπιασμένο, καταβάλλει 3 εκατ. δολάρια σε αποζημιώσεις.
2016: Η μουσική εταιρεία Bandlab από τη Σιγκαπούρη αγοράζει το 49% του Rolling Stone.
Από και στο εξής αναζητείται αγοραστής, ο οποίος θα οδηγήσει το περιοδικό στη νέα του εποχή. Αν θα είναι καλύτερη ή αν όλα θα πάνε λάθος, αυτό θα διαφανεί. Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο συγκεκριμένος κύκλος κλείνει, με όλα όσα γράφηκαν στις σελίδες του, με όλα τα εμβληματικά εξώφυλλα που κυκλοφόρησαν, με την κουλτούρα του που έπεσε σαν ποτιστική βροχή στην κοινωνία. Ισως, λοιπόν, το πιο σημαντικό που πούλησε όλα αυτά τα χρόνια ήταν η ιδεολογική ταυτότητα του περιοδικού. Για την οποία δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για το μέλλον, αφού -εάν η American Media ενδιαφερθεί για το Rolling Stone- θα σημάνει στην πραγματικότητα το ολοκληρωτικό τέλος εποχής – ο επικεφαλής της είναι και «σύμμαχος» του Τραμπ: προοδευτικός άνθρωπος, δημοκράτης, καθόλου ξενοφοβικός και σε καμία περίπτωση ρατσιστής – ξέρετε, καταλαβαίνετε…
Κι όλα αυτά για το περιοδικό το οποίο απέδειξε ότι δεν υπάρχουν «ταμπέλες» και «ταυτότητες» και πως εάν έχεις καλό περιεχόμενο μπορείς να γίνεις από τα πιο επιδραστικά περιοδικά στον κόσμο, ακόμα κι αν ο τίτλος σου είναι «Βελονάκι, πλεκτό και ψάρεμα».
Πόσο μάλλον Rolling Stone, αφού πέτρα που κυλά, ποτέ δεν χορταριάζει…