Πρώτη φορά για την «αποφασιστικότητα της Ρωσίας να μεταμορφώσει κάθε έθνος της αυτοκρατορίας της… σε έναν ενιαίο ρωσικό λαό…» o Μίλαν Κούντερα έγραψε πριν από σαράντα χρόνια, το 1983, προειδοποιώντας, συγχρόνως πως «ένα από τα μεγάλα ευρωπαϊκά έθνη (η Ουκρανία) εξαφανίζεται σιγά σιγά. Και αυτό το τεράστιο, σχεδόν απίστευτο γεγονός συμβαίνει χωρίς να το καταλάβει ο κόσμος».
Τότε ο περίφημος τσέχος (όσο και γάλλος) συγγραφέας ήταν 54 χρόνων ενώ σήμερα είναι 94 (την ερχόμενη 1η Απριλίου). Ομως παρά την προχωρημένη του ηλικία προέβη πρόσφατα στην επανέκδοση μιας «κραυγής αγωνίας» για τη χώρα του (την οποία εγκατέλειψε το 1975, διαφεύγοντας στη Γαλλία) και τα υπόλοιπα “μικρά” έθνη της Κεντρικής Ευρώπης.
Το βιβλίο «A Kidnapped West-The Tragedy of Central Europe» αποτελείται από μία διάλεξη που έδωσε στην Ενωση Τσέχων Συγγραφέων το 1967 για τη «Λογοτεχνία και τα Μικρά Εθνη» και από ένα άρθρο που έγραψε για την «Τραγωδία της Κεντρικής Ευρώπης», προειδοποιώντας, μεταξύ άλλων, για το τι συνέβαινε ήδη από τότε στην Ουκρανία.
Γράφοντας για το βιβλίο στην Telegraph, ο Αϊβορ Ρόμπερτς, πρώην πρέσβης της Βρετανίας στη Γιουγκοσλαβία, την Ιρλανδία και την Ιταλία και πρόεδρος του Trinity College της Οξφόρδης, σημειώνει πως το άρθρο του Κούντερα «προετοίμασε τις συνειδήσεις για τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ενωσης στους πρώην σοβιετικούς δορυφόρους».
Ο συγγραφέας υποστήριξε τότε ότι η Δύση είχε αγνοήσει σε μεγάλο βαθμό τα έθνη της Κεντρικής Ευρώπης, τους Ούγγρους, τους Πολωνούς και τους Τσεχοσλοβάκους, κρίνοντας πως ανήκουν αμετάκλητα στην Ανατολή, με τους πολιτισμούς και τις ιστορίες τους να αφομοιώνονται από τον ρωσικό κόσμο. Σύμφωνα με τον Κούντερα, όμως, αυτά τα έθνη κάθε άλλο παρά αφομοιώθηκαν και ανέκαθεν ανήκαν στη Δύση ενώ ο πολιτισμοί τους αποτελούσαν πάντα το καταφύγιο της ταυτότητάς τους.
Σύμφωνα με τον Κούντερα η μεταπολεμική εξαφάνιση αυτών των χωρών από τον χάρτη της Δύσης οφείλετο εν μέρει στην κατακερματισμένη ιστορία τους αλλά και στο ότι δεν είχαν μεγάλη παράδοση ως κρατικές οντότητες σε σχέση με τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά έθνη. Στο άρθρο του εξηγεί πως είχαν παγιδευτεί μεταξύ των Γερμανών από τη μία πλευρά, και των Ρώσων, από την άλλη μεριά, ξοδεύοντας όλες τους τις δυνάμεις στην προσπάθεια να επιβιώσουν και να διατηρήσουν τις γλώσσες και τις κουλτούρες τους.
Ο βρετανός πρώην πρέσβης αναφέρει στην βιβλιοπαρουσίασή του πως οι Αψβούργοι θα μπορούσαν να είχαν σφυρηλατήσει ένα ισχυρό ενοποιημένο κεντροευρωπαϊκό κράτος. Αλλά, «όντας διχασμένοι ανάμεσα στον πανγερμανικό εθνικισμό και τη δική τους κεντροευρωπαϊκή αποστολή, δεν κατάφεραν να δημιουργήσουν μια ισότιμη ομοσπονδία. Οταν η Αυστροουγγαρία κατέρρευσε το 1918, η Κεντρική Ευρώπη εγκαταλείφθηκε ως μια περιοχή μικρών, αδύναμων κρατών που ήταν ευάλωτα στο να κατακτηθούν πρώτα από τον Χίτλερ και μετά από τον Στάλιν», εξηγεί.
«Οπως και τα Βαλκάνια – στα οποία ο Κούντερα δίνει ελάχιστη έως καθόλου σημασία – η Δύση έβλεπε στην Τσεχοσλοβακία και την Πολωνία ως πηγή συνεχών προβλημάτων. Τα Βαλκάνια είχαν πυροδοτήσει τον A΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Τσεχοσλοβακία και η Πολωνία είχαν ανάψει το φιτίλι του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου», προσθέτει.
Ομως ο φιλιππικός του Κούντερα είναι εκ νέου, σαράντα χρόνια μετά τη δημοσίευσή του, επίκαιρος καθώς «η Ρωσία επιδιώκει να ρωσοποιήσει πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες όπως η Λευκορωσία, η Γεωργία, η Μολδαβία και η Ουκρανία και να απωθήσει τη δυτική επιρροή σε πρώην δορυφόρους της, όπως η Πολωνία, η Ουγγαρία και τα δύο κράτη που αποτελούσαν την πρώην την Τσεχοσλοβακία». Οσον αφορά ειδικά την Ουκρανία, δηλωμένος στόχος του Πούτιν είναι, όπως ήταν αρχικά του Στάλιν και στη συνέχεια του Μπρέζνιεφ, η αφομοίωση της Ουκρανίας, «αλλά αυτήν τη φορά οι Ουκρανοί αρνούνται να εξαφανιστούν».
Συγχρόνως, όμως, αποτελεί γεγονός πως από τότε που εκδόθηκε πρώτη φορά το άρθρο του Κούντερα, η Πολωνία καθώς και οι υπόλοιπες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης κατέστησαν «επίσημα, αλλά και πνευματικά» μέλη της Δύσης, μέσω της ένταξής τους στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ. Και σήμερα οι προσεκτικά ουδέτεροι Σουηδοί και Φινλανδοί κατευθύνονται επίσης προς το ΝΑΤΟ, προκαλώντας την οργή του Κρεμλίνου, που εξακολουθεί να κάνει λόγο για καταπάτηση από τη Δύση του ρωσικού ζωτικού χώρου και του δικαιώματος της Ρωσίας σε μία σφαίρα επιρροής.
Επειτα από περισσότερο από έναν χρόνο πολέμου στην Ουκρανία, η Πολωνία έχει υποδεχτεί περισσότερους από 1,5 εκατ. πρόσφυγες από την Ουκρανία, όντας συγχρόνως ένας από τους πιο θερμούς υποστηρικτές της αλλά και η κύρια οδός μεταφοράς των περισσότερων δυτικών όπλων στην Ουκρανία, την οποία συνδράμει στρατιωτικά και η Βαρσοβία (οι στρατιωτικές δαπάνες της οποίας πρόκειται να φτάσουν στο 4% ενώ το ΝΑΤΟ συστήνει ένα 2%). Και, όπως επισημαίνει ο Αϊβορ Ρόμπερτς στο κείμενό του, διαθέτοντας τριπλάσια άρματα μάχης από τη Βρετανία και σχεδιάζοντας να δημιουργήσει τον μεγαλύτερο χερσαίο στρατό στην Ευρώπη, σίγουρα η Πολωνία δεν είναι η χώρα που περιγράφει ο Κούντερα στο άρθρο του.
Εξι χρόνια μετά την έκδοσή του, το Τείχος του Βερολίνου έπεσε, ενώ κατέρρευσαν και κομμουνιστικά καθεστώτα στην Κεντρική Ευρώπη. Στην Τσεχοσλοβακία, μετά την Ανοιξη της Πράγας και τη βίαιη καταστολή της, το κομμουνιστικό καθεστώς παρέμεινε αυστηρό και καταπιεστικό, με τους διανοούμενος της χώρας να χάνουν τις δουλειές τους και να εξαφανίζονται σταδιακά από τη δημόσια σφαίρα. Ακόμη και ο μετέπειτα πρόεδρος της χώρας Βάτσλαβ Χάβελ ήταν περισσότερο γνωστός στο εξωτερικό. Αφού, όμως, οι φοιτητές κατέλαβαν τα πανεπιστήμια και πλήθος κόσμου κατέκλυσε τους δρόμους, η κομμουνιστική ηγεσία αναγκάστηκε να παραιτηθεί και ο Χάβελ και οι σύντροφοί του κατέληξαν ξαφνικά να ηγούνται μιας επανάστασης, ένα από τα κύρια αιτήματα της οποίας ήταν η «επιστροφή στην Ευρώπη».
Η Ουγγαρία ακολούθησε διαφορετική πορεία για να επιστρέψει στην Ευρώπη, καθώς εξήλθε από τον κομμουνισμό με ευθύνη του ίδιου του Κομμουνιστικού Κόμματος, με τους εμπνευσμένους από Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ρεφορμιστές να αποπέμπουν, τελικά, τον κομμουνιστή ηγέτη Γιάνος Κάνταρ ο οποίος είχε διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην καταστολή της ουγγρικής επανάστασης του 1956. Προέβησαν επίσης σε ριζικές μεταρρυθμίσεις, αναγνωρίζοντας το δικαίωμα της συνάθροισης, θεσπίζοντας ένα πολυκομματικό σύστημα και καταργώντας τον ηγετικό ρόλο του Ουγγρικού Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος. Σε αντίθεση με την Πολωνία και την Τσεχοσλοβακία, η έξοδος από τον κομμουνισμό πραγματοποιήθηκε εκ των έσω, δίχως τη χαρισματική ηγεσία που προσέφεραν σε αυτές τις χώρες ο Λεχ Βαλέσα και ο Βάτσλαβ Χάβελ αντίστοιχα.
Ολοκληρώνοντας την παρουσίαση του άρθρου του Κούντερα, ο βρετανός βετεράνος της διπλωματίας σημειώνει πως η καταδίκη της δυτικής αδιαφορίας από τον συγγραφέα, υπενθυμίζει πως πριν από τριάντα χρόνια τα κράτη της Κεντρικής Ευρώπης επέστρεψαν με τις δικές τους δυνάμεις και προσπάθειες στη Δύση. Σήμερα, όμως, ο Μίλαν Κούντερα πρέπει να έχει εκπλαγεί ευχάριστα από τη συνοχή και την ενότητα που επιδεικνύει η Δύση, ανοίγοντας την πόρτα της στην Ουκρανία και σε άλλα πρώην σοβιετικά κράτη που δεν μπορούν να φανταστούν το μέλλον τους εντός μιας ρωσικής σφαίρας επιρροής.