Στις 27 Οκτωβρίου 2022, ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο, ο Eλον Μασκ, απέκτησε επίσημα τους τίτλους κυριότητας της Twitter Inc. γράφοντας στο Twitter πως «το πουλί απελευθερώθηκε». Λίγο αργότερα, όμως, άρχισαν οι απομακρύνσεις κορυφαίων στελεχών, μια σειρά από επίμαχες μαζικές απολύσεις (περίπου οι μισοί από τους 7.500 υπαλλήλους της εταιρείας) και η αλλαγή ενός από τους πιο γνωστούς λογοτύπους στον κόσμο σε X.
Το Twitter ξεκίνησε στη Σίλικον Βάλεϊ το 2006 ως μια πλατφόρμα microblogging που επέτρεπε στους χρήστες να μοιράζονται αναρτήσεις 140 χαρακτήρων, δηλαδή tweets. Εως τον Δεκέμβριο του 2022 μετρούσε περισσότερους από 368 εκατομμύρια ενεργούς χρήστες παγκοσμίως, έχοντας συμβάλει τα προηγούμενα χρόνια στην ανάδειξη και ενδυνάμωση διαφόρων κοινωνικών κινημάτων, από την Αραβική Ανοιξη και το Black Lives Matter έως το #MeToo.
Οπως αναφέρει σε κείμενό της η Χέλεν Γουίντλ της Deutsche Welle, παρότι το Twitter δεν ήταν η μεγαλύτερη πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης από την άποψη του συνολικού αριθμού ενεργών χρηστών (υπολειπόταν όχι μόνο του Facebook και του Instagram, αλλά και άλλων πλατφορμών), κατάφερε να αποκτήσει τεράστια επιρροή, καθώς, μεταξύ άλλων το χρησιμοποιούσαν πολιτικοί ηγέτες, εταιρείες, ΜΜΕ, δημοσιογράφοι και διασημότητες, για να επικοινωνούν αλλά και να προβάλλονται στους κόλπους μιας παγκόσμιας κοινότητας.
Πριν την ολοκλήρωση της συμφωνίας ύψους 44 δισ. δολαρίων (41,5 δισ. ευρώ) για την εξαγορά του Twitter, ο Μασκ είχε υποστηρίξει πως η πλατφόρμα λειτουργούσε ως «η ντε φάκτο δημόσια πλατεία της πόλης», αμφισβητώντας, ωστόσο, την προσήλωσή της στην ελευθερία του λόγου. «Η αποτυχία τήρησης των αρχών της ελευθερίας του λόγου υπονομεύει θεμελιωδώς τη δημοκρατία. Τι πρέπει να γίνει;» είχε ρωτήσει ο Μασκ τα δεκάδες εκατομμύρια των ακολούθων του.
Τελικά –παρότι είχε δεσμευθεί να μη μετατρέψει το Twitter σε ένα «δωρεάν-για-όλους-κολαστήριο»– αυτό που έκανε ο Μασκ ήταν να απολύσει μεγάλο αριθμό συντονιστών περιεχομένου, να διαλύσει το συμβούλιο εμπιστοσύνης και ασφάλειας και να αποκαταστήσει τους λογαριασμούς διάφορων ακροδεξιών εξτρεμιστών και συνωμοσιολόγων, περιλαμβανομένων του λευκού υπερεθνικιστή και αρνητή του Ολοκαυτώματος Νικ Φουέντες και του Αντριου Ανγκλιν, ιδρυτή του The Daily Stormer, ενός ιστοτόπου που προπαγανδίζει την υπεροχή της λευκής φυλής. Τον Νοέμβριο του 2022 έκλεισε και το τμήμα Τύπου, ενώ πλέον απαντά αυτόματα σε κάθε ερώτημα δημοσιογράφων, ΜΜΕ, κ.λπ. με ένα emoji.
Στις εβδομάδες που ακολούθησαν την εξαγορά του Twitter από τον Μασκ, μια μελέτη από ερευνητές στο Πανεπιστήμιο Tufts των ΗΠΑ διαπίστωσε ότι «η ποιότητα των συνομιλιών έχει υποβαθμιστεί, με περισσότερους εξτρεμιστές και διακινητές περιεχομένου μίσους να φτάνουν στα όρια αυτού που μπορεί να επιτρέπει το Twitter». Σήμερα, έναν χρόνο αργότερα, οι επικριτές του Χ καταγγέλλουν ότι η λεγόμενη «δημόσια πλατεία της πόλης» έχει κατακλυστεί από ρητορική μίσους και παραπληροφόρηση.
Ολα αυτά είναι σημαντικά γιατί «ό,τι βρίσκουμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μεταφράζεται ποικιλοτρόπως στον πραγματικό κόσμο» ανέφερε σχετικά στην DW η Ραφαέλα Αντρες, ερευνήτρια στο Leibniz Center for European Economic Research στο Μανχάιμ και συν-συγγραφέας μιας μελέτης για τον αντίκτυπο της νομοθεσίας στην καταπολέμηση της ρητορικής μίσους στο Twitter.
Η βρετανική ΜΚΟ Center for Countering Digital Hate δηλώνει ότι η ρητορική μίσους και οι διακρίσεις έχουν «εκτοξευθεί» στην πλατφόρμα υπό τον Μασκ και για τον λόγο αυτόν διεξάγει τώρα εκστρατείες με στόχο να πείσει κορυφαία brands να σταματήσουν να διαφημίζονται στην πλατφόρμα του. Αντιδρώντας, ο Μασκ υπέβαλε μήνυση κατηγορώντας την οργάνωση ότι βλάπτει τη σχέση του X με τους διαφημιστές. Απείλησε επίσης να μηνύσει την Anti-Defamation League, μια ομάδα προάσπισης των πολιτικών δικαιωμάτων με έδρα τις ΗΠΑ, ισχυριζόμενος ότι η επεδίωξε να «σκοτώσει» την πλατφόρμα του, «κατηγορώντας ψευδώς αυτήν και εμένα για αντισημιτισμό».
«Αντί να δημιουργήσει μια πλατφόρμα για την ελευθερία του λόγου, ο Μασκ δημιούργησε μια πλατφόρμα για την ελευθερία του δικού του λόγου — ή, πιο συγκεκριμένα, για τη δική του ισχύ» έγραψε τον Σεπτέμβριο ο Ντέιβιντ Φρεντς, αρθρογράφος των New York Times, σχολιάζοντας τις απειλές του Μασκ κατά της οργάνωσης. «Πρώτον, [ο Μασκ] έχει αποδείξει ότι είναι απολύτως πρόθυμος να αναλάβει δράση εναντίον ατόμων ή οντοτήτων που αμφισβητούν τον ίδιο ή το Χ. Οπως τεκμηρίωσαν οι φίλοι μου στο Ιδρυμα για τα Ατομικά Δικαιώματα και την Εκφραση, χρησιμοποίησε την εξουσία του για να αναστείλει λογαριασμούς, να πνίξει (ή να περιορίσει την κίνηση) σε ανταγωνιστικές πλατφόρμες και, σύμφωνα με πληροφορίες, για να ενισχύσει τη φωνή του.
»Δεύτερον, αντί να δημιουργήσει μια ελεύθερη αγορά ιδεών, ο Μασκ χρησιμοποιεί το X ως μια αγορά όπου μπορείτε να πληρώνετε για να προωθείτε τις σκέψεις σας. Σύμφωνα με το σύστημα pay-to-play, τα άτομα που επιβαρύνονται με μηνιαία χρέωση για να έχουν πρόσβαση στην premium υπηρεσία του X βλέπουν την εμβέλειά τους να αυξάνεται σημαντικά, απολαμβάνοντας ακόμη και “προτεραιότητα κατάταξης στις συνομιλίες και τις αναζητήσεις”. Και επειδή ο Μασκ έχει επικεντρωθεί στη δημόσια εικόνα της πλατφόρμας, ένας δυσανάλογος αριθμός αυτών των premium λογαριασμών φαίνεται να ασπάζεται τη δεξιά περσόνα του Μασκ και να δημιουργεί την αδιαμφισβήτητη αίσθηση ότι το X κυριαρχείται από ακροδεξιές φωνές που συχνά ξεφαντώνουν με σκληρότητα, φανατισμό. και παραπληροφόρηση» εξηγεί ο αμερικανός αρθρογράφος.
Οσον αφορά τα οικονομικά της δημοφιλούς (ακόμα) πλατφόρμας κοινωνικής δικτύωσης, έως τον Μάιο του 2023, αναλυτές του Fidelity, ενός ταμείου διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων που κατέχει μερίδιο στην X Holdings Corp., διαπίστωσαν ότι η εταιρεία είχε χάσει περίπου τα 2/3 της αξίας της σε σχέση με τα χρήματα που κατέβαλε ο Μασκ για να την εξαγοράσει. Αλλωστε, τον περασμένο Ιούλιο ο ίδιος ο Μασκ είχε παραδεχτεί ότι η εταιρεία είχε χάσει σχεδόν το ήμισυ των διαφημιστικών εσόδων της από τότε που ανέλαβε ο ίδιος τη διεύθυνση και το μάρκετινγκ.