| Shutterstock
Θέματα

Πώς ο κορονοϊός επιβράδυνε την παγκόσμια ιατρική έρευνα

Κλινικές μελέτες διεκόπησαν, προϋπολογισμοί και κονδύλια μετακινήθηκαν, ασθενείς δεν μπορούσαν να αξιολογηθούν. Ειδικά στον τομέα της ογκολογίας, τα προβλήματα γιγαντώθηκαν, όπως εξηγεί μιλώντας στο Protagon ο καθηγητής του ΕΚΠΑ Κωνσταντίνος Συρίγος
Γιάννης Δεβετζόγλου

Η παγκόσμια οικονομία δεν είναι ο μόνος λόγος για τον οποίο είναι δύσκολο να επαναληφθεί ένα γενικευμένο lockdown. Οι «παρενέργειες» της κατάστασης που προκάλεσε η πανδημία του κορονοϊού είναι εμφανείς σε πολλούς τομείς.

Η υγεία είναι ένας από αυτούς και, δυστυχώς, δεν συμβαίνουν μόνο όσα δεινά μπορούμε να δούμε και να αντιληφθούμε. Αλλά και άλλα πολλά, όπως η έρευνα, που σταμάτησε για να επικεντρωθεί με όλες τις δυνάμεις της στον κορονοϊό.

«Οι κλινικές μελέτες για πολλά νοσήματα, συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου, έχουν παγώσει. Ολες οι μελέτες υπέφεραν πάρα πολύ από το πανδημικό κύμα και τελικά οι περισσότερες διεκόπησαν. Αυτό συνέβη για πολλούς λόγους», εξηγεί στο Protagon ο Κωνσταντίνος Συρίγος, καθηγητής Παθολογίας και Ογκολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Ενας από τους πρώτους βασικούς λόγους είναι ότι κάποιοι που είχαν ενταχθεί σε κλινική μελέτη νόσησαν από Covid-19. Aρα, δεν μπορούσε να γίνει αξιολόγηση της πορείας της νόσου και φυσικά των αποτελεσμάτων.

Δεύτερον, οι νέοι ασθενείς που εντάσσονται στις μελέτες θα πρέπει να ελεγχθούν και να ελέγχονται για κορονοϊό συχνά. «Αυτό σημαίνει ότι αλλάζουν τα κριτήρια. Και αλλάζοντας τα κριτήρια, δεν ξέρεις σε αυτήν τη φάση αν κάνεις και ενός τύπου επιλογή», εξηγεί ο κ. Συρίγος.

Και τρίτος και σημαντικότερος λόγος είναι ότι οι υποδομές των χωρών που κάνουν μεγάλες κλινικές μελέτες, όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Βρετανία, είχαν στραφεί προς τον κορονοϊό. Αρα, όλες οι μελέτες έχουν παγώσει μέχρι το τέλος του έτους.

Οσον αφορά αυτές που βρίσκονταν σε εξέλιξη, υπάρχει δίλημμα για το αν τα μέχρι τώρα αποτελέσματά τους μπορούν ή όχι να χρησιμοποιηθούν. «Αρα, ένα από τα θύματα του κορονοϊού ήταν και η ανάπτυξη νέων φαρμάκων που ήταν σε στάδιο κλινικών μελετών», διευκρινίζει ο ίδιος.

Ωστόσο, οι νέες μέθοδοι και οι δραστικές ουσίες που αντιμετωπίζουν τον καρκίνο, όπως μελετήθηκαν από τους ειδικούς στα μεγαλύτερα ερευνητικά ιδρύματα σε όλο τον κόσμο το περασμένο έτος, παρουσιάστηκαν στο μεγαλύτερο ετήσιο συνέδριο, που διεξάγεται από την Αμερικανική Εταιρεία Κλινικής Ογκολογίας (ASCO). Και μεταξύ των ανακοινώσεων υπήρχαν πολύ σημαντικά και ελπιδοφόρα αποτελέσματα…

ASCO 2020

Ο κ. Συρίγος περιγράφει την εμπειρία ως μοναδική, καθώς το συνέδριο πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά χωρίς τη φυσική παρουσία γιατρών και μεταδόθηκε μόνο διαδικτυακά, αλλά, επιπλέον, μεγάλο μέρος του απασχόλησε και ο Sars-Cov-2.

Πόσο έγκυρα μπορούν όμως να είναι τα αποτελέσματα όταν κάτι το έχουμε μελετήσει μόλις τρεις μήνες; «Οσο περνάει ο καιρός, αυξάνεται και ο αριθμός των ασθενών, με κύριες πηγές από την Ευρώπη, την Κίνα και τις ΗΠΑ και μαθαίνουμε πόσο επικίνδυνο είναι για κάποιον που κάνει χημειοθεραπεία να κολλήσει κορονοϊό, τι πρέπει να μας ευαισθητοποιεί, πότε πρέπει να αναβάλουμε τις θεραπείες, πόσο μπορεί να βλάψει κάποιον η αναβολή της θεραπείας. Και δεν είναι μόνο αυτά, καθώς μία διαπίστωση πολύ σημαντική είναι ότι κάποια χειρουργεία που είναι θεραπευτικά, όπως του μαστού, του παχέος εντέρου και του πνεύμονα, με τη νόσο να βρίσκεται σε αρχικό στάδιο, που σημαίνει πως όταν χειρουργείσαι γίνεσαι καλά, καθυστέρησαν σε όλες τις χώρες κάποιους μήνες».

Αν αυτοί οι μήνες είχαν κάποιο σημαντικό ρόλο στην επιβίωση των ασθενών, θα αργήσουμε να το μάθουμε. Αρα, τα παρεπόμενα αυτής της καθυστέρησης θα τα γνωρίζουμε ύστερα από πέντε χρόνια.

Οπως εξηγεί ο κ. Συρίγος, σχολιάζοντας το πώς θα πρέπει να αντιμετωπίζονται τα επιμέρους περιστατικά σε φάσεις όπως το πανδημικό κύμα, οι αντι-νεοπλασματικές θεραπείες, οι οποίες είναι π.χ. ορμονοθεραπεία ή στοχεύουσες θεραπείες, δηλαδή μικρά μόρια και κυρίως από του στόματος χορηγούμενες, δεν θα πρέπει να διακόπτονται καθόλου. Η ακτινοβολία θα πρέπει να γίνεται κανονικά, λαμβάνοντας μέτρα αποστείρωσης στο ακτινολογικό μηχάνημα μεταξύ των ασθενών. Η ανοσοθεραπεία από ό,τι φαίνεται δεν αποτελεί λόγο αναβολής. Η χημειοθεραπεία, όμως, θα πρέπει να αναβληθεί. «Αυτό σημαίνει ότι θα σταματήσει να κάνει θεραπεία περίπου το 50% των ογκολογικών ασθενών. Επίσης, θέλει ιδιαίτερη προσοχή από πλευράς ογκολογικής ομάδας, για το πώς θα διαχειριστεί αυτούς τους ανθρώπους».

Ο Κωνσταντίνος Συρίγος, καθηγητής Παθολογίας και Ογκολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών

Και ευτυχώς τα επιστημονικά αντανακλαστικά των ειδικών, τους είχαν ωθήσει να ακολουθήσουν τις συγκεκριμένες πρακτικές, προτού αυτές ανακοινωθούν ως επίσημες οδηγίες.

«Κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος, προσπαθήσαμε να δώσουμε ατομικές οδηγίες στους ίδιους τους ασθενείς, να τους εξηγήσουμε ποια είναι τα συμπτώματα της Covid-19, ώστε να καταλάβουν όσο πιο γρήγορα γίνεται αν πάσχουν, να ελαττώσουμε τις επισκέψεις στο νοσοκομείο με την εγκατάσταση συστήματος αξιολόγησης και εκτίμησης με email για τις απεικονιστικές εξετάσεις κ.ά.. Κάποιες θεραπείες τις αναβάλαμε ανάλογα με τον στόχο. Δηλαδή, αν ήταν ανακουφιστικός ή εάν γίνονταν για ίαση, προσπαθήσαμε να μην τις αναβάλουμε, αλλά να πάρουμε ειδικά μέτρα προστασίας μέσα στη μονάδα. Και κάποιες θεραπείες που είχαμε την ευκαιρία να γίνουν από του στόματος και όχι στο νοσοκομείο, τις αλλάξαμε προς αυτήν την κατεύθυνση».

Αυτά είχε κάνει τουλάχιστον η κλινική του κ. Συρίγου και μάλιστα αρκετά νωρίς, σε ένα από τα νοσοκομεία αναφοράς, που σημαίνει ότι οι ογκολογικοί ασθενείς δυνητικά είχαν περισσότερες πιθανότητες να κολλήσουν. «Γι’ αυτό τον λόγο ξεκινήσαμε νωρίς και προσέξαμε και τελικά δεν είχαμε ούτε ένα κρούσματα», διαβεβαιώνει.

Ανοσοθεραπεία

Η ανοσοθεραπεία φαίνεται να είναι το παρόν και το μέλλον στην αντιμετώπιση του καρκίνου, καθώς η μέθοδος που εκπαιδεύει το ανοσοποιητικό σύστημα να τον αντιμετωπίζει φαίνεται ότι πλέον έχει καθιερωθεί.

«Στο φετινό ASCO παρουσιάστηκαν μελέτες από τους συνδυασμούς ανοσοθεραπείας με άλλες κλασικές μεθόδους ή από διαφορετικές ανοσοθεραπείες. Δηλαδή, παρουσιάστηκαν μελέτες ανοσοθεραπείας για τον καρκίνο του πνεύμονα και της ουροδόχου κύστης και φαίνεται ότι η προσθήκη λίγης χημειοθεραπείας στην αρχή μαζί προσφέρει πολύ καλά αποτελέσματα και αποτελεί μία πολύ καλή λύση. Επίσης, είχαμε καλές μελέτες για τον συνδυασμό της ανοσοθεραπείας με στοχεύοντα φάρμακα για παθήσεις όπως ο καρκίνος του νεφρού, είτε συνδυασμούς δύο ανοσοθεραπευτικών φαρμάκων, στον καρκίνο του πνεύμονα και του νεφρού. Πάμε λοιπόν στο μέλλον να αυξήσουμε το όφελος της ανοσοθεραπείας, να τη χορηγήσουμε συνδυαστικά», εξηγεί ο κ. Συρίγος.

Βέβαια, και στην περίπτωση της ανοσοθεραπείας ισχύει ο χρυσός κανόνας της πρόληψης, δηλαδή όσο νωρίτερα γίνει η διάγνωση, τόσο καλύτερα. Δηλαδή, περισσότερες πιθανότητες πλήρους ίασης.

«Η ανοσοθεραπεία δεν είναι για όλους τους τύπους όγκου και όλα τα στάδια της νόσου. Προτείνεται κατά περίπτωση και ο συνδυασμός γίνεται με φάρμακα, που από μόνα τους είχαν αποδεδειγμένα αποτελέσματα στο συγκεκριμένο στάδιο», εξηγεί ο καθηγητής.

Μια άλλη περίπτωση ήταν η επέκταση της ανοσοθεραπείας σε μορφές καρκίνου που μέχρι τώρα εκτιμούσαμε ότι δεν ωφελούνταν από τον συγκεκριμένο τύπο θεραπείας. «Για παράδειγμα, έχουμε ανακαλύψει ότι σε μία συγκεκριμένη ομάδα, στον καρκίνο του παχέος εντέρου και σε μία του μαστού, η ανοσοθεραπεία έχει πολύ καλά αποτελέσματα. Για να γνωρίζουμε όμως πότε και σε ποιες περιπτώσεις έχει δράση, θα πρέπει να κάνουμε συγκεκριμένο μοριακό έλεγχο. Δηλαδή την εξέταση που θα αποκαλύψει τελικά εάν η θεραπεία μας θα έχει το επιθυμητό και αναμενόμενο αποτέλεσμα».

Πού οδηγούν όλα αυτά τα αποτελέσματα; Κάθε όγκος θέλει έλεγχο, θέλει ο ογκολόγος να βλέπει το μοριακό προφίλ και να εξατομικεύει τη θεραπεία. Δεν μπορούμε πλέον να έχουμε μία ρετσέτα για όλα και για όλους. «Μοριακός έλεγχος και εξατομίκευση είναι το μέλλον της ογκολογίας».

Η ανοσοθεραπεία, όπως εξηγεί ο ίδιος, από μόνη της δεν αποτελεί εξατομίκευση, άρα τώρα βρίσκουμε τρόπους να την εφαρμόσουμε στις υποομάδες που ωφελούνται περισσότερο. Οι υπόλοιποι ασθενείς θα πρέπει να λάβουν κλασική χημειοθεραπεία. «Δεν έχει κανένα νόημα να δίνεις ανοσοθεραπεία σε όλους ασθενείς», τονίζει.

Πρώτη θεραπεία για καρκίνο του πνεύμονα

Το μεγαλύτερο και καλύτερο νέο όσον αφορά τη θεραπεία και όχι απλώς την αντιμετώπιση του καρκίνου είναι η θεραπεία του καρκίνου του πνεύμονα. «Είναι μία θεραπεία που μπορούμε να το εφαρμόσουμε από αύριο κιόλας σε καρκίνο του πνεύμονα, αρκεί να είναι σε αρχικό στάδιο και να πληροί και κάποιες άλλες προϋποθέσεις. Πρόκειται για γονιδιακή θεραπεία, η οποία για να χορηγηθεί θα πρέπει να γίνει μοριακός έλεγχος μετά το χειρουργείο σε όλους τους ασθενείς, κάτι που μέχρι τώρα δεν είχαμε λόγο να το κάνουμε».

Μάλιστα, η νέα θεραπεία είναι τόσο αποδοτική, που η κλινική μελέτη που διερευνούσε κινδύνους και οφέλη διακόπηκε πρόωρα, λόγω των πολύ καλών αποτελεσμάτων που είχε. Το φάρμακο αυτό δίνεται και σε αρχικά στάδια αμέσως μετά το χειρουργείο. Αρα, το γεγονός αυτό υπογραμμίζει και πάλι την αναγκαιότητα της πρόληψης, δηλαδή προληπτικές εξετάσεις για να ανακαλύπτεις τον όγκο νωρίς, να τον χειρουργείς και μετά να έχεις ένα πολύ καλό φάρμακο για να τον αντιμετωπίσεις.

Ο Κωνσταντίνος Συρίγος MD, PhD, FCCP, είναι καθηγητής Παθολογίας και Ογκολογίας της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, διευθυντής της Γ’ Παθολογικής Κλινικής του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών στο Γενικό Νοσοκομείο Νοσημάτων Θώρακος Αθηνών «Η Σωτηρία», επισκέπτης καθηγητής Ογκολογίας Θώρακος στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Yale και αναπληρωτής καθηγητής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Pittsbrugh στις ΗΠΑ.