Δεν γίνονται αυτά (1). Το περασμένο καλοκαίρι ο Κώστας Σλούκας εγκατέλειψε το ασφαλές περιβάλλον της ομάδας που πέρυσι έπαιξε το καλύτερό της μπάσκετ και έχασε το στέμμα της Ευρώπης για ένα σουτ, για να πάει στο άγνωστο. Σε μια αυτοκρατορία που είχε καταρρεύσει και ζούσε με τις αναμνήσεις της παλιάς της -μακρινής- δόξας. Εκεί θα συναντούσε έναν προπονητή με τον οποίο δεν είχε συνεργαστεί ποτέ ξανά, και συμπαίκτες που ακόμη δεν γνώριζε ποιοι θα ήταν. Θα φορτωνόταν τις μεγάλες προσδοκίες που είχαν από εκείνον οι οπαδοί. Αλλά πήγε.
Διάβηκε τον Ρουβίκωνα, από τον έναν «αιώνιο» αντίπαλο στον άλλον, όπως είχε κάνει το 2010 ο Βασίλης Σπανούλης ακολουθώντας την αντίστροφη διαδρομή, αποφασισμένος να τον μιμηθεί: να γράψει ο ίδιος την ιστορία. Τα κατάφερε. Ανέβασε τη νέα του ομάδα στην κορυφή του ευρωπαϊκού μπάσκετ από την πρώτη του, κιόλας, σεζόν. Ο «Kill Bill» το είχε πετύχει στη δεύτερη χρονιά του στον Πειραιά.
«Μπορείτε να μου πείτε μια καλύτερη ιστορία; Να πας από τον Ολυμπιακό στον Παναθηναϊκό, και να πάρεις την κούπα; Αυτή είναι η καλύτερη ιστορία. Δεν υπάρχει καλύτερη», δήλωσε στα media μεθυσμένος από ευτυχία αμέσως μετά τον κυριακάτικο θρίαμβο στο Βερολίνο. Κι όμως, υπάρχει (καλύτερη ιστορία). Να πάρεις την κούπα ως ο MVP του τουρνουά. Ο 34χρονος Θεσσαλονικιός έβαλε το όνομά του δίπλα σε εκείνα του Σπανούλη, του Παπαλουκά και του Διαμαντίδη. Μέχρι χθες ήταν οι μόνοι Ελληνες που είχαν αναδειχθεί πολυτιμότεροι παίκτες σε ένα Φάιναλ-4.
Η εμφάνιση του Σλούκα στον τελικό ήταν αδιανόητη, αν σκεφτεί κανείς ότι προερχόταν από έναν τραυματισμό που τον ταλαιπώρησε για κάμποσες μέρες (ακόμη και στον ημιτελικό δεν ήταν εντελώς καλά) και ότι το πρώτο μέλημα της Ρεάλ στον αγώνα ήταν να τον εξουδετερώσει. Ο αρχηγός του Παναθηναϊκού έδωσε μια υπέροχη παράσταση και έφτασε τους τέσσερις τίτλους στην Ευρωλίγκα, με τρεις διαφορετικές ομάδες (Ολυμπιακό, Φενέρμπαχτσε και Παναθηναϊκό). Θέλει ακόμη έναν για να ισοφαρίσει το ρεκόρ του Φραγκίσκου Αλβέρτη, που είναι ο Έλληνας με τα περισσότερα τρόπαια στη διοργάνωση.
Δεν γίνονται αυτά (2). Ο εξαιρετικά φιλόδοξος Εργκίν Αταμάν, κατακτητής της Ευρωλίγκας το 2021 και το 2022, δέχτηκε να αναλάβει τον ναυαγισμένο «Εξάστερο» και να πάρει το ρίσκο να «χτίσει» μια πρωταθλήτρια Ευρώπης από το μηδέν. Το είχε ξανακάνει με επιτυχία, με την Αναντολού Εφές, όμως τέτοια θαύματα δεν συμβαίνουν κάθε μέρα. Το πιο εξωφρενικό σε αυτή την ιστορία ήταν η σιγουριά του ότι θα τα κατάφερνε. «Αγοράστε εισιτήρια για το Φάιναλ-4». «Αν δεν πάμε στο Βερολίνο, να μη με λένε προπονητή του Παναθηναϊκού», έλεγε στους οπαδούς στις αρχές της σεζόν, όταν ακόμη η ομάδα… τρόμαζε να νικήσει στο Περιστέρι. Πολλοί τον θεωρούσαν αλαζόνα και γραφικό, αλλά μιλούσε το ένστικτο του καλού κόουτς και η αυτοπεποίθηση του ανθρώπου που ξέρει τη δουλειά.
Η πίστη του μεταδόθηκε σιγά – σιγά στους παίκτες του. Κι έπειτα στην εξέδρα. Τα sold out επέστρεψαν στο ΟΑΚΑ, και τα χαμόγελα στα πρόσωπα των οπαδών. Οι νίκες έγιναν κανόνας. Η ελπίδα, ενθουσιασμός. Ο MVP της εφετινής Ευρωλίγκας είναι ο Αταμάν, ο οποίος έγραψε το πιο υπέροχο success story του ευρωπαϊκού μπάσκετ τα τελευταία χρόνια. «Είσαι ο καλύτερος, είσαι ο Νο 1 προπονητής. Θα ήθελα να παίξω για έναν προπονητή σαν εσένα», ήταν το παράσημο που καρφίτσωσε στο πέτο του τούρκου κόουτς ο Γιάννης Αντετοκούνμπο.
Δεν γίνονται αυτά (3). Επειτα από σχεδόν δύο χρόνια απουσίας, ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος επέστρεψε με όραμα και κέφι για οικονομικές υπερβάσεις. Οπως αυτές που έπεισαν τον Σλούκα να αφήσει τη βολή του στον Ολυμπιακό, και τον ΝΒΑer, Κέντρικ Ναν, να έρθει τον Οκτώβριο από την άλλη άκρη του Κόσμου σε μια ομάδα που, ακόμη, δεν έδειχνε ικανή για μεγάλα πράγματα. Η φλόγα του Γιαννακόπουλου για επιτυχίες φούντωσε πάλι, έτσι ξαφνικά. Λες και του το ζήτησαν οι ιδρυτές της πράσινης αυτοκρατορίας, ο Παύλος και ο Θανάσης, στο όνειρό του.
Δεν γίνονται αυτά. Και όμως, έγιναν. Ο Παναθηναϊκός των 12 νέων παικτών και του νέου προπονητή, που πέρυσι τερμάτισε 17ος, εφέτος κατέλαβε τη 2η θέση της κανονικής περιόδου, κάτι που μέχρι τα μισά της σεζόν δεν περίμενε ούτε ο πιο αισιόδοξος υποστηρικτής του. Ο Παναθηναϊκός, που είχε να παίξει πέντε χρόνια σε πλέι-οφ, ξεπέρασε το εμπόδιο της Μακάμπι Τελ Αβίβ στο Game 5. Ο Παναθηναϊκός, που επέστρεψε σε Φάιναλ-4 μετά 12 χρόνια, νίκησε στον ημιτελικό τη Φενέρ με +16 πόντους. Κι έπειτα, στον τελικό, την περσινή πρωταθλήτρια, Ρεάλ, ίσως την καλύτερη ομάδα που έχουν δει τα ευρωπαϊκά γήπεδα τα τελευταία χρόνια, με +15.
Ποτέ στο παρελθόν μια ομάδα δεν είχε κατακτήσει το τρόπαιο δυο φορές στην ίδια πόλη. Η στέψη του Παναθηναϊκού έγινε στην «Uber Arena», στο ίδιο γήπεδο όπου πριν από 15 χρόνια είχε σηκώσει την πέμπτη του κούπα (τότε ονομαζόταν «Ο2 Αrena»), υπό το βλέμμα του Αλβέρτη και του Διαμαντίδη, των δυο εμβληματικών αρχηγών του. Θα συμφωνούν και εκείνοι, ότι το χθεσινό ήταν το πιο ανέλπιστο τρόπαιο της ιστορίας του. Ποτέ άλλοτε δεν ανέβηκε στην κορυφή του ευρωπαϊκού μπάσκετ, εκκινώντας από τόσο χαμηλά. Το έβδομο αστέρι στη φανέλα θα θυμίζει ένα πραγματικό έπος.