Θέματα

Πώς ξαφνικά έγινε αμφιλεγόμενο και το αντηλιακό;

Πρόσφατα άνοιξε η συζήτηση για τα συστατικά των αντηλιακών και την ασφάλειά τους. Αλλά δεν υπάρχει κανένας επιστημονικός ή ιατρικός φορέας πουθενά στον πλανήτη που θα συστήσει να μη φοράμε αντηλιακό εξαιτίας ενός αόριστου κινδύνου
Δέσποινα Κουκλάκη

Το «βάλε αντηλιακό» είναι για τους δερματολόγους όπως το «πες καλημέρα το πρωί και καλησπέρα το βράδυ». Τόσο αυτονόητο! Είναι εδώ και χρόνια επιστημονικά τεκμηριωμένο ότι η χρήση αντηλιακού σε κάθε έκθεση στον ήλιο –όχι μόνο στην παραλία το καλοκαίρι, αλλά και στις εξωτερικές δουλειές τον χειμώνα– μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο καρκίνου του δέρματος, ενώ προστατεύει το δέρμα και από τη γήρανση.

Ολες οι δερματολογικές εταιρίες του κόσμου υποστηρίζουν τη χρήση αντηλιακού και την προσεκτική έκθεση στον ήλιο. Ξαφνικά, όμως, άρχισαν να ακούγονται (μέσα από τα… ηχεία του διαδικτύου και των κοινωνικών δικτύων) και κάποιες φωνές που εγείρουν ερωτήματα σχετικά με το πόσο ασφαλή είναι τα αντηλιακά. Στο στόχαστρο βρίσκονται κυρίως τα αντηλιακά που περιέχουν χημικές φόρμουλες και όχι τόσο εκείνα που περιέχουν φυσικά συστατικά.

Οπως γράφει το αμερικανικό περιοδικό TIME, ο σκεπτικισμός στις Ηνωμένες Πολιτείες ξεκίνησε περίπου το 2019, όταν η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) ζήτησε πρόσθετα δεδομένα ασφαλείας από τους κατασκευαστές αντηλιακών, με το σκεπτικό ότι κάποιες χημικές ουσίες μπορούσαν να θεωρηθούν ασφαλείς, κάποιες άλλες όχι, ενώ για κάποιες τρίτες δεν υπήρχαν επαρκή δεδομένα.

Η FDA έκανε απλώς τη δουλειά της, αλλά η ανακίνηση του θέματος πυροδότησε, σύμφωνα με το TIME, μια δημόσια συζήτηση σχετικά με τους πιθανούς κινδύνους που κρύβουν τα κοινά αντηλιακά.

Το ίδιο περίπου διάστημα, ερευνητές της FDA κυκλοφόρησαν δύο μελέτες σύμφωνα με τις οποίες οι κοινές αντηλιακές χημικές ουσίες μπορούν να περάσουν από το δέρμα στην κυκλοφορία του αίματος. Αυτό προκάλεσε ανησυχία και νέες συζητήσεις, παρότι σε καμία από τις δύο μελέτες δεν διατυπώθηκε σύσταση αποφυγής του αντηλιακού. Αντίθετα, οι ερευνητές ενθάρρυναν τη χρήση του.

Σαν να ρίχνει λάδι στη φωτιά, όπως το διατυπώνει το TIME, το 2021 ένα αμερικανικό εργαστήριο ανακοίνωσε ότι βρήκε το καρκινογόνο βενζόλιο σε πολλά αντηλιακά. Προκλήθηκε βέβαια δημόσιος σάλος και κάποιες από τις πιο γνωστές εταιρείες αντηλιακών (όπως η Coppertone) ανακάλεσαν παρτίδες από τα προϊόντα τους για να καθησυχάσουν το καταναλωτικό κοινό.

Την ίδια χρονιά η Χαβάη άρχισε να επιβάλλει περιορισμούς στις πωλήσεις αντηλιακών που περιείχαν δύο συγκεκριμένα χημικά (οξυβενζόνη και οκτινοξάτη), με το επιχείρημα ότι προκαλούσαν φθορά στους κοραλλιογενείς υφάλους. Παρόμοιοι νόμοι έχουν επιβληθεί και σε άλλα μέρη του κόσμου, προκαλώντας ανησυχίες και για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του αντηλιακού.

Στο πλαίσιο αυτών των προβληματισμών, η Ευρώπη έχει προτείνει όριο περιεκτικότητας των αντηλιακών σε ορισμένα χημικά χαμηλότερο από ό,τι στην Αμερική.

Είναι βάσιμες οι ανησυχίες;

Δεν υπάρχει κανένας επιστημονικός ή ιατρικός φορέας πουθενά στον πλανήτη που θα συστήσει να μη φοράμε αντηλιακό εξαιτίας ενός αόριστου κινδύνου. Κάποιες μελέτες έχουν διαπιστώσει πως τα φίλτρα UV απορροφώνται μέσω του δέρματος, όμως καμία δεν έχει αποδείξει ότι αυτό συνιστά κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία.

«Το ότι μπορούμε να μετρήσουμε τις χημικές ουσίες των φίλτρων στα ούρα, δεν σημαίνει ότι υπάρχει πρόβλημα στον οργανισμό» λέει στο TIME η δρ Βικτόρια Γουέρθ, δερματολόγος στο Penn Medicine.

Αλλες μελέτες έχουν συνδέσει τις χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στα αντηλιακά με ορισμένες ορμονικές αλλαγές, με πιθανές επιπτώσεις στους νεφρούς και το αναπαραγωγικό σύστημα, ακόμη και με καρκίνο.

Οπως εξηγεί επίσης στο TIME η δρ Αρκέινα Σαντού, ενδοκρινολόγος στο Houston Methodist Hospital, «ακόμη και αν αυτοί οι συσχετισμοί προκύπτουν ύστερα από έρευνα σε ζώα, είναι πολύ δύσκολο να υποστηρίξει κανείς ότι υπάρχει πράγματι κίνδυνος για τον άνθρωπο».

Οπως το θέτει η Σαντού, η προστασία που προσφέρει το αντηλιακό είναι δεδομένη, ενώ οι κίνδυνοι που πιθανόν προκύπτουν από τη χρήση του ακόμη ελέγχονται… «Εκτός αυτού, οι άνθρωποι εκτίθενται καθημερινά σε πολλές δυνητικά επιβλαβείς χημικές ουσίες από διάφορες πηγές: προϊόντα ομορφιάς, πλαστικά, τρόφιμα, νερό, και το ίδιο το περιβάλλον. Αν αποφύγουν το αντηλιακό, σε καμία περίπτωση δεν θα μηδενίσουν τον κίνδυνο». 

Αντίστοιχα, μεγάλο μέρος της έρευνας για τα αντηλιακά και τις βλάβες των κοραλλιών βασίζεται σε εργαστηριακά δεδομένα και υπάρχουν άλλες μελέτες που υποστηρίζουν ότι το περιβαλλοντικό ρίσκο δεν είναι τόσο ώστε να δικαιολογεί απαγορεύσεις.

Τι λέει η Ελληνική Δερματολογική Εταιρεία

«Ο καρκίνος του δέρματος είναι μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα, όπως επίσης και ο ρόλος της χρόνιας αθροιστικής δράσης της υπεριώδους ηλιακής ακτινοβολίας στο δέρμα, ως παράγοντας κινδύνου για πολλές μορφές δερματικών καρκινωμάτων. Τα αντηλιακά αποδεδειγμένα προστατεύουν από τη χρόνια φθορά που προκαλεί ο ήλιος στα κύτταρα του δέρματος όχι μόνο στο πεδίο της καρκινογένεσης αλλά και της φωτογήρανσης» αναφέρει στο Protagon o πρόεδρος της Ελληνικής Δερματολογικής και Αφροδισιολογικής Εταιρείας, Ιωάννης Μπάρκης, δερματολόγος-αφροδισιολόγος, διδάκτορας της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ.

Οπως προσθέτει ο ίδιος, «τις προδιαγραφές των αντηλιακών τις θέτουν με μεγάλη αυστηρότητα οι αρμόδιοι ελεγκτικοί φορείς, όπως ο ΕΟΦ και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων. Μέχρι σήμερα δεν έχει αποδειχθεί η επικινδυνότητα των αντηλιακών φίλτρων ως δυνητικά καρκινογόνων. Οι πολίτες μπορούν να εμπιστεύονται τις συστάσεις του δερματολόγου τους και να επιλέγουν προϊόντα που πωλούνται στα φαρμακεία. Ως γενική συμβουλή, επιλέγουμε αντηλιακό με υψηλό δείκτη προστασίας για τη UVB ακτινοβολία (SPF>20), με ικανοποιητική προστασία για το φάσμα της UVA ακτινοβολίας, καλλυντικές υφές μη φαγεσωρογόνες, και εξυπακούεται πως πρέπει κάθε χρόνο να ανανεώνουμε  το προϊόν».

Για τον καρκίνο του δέρματος

Οι τρεις πιο συνηθισμένοι τύποι καρκίνου του δέρματος είναι το βασικοκυταρικό καρκίνωμα, το ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα και το μελάνωμα. Το μελάνωμα είναι η πιο επικίνδυνη μορφή καρκίνου του δέρματος. Αντιπροσωπεύει περίπου το 4% όλων των νέων περιστατικών καρκίνου στην Ευρωπαϊκή Ενωση και ευθύνεται για το 1,3% των θανάτων από καρκίνο.

Το μελάνωμα είναι ο πέμπτος συχνότερος διαγνωσμένος καρκίνος, τόσο στους άνδρες (μετά τους καρκίνους προστάτη, πνεύμονα, παχέος εντέρου και ουροδόχου κύστης) όσο και στις γυναίκες (μετά τους καρκίνους μαστού, παχέος εντέρου, πνεύμονα και τραχήλου της μήτρας). Συγκαταλέγεται, δε, στις 15 πιο θανατηφόρες μορφές καρκίνου.

Ετησίως, διαγιγνώσκονται πάνω από 100.000 νέα μελανώματα στην ΕΕ, ελαφρώς περισσότερα στους άνδρες σε σύγκριση με τις γυναίκες. Επίσης, σε ετήσια βάση, σχεδόν 16.500 ασθενείς πεθαίνουν από μελάνωμα.

Η έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία που εκπέμπεται από τον ήλιο ή από τεχνητές πηγές (π.χ. σολάριουμ) είναι ο κύριος παράγοντας κινδύνου για μελάνωμα. Αλλοι παράγοντες κινδύνου είναι το ανοιχτόχρωμο δέρμα, το ιστορικό ηλιακών εγκαυμάτων, το οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του δέρματος.