Σύμφωνα με τα ιστορικά δεδομένα, η πατάτα ήταν γνωστή στους ιθαγενείς των Περουβιανών και των Βολιβιανών Ανδεων περίπου τέσσερις χιλιετίες πριν αγαπηθεί από τους Ευρωπαίους και γίνει μια από τις πιο σημαντικές τροφές τους. Σε ορισμένες, μάλιστα, περιοχές αποτελούσε βασικό συστατικό της καθημερινής διατροφής.
Οι πατάτες, ανακάλυψη των ισπανών και των πορτογάλων κονκισταδόρ, ήρθαν στην Ευρώπη το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα και στην Ελλάδα τις εισήγαγε το 1828 ο πρώτος κυβερνήτης της χώρας, ο Ιωάννης Καποδίστριας. Φαίνεται όμως ότι η «καλλιέργεια των γεώμηλων» ήταν γνωστή στα Επτάνησα ήδη από το 1800.
Ο κόσμος τις λατρεύει. Βραστές, ψητές, τηγανιτές ή μαγειρεμένες μαζί με κρέας ή/και μαζί με άλλα λαχανικά, καταναλώνονται καθημερινά σε τεράστιες ποσότητες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες η πατάτα κατατάσσεται σταθερά ως το πιο δημοφιλές λαχανικό της χώρας. Oπως αναφέρει η Washington Post, σύμφωνα με το Υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ, το 2019 καταναλώθηκαν ανά άτομο σχεδόν 23 κιλά πατάτες, ποσότητα πολύ μεγαλύτερη από τις ντομάτες, που έρχονται δεύτερες στο τραπέζι των Αμερικανών.
Για το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα, εξάλλου, η Ευρώπη ήταν ο αδιαμφισβήτητος παγκόσμιος καταναλωτής πατάτας (με σχεδόν 90 κιλά ανά κάτοικο ετησίως), καθώς και ηγέτης στην παραγωγή πατάτας – πλέον, η πρωτοκαθεδρία έχει περάσει στην Ασία. Ωστόσο, επτά ευρωπαϊκές χώρες συγκαταλέγονται στους 10 κορυφαίους παγκόσμιους παραγωγούς.
Είναι, όμως, λαχανικό οι πατάτες, ή μήπως κατατάσσονται στα δημητριακά;
(Και τις ντομάτες, για παράδειγμα, τις θεωρούμε λαχανικό, ωστόσο κατατάσσονται στα φρούτα. Ποια είναι η διαφορά του φρούτου από το λαχανικό; Ο απλός καταναλωτής θα πει ότι το λαχανικό τρώγεται με τα αλμυρά γεύματα, ενώ το φρούτο είναι πιο γλυκό και το τρώμε στο πρωινό μας αλλά και αργότερα, ως σνακ ή επιδόρπιο. Βοτανικά, όμως, το φρούτο προκύπτει από το άνθος του φυτού και συνήθως περιέχει σπόρους, ενώ λαχανικό θεωρείται κάθε άλλο μέρος του φυτού. Με βάση αυτή την επιστημονική λογική, λοιπόν, όχι μόνο η ντομάτα, αλλά και το αγγούρι, το καλαμπόκι, η μπάμια και η μελιτζάνα, όσο και αν μας εκπλήσσει, κατατάσσονται στα φρούτα.)
Λαχανικό που διατροφικώς μοιάζει με τα επεξεργασμένα δημητριακά
Αυτή η εκπληκτικά πολωτική ερώτηση εξετάζεται τώρα από την Αμερικανική Επιτροπή Διατροφικών Οδηγιών στο πλαίσιο της αποστολής της να αξιολογεί τις τελευταίες έρευνες και να εκδίδει κάθε πέντε χρόνια νέες συστάσεις προς την κυβέρνηση για την υγεία, με την επόμενη έκδοση να έχει οριστεί για το 2025.
Ενώ οι περισσότεροι ειδικοί σε θέματα διατροφής και οι βοτανολόγοι λένε ότι οι πατάτες είναι λαχανικό, μαίνεται εδώ και χρόνια μια αντιπαράθεση για το αν πρέπει να θεωρούνται δημητριακό ή μέρος άλλης ομάδας τροφίμων, συχνά στο όνομα της δημόσιας υγείας, ειδικά στις ΗΠΑ, όπου περισσότερο από το 40% των ατόμων ηλικίας 20 ετών και άνω θεωρούνται παχύσαρκοι. Και αυτό γιατί διατροφικά μοιάζουν περισσότερο με τα δημητριακά, κυρίως τα επεξεργασμένα.
«Κάποια στιγμή θα πρέπει να καταλάβουμε πόσο άρρωστοι είμαστε» δήλωσε στην Washington Post ο Τζέρολντ Μάντε, διευθύνων σύμβουλος του μη κερδοσκοπικού οργανισμού Nourish Science και επίκουρος καθηγητής Διατροφής στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. «Το πρόβλημα είναι τα εξαιρετικά επεξεργασμένα τρόφιμα, όχι οι πατάτες. Αλλά εξαρτάται από το πώς φτιάχνονται οι πατάτες και σε τι μετατρέπονται» τονίζει.
Οι πατάτες μπορούν να είναι μια υγιής πηγή υδατανθράκων. Περιέχουν βιταμίνες C και B6, καθώς και σημαντικά μέταλλα όπως κάλιο, μαγνήσιο και σίδηρο. Ωστόσο, σύμφωνα με το USDA, η συντριπτική ποσότητα της πατάτας που παράγεται στις ΗΠΑ πωλείται σε επεξεργασμένες μορφές, και σχεδόν η μισή παραγωγή μετατρέπεται σε κατεψυγμένα προϊόντα, κυρίως τηγανητές πατάτες.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών συνιστούν περίπου 400 γραμμάρια φρούτων και λαχανικών την ημέρα, για την πρόληψη χρόνιων ασθενειών που σχετίζονται με τη διατροφή, εξαιρουμένης της πατάτας ή άλλων αμυλούχων κονδύλων.
Ο Μάντε, που εργαζόταν στο USDA, λέει πως οι πατάτες είναι λαχανικό. Ωστόσο, υποστήριξε τις προσπάθειες της κυβέρνησης Ομπάμα να κρατηθούν οι λευκές πατάτες εκτός λίστας λαχανικών που μπορούν να πληρωθούν μέσω του WIC, ενός προγράμματος κουπονιών που χρηματοδοτείται από την κυβέρνηση, για γυναίκες, βρέφη και παιδιά που χρειάζονται συμπληρωματική διατροφή. Αυτό συμβαίνει επειδή «δεν υπάρχει έλλειψη πατάτας στη διατροφή των ανθρώπων. Στην πραγματικότητα, υπάρχει υπερβολική κατανάλωση».
Οπως και η ψητή εκδοχή της, η πολιτική ιστορία της αμερικανικής πατάτας είναι παραφορτωμένη. Το 2006, η Εθνική Ακαδημία Ιατρικής υποστήριξε τον ισχυρισμό ότι οι λευκές πατάτες δεν πρέπει να αποτελούν μέρος του προγράμματος WIC, αλλά μέλη του Κογκρέσου –μεταξύ των οποίων και εκείνοι από Πολιτείες που καλλιεργούν πατάτες– τάχθηκαν κατά της απόφασης.
Πέντε χρόνια αργότερα, το Κογκρέσο ψήφισε τη ματαίωση της σύστασης του USDA, σύμφωνα με την οποία τα επιδοτούμενα γεύματα έπρεπε να περιλαμβάνουν μόνο δύο μερίδες πατάτες ή αμυλούχα λαχανικά την εβδομάδα.
Το 2013, η Εθνική Ενωση WIC κατηγόρησε το Κογκρέσο και τη βιομηχανία της πατάτας ότι «προσπάθησαν να παρακάμψουν τη διαδικασία επιστημονικής αναθεώρησης», προειδοποιώντας ότι έτσι άνοιξαν την πόρτα σε δυνητικά ανθυγιεινά τρόφιμα «να εισαχθούν στη συσκευασία τροφίμων WIC».
Το 2015, η Εθνική Ακαδημία Ιατρικής άλλαξε τη στάση της απέναντι στην πατάτα, συνιστώντας να συμπεριληφθεί στο πρόγραμμα WIC και δηλώνοντας ότι οι μητέρες και τα παιδιά χρειάζονταν περισσότερα από κάθε είδους λαχανικά, συμπεριλαμβανομένου του αμυλούχου είδους. Πατάτες μπορούν να αγοραστούν με κουπόνια WIC, εφόσον δεν έχουν πρόσθετα σάκχαρα, λίπη ή έλαια.
«Γιατί δεν έλαβε την υποστήριξη που χρειαζόταν; Επειδή η βιομηχανία τροφίμων και οι σύμμαχοί τους είναι πολιτικά ισχυροί» δήλωσε ο Μάντε. «Κανείς δεν απαγόρευε τις πατάτες. Λέγαμε απλώς, “αν πρόκειται να δώσετε στους ανθρώπους περισσότερα χρήματα για επιπλέον λαχανικά, αυτά δεν θα έπρεπε να είναι πατάτες”» διευκρίνισε.
Ο Καμ Κουάρλς, διευθύνων σύμβουλος του National Potato Council, ενός λόμπι των αγροτών της πατατοβιομηχανίας, χαρακτήρισε τις προηγούμενες προσπάθειες για περιορισμό της πατάτας στα ομοσπονδιακά προγράμματα διατροφής «πολύ πολιτικοποιημένες» και «σε αντίθεση με την επιστήμη που περιβάλλει το θέμα».
Είπε ότι η καταχώρηση της πατάτας ως οτιδήποτε άλλο εκτός από λαχανικό θα επιβάρυνε τις σχολικές περιφέρειες με υψηλότερο σχολικό μεσημεριανό κόστος, λόγω των απαιτήσεων της ομάδας τροφίμων, και «θα άλλαζε επίσης τη διαθεσιμότητα πατάτας πλούσιας σε θρεπτικά συστατικά σε προγράμματα όπως το WIC, το Child and Adult Care Food Program και το Meals on Wheels», δήλωσε στην Washington Post.
«Αυτή η αλλαγή θα είχε μεγάλο αντίκτυπο στα ομοσπονδιακά προγράμματα σίτισης» έγραψε σε email του. «Οι σχολικές περιφέρειες και τα διατροφικά προγράμματα βασίζονται στην ευελιξία της πατάτας και στο σχετικά χαμηλό κόστος της σε σύγκριση με άλλα είδη, για τη συγκέντρωση γευμάτων για Αμερικανούς που δεν έχουν επισιτιστική ασφάλεια» πρόσθεσε.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή «εξετάζει αλλαγές σε ομάδες τροφίμων» και έχει συζητήσει την πιθανή «εναλλαγή αμυλούχων λαχανικών και δημητριακών», σύμφωνα με κατάθεση του Καμ Καρλς εκ μέρους του Εθνικού Συμβουλίου Πατάτας, τον περασμένο Σεπτέμβριο. Ο Καρλς υποστήριξε ότι «τα αμυλούχα λαχανικά και τα δημητριακά είναι δυο πολύ διαφορετικές ομάδες τροφίμων, που παίζουν σαφώς διαφορετικούς ρόλους στη συμβολή των θρεπτικών συστατικών στη διατροφή». Το USDA δεν το σχολίασε.
Η Κάθριν Μπάλαντεκιν, διαιτολόγος και επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Μπάφαλο, στο Τμήμα Επιστημών Ασκησης και Διατροφής, συμφώνησε ότι οι Αμερικανοί πρέπει να τρώνε μια ευρύτερη ποικιλία λαχανικών και να μειώσουν την πρόσληψη επεξεργασμένων τροφίμων. Αλλά είπε επίσης ότι οι πατάτες μπορεί να είναι «υπερπλούσιες σε θρεπτικά συστατικά» και ότι ο τομέας της διατροφής είχε γενικά πρόβλημα με τη «δαιμονοποίηση» των τροφίμων.