Αριστερά, ο Ρομάν Πολάνσκι στο Φεστιβάλ Καννών και, δεξιά, το εξώφυλλο του περιοδικού Le Point με την Εμανουέλ Σενιέ και τη Σαμάνθα Γκάιμερ | CreativeProtagon/Shutterstock/Τwitter
Θέματα

Τη βίασε ο Πολάνσκι στα 13 της – γιατί τον «αθωώνει» 45 χρόνια μετά

Θύμα του διάσημου σκηνοθέτη, σύμφωνα με τις αμερικανικές αρχές, που επιμένουν στην έκδοσή του για να δικαστεί, όχι όμως και κατά την ίδια: η Σαμάνθα Γκάιμερ μίλησε με τη σύζυγο του Πολάνσκι, Εμανουέλ Σενιέ, για την υπόθεση που εξακολουθεί δεκαετίες μετά να απασχολεί το Χόλιγουντ —«αθωώνοντάς» τον
Protagon Team

Το 1977 ο Ρομάν Πολάνσκι κατηγορήθηκε στις ΗΠΑ ότι νάρκωσε και βίασε τη 13χρονη Σαμάνθα Γκάιμερ, προκαλώντας ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα που εξακολουθούν έκτοτε να απασχολούν το Χόλιγουντ. Ωστόσο, η Γκάιμερ είπε στη σύζυγο του σκηνοθέτη ότι ποτέ δεν θεώρησε «σημαντικό» αυτό που της συνέβη.

Σε συζήτησή της με την Εμανουέλ Σενιέ, η οποία δημοσιεύθηκε στο γαλλικό περιοδικό Le Point, η Γκάιμερ, 59 ετών σήμερα, είπε ότι το περιστατικό δεν είχε ποτέ μόνιμες επιπτώσεις πάνω της. «Ημουν καλά, είμαι ακόμα καλά» διαβεβαίωσε, ενώ έκανε σφοδρή κριτική στο κίνημα #MeToo.

Ο τότε 43χρονος Ρομάν Πολάνσκι είχε προσκαλέσει την έφηβη Σαμάνθα στο σπίτι του Τζακ Νίκολσον (το ζήτησε από τη μητέρα της) για να κάνουν μια φωτογράφιση για τη γαλλική έκδοση του περιοδικού Vogue, με το οποίο συνεργαζόταν ως guest. Πριν της επιτεθεί, προσέφερε στο κορίτσι σαμπάνια και Quaalude, ναρκωτική ουσία δημοφιλή σε πάρτι της εποχής.

Σήμερα, 46 χρόνια μετά την επίθεση, η Σαμάνθα Γκάιμερ υποβαθμίζει τον αντίκτυπο της σεξουαλικής κακοποίησής της, γράφει στην Telegraph ο Ντέιβιν Μίλγουορντ, ανταποκριτής της βρετανικής εφημερίδας στις ΗΠΑ.

«Επιτρέψτε μου να είμαι πολύ ξεκάθαρη: αυτό που συνέβη με τον Πολάνσκι δεν ήταν ποτέ μεγάλο πρόβλημα για μένα» είπε. «Δεν ήξερα καν ότι ήταν παράνομο, ότι κάποιος θα μπορούσε να συλληφθεί γι’ αυτό. Ημουν καλά, είμαι ακόμα καλά. Το γεγονός ότι το κάναμε μεγάλη υπόθεση με βαραίνει τρομερά».

Μετά την επίθεση ο Πολάνσκι συνελήφθη και εξέτισε ποινή φυλάκισης μόλις 42 ημερών, στο πλαίσιο ενός εξωδικαστικού συμβιβασμού: παραδέχτηκε ενώπιον των αμερικανικών αρχών την ενοχή του για την τέλεση της σεξουαλικής πράξης με ανήλικη και η εισαγγελία απέσυρε τις υπόλοιπες πέντε βαρύτατες κατηγορίες, για βιασμό με χρήση ναρκωτικών, διαστροφή, σοδομισμό, άσεμνη πράξη σε παιδί και παροχή ουσιών σε ανήλικη.

Το 1978, λίγες ώρες πριν καταδικαστεί, ο γεννημένος στην Πολωνία πολυβραβευμένος σκηνοθέτης διέφυγε στη Γαλλία και σήμερα, στα 89 του, παραμένει φυγάς, αποφεύγοντας προσεκτικά τις χώρες με τις οποίες οι ΗΠΑ έχουν συνάψει συνθήκη έκδοσης. Να σημειωθεί ότι ο Πολάνσκι έχει αντιμετωπίσει και άλλες κατηγορίες για σεξουαλική επίθεση, τις οποίες αρνείται.

H Σαμάνθα Γκάιμερ σε δικαστήριο του Λος Αντζελες, όπου ζήτησε από τον δικαστή να κλείσει την υπόθεση εναντίον του Πολάνσκι, το 2017 (EPA/PAUL BUCK)

Στο μεταξύ, η Σαμάνθα Γκάιμερ προέτρεψε τις ΗΠΑ να αποσύρουν τις κατηγορίες: «Οι άνθρωποι προσποιούνται ότι ενεργούν στο όνομα της δικαιοσύνης ή επειδή με υποστηρίζουν, αλλά είναι το αντίθετο αυτού που θέλω και όλων όσων λέω ότι θέλω» εξήγησε.

«Τώρα όλοι θα πρέπει να γνωρίζουν ότι ο Ρομάν έχει πια εκτίσει την ποινή του. Η οποία ήταν… μεγάλη, αν θέλετε τη γνώμη μου. Από την πλευρά μου, κανείς δεν ήθελε να πάει φυλακή, αλλά το έκανε και ήταν αρκετό. Πλήρωσε το χρέος του στην κοινωνία. Τέλος της ιστορίας. Εκανε ό,τι του ζητήθηκε, μέχρι που η κατάσταση βγήκε εκτός ελέγχου και δεν είχε άλλη επιλογή από το να φύγει. Οποιος πιστεύει ότι του αξίζει να είναι στη φυλακή, κάνει λάθος. Δεν είναι αλήθεια σήμερα και δεν ήταν αλήθεια χθες».

Η Σαμάνθα Γκάιμερ είπε ότι ένιωσε θύμα μόνον όταν κυνηγήθηκε από τον Τύπο, και έπρεπε να υποστεί πολλές εμφανίσεις στο δικαστήριο: «Αν κάποιος είχε κάτι να πει για τον Ρομάν, για οποιαδήποτε κακομεταχείριση, το 1977 θα ήταν μια πολύ καλή χρονιά για να με βοηθήσει» προσέθεσε. «Επειδή δεν μπορούσαμε πια να βγούμε με την οικογένειά μου από το σπίτι μας! Ολοι μάς έκαναν επιθέσεις. Κανείς δεν ήρθε να σταθεί στο πλευρό μου και να πει: “Ε, ξέρεις τι; Νομίζω ότι [αυτή] λέει την αλήθεια, γιατί κάτι παρόμοιο συνέβη και σε μένα”. Η ιστορία δεν ήταν ιδιωτική, κυκλοφορούσε σε εφημερίδες σε όλον τον κόσμο! Αλλά όχι, κανένας, ούτε μία από τις γυναίκες που σήμερα ισχυρίζονται ότι είχαν πρόβλημα με τον Ρομάν, δεν μπήκε στον κόπο να επικοινωνήσει μαζί μου».

Κατά τη διάρκεια της συζήτησής τους, η σύζυγος του Ρομάν Πολάνσκι είπε ότι οι σεξουαλικές συμπεριφορές ήταν διαφορετικές στα τέλη της δεκαετίας του 1970: «Θυμάμαι την εποχή που άρχιζα να δουλεύω· έγινα μοντέλο στα 14 μου», είπε η Εμανουέλ Σενιέ, «όλα τα κορίτσια, τα μοντέλα, κοιμόντουσαν με τους φωτογράφους και εγώ δεν αποτελούσα εξαίρεση. Αλλά το σεξ ήταν κάτι φυσιολογικό, μια φυσική πτυχή της ζωής. Δεν υπήρχε όλο αυτό το δράμα, όλο αυτό το σκοτάδι γύρω από το σεξ».

Η Γκάιμερ συμφώνησε και φάνηκε να κριτικάρει το κίνημα #MeToo: «Είναι λυπηρό για τις γυναίκες, αλλά ειδικά για τις νέες γυναίκες. Φαντάσου να ενηλικιώνεσαι σε αυτή την εποχή, μου φαίνεται φρικτό. Δεν καταλαβαίνω τι το φεμινιστικό υπάρχει στο να διεκδικείς τη θυματοποίηση. Σήμερα είναι χρήσιμος ο πόνος των γυναικών· υπάρχει μια ολόκληρη βιομηχανία που εκμεταλλεύεται τον πόνο. Οσες συμμετέχουν σε αυτό δεν ξέρουν σε τι μπαίνουν».

Ασκησε, επίσης, κριτική στη φεμινίστρια δικηγόρο Γκλόρια Ολρεντ, η οποία έχει αναλάβει τις υποθέσεις γυναικών που έχουν παραπονεθεί για σεξουαλική επίθεση. Η Ολρεντ, δήλωσε η Γκάιμερ, «απλώς μειώνει τις γυναίκες για να εκμεταλλευθούν τον πόνο τους· λυπάμαι, αλλά αυτό δεν είναι άμυνα».

Απαντώντας στη Σαμάνθα Γκάιμερ, η Γκλόρια Ολρεντ είπε στην Telegraph: «Εχω εκπροσωπήσει και συνεχίζω να εκπροσωπώ πολλά θύματα παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης, τόσο σε αστικές αγωγές όσο και σε ποινικές υποθέσεις εναντίον ισχυρών ανδρών, μεταξύ των οποίων δύο που έχουν κάνει καταγγελίες στις αρχές επιβολής του νόμου κατά του Ρομάν Πολάνσκι. Η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών είναι “ένα μεγάλο πρόβλημα” για όλα τα θύματα που εκπροσωπώ. Η επίθεση της κυρίας Γκάιμερ εναντίον μου δεν θα αποτρέψει εμένα ή τους πελάτες μου. Θα συνεχίσω να υποστηρίζω ότι ο Ρομάν Πολάνσκι πρέπει να εκδοθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες για να αντιμετωπίσει την ποινή».

Η αμερικανίδα δικηγόρος τόνισε ακόμη ότι «δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως καταξιωμένος σκηνοθέτης. Αντίθετα, θα πρέπει να είναι γνωστός ως φυγάς από τη Δικαιοσύνη, ο οποίος διέφυγε από τις ΗΠΑ επειδή δεν είναι διατεθειμένος να αντιμετωπίσει έναν δικαστή που θα τον καταδικάσει για σεξουαλική θυματοποίηση ενός παιδιού».

Δημοσιογράφοι περιμένουν τις δηλώσεις του Ρομάν Πολάνσκι λίγο μετά τη σύλληψή του στο Λος Αντζελες, στις 11 Μαρτίου 1977 (HBO Documentary Films)

Η Εμανουέλ Σενιέ, πρώην μοντέλο, ηθοποιός και τραγουδίστρια, είναι η τρίτη σύζυγος του Ρομάν Πολάνσκι. Ο πρώτος γάμος του με την πολωνή ηθοποιό Μπαρμπάρα Κβιατόβσκα-Λας κατέληξε σε διαζύγιο το 1962, μετά από τρία χρόνια. Η δεύτερη σύζυγός του, Σάρον Τέιτ, δολοφονήθηκε από μέλη της αίρεσης του Τσαρλς Μάνσον το 1969. Το 1989 παντρεύτηκε την τότε 23χρονη Εμανουέλ Σενιέ, πρωταγωνίστρια στο δικό του θρίλερ, «Frantic».

Η γαλλίδα ηθοποιός, με την οποία απέκτησαν δύο παιδιά, εμφανίστηκε επίσης σε σημαντικούς ρόλους στις ταινίες του Πολάνσκι «Τα Μαύρα Φεγγάρια του Ερωτα», «Η Ενάτη Πύλη» (1999), «Η Αφροδίτη με τη Γούνα» (2013), «Μια Αληθινή Ιστορία» (2017) και «Κατηγορώ…!» (2019).

Η Σαμάνθα Γκάιμερ, η οποία το 2014 δημοσίευσε τα απομνημονεύματά της με τίτλο «The Girl: A Life in the Shadow of Roman Polanski», κατά την προώθηση του βιβλίου της είπε ότι η στάση των τριών γιων της απέναντι στην υπόθεση την ενθάρρυνε να μιλήσει, γράφει στην Telegraph ο Ντέιβιντ Μίλγουορντ.

Αρχικά, θυμάται, η ίδια και η οικογένειά της κυνηγήθηκαν από τα μέσα ενημέρωσης και χαρακτηρίστηκαν… χρυσοθήρες: «Θα παρατηρήσετε ότι η κουλτούρα έχει αλλάξει, όλα έχουν αντιστραφεί και τώρα είναι ο Ρομάν το Τέρας» είπε στον Guardian. Οσο για τον Πολάνσκι, παρά το γεγονός ότι διέφευγε της αμερικανικής Δικαιοσύνης και αδυνατούσε να εργαστεί στο Χόλιγουντ, η καριέρα του συνέχισε να ανθίζει.

Το 1979 σκηνοθέτησε την «Tess», μια ταινία αφιερωμένη στη μνήμη της Σάρον Τέιτ, η οποία  κέρδισε βραβεία καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας στη Γαλλία, ενώ έλαβε επίσης τρία Οσκαρ. Δύο χρόνια αργότερα σκηνοθέτησε τις θεατρικές παραγωγές του έργου «Amadeus» του Πίτερ Σάφερ, στις οποίες συμπρωταγωνίστησε, επίσης, ως Μότσαρτ.

Το 1988 γύρισε το θρίλερ «Frantic», με πρωταγωνιστή τον Χάρισον Φορντ, όπου γνώρισε και τη Σενιέ. Η σκηνοθετική του καριέρα συνεχίστηκε τη δεκαετία του 1990 με μια σειρά ταινιών όπως τα «Μαύρα Φεγγάρια του Ερωτα» («Bitter Moon», 1992), ενώ το 1997 σκηνοθέτησε το μιούζικαλ «Ο Χορός των Βρυκολάκων», μετατρέποντας την ταινία του 1967 σε μουσικό υπερθέαμα. Η παράσταση ανέβηκε για πρώτη φορά το θέατρο Raimund της Βιέννης και μετά την επιτυχία της στην αυστριακή πρωτεύουσα συνεχίστηκε περιοδεύοντας στη Γερμανία και τη Δανία.

Το 1998 ο Ρομάν Πολάνσκι εξελέγη μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας Καλών Τεχνών. Και το 2002 σκηνοθέτησε τον «Πιανίστα», βασισμένο στην αυτοβιογραφία του πολωνοεβραίου μουσικού Βλαντισλάβ Σπίλμαν. Η ταινία βραβεύτηκε και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, μεταξύ άλλων με τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών, επτά Βραβεία Σεζάρ και τρία Οσκαρ: Καλύτερης Σκηνοθεσίας, Διασκευασμένου Σεναρίου και Α’ Ανδρικού Ρόλου.

Η καριέρα του συνεχίστηκε με το ιστορικό δράμα για την Υπόθεση Ντρέιφους «Κατηγορώ!» («J’Accuse!», 2019), που κέρδισε το μεγάλο βραβείο της κριτικής επιτροπής στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας και ένα βραβείο Σεζάρ στη Γαλλία το 2020, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις, με αρκετές ηθοποιούς να αποχωρούν από την αίθουσα.