| CreativeProtagon / Shutterstock
Θέματα

Πόσο πιθανή (και επιτακτική) είναι μια ανακωχή στην Ουκρανία;

Δεδομένων των αγεφύρωτων διαφορών μεταξύ Κιέβου και Μόσχας σε βασικά ζητήματα, όπως το καθεστώς της Κριμαίας και του Ντονμπάς, και της ηθικής δέσμευσης της Ουκρανίας και της Δύσης να μην παραχωρηθούν εδάφη στη Μόσχα με αντάλλαγμα την ειρήνη, «μόνο μια ανακωχή που θα παγώσει τις γραμμές του μετώπου μπορεί να συμφωνηθεί στην παρούσα φάση, όχι μια περιεκτική λύση του πολέμου».
Protagon Team

Ο πόλεμος στην Ουκρανία, με τις ανακτήσεις εδαφών από τους Ουκρανούς και τους αδιάκριτους και τρομοκρατικούς βομβαρδισμούς από την πλευρά της Ρωσίας, βρίσκεται πλέον σε ένα εξαιρετικά κρίσιμο σημείο. Στην παρούσα φάση υφίστανται μια βεβαιότητα και ένα παράδοξο, τα οποία μαζί συνθέτουν έναν άκρως δισεπίλυτο γρίφο.

Το βέβαιο είναι ότι δεν μπορεί να επιτραπεί στον Βλαντίμιρ Πούτιν να αναδειχθεί με οποιονδήποτε τρόπο νικητής, δεν γίνεται να επιβραβευθεί η επιθετικότητά του, οπότε δεν γίνεται να παραχωρηθούν ουκρανικά εδάφη στη Ρωσία με αντάλλαγμα μια «ειρήνη», την οποία κατά πάσα πιθανότητα η Μόσχα θα εκλάμβανε ως πράσινο φως για μελλοντικές επιθετικές ενέργειες.

Οσο για το παράδοξο, έγκειται στο γεγονός πως η παραπάνω στάση, όχι μόνο σχεδόν αποκλείεται να πείσει το Κρεμλίνο να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων κάποια στιγμή, αλλά ενδέχεται να ωθήσει τον ρώσο πρόεδρο να φθάσει στα άκρα, δηλαδή στη χρήση πυρηνικών όπλων, εφόσον στριμωχτεί ακόμη περαιτέρω. Σε αυτό το πλαίσιο και όσον αφορά την εξέλιξη του πολέμου τίθενται τρία κρίσιμα ερωτήματα:

Α. Υφίσταται, όντως, η πυρηνική απειλή;

Οι αδιάκριτες πυραυλικές επιθέσεις που εξαπέλυσαν οι Ρώσοι κατά του Κιέβου και άλλων ουκρανικών πόλεων την περασμένη Δευτέρα ως αντίποινα για την έκρηξη στη γέφυρα της Κριμαίας καταδεικνύει καταρχάς ότι «η Ρωσία διαθέτει ακόμα πάρα πολλά εργαλεία για κλιμάκωση», γράφει σε ανάλυσή του στους Financial Times ο Αλεξάντερ Γκαμπούεφ, συνεργάτης του ιδρύματος Carnegie Endowment for International Peace.

«Τα τραγικά γεγονότα της 10ης Οκτωβρίου είναι μια υπενθύμιση ότι κανένα μέρος της Ουκρανίας δεν είναι ασφαλές από τις ρωσικές επιθέσεις, οπότε στην παρούσα φάση δεν είναι δυνατή η πλήρης επιστροφή προσφύγων και καμία ανοικοδόμηση. Οι ύποπτες επιθέσεις κατά υποδομής ζωτικής σημασίας της Γερμανίας δείχνουν ότι η επικράτεια του ΝΑΤΟ είναι επίσης ευάλωτη», προειδοποιεί. 

Η ρωσική αντίδραση στην καταστροφή της γέφυρας της Κριμαίας την επομένη των εβδομηκοστών γενεθλίων του ρώσου προέδρου αποκαλύπτει επίσης ότι ο Πούτιν δεν ανέχεται τις ταπεινώσεις. «Κάθε άλλο παρά οπισθοχωρεί. Πεισμώνει, δίχως να λαμβάνει υπόψη του τις στρατηγικές συνέπειες των πράξεών του», εξηγεί ο ρώσος αναλυτής. Οι πυραυλικές επιθέσεις, για παράδειγμα, ώθησαν τους δυτικούς συμμάχους του Κιέβου να εντείνουν την υποστήριξή τους προς την Ουκρανία (δεσμευόμενοι και για ταχεία παράδοση προηγμένων συστημάτων αεράμυνας). Συγχρόνως, ενίσχυσαν τη βούληση των Ουκρανών να συνεχίσουν να αντιστέκονται, ωστόσο ο ρώσος πρόεδρος διέταξε τις επιθέσεις.

Πώς, όμως, σχετίζονται οι παραπάνω διαπιστώσεις με την πυρηνική απειλή; «Οι στρατιωτικές επιτυχίες της Ουκρανίας και η αδυναμία του Κρεμλίνου να τις αντιμετωπίσει συμβατικά, μπορεί να φέρουν τη Δύση στο ανώτατο σημείο κλιμάκωσης της αντιπαράθεσης με μια πυρηνική υπερδύναμη. Δεδομένου του συναισθηματισμού του Πούτιν, αυτή η στιγμή θα μπορούσε να έρθει γρήγορα και απρόβλεπτα, αφήνοντας σε όσους αποφασίζουν λίγο χρόνο για να προετοιμαστούν για κάτι όπως η περικύκλωση, η αιχμαλώτιση ή η θανάτωση μιας ρωσικής στρατιωτικής φρουράς στη Χερσώνα», αναφέρει ενδεικτικά ο Αλεξάντερ Γκαμπούεφ. Μια τέτοια ταπείνωση θα μπορούσε να εξωθήσει τον Πούτιν να πατήσει το κουμπί, θεωρεί ο ρώσος ειδικός.

Πολύ πιο καθησυχαστική, όσον αφορά το ενδεχόμενο πυρηνικής κλιμάκωσης του πολέμου, είναι η άποψη που εκφράζει ο Αλεξ Μπριντό, αναλυτής του Eurasia Group με ειδίκευση στην Ουκρανία και στη Ρωσία. Μιλώντας στο GZERO (τον ενημερωτικό ιστότοπο του Eurasia Group), ανέφερε πως οι πυραυλικές επιθέσεις ήταν «πιθανώς μια μεμονωμένη τακτική απάντηση σε μια στρατηγική οπισθοδρόμηση», τα «σκληρά αντίποινα» που απαιτούσαν οι σκληροπυρηνικοί υποστηρικτές του Πούτιν για την έκρηξη στη γέφυρα της Κριμαίας.

Ωστόσο, «οι Ρώσοι πρέπει να είναι πρακτικοί: τα όπλα ακριβείας εξαντλούνται και δεν μπορούν να αντέξουν μια παρατεταμένη εκστρατεία αεροπορικών επιδρομών». Το ότι ο Πούτιν, αναφερθείς στην έκρηξη, έκανε λόγο για τρομοκρατική ενέργεια, «μάλλον σημαίνει ότι τείνει περισσότερο προς συμβατικές αντιδράσεις παρά στα πυρηνικά όπλα», οπότε «οι πιθανότητες να χρησιμοποιήσει ένα πυρηνικό όπλο η Ρωσία εξακολουθούν να είναι λίγες. Ο κίνδυνος δεν είναι αμελητέος, αλλά είναι πολύ μικρός», θεωρεί ο Αλέξ Μπριντό.

Ομως ο Γκαμπούεφ δεν συμμερίζεται την άποψή του. Θεωρεί πως οι απόπειρες της Δύσης να αποτρέψει έναν απελπισμένο Πούτιν από τη χρήση πυρηνικών όπλων μέσω «ενός συνδυασμού νέων κυρώσεων, περαιτέρω διπλωματικής απομόνωσης και, πιθανώς, συμβατικών επιθέσεων του ΝΑΤΟ εναντίον ρωσικών στρατιωτικών στόχων στην Ουκρανία» δεν έχουν καμία εγγύηση επιτυχίας. «Για να βελτιωθούν οι πιθανότητες αποτροπής μιας τελικής αναμέτρησης, θα πρέπει να τεθούν τώρα οι βάσεις για τη διπλωματία».

Β. Οι ρωσικές ελίτ στηρίζουν ή όχι τον Πούτιν;

Αυτό είναι ένα επίσης καίριο ερώτημα, καθώς η πτώση του Πούτιν θα άλλαζε άρδην τα δεδομένα. Ο ρώσος ηγέτης θα μπορούσε να απολέσει την εξουσία μόνον εάν διαβρωνόταν η στρατιωτική, κοινωνική και οικονομική βάση πάνω στην οποία πατάει εδώ και περισσότερο από μια εικοσαετία.

Το ότι οι ελίτ που τον στηρίζουν σήμερα θα μπορούσαν να στραφούν εναντίον του αύριο, συζητείται στη Δύση από τις πρώτες ημέρες της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Ωστόσο, οι όποιες ελπίδες για κάτι τέτοιο διαψεύδονται συνεχώς και αυτό δείχνει μεταξύ άλλων πως τα αντιδυτικά αισθήματα στους κόλπους των ρωσικών ελίτ συνεχίζουν να είναι πιο έντονα σε σχέση με τις όποιες αμφιβολίες για τον Βλαντίμιρ Πούτιν.

Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τις πρόσφατες, ταπεινωτικές αποτυχίες των ρωσικών δυνάμεων στο πεδίο, «τίθεται το ερώτημα εάν οι ρωσικές ελίτ είναι έτοιμες να παραμείνουν δίπλα στον Πούτιν μέχρι το τέλος, ειδικά εν μέσω αυξανόμενων απειλών για χρήση πυρηνικών όπλων», γράφει η Τατιάνα Στανόβαγια στον ιστότοπο του Carnegie Endowment for International Peace.

Εως σήμερα, εξηγεί η ρωσίδα αναλύτρια, «η συναίνεση των ελίτ βασιζόταν σε ένα καλά εδραιωμένο σύνολο πεποιθήσεων τις οποίες προσυπέγραψαν όχι μόνο οι “siloviki” ή οι αξιωματούχοι των υπηρεσιών ασφαλείας, αλλά και οι πραγματιστές τεχνοκράτες: ότι η Δύση θα κάνει ό,τι μπορεί για να γονατίσει τη Ρωσία· ότι από τη στιγμή που η Ρωσία άρχισε αυτόν τον πόλεμο, πρέπει να τον κερδίσει· πως οποιονδήποτε συμβιβασμό κάνει η Ρωσία, θα χρησιμοποιηθεί εναντίον της και επομένως δεν αποτελεί επιλογή».

Πλέον, όμως, δεδομένης της ανατροπής της κατάστασης στο πεδίο και της κρίσης που προκάλεσε η μερική επιστράτευση, «η ιδέα ότι η Ρωσία θα επικρατήσει αναπόφευκτα, έχει αρχίσει να επισκιάζεται από αμφιβολίες όσον αφορά το τίμημα που είναι διατεθειμένη να καταβάλει η Ρωσία για να γονατίσει την Ουκρανία. Οσο περισσότερο μαίνεται η σύγκρουση και όσο περισσότερους πόρους ρίχνει το ρωσικό καθεστώς στο καμίνι του πολέμου, τόσο πιο πολύ ενδέχεται να διχαστούν οι ρωσικές ελίτ και τόσο πιο σοβαροί να καταστούν αυτοί οι διχασμοί».

Τίποτα δεν αποδεικνύει πως οι ρωσικές ελίτ θεωρούν την Ουκρανία υπαρξιακή απειλή για τη Ρωσία, ούτε ότι συμμερίζονται τις απόψεις του Πούτιν περί της ανάγκης απόδοσης ιστορικής δικαιοσύνης και απελευθέρωσης του αδελφού ουκρανικού λαού από τους νεοναζιστές του Κιέβου που υποστηρίζονται από τη Δύση. Ομως, πλέον, την εν λόγω κοσμοθεωρία δεν την απορρίπτουν μόνον οι τεχνοκράτες αλλά και πολλά από τα γεράκια της Μόσχας, που θεωρούν «ασύγκριτα πιο σημαντικό να τερματιστεί αυτός ο πόλεμος χωρίς να ηττηθούν», στόχος που θα μπορούσε να επιτευχθεί με πολλούς τρόπους, πέρα από την «απόλυτη νίκη».

Με λίγα λόγια όσο πιο ρευστός και ευρύς καθίσταται ο ορισμός της νίκης εντός των ρωσικών ελίτ, τόσο θα εξασθενεί η αδιαλλαξία του Πούτιν. Συγχρόνως, όσο πιο απειλητικός γίνεται ο ρώσος πρόεδρος, κραδαίνοντας τα πυρηνικά του όπλα, τόσο πιο ρευστή θα καθίσταται η έννοια της ρωσικής επικράτησης στους κόλπους των ελίτ. «Οταν οι απειλές του αρχίσουν να φαίνονται πιο ρεαλιστικές, η υποστήριξη των ελίτ προς τον Πούτιν και τις ενέργειές του θα δοκιμαστεί σκληρά, και αυτό ισχύει και για τους πιο στενούς συνεργάτες του».

Το συμπέρασμα της Στανόβαγια είναι, οπότε, ότι «o Πούτιν είναι έτοιμος να φτάσει μέχρι τέλους και να μετατρέψει τους πάντες σε ραδιενεργή σκόνη, εκτός και εάν επιτραπεί στη Ρωσία να κερδίσει με τρόπο που η ίδια θεωρεί ικανοποιητικό. Οι ελίτ είναι, προς το παρόν, ακόμη πρόθυμες να υποστηρίζουν τον Πούτιν ενάντια στην Ουκρανία, αλλά η πεποίθησή τους ότι η νίκη είναι αναπόφευκτη εξασθενεί. Και αν δεν υπάρξει νίκη, απομένουν δύο επιλογές: η ήττα, που θα σήμαινε την κατάρρευση του καθεστώτος Πούτιν και όλων των σχετικών κινδύνων για την άρχουσα ελίτ, ή το πυρηνικό εγχείρημα το οποίο θα επέφερε μια παγκόσμια απειλή για τη φυσική επιβίωση. Εως τον Σεπτέμβριο οι ρωσικές ελίτ ενέμεναν στην πραγματιστική τους επιλογή να στηρίζουν τον Πούτιν ως εγγυητή της μη ήττας. Ομως τα πράγματα έχουν προχωρήσει τόσο πολύ που ίσως να πρέπει τώρα να επιλέξουν ανάμεσα σε διάφορα σενάρια ήττας. Αυτό καθιστά τον Πούτιν πολύ πιο ευάλωτο, γιατί ενδέχεται απλώς να διαπιστώσει ότι αυτός και οι ελίτ συμβιβάζονται με διαφορετικά σενάρια», καταλήγει η Τατιάνα Στανόβαγια.

Γ) Πόσο πιθανή είναι μια κατάπαυση των εχθροπραξιών;

Μια εκεχειρία, με στόχο να αναλάβει δράση η διπλωματία, αποτελεί τη μοναδική εναλλακτική επιλογή στο σενάριο της άνευ όρων συνθηκολόγησης  της Ουκρανίας στο μυαλό του Πούτιν αλλά και της Ρωσίας στο μυαλό του Ζελένσκι. Πώς, όμως, θα μπορούσε να επιτευχθεί μια κατάπαυση του πυρός;

Ο Αλεξάντερ Γκαμπούεφ, ο πιο ανήσυχος όσον αφορά το ενδεχόμενο καταφυγής του Πούτιν σε πυρηνικά όπλα, θεωρεί πως ακριβώς το πιο καταστροφικό ενδεχόμενο θα μπορούσε εν τέλει να ωθήσει τα αντίπαλα στρατόπεδα να ξεπεράσουν το διπλωματικό αδιέξοδο. «Δεδομένων του μεγάλου διακυβεύματος και της συναισθηματικής έντασης, το παράθυρο της διπλωματίας ενδέχεται να ανοίξει την πιο δραματική στιγμή: για παράδειγμα, όταν ο Πούτιν αρχίσει να ανοίγει την πυρηνική εργαλειοθήκη του, η οποία θα είναι ορατή στο ΝΑΤΟ. Μόνο τότε μπορεί η ουκρανική και η δυτική κοινή γνώμη να πειστούν ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη διαπραγμάτευσης».

Η Δύση εξακολουθεί να καλύπτει το Κίεβο, όταν δηλώνει πως δεν πρόκειται να συναινέσει στην παραχώρηση ούτε σπιθαμής ουκρανικού εδάφους στη Ρωσία. Αλλά σίγουρα δεν φαίνεται διατεθειμένη να έρθει αντιμέτωπη με τον Αρμαγεδδόνα, ενδεχόμενο με το οποίο, αντιθέτως, φαίνεται πως έχουν συμβιβαστεί οι Ουκρανοί.  

Μιλώντας στον Ρομπέρτο Μποντζόρνι της ιταλικής εφημερίδας Il Sole 24 Ore, ο Βιτάλι Κιμ, διοικητής των ουκρανικών δυνάμεων που επιχειρούν στο Μικολάιβ ανέφερε πως τα στρατεύματά του «έχουν σχεδόν ολοκληρώσει την περικύκλωση 30.000 ρώσων στρατιωτών στην περιφέρεια της Χερσώνας».  

Σύμφωνα με τον Αλεξάντερ Γκαμπούεφ ακριβώς «η σύλληψη ή η εκτέλεση μιας ρωσικής στρατιωτικής φρουράς στη Χερσώνα» θα μπορούσε να είναι η «ταπείνωση» που θα ωθήσει τον Πούτιν στα άκρα. Ερωτηθείς εάν η περιοχή του Μικολάιβ είναι προετοιμασμένη για μια πυρηνική επίθεση, ο ουκρανός διοικητής απάντησε πως «έχουμε αρκετά πυρηνικά καταφύγια. Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για κάθε ενδεχόμενο». Και για αυτόν τον λόγο είναι επιτακτική η καταφυγή, το ταχύτερο δυνατό, στη διπλωματία, γιατί οι Ουκρανοί δηλώνουν έτοιμοι να υποστούν ό,τι χρειαστεί, ακόμη και ένα πυρηνικό πλήγμα, αρκεί να ηττηθούν οι εισβολείς από τη Ρωσία.

Στην ανάλυσή του ο Αλεξάντερ Γκαμπούεφ επισημαίνει πως στις όποιες διπλωματικές προσπάθειες είναι απαραίτητη η συμμετοχή το Τζο Μπάιντεν, καθώς μόνον αυτόν αναγνωρίζει το Κρεμλίνο ως επικεφαλής του αντιπάλου στρατοπέδου. Συγχρόνως, όμως, οι ΗΠΑ πρέπει να συνεργαστούν και να συντονιστούν με το ΝΑΤΟ και, φυσικά, με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι. «Οσο νωρίτερα αρχίσουν ειλικρινείς κεκλεισμένων των θυρών συζητήσεις, τόσο πιο πιθανό είναι να περιοριστεί ο κίνδυνος κλιμάκωσης».

Δεδομένων, ωστόσο, των αγεφύρωτων διαφορών μεταξύ Κιέβου και Μόσχας σε βασικά ζητήματα, όπως το καθεστώς της Κριμαίας και του Ντονμπάς, και της ηθικής δέσμευσης της Ουκρανίας και της Δύσης να μην παραχωρηθούν εδάφη στη Μόσχα με αντάλλαγμα την ειρήνη, «μόνο μια ανακωχή που θα παγώσει τις γραμμές του μετώπου μπορεί να συμφωνηθεί στην παρούσα φάση, όχι μια περιεκτική λύση του πολέμου».