Είναι να μη σκαλίζεις μνήμες; Το 124 Sport Spider ήταν βγαλμένο από τις καλές δεκαετίες της Fiat, 1960 και 1970, τότε που η ιταλική εταιρεία αποφάσισε να ανέβει επίπεδο με ένα αυτοκίνητο αρρενωπό, κλασικά πισωκίνητο, οδηγοκεντρικό και με χαρακτήρα. Για την ακρίβεια, είχε και ψωμοτύρι το παντιλίκι, όλα αυτά σε μια εποχή που δεν υπήρχαν ηλεκτρονικά, ένα εκατομμύριο ντιρεκτίβες και προστατευτισμοί.
Μερικά εκατοστά παραπάνω πίεσης της δεξιάς σου πατούσας στο πεντάλ του γκαζιού ξαμολούσαν στην ατμόσφαιρα ωραίο, μπρούτο ήχο από τα διπλά καρμπιρατέρ της Weber και, αν ήξερες την τέχνη, μπορούσες να κάνεις και θεαματική είσοδο στο πλατειάκι της γειτονιάς σου υπερστρέφοντας. Κοινώς, «γυρισμένος» από πριν.
Τη σχεδίαση του Fiat 124 την είχε αναλάβει ο οίκος Pininfarina. Από τα «χέρια» του ήδη ζωγραφίζονταν οι Ferrari της εποχής, οπότε η ιδέα ενός διθέσιου roadster που θα ήταν αντίπαλος στη βρετανική σχολή των «ξεσκούφωτων» θα μπορούσες να πεις ότι ήταν εύκολος στόχος, δεδομένων των κανταριών ταλέντου που διέθετε.
Mαζί, στο στάιλινγκ του αυτοκινήτου έβαλε το χεράκι του και ένας μάλλον ξεχασμένος για πολλούς αμερικανός σχεδιαστής, εκείνος ο ταλαντούχος με το μακρόσυρτο ονοματεπώνυμο: Stevens Thompson Tjaarda van Starkenburg. «Εφυγε» από αυτόν τον σύντομο και μάταιο κόσμο το 2017, σε ηλικία 82 ετών. Ομως, είχε προλάβει να συνδέσει το όνομά του με περιπτώσεις τύπου Ferrari 365 California, De Tomaso Pantera (κυκλοφορούσε κάποτε μια λευκή στη Σκουφά, στο Κολωνάκι), Aston Martin Lagonda (μάλλον δεν κυκλοφόρησε καμία στην Ελλάδα), αλλά και πιο μαζικών αυτοκινήτων, όπως το Ford Fiesta του ’72.
Κάτω από το 124 Spider (που έβγαινε και σε κουπέ εκδοχή), στα σωθικά του δηλαδή, υπήρχε η βάση εκείνου του σεντάν που είχε κουβαλήσει γενιές και γενιές οδηγών στην Ελλάδα, το τετράθυρο 124. Στην περίπτωση του Spider είχε χρησιμοποιηθεί το ίδιο σασί αλλά με πιο κοντό μεταξόνιο, ενώ οι κινητήρες ξεκίνησαν από τον ταπεινό, 1,4 λίτρων, και κάθε λίγα χρόνια τσίμπαγαν επιπλέον κυβικά: το τετρακύλινδρο μοτέρ με τους διπλούς εκκεντροφόρους ανέβηκε στα 1.600 κυβικά εκατοστά το 1970, στα 1.800 το 1974 και, τελικά, σε δίλιτρη μορφή. το 1979.
Ωραίο, δυνατό και αξιόπιστο το ατμοσφαιρικό σύνολο, ενώ προς το τέλος της καριέρας του εμφανίστηκε και η υπερτροφοδοτούμενη έκδοση, η περιβόητη «Volumex», η οποία πουλήθηκε μόνο στην ευρωπαϊκή αγορά και κόστιζε κατά περίπου 35% περισσότερο από τις άλλες.
Το αυτοκίνητο ερχόταν ως αμάξωμα από τον Pininfarina και κατασκευαζόταν στη Fiat. Ολα αυτά μέχρι τον Οκτώβριο του ’81. Στη συνέχεια, η «μαμά» εγκατέλειψε το «μωρό» και ήταν η ευκαιρία για την καροσερία Pininfarina να πάρει τη σκυτάλη, να το περιποιηθεί με ένα φέις-λιφτ και να αρχίσει να το πουλάει στην αμερικανική, κυρίως, αγορά, αλλά και στην Ευρώπη, με ελαφρώς διαφοροποιημένο βαφτιστικό: ως «Spider Azzura» για την άλλη όχθη του Ατλαντικού και ως «Spidereuropa» για τη Γηραιά Ηπειρο.
Η αμερικανική αγορά, συνηθισμένη σε γνωστές καμπριολέ μαούνες, διψούσε για κάτι εναλλακτικά διαφορετικό, ωραίο σε αναλογίες και με ιταλικό άρωμα. Αλλά και στην Ευρώπη, με ένα Mazda MX-5 να αρχίζει να κυριαρχεί στα roadsters, κρίθηκε πως θα μπορούσε να υπάρξει μια τελική ζήτηση. Τα «ψωμιά» του είχαν αρχίσει να τελειώνουν, άλλωστε το βλέπαμε από το 1966 –πόσο ακόμη, δηλαδή;–, ωστόσο κατάφερε να επιβιώσει μέχρι και το 1985, που έκσπασε αμετακλήτως το καλούπι.
Η ιστορία; Το deal; Η οικονομική δυσπραγία της Fiat να βγάλει καθαρά δικό της αυτοκίνητο; Πείτε το όπως θέλετε, όμως οι συγκυρίες έφεραν, πολλά χρόνια αργότερα, την τρέχουσα γενιά του MX-5, το λεγόμενο «ND», να δίνει έτοιμο αυτοκίνητο στη Fiat, η τελευταία να του βάζει έναν τούρμπο κινητήρα 1,4 λίτρων, κιβώτιο από την προηγούμενη γενιά του Mazda, το «NC», να του αλλάζει το στάιλινγκ, να χώνει και το σήμα της Fiat και να το πουλάει στις εκθέσεις της.
Αλήθεια, δεν ξέρω πόσα χρήματα έδωσαν οι Ιταλοί στους Γιαπωνέζους ώστε να δανειστούν ένα έτοιμο και τρελά επιτυχημένο αυτοκίνητο και να το πουλάνε ως «Fiat», και θεωρώ απίθανο να το βρείτε γκουγκλάροντας. Ομως το όνομα «124 Spider» βρήκε, έστω ετεροχρονισμένα, μια σύγχρονη μετενσάρκωσή του. Πετυχημένη; Χμμμ… αμφίβολο, αν κρίνει κανείς από ότι ο «γάμος» δεν απέδωσε τα αναμενόμενα.
Γι’ αυτό ίσως και όταν τύχει να μιλήσεις για κάποιο «Fiat 124 Spider», μοιραία και ενστικτωδώς το μυαλό σου δεν πάει στο καινούργιο, αλλά στο παλιό, το αρχετυπικό. Εκείνο το σέξι διθέσιο με τα εξογκώματα στο καπό, το ξύλινο ταμπλό, τον κεκλιμμένο λεβιέ, το τιμόνι με τις δύο ακτίνες, αλλά και στην αγωνιστική του εκδοχή, αυτή με τον κωδικό της Abarth.
Δεν του πολυφαινόταν, αλλά το αγωνιστικό κουκλί είχε κερδίσει το 1972 μέχρι και το Ράλλυ Ακρόπολις, ενώ είχε πλασαριστεί σε καλές θέσεις στις χιονισμένες 1.000 Λίμνες, στη Φινλανδία και στο Μόντε Κάρλο. Τελικά, οι ημέρες των αγώνων έδωσαν τη θέση τους στο επόμενο, υπέροχο Fiat της εποχής, το Abarth 131, που ήταν πλέον μία γενιά μπροστά. Αυτή, όμως, είναι μια άλλη ιταλική ιστορία αγάπης.