Πας να ξαπλώσεις και έρχονται όλοι μαζί: o μακελάρης του Τέξας, ο σύζυγος της δασκάλας που δεν άντεξε τον χαμό της και πέθανε δύο μέρες μετά, η ενεργειακή κρίση, η επισιτιστική κρίση, η ευλογιά των πιθήκων, οι τουρκικές υπερπτήσεις, ο Βλαντίμιρ Πούτιν α λα Μένγκελε– με λευκή ιατρική ρόμπα ενώ επισκέπτεται τραυματισμένους ρώσους στρατιώτες–, το βουητό από το ερκοντίσιον του διπλανού.
Η είδηση δεν είναι ότι κάποιος μας έχει σκοτώσει εδώ και πολύ καιρό τον ύπνο αλλά ότι το έχουμε αποδεχτεί. Η παγκόσμια «sleep crisis» για την οποία μιλούν οι ειδικοί ψυχικής υγείας είναι πλέον μια, μετά πολλών κόπων και μόχθων, κερδισμένη απώλεια. Διόλου τυχαίο ότι στα λοκντάουν το ένα στα τρία διαφημιστικά σποτ ήταν για βοηθήματα ύπνου (τα άλλα δύο ήταν, αν δεν απατώμαι, για διαδικτυακό τζόγο και για προϊόντα για λαιμό/βήχα).
«Είμαι κομμάτια σήμερα» μου λέει προ ημερών μια γνωστή που συναντώ τυχαία στον δρόμο. «Πήρα ένα χάπι για τον ύπνο (διαφορετικά ξυπνάω με τα κοκόρια) και μετά ξεχάστηκα και ήπια λίγο αλκοόλ, οπότε σήμερα υπολειτουργώ». Είναι σχεδόν το λάβαρο της επιβίωσης εν έτει 2022. Προ μηνών που είχα πάει στο σχολείο της κόρης μου, είδα κάτωχρη στον διάδρομο μια συμμαθήτριά της στη Β΄Λυκείου. «Τι κάνεις, αγάπη μου;» τη ρώτησα. «Πολύ κουρασμένη» ήταν η απάντηση. «Κοιμήθηκα στις 3».
Την κατάσταση επιδεινώνει η ασίγαστη ζέση των ειδικών να σου σώσουν τον ύπνο με το ζόρι. Με γκάτζετ, «sleep trackers» και μαξιλάρια ρομπότ (που τα αγκαλιάζεις και σου τραγουδούν «Κοιμήσου και παρήγγειλα…»).
H νέα τάση είναι η «αλγοριθμοποίηση του ύπνου» (και μόνο στο άκουσμά της, σχεδόν θέλεις να μείνεις όλη νύχτα με το μάτι γαρίδα). Μόλις προχθές στη Βρετανία το εθνικό σύστημα υγείας άρχισε να συνταγογραφεί αντί για συμβατικά χάπια ένα ψηφιακό: την εφαρμογή Sleepio (με αλγόριθμο τεχνητής νοημοσύνης).
Δεν είναι μόνο οι επίσημες διαταραχές του ύπνου που φθάνουν, σύμφωνα με τη διεθνή κατάταξη, τις 80 (κάποιες σε τρομακτική έξαρση, σύμφωνα με τις έρευνες). Είναι και οι συνομοταξίες άγρυπνων νέας εσοδείας.
Μεταξύ άλλων, είναι εκείνοι που σχεδόν φοβούνται να αποκοιμηθούν (καθότι συγκαταλέγομαι σε αυτή, χθες κάθισα και μέτρησα 83 πράσινες κουκκίδες στα προφίλ φίλων στο Facebook, γύρω στις 2 το πρωί).
Είναι επίσης εκείνοι που σκόπιμα θυσιάζουν αρκετό από τον ύπνο τους, γιατί μόνο τη νύχτα ή πολύ νωρίς το πρωί έχουν λίγο δικό τους ποιοτικό χρόνο (έχει και σικ, ακατανόητο όνομα που μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει για να «φλεξάρει» στην παρέα: «revenge bedtime procrastination»).
Είναι ακόμα οι δυστυχείς που ξυπνούν μέσα στη νύχτα, αδυνατούν να ξανακοιμηθούν και λένε «κάτσε να ανοίξω τα σόσιαλ μίντια να δω κάνα νέο ή απλώς να σκρολάρω», κάτι τόσο χαλαρωτικό όσο και ένα τετραπλό καπουτσίνο φρέντο. Εξυπακούεται ότι στη διάρκεια της ημέρας όλοι οι παραπάνω περιφέρονται με τη διαύγεια και την ευθυκρισία του Πατσίνο στο «Ιnsomnia»
Οχι, η αγρύπνια σήμερα δεν είναι αυτή που μας πουλούσαν μέχρι πρότινος. Δεν είναι αυτή του επιτυχημένου, του πειθαρχημένου, του superachiever που έπρεπε να θυσιάσει τον ύπνο του για να προλάβει να αδράξει την ημέρα. Το «Πώς γίνεται κάποιος που κοιμάται 12 ή 14 ώρες την ημέρα να ανταγωνιστεί κάποιον που κοιμάται τρεις ή τέσσερις;» του Ντόναλντ Τραμπ ηχεί σήμερα, εκτός από γελοίο, και εντελώς passé. Oι περισσότεροι θα σκοτώναμε για 12-14 ώρες λυσιμέριμνης νάρκωσης.
Δεν είναι πλέον καν η αϋπνία του τεμπέλη, του χαμένου κορμιού, του underachiever. Εκείνου δηλαδή που «σάπιζε» στο Νetflix ή στα σόσιαλ μέχρι το πρωί και μετά αντίκριζε το φως της ημέρας με κύκλους στα μάτια, ευερεθιστότητα και παραίτηση.
Αυτό που μαστίζει εν έτει 2022 τον πλανήτη είναι μια άλλου τύπου ξαγρύπνια, βαθιά και εμπεδωμένη (κάτι, υποθέτω, πιο κοντά στο «Ξυπνάω και ξανακοιμάμαι και ακόμη δεν έχω κοιμηθεί» του Φερνάντο Πεσσόα στο «Βιβλίο της ανησυχίας»). Μια παρατεταμένη δηλαδή ακοιμησιά, απότοκη ενός συσσωρευμένου υπαρξιακού στρες, που όχι απλώς δεν απαλύνεται, αλλά θεριεύει μέρα με την ημέρα (ή πιο σωστά, νύχτα με τη νύχτα).
Μιλάω με την κυρία Νταρίνα από τη δυτική Ουκρανία που δουλεύει σε ένα μαγαζί στο Κέντρο. Τα μάτια της, «κουμπότρυπες», δεν την έχω ξαναδεί έτσι. «Δεν έχω κοιμηθεί καθόλου» μου λέει. «Κάλεσαν χθες τον γιο μου στον στρατό».
Δεν έχω τίποτα να της πω. Απομακρύνομαι σκεπτόμενη ότι και σήμερα ακόμα υπάρχουν αϋπνίες και αϋπνίες.