| Shutterstock / Creative Protagon
Θέματα

Ποιους τόπους «χτυπά» περισσότερο ο υπερτουρισμός

Δεν είναι μόνο η Σαντορίνη. Ολο και περισσότεροι δημοφιλείς προορισμοί ανά τον κόσμο καλούνται και λαμβάνουν μέτρα για να περιορίσουν τον ανεξέλεγκτο τουρισμό και τις επιπτώσεις του. Κάποιοι ωστόσο φαίνεται ότι έχουν μεγαλύτερο προβλημα
Protagon Team

Συμβαίνει εδώ και χρόνια, πλέον, αλλά ολοένα πιο αποφασιστικά: προορισμοί σε όλον τον κόσμο λαμβάνουν δραστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της μάστιγας, όπως εξελίσσεται, του υπερτουρισμού. Συγχρόνως, όμως, οι περισσότεροι από τους πολίτες των τόπων αυτών, συμφωνούν ότι οι τουρίστες είναι μια σημαντική πλουτοπαραγωγική πηγή.

«Ποια, οπότε, τα μπορούσε να ήταν η ιδανική τουριστική αγορά;», διερωτάται ο βρετανικός Economist. Οι ντόπιοι κατά πάσα πιθανότητα θα προτιμούσαν έναν μικρό αριθμό επισκεπτών που τείνουν να βάζουν βαθιά το χέρι στην τσέπη, με στόχο τον περιορισμό της ενόχλησης και τη μεγιστοποίηση των εσόδων. Συλλέγοντας λοιπόν μια σειρά από συναφή στοιχεία οι δημοσιογράφοι του Economist κατατάσσουν είκοσι δημοφιλείς παγκόσμιους προορισμούς ανάλογα με το πόσο ελκύουν τους ταξιδιώτες, παρέχοντας, έτσι, μια ιδέα όσον αφορά το πόσο κοντά ή μακριά βρίσκεται έκαστος από αυτόν τον ιδανικό συνδυασμό.

Από την άποψη των διεθνών αφίξεων, σε απόλυτους αριθμούς, το Λονδίνο και το Τόκιο βρέθηκαν στην κορυφή της λίστας πέρυσι, υποδεχόμενες αμφότερες οι πόλεις 20 εκατομμύρια τουρίστες και ακολουθούμενες από την Κωνσταντινούπολη, η οποία υποδέχτηκε 17 εκατομμύρια επισκέπτες. Ωστόσο, διαιρώντας τον αριθμό των αφίξεων με τον πληθυσμό της κάθε πόλης, οι τρεις πρώτες θέσεις καταλαμβάνονται από το Αμστερνταμ, το Παρίσι και το Μιλάνο, με δέκα, οκτώ και έξι αφίξεις ανά κάτοικο αντίστοιχα.

Οσον αφορά ειδικά την πανέμορφη πρωτεύουσα της Ολλανδίας, το γεγονός πως είναι τόσο ελκυστική, δεν ενοχλεί μόνον τους κατοίκους της, ενοχλεί και τις δημοτικές αρχές, οι οποίες τα τελευταία χρόνια επιδίωξαν να ανακόψουν την πλημμυρίδα τουριστών, μειώνοντας την προσφορά ξενοδοχειακών καταλυμάτων, απαγορεύοντας τα κρουαζιερόπλοια και αυξάνοντας τους φόρους στα ξενοδοχεία. Ωστόσο οι τουρίστες συνεχίζουν να συρρέουν στο Αμστερνταμ, φέρνοντας τους ντόπιους στα όριά τους.

Οσον αφορά τις τουριστικές δαπάνες —σε αξιοθέατα, καταλύματα, μεταφορές, κλπ. — την απόλυτη πρωτιά πέρυσι την κέρδισε το Ντουμπάι, καθώς στα ταμεία του μπήκαν 29 δισεκατομμύρια δολάρια. Την δεύτερη θέση κατέλαβε το Λονδίνο με 21 δισεκατομμύρια δολάρια και την τρίτη η Σιγκαπούρη με 19 δισεκατομμύρια δολάρια.

Το Αμστερνταμ, το Παρίσι και το Ντουμπάι κέρδισαν τα περισσότερα ανά κάτοικο. Εντύπωση, όμως, προκαλεί το χάσμα (από την άποψη των τουριστικών δαπανών και των εσόδων) μεταξύ των εν λόγω προορισμών, με τον Economist να αναφέρει ενδεικτικά πως οι επισκέπτες του Αμστερνταμ ξοδεύουν τέσσερις φορές περισσότερα χρήματα από τους επισκέπτες του Μιλάνου. «Στριμώχνοντας έναν απίστευτα μεγάλο αριθμό τουριστών σε μια πόλη, οι τουριστικές δαπάνες ανά κάτοικο εκτινάσσονται. Ενα Αμστερνταμ με λιγότερους τουρίστες θα ήταν μια φτωχότερη πόλη. Ο υπερτουρισμός έχει κάποια θετικά στοιχεία», κρίνει το βρετανικό έντυπο.

Υπάρχουν, ωστόσο, και κάποιοι προορισμοί που τα καταφέρνουν πολύ καλύτερα, βλέποντας τα έσοδά τους να αυξάνονται δίχως να κατακλύζονται από ορδές τουριστών. Οι επισκέπτες της Οσάκα, για παράδειγμα, της δεύτερης αρχαιότερης πόλης της Ιαπωνίας, ξοδεύουν κατά μέσο όρο  4.900 δολάρια ανά ντόπιο ενώ όσοι επισκέπτονται τη Μαδρίτη δαπανούν 4.300 δολάρια. Καμία από τις δύο πόλεις δεν είναι ιδιαίτερα τουριστική, με τέσσερις και δύο επισκέπτες τον χρόνο ανά κάτοικο αντίστοιχα.

Κάτι παρόμοιο θα ήθελαν να συμβαίνει στην πόλη τους και οι κάτοικοι του Αμστερνταμ, ωστόσο, πλέον «ενδέχεται ακόμη και λίγοι τουρίστες να είναι πάρα πολλοί», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Economist, σημειώνοντας πως οι δημοτικές αρχές της Οσάκα εξετάζουν το ενδεχόμενο να επιβάλουν ένα τέλος εισόδου στους αλλοδαπούς τουρίστες ενώ με γκράφιτι κατά των τουριστών, πλέον «κοσμούνται» και οι τοίχοι της πρωτεύουσας της Ισπανίας.