Μια Ευρώπη χωρίς μεταρρυθμίσεις είναι προορισμένη να εκλείψει και το έχουν αντιληφθεί πλέον σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όπου ήδη συζητείται, ολοένα περισσότερο, η μελλοντική διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Πρόκειται για ένα ζήτημα που βρίσκεται εδώ και πολύ καιρό στο τραπέζι, αλλά κατέστη επείγον μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, η οποία απέκτησε το καθεστώς της υποψήφιας χώρας τον περασμένο Ιούνιο (όπως και η Μολδαβία).
Η αναπάντεχη και τάχιστη προσέγγιση της εμπόλεμης χώρας στην ΕΕ κατέστησε, με τη σειρά της, υποχρεωτική την επανεξέταση, από διαφορετική σκοπιά και με βάση τα νέα δεδομένα, του ζητήματος των Δυτικών Βαλκανίων, τα οποία περιμένουν εδώ και καιρό στον προθάλαμο της ΕΕ και, ελλείψει ουσιαστικών εξελίξεων, υπάρχει ο κίνδυνος να στραφούν προς τη Ρωσία.
«Το να φανταζόμαστε την ΕΕ να επεκτείνεται σε 35 κράτη-μέλη σημαίνει ότι κοιτάζουμε έναν ακόμη μακρινό ορίζοντα, όχι πριν από το 2030, αλλά η συζήτηση έχει ήδη αρχίσει», συνοψίζει σε άρθρο της η Αναΐς Tζινόρι, ανταποκρίτρια της ιταλικής εφημερίδας La Repubblica στο Παρίσι.
Μια νέα συνεισφορά προς αυτήν την κατεύθυνση αποτελεί γαλλογερμανική έκθεση στην οποία υποδεικνύονται μια σειρά από απαραίτητα βήματα. «Για γεωπολιτικούς λόγους, η διεύρυνση της ΕΕ βρίσκεται στην κορυφή της λίστας των προτεραιοτήτων, αλλά η ΕΕ δεν είναι ακόμη έτοιμη να υποδεχθεί νέα μέλη, ούτε από θεσμική ούτε από πολιτική άποψη» υπογραμμίζουν οι 12 ερευνητές διαφόρων δεξαμενών σκέψης που εκπόνησαν τη μελέτη για λογαριασμό των υφυπουργών Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Γαλλίας και της Γερμανίας, Λορένς Μπουν και Αννα Λούρμαν αντίστοιχα.
Οπως εξηγεί η ιταλίδα δημοσιογράφος, η έκθεση, που μόλις παρουσιάστηκε στις Βρυξέλλες, με τίτλο «Πλέοντας στην ανοιχτή θάλασσα» (ο οποίος συνοψίζει τις πολλές προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η ΕΕ), δεν αντιπροσωπεύει ακόμη την επίσημη θέση του γαλλογερμανικού άξονα, αλλά αποτελεί μια σημαντική βάση για διάλογο.
Οι ειδικοί του Παρισιού και του Βερολίνου τάσσονται υπέρ της «διαφοροποίησης» εντός της μελλοντικής διευρυμένης ΕΕ των 30+ χωρών. Οραματίζονται μια Ενωση που θα περιλαμβάνει: α) έναν «σκληρό πυρήνα» χωρών που είναι έτοιμες και επιθυμούν να ενωθούν περισσότερο και πολιτικά, β) την ΕΕ με τη σημερινή της μορφή, γ) μια ομάδα χωρών που είναι ικανοποιημένες με την ενιαία αγορά, όπως η Ελβετία και η Νορβηγία, και δ) την Ευρωπαϊκή Πολιτική Κοινότητα (διακρατικό φόρουμ για το μέλλον της Ευρώπης που συστάθηκε το 2022, μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία), που θα εγγυάται τον διάλογο μεταξύ όλων των χωρών της ηπείρου.
Η Αναΐς Tζινόρι θυμίζει πως για μια Ευρώπη «πολλών ταχυτήτων» μίλησε πρόσφατα και ο Εμανουέλ Μακρόν. «Ο κίνδυνος είναι να πιστεύουμε ότι μπορούμε να διευρυνθούμε χωρίς μεταρρυθμίσεις. Μπορώ να καταθέσω ότι είναι αρκετά δύσκολο για την Ευρώπη να προχωρήσει σε ευαίσθητα θέματα με 27 μέλη. Με 32 ή 35 μέλη δεν θα είναι πιο εύκολο» είπε στην ετήσια συγκέντρωση των γάλλων πρεσβευτών στο Παρίσι, στα τέλη Αυγούστου.
«Θα χρειαστούμε τόλμη, ούτως ώστε να αποδεχτούμε περισσότερη πολιτική ένωση σε ορισμένους τομείς και ίσως ακόμη και μια Ευρώπη πολλών ταχυτήτων» προσέθεσε ο πρόεδρος της Γαλλίας, αναφερόμενος σε μια παλιά ιδέα, στην οποία όμως εξακολουθούν να αντιτίθενται πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, καθώς φοβούνται πως σε μια Ευρώπη πολλών ταχυτήτων εκείνες θα παραγκωνίζονταν.
Οσον αφορά τη διακυβέρνηση της μελλοντικής διευρυμένης ΕΕ, οι γαλλογερμανοί ειδικοί συνιστούν τη μείωση του αριθμού των μελών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (σήμερα είναι 27, όσα και τα κράτη-μέλη της ΕΕ) και τον περιορισμό των ευρωβουλευτών σε 751. Σχετικά με την αρχή της ομοφωνίας, προτείνεται να διατηρηθεί στην εξωτερική πολιτική και στην άμυνα, αλλά να αντικατασταθεί από τη διαδικασία της ειδικής πλειοψηφίας σε άλλους τομείς, όπως ο φορολογικός.
Στην έκθεση συνιστάται επίσης να μην αναθεωρηθούν επίσημα οι ευρωπαϊκές συνθήκες (κάτι που είναι αλήθεια ότι πολλές χώρες θα ήθελαν να αποφύγουν), αλλά να γίνονται συγκεκριμένες τροποποιήσεις κάθε φορά που προσχωρεί στην ΕΕ μια νέα χώρα. Η γαλλογερμανική έκθεση περιλαμβάνει επίσης ένα παράρτημα για το κράτος δικαίου, στο οποίο προτείνεται η ενίσχυση του άρθρου 7 (της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ενωση), έτσι ώστε να επιτρέπεται η επιβολή κυρώσεων στα κράτη-μέλη που παραβιάζουν θεμελιώδεις αξίες της ΕΕ.
Ολοκληρώνοντας το άρθρο της, η ιταλίδα δημοσιογράφος δεν παραλείπει να σημειώσει ότι επί του παρόντος οι θέσεις στους κόλπους της ΕΕ απέχουν ακόμη πολύ, το οποίο σημαίνει πως για να επιτευχθεί η απαραίτητη σύγκλιση θα χρειαστεί χρόνος και κόπος. Ωστόσο, ολοένα περισσότεροι αντιλαμβάνονται ότι ενδέχεται να μην υπάρχει άλλος δρόμος, ενώ σχεδόν όλοι γνωρίζουν πως «τίποτα δεν θα ήταν πιο επιζήμιο από το να προσφέρουμε στον Βλαντίμιρ Πούτιν το θέαμα μιας ΕΕ που διχάζεται για το μέλλον της».