Τα βιβλία της γίνονται ανάρπαστα σε όλον τον κόσμο, ενώ πολλά από αυτά έχουν μεταφερθεί στη μικρή και στη μεγάλη οθόνη. «Η Απατηλή Ζωή των Ενηλίκων», με τις Τζορντάνα Μαρένγκο και Βαλέρια Γκολίνο, είναι μια εξαιρετική σειρά του Netflix σε έξι επεισόδια, που άνετα μπορεί να συγκριθεί με το ομώνυμο βιβλίο της Ελενα Φεράντε. Στην ίδια πλατφόρμα προβάλλεται και η ταινία «Η Ιστορία της Χαμένης Κόρης» (από το τελευταίο βιβλίο της «Τετραλογίας της Νάπολης») με πρωταγωνίστρια την Ολίβια Κόλμαν, η οποία γυρίστηκε στις Σπέτσες, ενώ εξίσου συναρπαστική ήταν και η σειρά «Η Υπέροχη Φίλη μου», από την «Τετραλογία», που προβλήθηκε στην ΕΡΤ2 και βρίσκεται στην πλατφόρμα ERTflix.
Ποια είναι όμως η Ελενα Φεράντε; Η ναπολιτάνα συγγραφέας έκανε το λογοτεχνικό ντεμπούτο της το 1992 με το μυθιστόρημα «L’Αmore Μolesto». Το βιβλίο, που έγινε ταινία δύο χρόνια αργότερα, κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στα ελληνικά το 1997 (από τις εκδόσεις Perugia, σε μετάφραση Π. Σκόνδρα) με τίτλο «Βάναυση Αγάπη», και σε νέα έκδοση και μετάφραση από τη Δ. Δότση το 2019, από τις εκδόσεις Πατάκη, που εκδίδουν πλέον όλα τα βιβλία της. Ηταν αφιερωμένο στη μητέρα της, με την υπόθεση να περιστρέφεται γύρω από τη σχέση της Ντέλια και της µητέρας της Αµάλια, χτισμένη µε σκληρότητα και πάθος.
Μετά από μια δεκαετία σιωπής εκδόθηκε το δεύτερο βιβλίο της Φεράντε, «I Giorni dell’ Abbandono» («Μέρες Εγκατάλειψης»), που έκανε επίσης μεγάλη αίσθηση. Στην «Τετραλογία της Νάπολης» («L’Amica Geniale» στα ιταλικά, όπως είναι και ο τίτλος του πρώτου τόμου), που κυκλοφόρησε στη συνέχεια, η Φεράντε περιγράφει τη φιλία της Ελενα και της Λίλα, από τα παιδικά τους χρόνια, σε μια ναπολιτάνικη φτωχογειτονιά των μεταπολεμικών χρόνων, μέχρι την ωριμότητά τους, μακριά από το μισογυνικό και βίαιο περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσαν. Η Τετραλογία εκδόθηκε το 2011 στην Ιταλία, λίγο αργότερα μεταφράστηκε στα αγγλικά και το 2018 έγινε τηλεοπτική σειρά. Προκάλεσε μάλιστα πραγματικό πυρετό διεθνώς, που φούντωσε κυριολεκτικά με την πάροδο του χρόνου, ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Γιατί; Διότι η σπουδαία ιταλίδα μυθιστοριογράφος, την οποία συμπεριέλαβε το περιοδικό Time το 2016 στη λίστα με τους 100 πιο επιδραστικούς ανθρώπους, υπογράφει πάντα με ψευδώνυμο, δεν συναναστρέφεται άλλους λογοτέχνες και αρνείται να δώσει συνέντευξη, έστω και τηλεφωνική. Οι θαυμαστές της, δε, προβάλλουν συνεχώς το ίδιο επίμονο ερώτημα: Ποια είναι στην πραγματικότητα η Ελενα Φεράντε;
Πάντως η ναπολιτάνα συγγραφέας (αν δεχτούμε ότι είναι γυναίκα, γιατί ακόμη και αυτό έχει αμφισβητηθεί) απαντά μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σε γραπτές ερωτήσεις, που αφορούν όμως το έργο της και όχι την ταυτότητά της. Επίσης, κατά κανόνα δίνει μία και μοναδική συνέντευξη σε κάθε χώρα όπου εκδίδονται τα βιβλία της, όπως αυτή που παραχώρησε κατ’ αποκλειστικότητα στο «Βήμα».
Με αφορμή την κυκλοφορία στην ελληνική γλώσσα της «Υπέροχης Φίλης μου» (ακολούθησαν και τα υπόλοιπα τρία, «Το Νέο Ονομα», «Αυτοί που Φεύγουν και Αυτοί που Μένουν» και «Η Ιστορία της Χαμένης Κόρης»), η Ελσα Φεράντε αποκάλυψε μέσω e-mail στον Γρηγόρη Μπέκο του «Βήματος»: «Εχω ζήσει στην Ελλάδα και έχω υπέροχες αναμνήσεις από εκείνη την περίοδο», που κράτησε μερικά χρόνια. Πρόσθεσε ακόμη ότι έχει κάνει «κλασικές σπουδές και ως φοιτήτρια μου άρεσε πολύ να μεταφράζω από τα ελληνικά και τα λατινικά».
Από την εμφάνισή της στα λογοτεχνικά πράγματα μέχρι σήμερα η Φεράντε έχει αποκαλύψει επίσης κάποιες προσωπικές λεπτομέρειες, όπως ότι μεγάλωσε στη Νάπολη, ότι είναι κόρη μοδίστρας και έχει τρεις αδελφές, ενώ έχει αφήσει να εννοηθεί πως είναι μητέρα και παντρεμένη. Ωστόσο, έχει παραδεχτεί ότι αποκρύπτει την αλήθεια «όταν χρειάζεται, για να θωρακίζω το πρόσωπό μου, τα συναισθήματα, τις πιέσεις μου».
Ο κανόνας, και σε αυτή την περίπτωση, έχει την εξαίρεσή του. Το 2015 η Ελενα Φεράντε μίλησε για πρώτη και μοναδική φορά στον Σάντρο Φέρι και τη Σάντρα Οτσολα Φέρι, επικεφαλής του εκδοτικού οίκου Edizioni E/O. Οι εκδότες της και η κόρη τους Εύα την επισκέφθηκαν στη Νάπολη, όπου η συγγραφέας βρισκόταν για οικογενειακούς λόγους. Η κουβέντα τους συνεχίστηκε λίγο αργότερα στη Ρώμη, στο σπίτι των Φέρι, όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα The Paris Review, όπου δημοσιεύθηκε η συνέντευξη.
Ο αρχικός λόγος για την ανωνυμία της, όπως είπε στους εκδότες της, ήταν η συστολή: «Φοβόμουν στη σκέψη ότι έπρεπε να βγω από το καβούκι μου» αποκάλυψε. Αλλά καθώς συνέχιζε να δημοσιεύει βιβλία της, οι δικαιολογίες της για τη θωράκιση της ταυτότητάς της έγιναν επίσης καλλιτεχνικές και φιλοσοφικές, γράφει στους New York Times η Ζουμάνα Κατίβ.
Η Κατίβ επισημαίνει ακόμη στη νεοϋορκέζικη εφημερίδα ότι η Φεράντε προστατεύει μεν την ιδιωτική της ζωή, αλλά δεν είναι ερημίτισσα. Επί έναν χρόνο διατηρούσε μια εβδομαδιαία στήλη στον Guardian, ενώ έγραφε και σε ιταλικές εφημερίδες. Το «La Frantumaglia», ένα μη λογοτεχνικό βιβλίο της Ελενα Φεράντε, περιλαμβάνει βιογραφικές πληροφορίες και ένα σύνολο δοκιμίων, σκέψεων, συνεντεύξεων και εκτενούς αλληλογραφίας της συγγραφέως με δημοσιογράφους κατά τη διάρκεια περισσότερων από δύο δεκαετιών, που σκιαγραφούν στην ουσία το ζωντανό πορτρέτο μιας γυναίκας που έχει πάθος με το γράψιμο, εν ώρα εργασίας.
Μέσα από τις σελίδες του η Φεράντε απαντά σε πολλές από τις ερωτήσεις των αναγνωστών της. Αναφέρεται στην επιλογή της να μείνει στην άκρη και να αφήσει τα βιβλία της να ζήσουν αυτόνομες ζωές. Συζητά τις σκέψεις και τις ανησυχίες της καθώς τα μυθιστορήματά της διασκευάζονται σε ταινίες. Μιλάει για την πρόκληση της εύρεσης συνοπτικών απαντήσεων σε ερωτήσεις συνεντεύξεων.
Εξηγεί τις χαρές και τους αγώνες της συγγραφής, την αγωνία της σύνθεσης μιας ιστορίας, μόνο για να ανακαλύψει ότι δεν είναι αρκετά καλή για δημοσίευση. Συλλογίζεται τη σχέση της με την ψυχανάλυση, τις πόλεις όπου έχει ζήσει, τη μητρότητα, τον φεμινισμό και την παιδική της ηλικία ως αποθήκη αναμνήσεων, εντυπώσεων και φαντασιώσεων.
Η Ελενα Φεράντε και η επί χρόνια εκδότριά της Σάντρα Οτσολα Φέρι έχουν στενή σχέση, τονίζει η Ζουμάνα Κατίβ στους New York Times. Στην ουσία η Φέρι είναι η… φρουρός της, γι’ αυτό και δεν δέχτηκε να απαντήσει σε αίτημα της νεοϋορκέζικης εφημερίδας για σχολιασμό. Οι Europa Editions, δε, που εκδίδουν το έργο της Φεράντε στις ΗΠΑ, δήλωσαν ότι η Φεράντε δεν είναι διαθέσιμη για συνέντευξη.
Ο Μάικλ Ρέινολντς, επικεφαλής των εκδόσεων Europa, δεν γνωρίζει ποια είναι πραγματικά η Ελενα Φεράντε, ούτε θέλει να μάθει. «Δεν με ενδιαφέρει καθόλου και δεν με ενδιέφερε από την πρώτη μέρα» δήλωσε σε πρόσφατη τηλεφωνική συνέντευξή του στους New York Times.
«Κανείς δεν νοιάστηκε για δέκα χρόνια» παρατήρησε. Και όταν το ενδιαφέρον αυξήθηκε, ήταν «ένα δημιούργημα των μέσων ενημέρωσης, χωρίς να θέλω να σας προσβάλω» είπε με μια δόση ειρωνείας. «Είναι μια εξαιρετική ιστορία για τα media, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις ο μεγάλος αριθμός των αναγνωστών ενδιαφέρεται κυρίως για τα βιβλία» τόνισε.
Η ταυτότητα της Ελενα Φεράντε είναι άγνωστη ακόμη και για τη μακροχρόνια μεταφράστριά της στα αγγλικά, Αν Γκόλντσταϊν, χάρη στην οποία η ιταλίδα συγγραφέας έγινε δημοφιλής σε όλον τον κόσμο. Στα σχεδόν 20 χρόνια που η Γκόλντσταϊν μεταφράζει τα βιβλία της Φεράντε, ελάχιστες φορές τής έχει στείλει απευθείας email. Η αλληλογραφία τους περνάει σχεδόν πάντα από τη Φέρι.
Οι θεωρίες για την ταυτότητά της
Οι εικασίες για την πραγματική ταυτότητα της Φεράντε επικεντρώθηκαν σε δύο άτομα, τη μεταφράστρια Ανίτα Ράτζα και τον σύζυγο της, συγγραφέα Ντομένικο Σταρνόνε. Στηρίχτηκαν μάλιστα σε φορολογικά και περιουσιακά στοιχεία της μεταφράστριας. Η θεωρία για την «πραγματική ταυτότητα» της συγγραφέως ξέσπασε τον Οκτώβριο του 2016, μετά τη δημοσίευση ενός άρθρου του δημοσιογράφου Κλάουντιο Γκάτι, στο οποίο ισχυρίστηκε ότι η Ελενα Φεράντε είναι στην πραγματικότητα η Ανίτα Ράτζα, μεταφράστρια και επιμελήτρια που έχει εργαστεί για τις εκδόσεις Edizioni E/O των Φέρι.
Για να καταλήξει στο συμπέρασμά του ο Γκάτι ανέλυσε τα οικονομικά στοιχεία της Ράτζα –ειδικότερα τα ακίνητα που έχει στην κατοχή της και το χρονικό σημείο που τα απέκτησε–, ενώ εμβάθυνε επίσης στην οικογενειακή της ιστορία, αναφερόμενος μεταξύ άλλων στην επιβίωση της μητέρας της από το Ολοκαύτωμα. Το ρεπορτάζ του δημοσιεύθηκε ταυτόχρονα στην ιταλική εφημερίδα Il Sole 24 Ore, όπου εργαζόταν, στο New York Review of Books, στο γαλλικό ειδησεογραφικό μέσο Mediapart και στη γερμανική εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung, ενώ δεν άργησε να κάνει τον γύρο του κόσμου.
Η Ελενα Φεράντε και ο εκδότης της απέρριψαν αμέσως τους ισχυρισμούς, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις. Η έρευνα του Γκάτι θεωρήθηκε ότι δεν ήταν «παρά μια περιττή και βίαιη εισβολή στη ζωή ενός ανθρώπου ο οποίος είχε επιλέξει απλώς να παραμείνει ανώνυμος».
«Η απογύμνωση και η έκθεση της Ελενα Φεράντε είναι βίαιη και ωμή» έγραψε η μυθιστοριογράφος Ζανέτ Γουίντερσον σε άρθρο της στον Guardian με τίτλο «Η κακία και ο σεξισμός πίσω από την αποκάλυψη της Ελενα Φεράντε», στο οποίο τόνισε: «Δημιουργικά θα μπορούσε να την καταστρέψει (έχει πει ότι δεν μπορεί να γράψει αν δεν διατηρεί την ανωνυμία της), επομένως είναι επίσης μια σκόπιμα κακόβουλη πράξη».
Ο Γκάτι «κάηκε», όπως έγραψε σε ένα email του στους New York Times τον περασμένο μήνα. Η έρευνά του είχε προγραμματιστεί για να προλάβει την αγγλική έκδοση του βιβλίου της Φεράντε «La Frantumaglia», με βιογραφικές πληροφορίες που ο ίδιος πιστεύει ότι είναι ψευδείς. Και θέλησε να εκθέσει τη Φεράντε για πολλούς άλλους λόγους.
«Τα ιταλικά μέσα ενημέρωσης είχαν κατονομάσει ανοιχτά τον ναπολιτάνο συγγραφέα Ντομένικο Σταρνόνε και τη μεταφράστρια σύζυγό του Ανίτα Ράτζα, λέγοντας, με πολύ σοβινιστικό τρόπο, ότι ήταν πολύ πιθανό ο συγγραφέας να ήταν ο Σταρνόνε, ενώ εγώ ήμουν σίγουρος ότι η φωνή του συγγραφέα ήταν γυναικεία» είπε.
Ενοχλήθηκε επίσης από το ψευδώνυμο της Φεράντε, που το θεωρεί «εργαλείο μάρκετινγκ» και πιστεύει ότι «το κλειδί για την κατανόηση των έργων της είναι το πραγματικό υπόβαθρο της συγγραφέως ως κόρης επιζήσασας του Ολοκαυτώματος (οι πρωταγωνίστριες σε όλα τα βιβλία της είναι δυνατές γυναίκες που είχαν επιβιώσει από τις πιο δύσκολες προκλήσεις, όπως και η μητέρα της Ανίτας)».
Χρόνια αργότερα, ο Γκάτι εξακολουθεί να είναι σίγουρος για τα ρεπορτάζ του: «Ποτέ δεν δημοσίευσα ένα ερευνητικό κομμάτι αν δεν ήμουν σίγουρος για τα συμπεράσματά μου. Αυτό ισχύει και για το άρθρο μου για τη Φεράντε/Ράτζα» δήλωσε στους New York Times
Ο Γκάτι υποστήριξε ακόμη την πιθανότητα ο συγγραφέας Ντομένικο Σταρνόνε και η σύζυγός του Ανίτα Ράτζα να έχουν συνεργαστεί στη συγγραφή των μυθιστορημάτων που έχουν εκδοθεί με την υπογραφή της Ελενα Φεράντε. Σύμφωνα, δε, και με άλλους ερευνητές λογοτεχνίας, υπάρχουν θεματικές ομοιότητες ανάμεσα στα έργα της Φεράντε και του Σταρνόνε, ο οποίος είναι ένας διακεκριμένος ιταλός συγγραφέας, ενώ γράφει επίσης μυθιστορήματα που διαδραματίζονται στη μεταπολεμική Νάπολη και συχνά αναφέρονται στην πολυπλοκότητα του γάμου.
Το βιβλίο του «Lacci» (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη με τίτλο «Τα Κορδόνια»), για παράδειγμα, έχει πολλά κοινά με τις «Μέρες Εγκατάλειψης» της Φεράντε, από τη βασική υπόθεση (μια γυναίκα που την εγκαταλείπει ο σύζυγός της) έως πιο εσωτερικές λεπτομέρειες, όπως ένα σπασμένο γυάλινο δοχείο και επεισόδια που αφορούν τα κατοικίδια της οικογένειας.
Το 2018, δύο ακαδημαϊκοί δημοσίευσαν μια εργασία στην οποία, χρησιμοποιώντας γλωσσικά μοντέλα, ανέλυαν δείγματα γραφής 40 σύγχρονων συγγραφέων, σημειώνει στους New York Times η Κατίβ. Κατέληξαν σε ένα σαφές συμπέρασμα σχετικά με την Φεράντε: «Ο Ντομένικο Σταρνόνε, ο οποίος έχει προηγουμένως αναγνωριστεί από άλλες έρευνες ως ο πιθανός συγγραφέας πίσω από αυτό το ψευδώνυμο, είναι αυτός που έχει γράψει μυθιστορήματα παρόμοια με εκείνα της Φεράντε και τα οποία, με την πάροδο του χρόνου, έγιναν σταδιακά ακόμη πιο παρόμοια».
Αυτή η θεωρία είναι λίαν προκλητική. Πολλοί από τους θαυμαστές της Φεράντε πιστεύουν βαθιά ότι η συγγραφέας είναι γυναίκα, δεδομένης της ευαίσθητης και λεπτής απεικόνισης των γυναικείων χαρακτήρων της. Αλλά και ο Σταρνόνε, από την πλευρά του, δηλώνει εξοργισμένος από αυτή την υπόθεση. «Ας πούμε ότι είμαι η Φεράντε ή ότι είναι η γυναίκα μου» είπε. «Εξηγήστε μου ένα πράγμα: δεδομένου ότι είναι τόσο σπάνιο να έχει διεθνή εμβέλεια η Ιταλία, που είναι ένας βούρκος λάσπης, γιατί να μην το αξιοποιήσουμε στο έπακρο; Τι θα μας έπειθε να μείνουμε στη σκιά;»
Η τελευταία της λέξη
Το 2014, σε συνέντευξή της μέσω email, η Κάρεν Βάλμπι του Entertainment Weekly ρώτησε τη Φεράντε: «Εχετε μετανιώσει ποτέ που δεν αποκαλύψατε την ταυτότητά σας; Νιώσατε ποτέ την εγωιστική ανάγκη να θέλετε να ανοίξετε το παράθυρό σας και να φωνάξετε κλαίγοντας: “Εγώ δημιούργησα αυτόν τον κόσμο!”».
Η απάντηση της Φεράντε ήταν ξεκάθαρη. «Η εικόνα σας με το παράθυρο είναι διασκεδαστική» έγραψε. «Το σπίτι μου είναι στους επάνω ορόφους, φοβάμαι τα ύψη και ο εγωισμός μου αποφεύγει ευχαρίστως να γέρνει έξω από το παράθυρο».