| Shutterstock
Θέματα

Η θαυματουργή «δίαιτα του Χόλιγουντ» που δεν είναι δίαιτα

Στις ΗΠΑ, πέρα από τα δανέζικα Ozempic και Wegovy, κυκλοφορούν πλέον, με την έγκριση της Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων, δύο ακόμη σκευάσματα που υπόσχονται απώλεια κιλών, τα αμερικανικά Mounjaro και Zepbound. Ωστόσο, δεν έχουν εκπονηθεί ακόμη επαρκείς μελέτες για πιθανές μακροχρόνιες παρενέργειες, ενώ ζήτημα αποτελεί και το υψηλό κόστος τους
Protagon Team

Πώς μπορεί να απαλλαγεί κανείς από τα περιττά κιλά; Η απάντηση είναι εύκολη: με δίαιτα και γυμναστική. Πρακτικά, ωστόσο, είναι τουλάχιστον δύσκολο να αντικαταστήσει κανείς τις όποιες γευστικές απολαύσεις με το γυμναστήριο και τα λαχανικά στον ατμό. Υπάρχει, όμως, λύση, και μάλιστα ιδιαίτερα αποτελεσματική. Τόσο που στις ΗΠΑ κατέληξε να είναι γνωστή ως «δίαιτα του Χόλιγουντ» (αν και στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για δίαιτα), λόγω της επιτυχίας που σημείωσε μεταξύ ηθοποιών, αλλά και μεγιστάνων του πλούτου και πάσης φύσεως κοσμοπολιτών.

«Ποιος δεν θα ήθελε να χάνει βάρος σε σύντομο χρονικό διάστημα συνεχίζοντας να ζει σχεδόν φυσιολογικά;» διερωτάται ο Μάσιμο Νάβα της Corriere della Sera, γράφοντας πως αυτό κατέστη δυνατό πριν από λίγα χρόνια χάρη σε ένα φάρμακο που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία του διαβήτη, αλλά είναι επίσης, όπως αποδείχθηκε, εξαιρετικά αποτελεσματικό στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας.

Πρόκειται για το σκεύασμα Ozempic (παρασκευάζεται στη Δανία από την εταιρεία Novo Nordisk), το οποίο χορηγείται με ένεση μία φορά την εβδομάδα, πάντα σύμφωνα με τις υποδείξεις ιατρού και με συστηματική παρακολούθηση για την αντιμετώπιση πιθανών άμεσων παρενεργειών.

«Η επιτυχία της ένεσης αναστάτωσε την αγορά, εξάντλησε τα αποθέματα, δημιούργησε χώρο για υποκατάστατα, λαθρεμπόριο και ανεξέλεγκτη χρήση» γράφει ο ιταλός δημοσιογράφος. Σημειώνοντας, δε, πως το μέλλον της βιομηχανίας κατά της παχυσαρκίας και των περιττών κιλών διαγράφεται λαμπρό, μας πληροφορεί ότι στις ΗΠΑ μόλις εγκρίθηκε ένα νέο, παρόμοιο φάρμακο.

Η αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων  (FDA) ενέκρινε την κυκλοφορία του σκευάσματος Zepbound, που αναπτύχθηκε στα εργαστήρια της αμερικανικής φαρμακευτικής εταιρείας Eli Lilly. Η δραστική ουσία (τιρζεπατίδη) του νέου φαρμάκου κατά της παχυσαρκίας είναι ίδια με εκείνη του Mounjaro, ενός άλλου σκευάσματος της ίδιας εταιρείας για τη θεραπεία του διαβήτη. «Πλέον, εγκρίθηκε και για την απώλεια βάρους, για παχύσαρκα ή υπέρβαρα άτομα με τουλάχιστον μία σχετική ασθένεια, όπως υψηλή αρτηριακή πίεση» ανέφερε σχετικά το ABC News.

Το Zepbound της φαρμακευτικής εταιρείας Eli Lilly είναι το νέο σκεύασμα κατά της παχυσαρκίας που εγκρίθηκε στις ΗΠΑ (Shutterstock)

Στην επιτυχία των εν λόγω σκευασμάτων απώλειας και διαχείρισης βάρους εστίασαν το προηγούμενο διάστημα την προσοχή τους κορυφαία διεθνή ΜΜΕ, μεταξύ των οποίων οι New York Times και ο Economist, αναλύοντας με τη συνδρομή ειδικών τα αναμφισβήτητα πλεονεκτήματά τους, αλλά και τις κοινωνικές και υγειονομικές συνέπειες της κυκλοφορίας και της επιτυχίας τους.

«Αυτά τα φάρμακα προσφέρουν μια ισχυρή νέα επιλογή για τη θεραπεία της παχυσαρκίας, η οποία είναι πλέον ευρέως αποδεκτή από τους γιατρούς ως χρόνια ασθένεια. Τα παραπάνω κιλά αυξάνουν τον κίνδυνο να υποφέρει κάποιος από διαβήτη, καρδιακές παθήσεις, εγκεφαλικά επεισόδια και 13 καρκίνους. Αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι, για τους περισσότερους ανθρώπους, η δίαιτα δεν είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος για να χάσουν και να μη βάλουν ξανά αρκετά κιλά: το σώμα αντιστέκεται στις προσπάθειες να αλλάξει κάτι περισσότερο από λίγο» έγραψε ο Economist.

Το βρετανικό έντυπο δεν παρέλειψε να αναφέρει πως η ιστορία των φαρμάκων απώλειας βάρους είναι μια θλιβερή ιστορία, δεδομένου ότι στο παρελθόν κυκλοφόρησαν σκευάσματα τα οποία, όμως, στη συνέχεια απαγορεύτηκαν λόγω σοβαρών παρενεργειών, ακόμα και θανάτων. Ωστόσο, στην προκειμένη περίπτωση κρίνει πως αυτή η νέα γενιά φαρμάκων είναι πολύ πιο ασφαλής και θα μπορούσε να συμβάλει ουσιαστικά στην αντιμετώπιση του προβλήματος της παχυσαρκίας σε συστημικό και παγκόσμιο επίπεδο.

«Σύμφωνα με τη ΜΚΟ Παγκόσμια Ομοσπονδία Παχυσαρκίας, έως το 2035, άνω του 50% του παγκόσμιου πληθυσμού θα είναι υπέρβαρο, ενώ σήμερα είναι το 38%. Τα νέα φάρμακα για την απώλεια βάρους αποτελούν ένα σημείο καμπής στη θεραπεία της παχυσαρκίας. Αλλά εάν οι κυβερνήσεις θέλουν να ξοδέψουν λιγότερα για φάρμακα και χειρουργικές επεμβάσεις, θα πρέπει να επικεντρωθούν στην πρόληψη της παχυσαρκίας» ανέφερε σχετικά.H FDA ενέκρινε την κυκλοφορία του Ozempic, του ενέσιμου σκευάσματος της δανέζικης εταιρείας Novo Nordisk για τη θεραπεία του διαβήτη, το 2017. Επειτα από μια τετραετία, το 2021, ενέκρινε και το Wegovy, ένα παρόμοιο σκεύασμα της ίδιας εταιρείας, με την ίδια δραστική ουσία (σεμαγλουτίδη) αλλά σε μεγαλύτερη δόση, κατάλληλο για τη θεραπεία της παχυσαρκίας.

Εκτοτε, όπως έγραψαν οι New York Times, το φάρμακο άρχισε να συζητείται πολύ στο διαδίκτυο. Οταν ο Ελον Μασκ ρωτήθηκε πώς καταφέρνει να είναι «σε φόρμα, με σμιλεμένο κορμί και υγιής», παραδέχτηκε πως είχε αρχίσει να παίρνει το Wegovy. Στα δύο σκευάσματα αναφέρθηκε με ανάρτησή του και ο διάσημος παρουσιαστής της τηλεόρασης Αντι Κόεν, ενώ τον περασμένο Σεπτέμβριο το Variety έγραψε πως ηθοποιοί και παραγωγοί εξαίρουν σιωπηλά το φάρμακο στο Signal, μια εφαρμογή κρυπτογραφημένης ανταλλαγής μηνυμάτων.

Αλλά και στο TikTok το hashtag #Ozempic εθεάθη περισσότερες από 273 εκατομμύρια φορές, με χρήστες του να ανταλλάσσουν απόψεις για πιθανές παρενέργειες και, κυρίως, να εκφράζουν την έκπληξή τους για τα κιλά που είχαν χάσει αφότου άρχισαν να το χρησιμοποιούν. Πλέον, στις ΗΠΑ, πέρα από τα δανέζικα Ozempic και Wegovy, κυκλοφορούν επίσης τα αμερικανικά Mounjaro και Zepbound, ενώ τα εν λόγω σκευάσματα διατίθενται και σε στερεά μορφή.

Μερικές φορές οι γιατροί συνταγογραφούν φάρμακα για χρήση «εκτός ετικέτας», δηλαδή για άλλο σκοπό από αυτόν για τον οποίο προορίζεται ρητά το φάρμακο. Ωστόσο, έγκυροι ενδοκρινολόγοι και διαιτολόγοι εγγυώνται την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητά τους, εφόσον λαμβάνονται υπό αυστηρή ιατρική επίβλεψη και αν πραγματικά υπάρχει ανάγκη, «χωρίς, φυσικά, να ξεχνάμε ότι κάποιες μικρές θυσίες στο τραπέζι και μια ισορροπημένη διατροφή είναι ακόμα απαραίτητες για να αναμένουμε ασφαλή αποτελέσματα», όπως ανέφερε στην Corriere della Sera ο Τζιανλεόνε Ντι Σάκο, ένας ενδοκρινολόγος από το Μιλάνο.

Πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι δεν έχουν εκπονηθεί ακόμη επαρκείς μελέτες όσον αφορά τις πιθανές μακροχρόνιες παρενέργειες των εν λόγω σκευασμάτων, ενώ ζήτημα αποτελεί και το υψηλό κόστος χορήγησής τους, ειδικά στις ΗΠΑ, καθώς στην παρούσα φάση κυμαίνεται από 900 έως 1.300 δολάρια τον μήνα.