| CreativeProtagon
Θέματα

Ευρώπη – ΗΠΑ, μια σχέση γεμάτη «αγκάθια»

Ευρωπαίοι αξιωματούχοι επικρίνουν τον Λευκό Οίκο για την εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου και τη στροφή του προς τον προστατευτισμό όσον αφορά το εμπόριο και τη βιομηχανία, ειδικά την αμυντική. Στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών αντιδράσεων ο νόμος Μπάιντεν για τη Μείωση του Πληθωρισμού. Σύμφωνα με το Politico, το ενδεχόμενο να ξεσπάσει ένας διατλαντικός εμπορικός πόλεμος είναι εκ νέου υπαρκτό
Protagon Team

Ο εκνευρισμός (αν όχι η οργή) είναι δεδομένος και αναδεικνύει μια διαφορετική εικόνα όσον αφορά τη διακηρυγμένη ενότητα Ευρώπης – Ηνωμένων Πολιτειών. Μεταξύ των δύο πλευρών δεν υφίστανται στρατηγικές διαφωνίες, αλλά οικονομικές διαφορές, που σχετίζονται με τον τρόπο που νοείται ή που πρέπει να νοείται η αλληλεγγύη μεταξύ συμμάχων χωρών.

Το ζήτημα είναι ότι μπορεί ακόμα στην Ουκρανία να μην υπάρχουν νικητές και ηττημένοι, αλλά υπάρχουν ήδη στη Δύση, και είναι ξεκάθαρο ποιοι είναι οι πρώτοι και ποιοι οι δεύτεροι: «Χρυσές δουλειές για τους Αμερικανούς, θυσίες και πληθωρισμός ρεκόρ στην Ευρώπη», συνοψίζει ο Μάσιμο Νάβα της Corriere della Sera.

Ευρωπαίοι αξιωματούχοι επικρίνουν τον Λευκό Οίκο για την εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου και τη στροφή του προς τον προστατευτισμό όσον αφορά το εμπόριο και τη βιομηχανία, ειδικά την αμυντική. «Το γεγονός είναι ότι η χώρα που κερδίζει τα περισσότερα από αυτόν τον πόλεμο είναι οι ΗΠΑ, επειδή πουλάνε περισσότερο φυσικό αέριο και σε υψηλότερες τιμές και επειδή πουλάνε περισσότερα όπλα», ανέφερε ένας ανώτερος αξιωματούχος στο Politico.

Ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Ζοζέπ Μπορέλ κάλεσε την Ουάσινγκτον να λάβει σοβαρά υπόψη και να ανταποκριθεί στις ευρωπαϊκές ανησυχίες. «Οι Αμερικανοί –οι φίλοι μας– παίρνουν αποφάσεις που μας επηρεάζουν οικονομικά» είπε. Οι εξαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από τις ΗΠΑ «επέτρεψαν στην Ευρώπη να απομακρυνθεί από τη Ρωσία», απάντησε εκπρόσωπος του αμερικανικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας.

Αλλά το τίμημα που καταβάλλουν οι ευρωπαϊκές χώρες για να περιορίσουν την εξάρτησή τους από τη ρωσική ενέργεια είναι πολύ υψηλό, ενώ ιδιαίτερα αυξημένες είναι οι δαπάνες των ευρωπαϊκών κρατών για την απόκτηση στρατιωτικού εξοπλισμού αμερικανικής κατασκευής, καθώς οι ευρωπαϊκοί στρατοί αντιμετωπίζουν ήδη ελλείψεις λόγω της αποστολής όπλων στην Ουκρανία.

Ο Μακρόν στην Ουάσινγκτον

Ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος την Τρίτη αναχώρησε για την Ουάσινγκτον στο πλαίσιο επίσημης διήμερης επίσκεψης στην αμερικανική πρωτεύουσα (30 Νοεμβρίου-1 Δεκεμβρίου), έχει ήδη δηλώσει πως οι υψηλές τιμές του αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου δεν είναι «φιλικές». Υπουργοί και διπλωμάτες άλλων ευρωπαϊκών κρατών έχουν επίσης εκφράσει τη δυσφορία τους για το γεγονός ότι ο Λευκός Οίκος πρακτικά αγνοεί τον αντίκτυπο των οικονομικών πολιτικών του στους ευρωπαίους συμμάχους του.

Μιλώντας στη γαλλική τηλεόραση, ο ευρωπαίος επίτροπος για την εσωτερική αγορά Τιερί Μπρετόν σημείωσε πως όταν το υγροποιημένο φυσικό αέριο που φορτώνεται σε τάνκερ σε αμερικανικά λιμάνια φτάνει στην Ευρώπη, η τιμή του έχει αυξηθεί στο τετραπλάσιο. «Φυσικά, οι Αμερικανοί είναι σύμμαχοί μας… αλλά όταν κάτι πηγαίνει στραβά, είναι απαραίτητο αυτό να λέγεται και μεταξύ των συμμάχων». Και αυτό θα κάνει, μεταξύ άλλων, σίγουρα ο Εμανουέλ Μακρόν κατά τη συνάντησή του με τον αμερικανό ομόλογό του.

Στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών αντιδράσεων βρίσκεται ο νόμος για τη Μείωση του Πληθωρισμού (Inflation Reduction Act – IRA) του Τζο Μπάιντεν, ένα πακέτο ύψους 369 δισ. δολαρίων που περιλαμβάνει πολιτικές για τη φορολογία, την ενέργεια, το κλίμα και την υγεία. Το Politico γράφει ότι το ενδεχόμενο να ξεσπάσει ένας διατλαντικός εμπορικός πόλεμος είναι εκ νέου υπαρκτό, ενώ οι αξιωματούχοι των Βρυξελλών καταστρώνουν σχέδια για τη σύσταση ενός νέου ταμείου έκτακτης ανάγκης για τη διάσωση των ευρωπαϊκών βιομηχανιών.

Την προηγούμενη εβδομάδα, ο γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρούνο Λεμέρ κατηγόρησε τις ΗΠΑ ότι ακολουθούν τον δρόμο του οικονομικού απομονωτισμού της Κίνας, προτρέποντας τις Βρυξέλλες να μιμηθούν αυτή την προσέγγιση. «Η Ευρώπη δεν πρέπει να είναι η τελευταία των Μοϊκανών» είπε ο Λεμέρ. «Βιώνουμε μια υφέρπουσα κρίση εμπιστοσύνης όσον αφορά εμπορικά ζητήματα στο πλαίσιο αυτής σχέσης», δήλωσε από την πλευρά του ο γερμανός βουλευτής Ράινχαρντ Μπουτικοφέρ.

Αλλά οι ΗΠΑ ανταποδίδουν τις κατηγορίες. Αμερικανός αξιωματούχος υποστήριξε πως οι αυξήσεις στις τιμές του φυσικού αερίου δεν οφείλονται σε κάποια αμερικανική πολιτική ή ενέργειες του Λευκού Οίκου, αλλά σε αποφάσεις του ιδιωτικού τομέα, όχι στις ΗΠΑ αλλά στην Ευρώπη.

«Οι αμερικανικές εταιρείες υπήρξαν διαφανείς και αξιόπιστοι προμηθευτές της Ευρώπης με φυσικό αέριο», είπε, προσθέτοντας πως στις περισσότερες περιπτώσεις, η διαφορά μεταξύ των τιμών εξαγωγής και εισαγωγής δεν πηγαίνει στους εξαγωγείς υγροποιημένου φυσικού αερίου των ΗΠΑ, αλλά στις εταιρείες που μεταπωλούν το φυσικό αέριο εντός της ΕΕ. «Ο μεγαλύτερος ευρωπαίος κάτοχος μακροπρόθεσμων συμβολαίων φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ είναι, για παράδειγμα, η γαλλική TotalEnergies», σημειώνει το Politico.

Η φθηνότερη ενέργεια αποτελεί τεράστιο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τις αμερικανικές εταιρείες. Συγχρόνως, επιχειρηματικοί κολοσσοί σχεδιάζουν επενδύσεις στις ΗΠΑ ή μεταφέρουν δραστηριότητες από την Ευρώπη σε αμερικανικά εργοστάσια, και αυτό σημαίνει ότι οι συνέπειες της ενεργειακής κρίσης στην ευρωπαϊκή βιομηχανία γίνονται ήδη αισθητές. Mόλις πριν από λίγες ημέρες, η βελγική πολυεθνική χημικών προϊόντων Solvay ανακοίνωσε ότι επέλεξε τις ΗΠΑ, αντί της Ευρώπης, για νέες επενδύσεις, ενώ σε ανάλογου περιεχομένου ανακοινώσεις έχουν προβεί το τελευταίο διάστημα και άλλοι βιομηχανικοί κολοσσοί της ΕΕ.

Η γερμανική BMW ανακοίνωσε σχέδια για επέκταση του εργοστασίου της στο Σπάρτανμπουργκ της Νότιας Καρολίνας τα επόμενα χρόνια, με την επένδυση να ξεπερνά το 1,5 δισ. ευρώ. Η αυτοκινητοβιομηχανία του Μονάχου σκοπεύει να παράγει έξι νέα ηλεκτρικά μοντέλα σε αυτό το εργοστάσιο. Στις αρχές Σεπτεμβρίου, ο γερμανικός όμιλος χημικών προϊόντων Evonik Industries άνοιξε ένα ερευνητικό κέντρο στην Πενσιλβάνια.

Από τη μία πλευρά, προφανώς αποτελεί θετική εξέλιξη το ότι οι Αμερικανοί σκοπεύουν να καταπολεμήσουν την κλιματική αλλαγή με ένα «ισχυρό νομοθετικό πακέτο» πράσινων επιδοτήσεων, όπως σχολίασε πρόσφατα ο γερμανός (Πράσινος) αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομικών και Προστασίας του Κλίματος της Γερμανίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ. Αλλά τα όποια αμερικανικά μέτρα δεν πρέπει να επιδρούν στο περίφημο «level playing field», στους ισότιμους όρους ανταγωνισμού μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ.

«Είναι σαφές ότι οι εταιρείες μπαίνουν στον πειρασμό να φύγουν, έλκονται από τις επιδοτήσεις», συμπλήρωσε ο Χάμπεκ, και για αυτόν τον λόγο «ο νόμος για τον πληθωρισμό του Μπάιντεν απαιτεί μια  ισχυρή απάντηση. Η στρατηγική των ΗΠΑ θα πρέπει να μας ενθαρρύνει να διπλασιάσουμε τις προσπάθειές μας για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα», προσέθεσε ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, ο Φιλελεύθερος Κρίστιαν Λίντνερ.

Ακόμη και ο Σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Ολαφ Σολτς δηλώνει ότι δεν μπορεί να παραμείνει αδρανής η Ευρώπη μπροστά στον αμερικανικό πακτωλό παροχών. Ιδιαίτερα σημαντικό στην παρούσα φάση είναι το ότι Γερμανία και Γαλλία συμφωνούν, παρά τις πολλές διαφορές που προέκυψαν τους τελευταίους μήνες όσον αφορά την ανάγκη να αντιδράσει η ΕΕ.

«Πρέπει να ξυπνήσουμε», βροντοφώναξε ο Εμανουέλ Μακρόν τη 17η Οκτωβρίου, στα εγκαίνια της Παγκόσμιας Εκθεσης Αυτοκινήτου του Παρισιού, όπου ιδιαίτερη εντύπωση (και εν μέρει δυσφορία) προκάλεσε η έντονη παρουσία κινέζων κατασκευαστών. Μάλιστα, ο γάλλος πρόεδρος επισήμανε την ανάγκη να εφαρμόσει η ΕΕ μια επιθετική πολιτική για την αντιμετώπιση του κινεζικού και του αμερικανικού ανταγωνισμού στη βιομηχανία των ηλεκτρικών αυτοκινήτων, ενισχύοντας σημαντικά τις ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες.

Η γαλλική κυβέρνηση, για παράδειγμα, εξετάζει το ενδεχόμενο να περιορίσει τα κίνητρα για την αγορά ηλεκτρικών αυτοκινήτων μόνο σε οχήματα «Made in Europe». Προς το παρόν, ωστόσο, δεν υπάρχει ενιαία ευρωπαϊκή απάντηση. Αλλά ο επίτροπος εσωτερικής αγοράς Τιερί Μπρετόν εξεταζει ήδη μια πιο σκληρή γραμμή με το Βερολίνο και το Παρίσι. Η Ευρωπαϊκή Ενωση θα παραμείνει ανοιχτή σε εταιρείες από άλλες οικονομικές περιοχές, αλλά με τους δικούς της όρους.

Τα αγκάθια, όμως, στη σχέση ΗΠΑ-ΕΕ είναι πολλά. Η Ουάσινγκτον παρακολουθεί προσεκτικά την επιρροή της Κίνας στη γερμανική οικονομία, ειδικά στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας. Το γεγονός ότι ο Ολαφ Σολτς ταξίδεψε στο Πεκίνο με γερμανούς βιομήχανους για να συναντήσει τον Σι Τζινπίνγκ, σε συνδυασμό με το ότι επέτρεψε στην κινεζική Cosco να αποκτήσει μερίδιο στο λιμάνι του Αμβούργου, δυσαρέστησε ιδιαίτερα τις ΗΠΑ.

Πάντως, την προηγούμενη εβδομάδα, παραβλέποντας τις όποιες πρόσφατες εντάσεις μεταξύ Βερολίνου και Παρισιού, ο Μπρούνο Λεμέρ και ο Ρόμπερτ Χάμπεκ ανακοίνωσαν από κοινού τη στρατηγική τους απέναντι στις ΗΠΑ. «Απευθύνουμε έκκληση για μια ευρωπαϊκή βιομηχανική πολιτική που θα επιτρέπει στις εταιρείες μας να ευδοκιμούν εν μέσω του παγκόσμιου ανταγωνισμού, ειδικά μέσω της τεχνολογικής πρωτοπορίας», επισήμαναν, μεταξύ άλλων.

Το ότι η Ευρώπη πρέπει ευνοήσει την ευρωπαϊκή παραγωγή και να αρχίσει να υπερασπίζεται καλύτερα τα οικονομικά της συμφέροντα, ο γάλλος υπουργός το επανέλαβε και ενόψει της μετάβασής του στην Ουάσινγκτον, μαζί με τον Εμανουέλ Μακρόν.