Ποια είναι η καλύτερη διαφορά ηλικίας στη συζυγική σχέση; Ποιο είναι το ευτυχέστερο ζεύγος, με αυτή τη λογική –της διαφοράς ηλικίας δηλαδή– αν εξεταστούν τα πράγματα; Είναι το συνομήλικο ανδρόγυνο, ο «παππούς» με τη «μικρούλα», η «γιαγιά» με τον «παίδαρο» ή μήπως όλοι τους; Και, τέλος πάντων, τι δείχνουν οι σχετικές έρευνες (διότι και αυτές υπάρχουν σε πληθώρα), τα στατιστικά στοιχεία περί διαζυγίων κ.λπ.;
Η ανάλυση για αυτό το κοινωνικό θέμα περιλαμβάνεται στα «θερινά αναγνώσματα» (summer reads) του βρετανικού περιοδικού Economist και την προέβαλε η Corriere della Sera, καθώς συμμερίστηκε το πνεύμα της εν λόγω σειράς άρθρων: υποτίθεται πως είναι ανάλαφρο δημοσιογραφικό πρότζεκτ, με κείμενα ιδανικά για διάβασμα τις ώρες της μεσημβρινής ραστώνης μέσα στο διάστημα των διακοπών – και, επειδή μιλάμε για Βρετανούς, αν υπάρχει και ξαπλώστρα δίπλα στο κύμα, ακόμη καλύτερα. Ωστόσο, πάντα υπάρχουν και οι επιρρεπείς στην ανησυχία αναγνώστες και αναγνώστριες, οπότε… προσοχή.
Με βάση έρευνα που επικαλέστηκε το Economist, οι γυναίκες τείνουν να προτιμούν συνομηλίκους και γενικώς αναζητούν συντρόφους με τους οποίους δεν έχουν πολύ μεγάλη διαφορά ηλικίας οι ίδιες. Οι άνδρες προτιμούν πάντα τις εικοσάρες, όπως και την όλο και μεγαλύτερη διαφορά ηλικίας με τη γυναίκα όσο οι ίδιοι μεγαλώνουν και γερνούν (σε αυτή την περίπτωση τα θέματα κοινού ενδιαφέροντος είναι, βέβαια, ένα ζήτημα, ενώ και η μεταξύ τους αντίθεση όσον αφορά τη φυσική κατάσταση είναι γεγονός).
Τα παραπάνω συμπεράσματα προκύπτουν από έρευνα που διενήργησε ένας ιστότοπος γνωριμιών (ονόματι OKCupid), βασισμένη στις προτιμήσεις των πελατών του. Η Corriere σχολίασε με σωφροσύνη ότι το είδος της συγκεκριμένης δεξαμενής άντλησης πληροφοριών πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν, διότι δεν είναι αντιπροσωπευτικό των τάσεων και δεν γίνεται να αναχθεί σε γενικό κανόνα. Ευτυχώς, όμως, υπάρχουν και πανεπιστημιακές μελέτες με αδιαμφισβήτητο κύρος και τα πράγματα μπαίνουν σε πιο σωστή βάση.
Το Πανεπιστήμιο Emory ασχολήθηκε με τους παράγοντες που καθιστούν πιθανότερο το διαζύγιο. Η δική του μελέτη διερεύνησε τις περιπτώσεις 3.000 ανδρογύνων στις ΗΠΑ και απεφάνθη ότι η διαφορά ενός έτους στην ηλικία ενός ζεύγους παντρεμένων αυξάνει την πιθανότητα του διαζυγίου κατά 3%, η διαφορά των 5 ετών κατά 18%, ενώ η διαφορά των 10 ετών έως και 39%.
Το βρετανικό Γραφείο Στατιστικής, πάντως, σε ό,τι αφορά την Αγγλία και την Ουαλία τουλάχιστον, δεν βρήκε σημαντικό τον συσχετισμό του διαζυγίου με τη διαφορά ηλικίας στο ζευγάρι των παντρεμένων. Πιο φιλοσοφημένη η στάση των Βρετανών και των Βρετανίδων, αφού η συνήθεια παίζει και αυτή τον ρόλο της στην απόφαση «χωρίζω ή όχι», αν υποθέσουμε ότι η συζυγική αγάπη έχει εκπνεύσει ή δεν υπήρξε ποτέ. Η Στατιστική διαπίστωσε, ωστόσο, ότι οι γυναίκες που είναι μία δεκαετία μεγαλύτερες από τον σύντροφό τους και παντρεύτηκαν σχετικά μεγάλες , μετά τα 30 τους, έχουν περισσότερες πιθανότητες να χωρίσουν. Δεν αποσαφηνίζεται αν σε αυτή την τελευταία περίπτωση παίζει ρόλο το «παρελθόν» ή, αντιθέτως, η έλλειψή του.
Το Economist ανέφερε και άλλες περιπτώσεις μελετών, οι οποίες εξέτασαν τα οικονομικά στοιχεία που σχετίζονται με τον γάμο. Λόγου χάρη, οικονομολόγοι έχουν ασχοληθεί με τον τρόπο που η διαφορά ηλικίας μεταξύ των παντρεμένων επηρεάζει τις αμοιβές των γυναικών και τα ποσοστά απασχόλησης. Μια έρευνα από τη Δανία, σημείωσε η βρετανική επιθεώρηση, διαπίστωσε ότι, κατά μέσον όρο, τα οικονομικά οφέλη των γυναικών που παντρεύτηκαν μεγαλύτερους άνδρες δεν ήταν και πολύ διαφορετικά από εκείνα των γυναικών που παντρεύτηκαν συνομηλίκους τους ή, έστω, πιο κοντά στη δική τους ηλικία.
Τα ανδρικά οφέλη δεν είναι οικονομικά: οι ίδιοι Δανοί είπαν ότι όσοι άνδρες άνω των 50 ετών παντρεύτηκαν «μικρούλες» ή γενικώς νεότερες από αυτούς γυναίκες, έζησαν περισσότερο. Στο θέμα της μακροζωίας οι γυναίκες σύζυγοι έχουν στάνταρ επιδόσεις: ζουν περισσότερο από τους άνδρες σε κάθε περίπτωση – μάλιστα, όσο μεγαλύτερη είναι η διαφορά ηλικίας τόσο μεγαλύτερες είναι και οι πιθανότητες επιβίωσής τους, ανεξαρτήτως του αν είναι μικρότερης ή μεγαλύτερης ηλικίας από τους συζύγους τους!
Μελέτη του Πανεπιστημίου Ιντιάνα, η οποία προσδιόρισε βάσει DNA τη μέση ηλικία στην οποία οι άνδρες και οι γυναίκες τεκνοποίησαν, έδειξε ότι η διαφορά ηλικίας μεταξύ των γονέων έχει αλλάξει με την πάροδο του χρόνου. Το Tech Explorist έγραψε: «Η μέση ηλικία στην οποία οι άνθρωποι τεκνοποίησαν τα τελευταία 250.000 χρόνια είναι τα 26,9 έτη. Ο πατέρας ήταν πάντα μεγαλύτερος, κατά μέσον όρο 30,7 ετών, ενώ η μητέρα 23,2 ετών. Αυτή η διαφορά ηλικίας έχει μειωθεί τα τελευταία 5.000 χρόνια, με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις για την ηλικία της μητέρας να ανέρχονται κατά μέσον όρο στα 26,4 έτη. Η μείωση του χάσματος οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι οι μητέρες πλέον αποφασίζουν να γεννήσουν σε μεγαλύτερη ηλικία».
Κατόπιν όλων αυτών, η Corriere (συντάκτρια η Ελενα Τέμπανο) θεώρησε καλό να κλείσει το σημείωμά της με την εξής ορθοπολιτική κατακλείδα: «Για να κατανοήσουμε καλύτερα πόσο σημαντικό είναι το φύλο για τον προσδιορισμό της ιδανικής διαφοράς ηλικίας στον επιτυχημένο γάμο, μάλλον χρειάζεται και κάποια μελέτη για τα ζευγάρια του αυτού φύλου»…