«Εζησα πάρα πολύ καιρό και έκανα πάρα πολλά» δήλωσε πρόσφατα η Σερ. Η 78χρονη αμερικανίδα τραγουδίστρια, μοντέλο και ηθοποιός τα παραθέτει στα απομνημονεύματά της με τίτλο «Cher: The Memoir, Part One», που μόλις κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Harper Collins, γράφει στην Telegraph ο Νιλ ΜακΚόρμικ, μουσικοκριτικός της βρετανικής εφημερίδας – ο οποίος και δημοσιεύει πέντε πράγματα που έμαθε διαβάζοντας τον πρώτο τόμο.
Στον πρώτο τόμο, που φτάνει μέχρι το 1980, καλύπτοντας το πρώτο μισό της πολυτάραχης ζωής της, η Σερ αφηγείται με ζωηρές λεπτομέρειες την τρελή οικογενειακή ιστορία της, τα άγρια παιδικά χρόνια με την ηθοποιό μητέρα της, την περίεργη και δυσλειτουργική σχέση της με τον εκκεντρικό Σόνι Μπόνο (ήταν 11 χρόνια μεγαλύτερός της), την απίθανη επιτυχία τους ως δήθεν παντρεμένο ζευγάρι στον κόσμο της ποπ, την επαναφορά τους ως τηλεοπτικό κωμικό δίδυμο, τον κακό γάμο, την απιστία, το διαζύγιο και τους αμφιλεγόμενους έρωτες με τα κακά αγόρια της ροκ Γκρεγκ Ολμαν και Τζιν Σίμονς.
Ο δεύτερος τόμος, δε, που θα κυκλοφορήσει τον ερχόμενο Μάρτιο, καλύπτει πέντε δεκαετίες βραβευμένων με Οσκαρ ταινιών και τις ατομικές επιτυχίες της σούπερ σταρ.
Ο γάμος της με τον Σόνι Μπόνο ήταν κατά κάποιον τρόπο fake
Η Σερ παρουσιάζει με ζωντανό τρόπο εικόνες από την παράξενη ιδιωτική ζωή του Σόνι και της Σερ, μια σχέση γεμάτη αγάπη και χιούμορ και ταυτόχρονα με εκπληκτική ψυχολογική χειραγώγηση και έλεγχο, οικονομική εξαπάτηση και αχαλίνωτη απιστία από την πλευρά του Σόνι.
Οταν γνωρίστηκαν η Σερ ήταν μια 16χρονη νεαρή που φιλοδοξούσε να γίνει ηθοποιός και εκείνος ένας παράξενος πλην χαρισματικός 27χρονος τραγουδοποιός που ετοιμαζόταν να πάρει διαζύγιο από την πρώτη του σύζυγο. Η Σερ κοιμόταν στους καναπέδες λεσβιών χορευτριών και όταν την πέταξαν έξω, ο Σόνι της πρότεινε να μείνει μαζί του στο διαμέρισμά του, με αντάλλαγμα να είναι άμισθη οικονόμος και βοηθός του. Τελικά, παρ’ όλο που κανένας από τους δύο δεν έβρισκε τον άλλον ελκυστικό, άρχισαν να κοιμούνται μαζί.
Αν και έγιναν το πιο διάσημο παντρεμένο ζευγάρι της αμερικανικής ποπ, η Σερ αποκαλύπτει ότι για πάνω από πέντε χρόνια δεν ήταν νόμιμα παντρεμένοι. Η επίσημη ιστορία ενός γρήγορου γάμου στην Τιχουάνα μετά το διαζύγιο του Σόνι το 1964 ήταν μια κατασκευή δημοσιοσχετίστικη, που κάλυπτε μια αυτοσχέδια τελετή ανταλλαγής δαχτυλιδιών στο μπάνιο του πρώτου τους σπιτιού, χωρίς μάρτυρες, με τη 17χρονη Σερ να προεδρεύει…
Νόμιμα παντρεύτηκαν το 1969, μετά από συμβουλή δικηγόρων, υπογράφοντας το σχετικό έγγραφο σε έναν ειρηνοδίκη, στην έπαυλή τους στο Χόλιγουντ. «Η τελετή έπρεπε να γίνει γρήγορα και ιδιωτικά, ώστε κανείς να μη μάθει ότι λέγαμε εξαρχής ψέματα για τον γάμο μας» γράφει η Σερ. «Εκείνες τις μέρες η αλήθεια θα ισοδυναμούσε με το τέλος της καριέρας μου. Το τακτοποιήσαμε μέσα σε λίγα λεπτά και ο Σόνι επέστρεψε κατευθείαν στο γραφείο του».
Ο Φιλ Σπέκτορ τη σκόπευσε με όπλο
Η Σερ ξεκίνησε τη δεκαετία του 1960 κάνοντας δεύτερα φωνητικά σε πολλές από τις πιο διάσημες ηχογραφήσεις του μεγαλοπαραγωγού Φιλ Σπέκτορ, επιτυχίες των Ronettes, των Crystals και των Righteous Brothers – μεταξύ άλλων και στο περίφημο «You’ve Lost That Lovin’ Feelin’». Ο Σπέκτορ και η «βρωμόστομη, αναιδής έφηβη» τα πήγαν αμέσως καλά, αν και ο Σόνι προειδοποίησε τη Σερ ότι ο Σπέκτορ «έχει έντεκα πλευρές και πρέπει να τις ξέρεις όλες». Η Σερ γράφει για τον ιδιόρρυθμο Σπέκτορ ότι «η διάθεσή του ήταν υδραργυρική. Μπορούσες να αστειεύεσαι μαζί του, μέχρι τη στιγμή που δεν μπορούσες».
Μια δεκαετία αργότερα η Σερ και ο Χάρι Νίλσον έφτασαν στα στούντιο A&M για να κάνουν δεύτερα φωνητικά στον Τζον Λένον. «Ακούσαμε κάτι να σπάει. Τότε ο Τζον όρμησε έξω πολύ θυμωμένος, ενώ μια καρέκλα πεταγόταν πίσω του. Καθώς περνούσε δίπλα μας τρέχοντας, φώναξε: “Δεν θα συνεργαστώ ποτέ ξανά με αυτόν τον τρελό. Είναι θεότρελος!”» Ο Σπέκτορ ζήτησε από τη Σερ και τον Νίλσον να κάνουν ένα demo για ένα τραγούδι με τίτλο «A Love Like Yours» και μετά το κυκλοφόρησε πίσω από την πλάτη τους, ως single του ντουέτου. Τότε η Σερ πήγε στη «σκοτεινή και απόκοσμη» έπαυλη του Σπέκτορ για να τον αντιμετωπίσει.
«Εμοιαζε με στοιχειωμένο σπίτι. Ο Φίλιπ στεκόταν δίπλα σε ένα τραπέζι μπιλιάρδου. Αρχισε να συμπεριφέρεται περίεργα. Ταράχτηκε και προσπαθούσε να με εκφοβίσει. Μου είπε ότι μπορούσε να κάνει ό,τι ήθελε. Μετά έπιασε ένα περίστροφο. Κοιτάζοντάς τον καθώς το στριφογύριζε γύρω από τα δάχτυλά του, είπα “Δεν μπορείς να βγάζεις αυτό το σκατό σε μένα, μαλάκα. Με ξέρεις από τα δεκαέξι μου!”». Ο Σπέκτορ ζήτησε συγγνώμη. Η Σερ έφυγε και προσπάθησε να πείσει τον εαυτό της ότι το όπλο «μάλλον δεν ήταν καν γεμάτο… αλλά υπήρχε κάτι πάνω του εκείνο το βράδυ που με προβλημάτισε». Ηταν η ίδια έπαυλη όπου ο Σπέκτορ πυροβόλησε θανάσιμα τη Λάνα Κλάρκσον το 2003.
Στο απόγειο της επιτυχίας της σκεφτόταν την αυτοκτονία
Ο Σόνι ζήλευε τρελά τη Σερ και απαγόρευε στο συγκρότημα και στο συνεργείο τους να της μιλάνε, ενώ ο ίδιος ήταν κατάφωρα άπιστος με μια σειρά από βοηθούς, «χορεύτριες, ηθοποιούς, σερβιτόρες, ακόμα και πουτάνες… Δεν μπορούσα να φανταστώ πού έβρισκε τον χρόνο!» Της ασκούσε τόσο αυστηρό έλεγχο ώστε, όταν έκεινη άρχισε μαθήματα τένις, έκαψε τον εξοπλισμό της σε μια μεγάλη φωτιά. Επίσης ξανάγραφε κρυφά τα συμβόλαια, με αποτέλεσμα η Σερ να είναι άμισθη υπάλληλός του.
Η Σερ γράφει για μια residency εμφάνισή τους το 1972 στο ξενοδοχείο «Sahara» του Λας Βέγκας: «Βγήκα ξυπόλητη στο μπαλκόνι της σουίτας μας και κοίταξα κάτω. Ημουν ζαλισμένη από τη μοναξιά. Είδα πόσο εύκολο ήταν να περάσω την άκρη και απλά να εξαφανιστώ. Για λίγα τρελά λεπτά δεν μπορούσα να φανταστώ άλλη επιλογή». Δεν το έκανε, αλλά επέστρεψε στο μπαλκόνι «πέντε ή έξι φορές» τις επόμενες νύχτες, μέχρι που της ήρθε η θεία φώτιση: «Δεν χρειάζεται να πηδήξω, μπορώ απλώς να τον αφήσω», γράφει.
Ο Σόνι παραδέχτηκε αργότερα πως όταν του το ανακοίνωσε, σκέφτηκε να τη σπρώξει από το ίδιο μπαλκόνι, σίγουρος ότι θα μπορούσε να γλιτώσει από την κατηγορία για δολοφονία («Θα δήλωνα παράνοια, θα έκανα επτά χρόνια φυλακή, μετά θα έκανα μια συμφωνία για βιβλίο και για μια δική μου εκπομπή»). Τέλειωσαν τρομερά τσιτωμένοι και ουρλιάζοντας από τα γέλια.
Ο Σόνι και η Σερ έζησαν χωριστές ζωές στην έπαυλή τους στο Χόλιγουντ, διατηρώντας μια ψευδαίσθηση παντρεμένου ζευγαριού για την τηλεοπτική εκπομπή «The Sonny & Cher Comedy Hour», ενώ η Σερ άρχισε να έχει ερωτικές σχέσεις και ο Σόνι έφερνε στο σπίτι τις φιλενάδες του, την κατασκόπευε και δωροδοκούσε τον θεραπευτή της για να του λέει τα μυστικά της.
Η Λουσίλ Μπολ (η οποία είχε χωρίσει από τον σύζυγό της Ντέζι Αρνάζ) την έφερε σε επαφή με τον δικηγόρο του Φρανκ Σινάτρα, ενώ ο νέος φίλος της, ο διευθυντής της δισκογραφικής εταιρίας Ντέιβιντ Γκέφεν, τη βοήθησε να απεγκλωβιστεί από ένα συμβόλαιο που περιγράφεται ως «ακούσια δουλεία». Οταν κάποιος τη ρώτησε αν είχε αφήσει τον Σόνι για άλλον άντρα, η Σερ απάντησε: «Οχι, τον άφησα για μια άλλη γυναίκα. Εμένα».
Η κακοποιημένη από τον σύζυγό της Τίνα Τέρνερ ζήτησε τη συμβουλή της Σερ. «Πες μου πώς τον άφησες;» ρωτάει η Τίνα. «Απλά έφυγα και συνέχισα» απάντά η Σερ. Ωστόσο ο Σόνι και η Σερ συνέχισαν να υποκρίνονται το παντρεμένο ζευγάρι μέχρι το 1974, μάλιστα το 1976 έκαναν μαζί μια τηλεοπτική σειρά όπου… υποδύονταν τους διαζευγμένους. «Τόσο περίεργη ήταν η σχέση μας» παραδέχεται η ίδια. «Οταν δεν ήταν πολύ μ…ς, ο Σόνι Μπόνο ήταν τόσο διασκεδαστικός που σχεδόν τον αγαπούσα».
Εχει εμμονή με τα ρούχα (όχι τόσο με τη μουσική)
Υπάρχουν πολλές αναφορές σε ρούχα στο βιβλίο της Σερ, γράφει στην Telegraph o Νιλ ΜακΚόρμικ. Φαίνεται σαν να θυμάται κάθε ρούχο που φόρεσε ποτέ: πού αγοράστηκε ή πώς το έφτιαξαν η ίδια ή οι (μετέπειτα) σχεδιαστές της. Εμφανίστηκε τρεις φορές στο εξώφυλλο της Vogue (συβολικά έχει εμφανιστεί έξι φορές μέχρι σήμερα) και μία φορά στο εξώφυλλο του Time, το 1975, φορώντας «αυτό που έγινε γνωστό ως το “γυμνό φόρεμα”» του σχεδιαστή Μπομπ Μακί, δημιουργημένο από εύφλεκτο υλικό, ψεκασμένο με νερό και κολλημένο στο δέρμα της, «έτσι ώστε φαίνεται σαν το γυμνό μου σώμα να είναι καλυμμένο με χάντρες και φτερά».
Ωστόσο, για τη μουσική δεν υπάρχουν τόσα πολλά στο βιβλίο. Πάντα της άρεσε να τραγουδά, αλλά «δεν κορόιδεψα τον εαυτό μου ότι αυτό που έκανα ήταν υπέροχο. Ούτε ο ήχος της φωνής μου μού άρεσε πάρα πολύ» γράφει. Ποτέ δεν της άρεσε το Νο 1 σινγκλ της στις ΗΠΑ το 1971 «Gypsys, Tramps & Thieves». «Στην πραγματικότητα δεν μου αρέσουν πολύ τα τραγούδια που λένε μια ιστορία» εξηγεί.
Ούτε νοιάστηκε για το No 1 του 1974 «Dark Lady». «Ηταν άλλο ένα τραγούδι με ιστορία, αλλά ο κόσμος το αγάπησε, οπότε ποια είμαι εγώ για να κρίνω; Δεν είχα ποτέ την ευκαιρία να διαλέγω τα δικά μου τραγούδια τότε», σημειώνει. «Πάντα τα διάλεγε ένας άνδρας για μένα». Ούτε είχε ιδιαίτερα καλή γνώμη για τις μουσικές ικανότητες του Σόνι. «Δεν ήταν ο καλύτερος πιανίστας και δεν ήξερε τόσο πολλές συγχορδίες, οπότε έγραψε όλα τα τραγούδια μας με τις ίδιες τρεις ή τέσσερις».
Ο Σόνι δούλευε τη νύχτα με ένα πιάνο από δεύτερο χέρι, που ήταν ελαφρώς ξεκούρδιστο. Ξυπνούσε τη Σερ τις μικρές ώρες για να της παίξει τα νέα του κομμάτια. Γράφει: «Μπορώ να σας πω ότι η φωνή του Σόνι δεν ήταν καταπληκτική τη μέρα, οπότε φανταστείτε να πρέπει να την ακούσετε στις δύο το πρωί. Τραγούδησε το “I got you babe” λίγο παράφωνα. “Δεν μου αρέσει”, του είπα ενώ χασμουριόμουν, “δεν νομίζω πως θα γίνει επιτυχία”». Του ζήτησε να κάνει κάποιες αλλαγές και πήγε πίσω στο κρεβάτι της. «Τελικά θα το τραγουδούσα μπροστά σε κοινό για τα επόμενα 50 χρόνια».
Μεγάλωσε μέσα σε «ντικενσιανή» φτώχεια
Η Σερ περιγράφει την οικογενειακή ιστορία της ως «ντικενσιανή». Ενα άγριο έπος φτώχειας, με εφηβικές εγκυμοσύνες, συζυγική κακοποίηση, αλκοολισμό, τζόγο και κλοπές. Οταν η μητέρα της ήταν μικρό παιδί, ο μπαταχτσής αλκοολικός παππούς της Σερ την έβγαλε στον δρόμο για να τραγουδάει στα μπαρ. Πίστευε ότι θα γινόταν η επόμενη Σίρλεϊ Τεμπλ. Ετσι, το 1934, πατέρας και κόρη διέσχισαν 1.300 μίλια κάνοντας ωτοστόπ, από την Οκλαχόμα στο Χόλιγουντ.
Η φήμη αποδείχτηκε άπιαστο όνειρο και αργότερα ο παππούς προσπάθησε να σκοτώσει τα παιδιά του με γκάζι. Μεγαλώνοντας, η μητέρα της κέρδισε σε καλλιστεία και έγινε (ασήμαντη) ηθοποιός, παντρεύτηκε «έξι ή επτά φορές» (η Σερ δεν είναι σίγουρη), με τη ζωή τους να περνάει από τη φτώχεια στην ευημερία και πάλι πίσω, ανάλογα με την κατάσταση της καριέρας ή του συζύγου της. Μετακόμιζαν συνεχώς και η Σερ άλλαξε σχολείο τουλάχιστον 25 φορές («ποτέ δεν μετρούσα»).
Στα 15 της, και ενώ είχε παρατήσει το σχολείο, τα έφτιαξε για λίγο με τον τότε 25χρονο Γουόρεν Μπίτι. Γνωρίστηκαν όταν ο Μπίτι παραλίγο να την τρακάρει στη λεωφόρο Σάνσετ, ενώ η Σερ οδηγούσε παράνομα το αυτοκίνητο του τελευταίου συζύγου της μητέρας της, και μετά της είπε να έρθει στο σπίτι του. «Ηταν τόσο υπέροχος που χρειάστηκε να κρατήσω την ισορροπία μου καθώς ερχόταν προς το μέρος μου» γράφει. Η Σερ έπρεπε να επιστρέψει στο σπίτι στις τέσσερις το πρωί και ο Μπίτι τηλεφώνησε στη μητέρα της και της μίλησε πολύ γλυκά. «Δέκα λεπτά αργότερα, τον είχε προσκαλέσει».
«Την τελευταία φορά που μου τηλεφώνησε, ήμουν με τον Σόνι» γράφει η Σερ. «Είπε “θέλεις να πάμε για δείπνο;” Είπα “λοιπόν, έχω αγόρι”. Μου είπε “εντάξει, θέλεις να πάμε για μεσημεριανό;” Ηταν πολύ χαριτωμένο, όπως και αυτός».