Θέματα

Παρίσι: Το νεκροταφείο-ατραξιόν και οι… όρχεις του Οσκαρ Γουάιλντ

Ο άγγελος που υψώνεται πάνω από τον τάφο του ιρλανδού ποιητή και συγγραφέα στο Περ-Λασέζ βανδαλίστηκε το 1961, ωστόσο ο Μπενουά Γκαλό, διευθυντής του παρισινού κοιμητηρίου, ξεκαθαρίζει τα πράγματα στο βιβλίο του «Η μυστική ζωή ενός νεκροταφείου»
Protagon Team

Ο Μπενούα Γκαλό, συντηρητής του παρισινού Κοιμητηρίου του Περ-Λασέζ (Père-Lachaise), θέλει να «θάψει» έναν αστικό μύθο: όχι, δεν χρησιμοποιεί τους όρχεις του μοντερνιστικού αγγέλου από τον τάφο του Οσκαρ Ουάιλντ ως πρες-παπιέ, γράφει στον Guardian η Κιμ Γουίλσερ, ανταποκρίτρια της βρετανικής εφημερίδας στο Παρίσι.

Τα γεννητικά όργανα που φέρεται ότι αφαίρεσαν από το μυθικό πλάσμα δύο πουριτανές Αγγλίδες σοκαρισμένες από το μέγεθος και την εξέχουσα θέση τους, έχει  αναφερθεί εδώ και καιρό ότι περισώθηκαν από το προσωπικό του νεκροταφείου. Σύμφωνα με τον Γκαλό, όμως, η ιστορία αυτή είναι σκέτη βλακεία.

«Πολλά άρθρα σχετικά με το Περ-Λασέζ αναφέρουν ότι οι όρχεις του αγγέλου αφαιρέθηκαν από έναν εργαζόμενο του νεκροταφείου και χρησιμοποιήθηκαν ως πρες παπιέ από διαδοχικούς συντηρητές. Οταν ανέλαβα τη δουλειά, έψαξα, φυσικά, στο γραφείο για το αντικείμενο αυτού του ευνουχισμού, άνοιξα όλα τα ντουλάπια… δεν βρήκα τίποτα· κανένα ίχνος αυτού του “λειψάνου”», γράφει ο Μπενουά Γκαλό στο μαγευτικό «La Vie Secrète d’un Cimetière» («Η μυστική ζωή ενός νεκροταφείου»), που μόλις κυκλοφόρησε, διαψεύδοντας οριστικά τη φήμη.

Ο διευθυντής του Περ Λασέζ ζει με την οικογένειά του σε ένα σπίτι που του παραχωρήθηκε μέσα στο νεκροταφείο (Facebook/ Mairie du 20e/ Cimetière du Père-Lachaise)

Πρόκειται για μία από τις πολλές ανέκδοτες ιστορίες, που αφηγείται στο βιβλίο του ο γάλλος διευθυντής του περίφημου παρισινού νεκροταφείου, στο οποίο αναμειγνύει προσωπικές ιστορίες με μια αφήγηση για το πώς συνυπάρχουν ζωντανοί και νεκροί στο Περ-Λασέζ, το νεκροταφείο που έχει αναδειχθεί σε ένα από τα πιο δημοφιλή τουριστικά αξιοθέατα της γαλλικής πρωτεύουσας.

Ο 41χρονος Μπενουά Γκαλό ζει με τη σύζυγό του και τα τέσσερα παιδιά του σε ένα σπίτι μέσα στο νεκροταφείο, το οποίο του παραχωρήθηκε το 2018 όταν διορίστηκε διευθυντής. Είναι μια θέση για την οποία νιώθει ότι ήταν προορισμένος να αναλάβει, γράφει στον Guardian η Κιμ Γουίλσερ: οι γονείς του εξακολουθούν να διαχειρίζονται την επιχείρηση των γλυπτών μνημείων, την οποία είχε ιδρύσει ο προπάππος του.

Η καθημερινότητά του περιλαμβάνει όχι μόνο τη διαχείριση ρουτίνας, αλλά και την εξισορρόπηση των συχνά αντικρουόμενων απαιτήσεων των ετοιμοθάνατων, των νεκρών και των πενθούντων, με εκείνες των όχι πάντα ευσεβών επισκεπτών του νεκροταφείου, που ενδιαφέρονται να δουν την τελευταία κατοικία των πιο διάσημων ενοίκων του:  του Σοπέν, του Μπαλζάκ, του Ουάιλντ, του Μοντιλιάνι, της Εντίθ Πιαφ, του Τζιμ Μόρισον…

Ο τάφος του Φρεντερίκ Σοπέν στο Περ Λασέζ (Wikimedia Commons)

Ωστόσο, με περισσότερους από τρία εκατομμύρια επισκέπτες τον χρόνο να συναναστρέφονται με όσους παρευρίσκονται σε κηδείες ή υποβάλλουν τα σέβη τους, η κατάσταση μπορεί να οδηγήσει σε δάκρυα και ξεσπάσματα οργής: «Είναι μια λεπτή ισορροπία, και είναι σημαντικό να υπενθυμίζουμε στους ανθρώπους ότι το Περ-Λασέζ είναι πρώτα και κύρια νεκροταφείο και όχι λούνα παρκ», λέει ο Γκαλό, τονίζοντας ότι προτεραιότητά του πάνω από όλα είναι οι κάτοικοι του Παρισιού· προσθέτει ωστόσο: «αλλά προσπαθούμε να το κάνουμε μια καλή εμπειρία και για τους τουρίστες».

Το καλοκαίρι, το προσωπικό του νεκροταφείου μοίρασε δωρεάν χάρτες στους επισκέπτες για να τους βοηθήσει να περιηγηθούν στη δαιδαλώδη νεκρόπολη, ενώ τώρα ετοιμάζεται και μια εφαρμογή για κινητά τηλέφωνα.

Μια εφαρμογή για κινητά θα διευκολύνει την περιήγηση των επισκεπτών στο νεκροταφείο (Facebook/ Mairie du 20e/ Cimetièredu Père-Lachaise)

Τον 17ο αιώνα η περιοχή όπου βρίσκεται το Περ-Λασέζ ανήκε στον Περ Φρανσουά ντε λα Σεζ, εξομολογητή του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου ΙΔ’, και από αυτόν πήρε αργότερα το όνομά του το κοιμητήριο. Το 1804, με εντολή του Μεγάλου Ναπολέοντα, η ιδιοκτησία αγοράστηκε για τη δημιουργία ενός νέου νεκροταφείου, το οποίο έγινε δημοφιλές μεταξύ των Παριζιάνων μόνο αφού ο Ναπολέοντας μετέφερε εκεί το λείψανο της Λουίζας της Λωραίνης, συζύγου του Ερρίκου Γ΄, καθώς και τα λείψανα των τραγικών εραστών Ελοΐζ και Αβελάρδου. Ο ενταφιασμός των λειψάνων, που πίστευαν εκείνη την εποχή ότι ήταν του θεατρικού συγγραφέα Μολιέρου και του ποιητή Ζαν ντε λα Φοντέν -πράγμα το οποίο στη συνέχεια αμφισβητήθηκε- ενίσχυσε τη φήμη του νεκροταφείου.

Η ποπ κουλτούρα –μαζί με υπολείμματα ποτών και ναρκωτικών– έφτασε το 1971 όταν ο Τζιμ Μόρισον, ο frontman των Doors, ετάφη στο Περ Λασέζ, σε έναν τάφο που δεν μπορούν να αγγίξουν οι φανατικοί θαυμαστές του, όπως και το μνημείο του Οσκαρ Ουάιλντ, που γέμισε από σημάδια φιλιών με κόκκινο κραγιόν…

Οι θαυμαστές του Τζιμ Μόρισον δεν διστάζουν να βανδαλίσουν τους κοντινούς τάφους (Wikimedia Commons)

Τα μεγάλα μαυσωλεία, που χτίστηκαν πριν από το 1900, είναι καταγεγραμμένα, επομένως δεν μπορεί να τα αγγίξει κανείς και οι περισσότεροι τάφοι έχουν πωληθεί για πάντα, πράγμα που σημαίνει ότι είναι πλέον σπάνιο να βρεθεί ελεύθερος τάφος. Κάθε χρόνο ελευθερώνονται περίπου 100 τάφοι των οποίων οι παραχωρήσεις έχουν λήξει και δεν έχουν ανανεωθεί από τις οικογένειες. Ωστόσο, ο Γκαλό επιμένει ότι δεν μπορεί να γίνει κράτηση θέσεων και ότι σήμερα η ταφή στο Περ-Λασέζ είναι περισσότερο θέμα τύχης παρά χρημάτων, γράφει ο Guardian.

«Θέλω να καταρρίψω την ιδέα ότι το Περ-Λασέζ είναι μόνο για τους σταρ ή για τους πλούσιους· είναι επίσης για τον Κύριο Κοινό Θνητό και την Κυρία Κοινή Θνητή» λέει ο Γκαλό και προσθέτει: «Eχουμε πολλές κλήσεις κάθε μέρα και η αλήθεια είναι ότι η ζήτηση είναι μεγαλύτερη από τη διαθεσιμότητα, αλλά είναι εντελώς θέμα τύχης το αν ένας τάφος έγινε διαθέσιμος ακριβώς τη στιγμή που τηλεφωνεί κάποιος».

Η άγρια ζωή έχει επιστρέψει τα τελευταία χρόνια στο παρισινό νεκροταφείο

Η δουλειά του συχνά απαιτεί χαρτομάντιλα και έναν ώμο για να κλάψουν οι πενθούντες· αλλά αυτό που ο ίδιος ο συντηρητής του νεκροταφείου θρηνεί περισσότερο από όλα είναι η έλλειψη φαντασίας στις επιλογές των ανθρώπων για το πώς θέλουν να τους θυμούνται στο μέλλον. Αυτό έχει δημιουργήσει νεκροταφεία γεμάτα γκρίζες ταφόπλακες, λέει.

«Ακόμα και εκείνοι που έχουν τα μέσα να πληρώσουν για κάτι διαφορετικό, αυτές τις μέρες θέλουν σκοτεινούς τάφους. Υπάρχουν πολύ λίγα πρωτότυπα ταφικά διακοσμητικά. Ολα έχουν τυποποιηθεί. Βλέπουμε τις ίδιες γκρίζες μαρμάρινες πλάκες μόνο με ένα όνομα χαραγμένο ή με ένα τετριμμένο επιτάφιο επίγραμμα, και είναι κρίμα, προσεγγίζει την κρίση, επειδή σημαίνει ότι τα νεκροταφεία έχουν γίνει θλιβερά μέρη που κανείς δεν θέλει να τα επισκεφτεί», γράφει ο Γκαλό .

Και προσθέτει: «Η ματαιοδοξία έχει μπει στο ντουλάπι και της μόδας είναι πλέον η νηφαλιότητα. Αυτή η μεταθανάτια ταπεινοφροσύνη θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως ένδειξη ενός ευπρόσδεκτου εκδημοκρατισμού, και της εγκαθίδρυσης ενός είδους ισότητας μεταξύ των νεκρών: ό,τι κι αν ήμασταν, ό,τι κι αν κάναμε, όλοι θα καταλήξουμε σε λίγο-πολύ παρόμοιους τάφους». Ο ίδιος όμως διαφωνεί: «Ως συντηρητής ενός νεκροταφείου γνωστού για τα εξαιρετικά μνημεία του, θεωρώ ότι αυτή η “ταφική δειλία” είναι μάλλον λυπηρή. Το Περ-Λασέζ δεν θα ήταν αυτό το αξιοσημείωτο μέρος, αν η μεγαλομανία δεν είχε ωθήσει μια μέρα τους πιο τυχερούς να έχουν χτίσει τάφους σύμφωνα με την εικόνα της φουσκωμένης υπερηφάνειάς τους».

Κοράκι του Περ Λασέζ με το σύνδρομο της …στρουθοκαμήλου γράφει στο Instagram ο Γκαλό

Ο Γκαλό λέει ότι τον πλησίασαν αρκετοί εκδότες για να γράψει το βιβλίο του μετά την επιτυχία του λογαριασμού του στο Instagram με φωτογραφίες της χλωρίδας και της πανίδας ανάμεσα στους 70.000 τάφους, τα μαυσωλεία και τις αγριοκαστανιές, που φύονται στα 430 στρέμματα, που καλύπτει το νεκροταφείο. Εδώ και μια δεκαετία, που έχει απαγορευτεί η χρήση φυτοφαρμάκων στα νεκροταφεία, ευδοκιμεί η άγρια ​​ζωή φέρνοντας αλεπούδες, άγριες γάτες και νυφίτσες καθώς και παπαγάλους, κουκουβάγιες, δρυοκολάπτες και κοράκια.

Πίσω στον Οσκαρ Ουάιλντ, ο τάφος του είναι από τους αγαπημένους του Γκαλό. Ο διάσημος ιρλανδός ποιητής και μυθιστοριογράφος που έχει γίνει γνωστός για το «Πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι» -το μοναδικό μυθιστόρημά του- αρρώστησε από μηνιγγίτιδα και απεβίωσε στις 30 Νοεμβρίου 1900, στο Παρίσι. Αρχικά κηδεύτηκε στο κοιμητήριο Μπανιό, έξω από το Παρίσι και μεταφέρθηκε στο Περ Λασέζ εννέα χρόνια αργότερα.

Ο τάφος του Οσκαρ Ουάιλντ (αριστερά) ήταν γεμάτος με φιλιά, καρδούλες και άλλα γκράφιτι με κόκκινο κραγιόν πριν τοποθετηθεί γύρω του ένα προστατευτικό γυάλινο πέτασμα (Wikipedia Commons)

Το μνήμα του σχεδιάστηκε από τον αμερικανοβρετανό γλύπτη Τζέικομπ Επσταϊν (Jacob Epstein, 1880 – 1959), κατόπιν ανάθεσης από τον εραστή του, Ρόμπερτ Ρος, ο οποίος ζήτησε να δημιουργηθεί στο μνήμα ένας χώρος για να τοποθετηθούν οι στάχτες του μετά τον θάνατό του, όπως κι έγινε, το 1950. Ο μοντερνιστικός άγγελος που υψώνεται πάνω από τον τάφο, έχει επιρροές από την αιγυπτιακή και την ινδική τέχνη.

Κατά την αποκάλυψη του μνημείου, τον Αύγουστο του 1914, μια χάλκινη πλάκα τοποθετήθηκε στρατηγικά έτσι ώστε να καλύπτει τους όρχεις, το μέγεθος των οποίων θεωρήθηκε ασυνήθιστο, αν όχι άσεμνο· αυτή η σεμνοτυφία, ωστόσο, προκάλεσε την οργή του Επστάιν, που αρνήθηκε να παραστεί στην τελετή.

Εχοντας σκανδαλίσει τα παριζιάνικα ήθη εξαιτίας της γύμνιας του, το έργο του Επσταϊν έπεσε, τελικά, θύμα βανδαλισμού το 1961· αφαιρέθηκαν τα γεννητικά όργανα του αγγέλου και μέχρι και σήμερα, δεν έχουν εντοπιστεί. Ο Γκαλό επιμένει ότι δεν έχει ιδέα πού μπορεί να βρίσκονται. Ωστόσο, η ιστορία τους αρνείται να πεθάνει…  Δημοσιογράφοι ή όσοι ενδιαφέρονται για το Περ-Λασέζ ρωτούν συνεχώς τον διευθυντή του διάσημου παριζιάνικου κοιμητηρίου, «και κάθε φορά απαντώ, όχι, δεν έχω αυτούς τους πολύτιμους όρχεις από μάρμαρο στο γραφείο μου», ξεκαθαρίζει.