Με τον διαβόητο (ελληνικής καταγωγής) Ερνστ Σταύρο Μπλόφελντ, τον δαιμόνιο επικεφαλής της διεθνούς τρομοκρατικής οργάνωσης SPECTRE και θανάσιμο εχθρό του Τζέιμς Μποντ, παρομοιάζει τον Βλαντίμιρ Πούτιν ο Μαρκ Γκαλεότι.
Αστραψε και βρόντηξε τη Δευτέρα ο ρώσος ηγέτης. Τόσο πολύ που ο βρετανός πανεπιστημιακός και συγγραφέας με ειδίκευση σε ζητήματα ασφαλείας της Ρωσίας διερωτάται σε κείμενο του στην Telegraph γιατί ο επικεφαλής του Κρεμλίνου «δεν έχει ακόμα οικειοποιηθεί ένα σβησμένο ηφαίστειο, ούτως ώστε να το χρησιμοποιεί ως κρησφύγετό του». Σχολιάζοντας το οργισμένο διάγγελμα του για την αναγνώριση του Λουγκάνσκ και του Ντονέτσκ, γράφει πως «μονάχα μια άσπρη γάτα και μια πισίνα γεμάτη πιράνχας» του έλειπαν, αλλιώς θα ήταν ίδιος με τον απόλυτο κακό των ταινιών 007.
Κατά τη διάρκεια της σύσκεψης του Συμβουλίου Ασφαλείας του Πούτιν όλος ο κόσμος είδε τους πιο ισχυρούς και φοβερούς αξιωματούχους της Ρωσίας να τα χάνουν ενώπιον της αυταρχικής (εάν όχι ηγεμονικής, όπως υποστηρίζουν αρκετοί) πυγμής του προέδρου τους. Επίσημα επρόκειτο να ανταλλάξουν απόψεις για την Ουκρανία, ωστόσο η όλη διαδικασία μετατράπηκε «σε ένα άγριο τελετουργικό συλλογικής ενοχοποίησης και υποταγής – και όλα στη δημόσια τηλεόραση», σημειώνει ο Γκαλεότι, και δεν έχει άδικο, λαμβάνοντας υπόψη ότι μέχρι και ο σκληροπυρηνικός επικεφαλής της ρωσικής κατασκοπείας, ο Σεργκέι Ναρίσκιν, έφτασε στη σημείο να μην μπορεί να αρθρώσει λέξη.
Στην εκτενή ανάλυσή του ο βρετανός ακαδημαϊκός υποστηρίζει πως υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες όσον αφορά το κατά πόσο ο Βλαντίμιρ Πούτιν αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα και την κατάσταση στην οποία βρίσκεται τόσο ο ίδιος όσο και η πατρίδα του. «Χάνει την επαφή του με τον κόσμο, όπως τον αντιλαμβανόμαστε όλοι οι υπόλοιποι;», αναρωτιέται.
Εξαιτίας της πανδημίας κατά τη διάρκεια της τελευταίας διετίας ο Πούτιν ζει μέσα σε μία «φούσκα βιοασφαλείας» με όλους όσοι πρέπει να τον συναντούν, να υποβάλλονται σε 24ωρη απομόνωση πρώτα και να απολυμαίνονται στη συνέχεια. Πέρα από ελάχιστους στενούς συνεργάτες και φίλους του, όλοι οι υπόλοιποι συνομιλητές του είναι πρόσωπα στην οθόνη του υπολογιστή του ενώ μέχρι και η Ρωσία έχει καταστεί «ξένη χώρα» την πραγματικότητα της οποίας ο ηγέτης της βιώνει κυρίως μέσω των τηλεοπτικών δελτίων ειδήσεων.
Δεν πρέπει, οπότε, να προκαλεί εντύπωση πως ο Βλαντίμιρ Πούτιν φαίνεται «ολοένα πιο απομονωμένος, ακόμη και παρανοϊκός. Αλλά, πέρα από τον κορονοϊό, οι μακρόβιοι ηγέτες δεν γερνούν καλά και καθίσταται ολοένα πιο ξεκάθαρο ότι ο Πούτιν – όπως και τόσοι άλλοι αυταρχικοί ηγέτες – μετατρέπεται σε καρικατούρα του εαυτού του», αναφέρει ο Γκαλεότι.
Κάποτε ένας ρώσος πρώην κατάσκοπος είχε πει στον βρετανό ακαδημαϊκό πως στη σύγχρονη Ρωσία εξακολουθεί να ισχύει η ρήση «δεν φέρνουμε κακές ειδήσεις στο τραπέζι του τσάρου» και είναι αλήθεια πως έπειτα από περισσότερα από είκοσι χρόνια απόλυτης κυριαρχίας ο Πούτιν είναι αδιάλλακτος όσο ποτέ άλλοτε και φαίνεται να πιστεύει πως δίχως αυτόν δεν μπορεί να υπάρξει η Ρωσία ενώ όσο παραμένει στην εξουσία, τόσο μειώνονται οι πιθανότητες να την εγκαταλείψει.
Ανατρέχοντας στο παρελθόν του ρώσου προέδρου ο Γκαλεότι υπενθυμίζει πως μεγάλωσε στα ερείπια του μεταπολεμικού Λένινγκραντ, επιθυμώντας να ενταχθεί στις τάξεις της KGB τόσο πολύ που πρώτη φορά κατέθεσε τη σχετική αίτηση όταν ήταν ακόμα μαθητής. Τα κατάφερε τελικά μόνο και μόνο για να βρεθεί στην Ανατολική Γερμανία, κατά την κατάρρευσή της, και να προσπαθεί να αντιμετωπίσει ένα οργισμένο πλήθος που πολιορκούσε την έδρα της KGB στη Δρέσδη. Στη συνέχεια επέστρεψε στη Σοβιετική Ενωση, ακριβώς την ώρα που επρόκειτο να διαλυθεί και βρέθηκε να μην είναι πλέον μέλος μιας δαιμόνιας και πανίσχυρης ελίτ, αλλά να αναζητά απεγνωσμένα εργασία. «Φαίνεται να έχει εσωτερικεύσει την πεποίθηση ότι το να είσαι αδύναμος σημαίνει ότι είσαι ευάλωτος, πως το να εμπιστεύεσαι είναι αδυναμία», γράφει ο Γκαλεότι.
Στο να έχει ολοένα λιγότερη επαφή με την πραγματικότητα ο ηγέτης Ρωσίας, συμβάλλει και το ζήτημα της υστεροφημίας του, η οποία έχει αρχίσει εδώ και καιρό να του γίνεται έμμονη ιδέα. Για αυτό προβαίνει «σε απλουστευτικούς και συχνά κατάφωρα ανακριβείς παραλληλισμούς, όχι μόνο για να δικαιολογήσει τις πράξεις του αλλά για να ενταχθεί στο πάνθεο των “μεγάλων” της Ρωσίας», αναφέρει ο βρετανός επιστήμονας.
Ωστόσο οι βλέψεις του Βλαντίμιρ Πούτιν δεν αλλάζουν το γεγονός πως τον ερχόμενο Σεπτέμβριο θα συμπληρώσει εβδομήντα χρόνια ζωής. Εκείνος μπορεί να επιδεικνύει τη ρώμη του, βουτώντας σε παγωμένα ποτάμια ή σημειώνοντας δεκάδες τέρματα παίζοντας χόκεϊ με τους δουλοπρεπείς υφισταμένους του, αλλά «οι Ρώσοι έχουν κουραστεί τόσο μαζί του όσο και με την προθυμία του να υποθηκεύει το μέλλον τους για το δικό του», σύμφωνα, πάντα, με τον Γκαλεότι. Την ώρα που εκατομμύρια Ρώσοι ανησυχούν για το βιοτικό τους επίπεδο, ο ρώσος ηγέτης εμφανίζεται στην τηλεόραση να προασπίζεται τις όποιες επιλογές του βάλλοντας κατά της Ουκρανίας και του ΝΑΤΟ αλλά και εναντίον του Λένιν και της κομμουνιστικής Ρωσίας.
Οσον αφορά την κληρονομιά του Πούτιν, ο Γκαλεότι προβλέπει πως θα μείνει στην Ιστορία όχι ως ο άνθρωπος που έσωσε τη Ρωσία από την αναρχία και την αφάνεια κατά τη δεκαετία του 1990 αλλά ως αυτός που «έχασε» την Ουκρανία.
Μετά την κατάκτηση της Κριμαίας το 2014, η οποία χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό από την πλειονότητα των Ρώσων, το Κρεμλίνο πίστευε πως πολύ σύντομα η Ουκρανία θα αναγκαζόταν να αποδεχτεί τη θέση της εντός της σφαίρας επιρροής της Ρωσίας. Σήμερα, οκτώ χρόνια μετά, η Ουκρανία «είναι αναμφισβήτητα πιο ενοποιημένη και πιο προκλητική από ποτέ, η ρωσική οικονομία είναι στάσιμη και ο λαός της όλο και πιο δυσαρεστημένος». Οπότε, η τρέχουσα κρίση δεν αποτελεί απόρροια «ούτε παράνοιας, ούτε κάποιας γεωπολιτικής ευφυΐας που ξεπερνά την αντίληψή μας. Με τον δικό της τρόπο είναι μια τραγωδία που έγραψε ένας Σαίξπηρ του 21ου αιώνα», υποστηρίζει ο Γκαλεότι.
Πρωταγωνιστής της είναι ένας μονάρχης που γερνάει και αισθάνεται πως δεν έχει πολύ καιρό ακόμα μπροστά του. Επιθυμεί να μείνει στην Ιστορία ως ο άνθρωπος που έκανε τη Ρωσία να ορθοποδήσει και καταλήγει να πιστεύει πως όλα θα εξαρτηθούν από την Ουκρανία και από το εάν θα μνημονεύεται μετά τον θάνατό του ως ο «τσάρος» την ανάκτησε ή την έχασε για πάντα. Οντας τρομερά δύσπιστος αλλά και δύστροπος έχει ελάχιστους φίλους και έμπιστους συνεργάτες ενώ πλέον περιβάλλεται μόνον από κόλακες και οπορτουνιστές οι οποίοι γνωρίζουν πως το καλύτερο που μπορούν να κάνουν είναι να μην διαφωνούν ποτέ μαζί του.
Σε σχέση με την ουκρανική κρίση αυτό σημαίνει πως «κανείς δεν είναι διατεθειμένος να του πει πως έχει επανειλημμένα εκτιμήσει λανθασμένα τον ουκρανικό λαό και ότι η πίεσή του δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να τον απομακρύνει περαιτέρω». Ωστόσο όλοι όσοι σπεύδουν να τον χαρακτηρίσουν παράφρονα, μάλλον δεν αντιλαμβάνονται τη δική του «διεστραμμένη λογική».
Παρά τα όσα συμβαίνουν ο Πούτιν δείχνει να πιστεύει πραγματικά πως το Κίεβο είτε θα υποταχθεί οικειοθελώς στη βούλησή του είτε θα αναγκαστεί να το κάνει υπό την πίεση τη Δύσης, εξηγεί ο Γκαλεότι. Σε αυτήν την περίπτωση ο Πούτιν θα μπορούσε να αποπειραθεί να εδραιώσει το κύρος της Ρωσίας στη διεθνή σκηνή ως περιφερειακή ηγέτιδα δύναμη. Διαθέτει τα απαραίτητα στρατιωτικά μέσα ενώ υπέρ του λειτουργεί και το γεγονός πως η Ευρώπη είναι διαιρεμένη και η κυβέρνηση Μπάιντεν δείχνει αδύναμη αλλά και αποφασισμένη να απομακρυνθεί από τη γηραιά Ηπειρο. Και στο εσωτερικό της Ρωσίας, μεταξύ των ελίτ, οι απόψεις του Πούτιν είναι σε γενικές γραμμές δημοφιλείς, παρά τις όποιες σιωπηρές διαφωνίες για το πώς επιδιώκει να τις υλοποιήσει.
Επιπρόσθετα ο Πούτιν θεωρεί επίσης πως έχει επιλογές. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να «παγώσει» τη σύγκρουση, διατηρώντας, φυσικά, τις θέσεις του για μελλοντικές δράσεις, και αναγκάζοντας, έτσι, την Ουκρανία και τη Δύση να είναι διαρκώς σε επιφυλακή. Μπορεί επίσης να κηρύξει, τελικά, τον πόλεμο στην Ουκρανία, «αύριο, την επόμενη εβδομάδα, το θέμα είναι ότι ο Πούτιν διατηρεί την πρωτοβουλία», σημειώνει ο Γκαλεότι.
Επισημαίνει, φυσικά, πως για τους θεατές αυτής της τραγωδίας, ο Βλαντίμιρ Πούτιν αυταπατάται και συμπεριφέρεται αυτοκαταστροφικά, γιατί ακόμη και στην περίπτωση που δεν υπάρξει περαιτέρω κλιμάκωση, η ρωσική οικονομία θα πληγεί από τις κυρώσεις, η θέση της Ρωσίας στη διεθνή σκηνή θα υπονομευθεί ακόμη περισσότερο ενώ ο ρωσικός λαός θα κληθεί να πληρώσει το κόστος ενός ακόμη πολέμου που ελάχιστα τον ενδιαφέρει πρακτικά.
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν «δεν είναι ένας Ερνστ Σταύρο Μπλόφελντ, μία γεωπολιτική ιδιοφυΐα, αλλά ούτε παράφρων είναι. Είναι ένα λείψανο της τελευταίας πραγματικής σοβιετικής γενιάς, που δεν μπορεί να συμβιβαστεί με το τέλος του παλιού του κόσμου και δεν θέλει να αντιληφθεί τον νέο. Ωστόσο αυτός ο παλιός κόσμος του κληροδότησε τόσο πυρηνικά όπλα όσο και την υπόθεση ότι η Ρωσία πρέπει να είναι παγκόσμια δύναμη αλλιώς δεν είναι τίποτα, επομένως πρέπει να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε την άποψή του για τον κόσμο, ακόμη και καθώς τον πολεμάμε», καταλήγει, ολοκληρώνοντας την ανάλυσή του.