Παρότι οι κινεζικές ένοπλες δυνάμεις παραμένουν ουσιαστικά αδοκίμαστες, δεδομένου ότι δεν έχουν κληθεί ποτέ να πολεμήσουν, ο Σι Τζινπίνγκ δείχνει αποφασισμένος να συνεχίσει να αυξάνει τη στρατιωτική ισχύ της Κίνας. Φέτος το Πεκίνο σκοπεύει να δαπανήσει 1,55 τρισ. γουάν (200 δισ. ευρώ) για αυτόν ακριβώς τον σκοπό, αν και οι ειδικοί θεωρούν πως η κινεζική ηγεσία ξοδεύει πολύ περισσότερα από όσα δηλώνει επίσημα.
«Μόνο μεταξύ 2014 και 2018 ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός της Κίνας (PLA) καθέλκυσε ναυτικές μονάδες συνολικής χωρητικότητας μεγαλύτερης από τη χωρητικότητα ολόκληρου του γαλλικού ή του γερμανικού στόλου. Φέτος, ο συνολικός προϋπολογισμός του PLA είναι τριπλάσιος από εκείνον της Βρετανίας. Συγχρόνως, όλο αυτό το διάστημα το πυρηνικό οπλοστάσιο της χώρας αυξάνεται ραγδαία» αναφέρει ενδεικτικά σε ρεπορτάζ της η Σοφία Γιαν της Telegraph.
Το γεγονός πως η Κίνα ενισχύει σε πρωτοφανές και, άρα, ανησυχητικό επίπεδο, εν καιρώ ειρήνης μάλιστα, τις ένοπλες δυνάμεις της, επισήμανε την Τρίτη σε ομιλία του και ο Τζέιμς Κλέβερλι, ο υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας. «Η Κίνα έχει δηλώσει ρητά τη φιλοδοξία της να μετατρέψει τον στρατό της σε παγκόσμιας κλάσης έως το 2049 – την 100ή επέτειο από την άνοδο του κυβερνώντος Κομμουνιστικού Κόμματος στην εξουσία. Στόχος του Σι Τζινπίνγκ είναι να καταστήσει την Κίνα παγκόσμια υπερδύναμη. “Ενα ισχυρό έθνος πρέπει να έχει ισχυρό στρατό” σημειώνει συχνά. Λέει επανειλημμένως στον στρατό του να είναι πάντα ετοιμοπόλεμος, καθώς οργανώνονται ολοένα μεγαλύτερης κλίμακας πολεμικές ασκήσεις» συνοψίζει η δημοσιογράφος της βρετανικής εφημερίδας.
Την τελευταία δεκαετία, ο στρατός της Κίνας –ο μεγαλύτερος στον κόσμο, με περισσότερους από δύο εκατομμύρια στρατιώτες– έχει καταφέρει πολλές σημαντικές επιτυχίες, θέτοντας, για παράδειγμα, σε υπηρεσία τα τύπου stealth μαχητικά αεροσκάφη που θα μπορούσαν να ανταγωνιστούν τα αμερικανικά F-22 και F-35, και προβαίνοντας σε επιτυχείς δοκιμές υπερηχητικών πυραύλων.
Την ίδια περίοδο καθελκύστηκαν και τα δύο αεροπλανοφόρα της Κίνας – το «Liaoning», ένα σοβιετικό σκάφος που το Πεκίνο αγόρασε από την Ουκρανία το 1998, μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, και τέθηκε τελικά σε υπηρεσία το 2012, μετά την ανακατασκευή του, και το «Shandong», το πρώτο εγχώριας κατασκευής αεροπλανοφόρο της. Ενα τρίτο, το «Fujian», που διαθέτει προηγμένο ηλεκτρομαγνητικό σύστημα απονήωσης αεροσκαφών, αναμένεται να είναι ετοιμοπόλεμο τα επόμενα χρόνια.
Η Κίνα ενισχύει σημαντικά και την πυραυλική ισχύ της, τόσο σε συμβατικό όσο και σε πυρηνικό επίπεδο. Η κατασκευή τους φέρεται να λαμβάνει χώρα σε τουλάχιστον τρία νέα πεδία εγκατάστασης και αποθήκευσης πυραύλων (σιλό), ενώ το αμερικανικό υπουργείο Αμυνας εκτιμά ότι έως το 2030 οι Κινέζοι θα διαθέτουν έως και 1.000 πυρηνικές κεφαλές (σήμερα έχουν 400, ενώ οι ΗΠΑ 3.700).
Περαιτέρω ανησυχία προκαλεί και ένας νέος αναπαραγωγικός αντιδραστήρας ταχέων νετρονίων που πρόκειται να τεθεί σύντομα σε λειτουργία. Οι κινεζικές αρχές δηλώνουν ότι κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους θα συνδεθεί στο ηλεκτρικό δίκτυο, αλλά ένας τέτοιος αντιδραστήρας είναι επίσης ικανός να παράγει πλουτώνιο για την κατασκευή ατομικών βομβών.
Ομως το «πιο μακρόπνοο βήμα», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η Σοφία Γιαν, που έκανε ο κινέζος πρόεδρος, είναι η «στρατηγική της μεγαλύτερης πολιτικο-στρατιωτικής συνεργασίας» – ούτως ώστε να καταστεί η Κίνα «ένα οικονομικό, τεχνολογικό και στρατιωτικό μεγαθήριο».
Με αυτόν τον τρόπο η Χώρα του Δράκου επιδιώκει να καταστεί «το πρώτο κράτος που θα εμπλακεί σε “ευφυή πόλεμο” (intelligent war), μέσω του οποίου επιδιώκεται η αξιοποίηση της Τεχνητής Νοημοσύνης και της μηχανικής μάθησης για στρατιωτικούς σκοπούς».
Αμερικανοί αξιωματούχοι προειδοποιούν ότι οι διασυνοριακές ερευνητικές συνεργασίες είναι πλέον ακόμη πιο ευάλωτες στη διεθνή κατασκοπεία, και το γεγονός ότι η τάχιστη τεχνολογική πρόοδος της Κίνας οφείλεται εν μέρει στην κλοπή στρατιωτικών μυστικών εντείνει την ανησυχία.
Οσον αφορά τα σχέδια του Πεκίνου για το Διάστημα, αφού είδε πόσο σημαντικό ήταν το Starlink της SpaceX (του Ελον Μασκ) για τη διασφάλιση των στρατιωτικών επικοινωνιών των Ουκρανών, σχεδιάζει να αναπτύξει έναν εθνικό μεγα-αστερισμό 13.000 δορυφόρων χαμηλής τροχιάς.
Λαμβάνοντας όλα τα παραπάνω υπόψη, ολοένα περισσότεροι προβληματίζονται, ιδιαίτερα για το ενδεχόμενο ο Σι, υποστηριζόμενος από έναν πανίσχυρο, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό, να επιδιώξει να επιδείξει στην πράξη, για πρώτη φορά, την κινεζική στρατιωτική ισχύ στο προσεχές μέλλον – ειδικά όσο εντείνεται η αντιπαράθεση για τη μοίρα της Ταϊβάν (την οποία ο κινέζος πρόεδρος έχει δεσμευθεί να προσαρτήσει).
Η Κίνα έχει ήδη συγκρουστεί, εξαιτίας συνοριακών διαφορών, με την Ινδία και συνεχίζει να προβάλλει τις αξιώσεις της στη Νότια Σινική Θάλασσα, όπου το Πεκίνο έχει στρατιωτικοποιήσει μικρά νησιά. Εκφράζονται πολλές ανησυχίες ότι το Πεκίνο θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τον έλεγχο που ασκεί στην περιοχή για να μπλοκάρει θαλάσσιες διαδρομές εξαιρετικής σημασίας για το παγκόσμιο εμπόριο, ούτως ώστε να αυξήσει και τη διπλωματική ισχύ του.