Μια φορά κι έναν καιρό στην Υεμένη
Η ιστορία ξεκινά στην Αιθιοπία, όπου η καφέα η αραβική (coffea arabica) μεγάλωνε ως θάμνος. Αρχικά ο καρπός χρησιμοποιήθηκε αυτούσιος από τους τοπικούς πληθυσμούς, που είτε τον μασούσαν είτε τον άλεθαν σε μικρούς σβόλους. Η παλαιότερη αξιόπιστη αναφορά στην κατανάλωση καφέ εμφανίζεται στα μέσα του 15ου αιώνα στα μοναστήρια των Σούφι της Υεμένης. Στη χώρα αυτή είχαν φέρει κόκκους κάποιοι σκλάβοι από το σημερινό Σουδάν. Το λιμάνι στο οποίο οι σπόροι έφτασαν για πρώτη φορά λεγόταν Μόκα, λέξη που έγινε τελικά συνώνυμη μιας ποικιλίας.
Η πρώτη αναφορά από τους Μουσουλμάνους γίνεται περίπου στο 900 μ.Χ., στα γραπτά του πέρση γιατρού Ραζί, και υπολογίζεται ότι η παρασκευή του καφέ όπως τη γνωρίζουμε σήμερα (με καβούρδισμα των σπόρων και βράσιμό τους) άρχισε περίπου τον 14ο αιώνα. Από την Υεμένη ο καφές διαδόθηκε βορειότερα, στη Μέκκα και στη Μεδίνα, και από εκεί στις μεγάλες πόλεις της Βόρειας Αφρικής.
Οι ξάγρυπνοι σούφι
Η ιδιότητα του καφέ να καταπολεμά την υπνηλία τον έκανε δημοφιλή ανάμεσα στους Σούφι: το Κοράνι απαγορεύει τη χρήση αλκοόλ, οπότε ο καφές θεωρήθηκε ένα καλό υποκατάστατο. Στις αρχές του 16ου αιώνα ένας ιστορικός από το Κάιρο έγραφε: «Μάς πρόφτασαν τα νέα στην Αίγυπτο ότι ένα ποτό που ονομάζεται qahwa (κάουα) είχε εξαπλωθεί στην Υεμένη και χρησιμοποιούνταν από τους Σούφι και άλλους για να τους βοηθάει να μένουν ξύπνιοι κατά τη διάρκεια των λατρευτικών τους ασκήσεων… Στη συνέχεια έφτασε σε εμάς ότι η εμφάνιση και η διάδοσή του εκεί οφειλόταν στις προσπάθειες του μορφωμένου σαΐχη, ιμάμη, μουφτή και σούφι… al-Dhabhani… Διαπίστωσε ότι έδιωχνε την κούραση και τον λήθαργο και έφερνε στο σώμα ζωντάνια και σφρίγος». Ορισμένοι πιστοί μουσουλμάνοι, εξάλλου, πίστευαν ότι το αίσθημα της επαγρύπνησης που τους χάριζε ο καφές τούς έφερνε πιο κοντά στον Θεό.
Το πρώτο καφενείο στην Κωνσταντινούπολη
Το περιγράφει ο οθωμανός ιστορικός του 17ου αιώνα Ιμπραήμ Πετσεβί: «Μέχρι το έτος 962 (δηλαδή το 1554-55 για το Δυτικό ημερολόγιο) ο καφές και τα καφενεία ήταν άγνωστα στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλες περιοχές της Αυτοκρατορίας. Περίπου εκείνο τον χρόνο ένας Χακάμ από το Χαλέπι και ο πλανόδιος Σαμς από τη Δαμασκό ήρθαν στην πόλη. Ο καθένας τους άνοιξε κι από ένα μεγάλο μαγαζί στην περιοχή Ταχταλκάλα και ξεκίνησαν να σερβίρουν καφέ. Οι χώροι αυτοί έγιναν τόποι συνάντησης για όσους αναζητούσαν προσωπική απόλαυση και περιπλανώμενους, αλλά και για ανθρώπους των γραμμάτων. Ορισμένοι διάβαζαν βιβλία, άλλοι έπαιζαν τάβλι και σκάκι, άλλοι έφερναν μαζί τους καινούρια ποιήματα και συζητούσαν για λογοτεχνία.
Εκείνοι που συνήθιζαν να ξοδεύουν πολλά χρήματα για δείπνα με σκοπό την ψυχαγωγία διαπίστωσαν ότι μπορούσαν να αποκτήσουν τις χαρές της ψυχαγωγίας ξοδεύοντας απλώς ένα ή δύο ασπέρ στην τιμή του καφέ. Η κατάσταση έφτασε σε τέτοιο σημείο που κάθε είδους άνεργοι αξιωματικοί, δικαστές και καθηγητές διακήρυτταν ότι δεν υπήρχε άλλος χώρος σαν αυτόν για απόλαυση και χαλάρωση, και τον γέμιζαν μέχρι που δεν υπήρχε ούτε σπιθαμή για να καθίσει ή να σταθεί κάποιος».
«Εχει γεύση στάχτης»
Η πρώτη επαφή των Ευρωπαίων με τον καφέ γίνεται μέσω των περιηγητών και ταξιδιωτών, ανάμεσά τους και αρκετών γιατρών που κάτι είχαν «οσμιστεί» για τις περίφημες θεραπευτικές συνέπειες του ροφήματος. Ο Αγγλος Sandys, που επισκέπτεται την Κωνσταντινούπολη στις αρχές του 17ου αιώνα, καταγράφει: «Τους βλέπεις να κάθονται και να μιλούν όλη την ημέρα ρουφώντας ένα ποτό που λέγεται καφές, μέσα από κινεζικά μπολ, όσο πιο ζεστό γίνεται: μαύρο σαν καπνιά και στάχτη, άσε που δεν απέχει από αυτό και στη γεύση… Λένε ότι τους βοηθάει στην πέψη και τους φέρνει σε εγρήγορση». Ο Πιέτρο ντελα Βάλε, διάσημος Ιταλός ταξιδευτής της εποχής, σημειώνει επίσης ότι οι καταναλωτές του καφέ τον θεωρούν ευεργετικό «για την τόνωση του στομαχιού και την εγρήγορση τις νύχτες».
Ο αρμενικός παράγοντας
Ο θρύλος θέλει τους Βιεννέζους να ανακαλύπτουν τους κόκκους καφέ μετά την πολιορκία της Βιέννης το 1683 απο τους Οθωμανούς, όταν οι τελευταίοι παράτησαν τον εξοπλισμό τους και αποχώρησαν. Η πραγματική ιστορία, ωστόσο, υποδεικνύει ότι πριν ακόμη και από αυτή τη χρονολογία –περίπου το 1570– ο καφές είχε φτάσει στη Βιέννη και στο Παρίσι από αρμένιους εμπόρους (μάλλον μέσω της Βενετίας, που διατηρούσε ισχυρές εμπορικές σχέσεις με τον αραβικό κόσμο, στα τέλη του 16ου αιώνα). Το πρώτο καφεποτείο φέρεται να άνοιξε στην Ιταλία το 1645. Η πρώτη πόλη, πάντως, που απέκτησε καφενείο ήταν η Οξφόρδη – μάλλον λογικό, με δεδομένο ότι ήταν έδρα μεγάλου πανεπιστημίου και φοιτητούπολη, τηρουμένων των αναλογιών.
Παγκοσμιοποίηση μέσω εμπορίου
Το εμπόριο του καφέ άρχισε να αποφέρει τεράστιες περιουσίες στους αιγύπτιους εμπόρους από τα τέλη του 16ου αιώνα έως τα μέσα του 18ου. Αλλά πολύ γρήγορα μερίδιο σε αυτό διεκδίκησαν οι Ολλανδοί, οι πρώτοι που κατάφεραν να πάρουν σπόρους καφέ και να τον καλλιεργήσουν, αρχικά στις αποικίες τους στην Ινδονησία (Ιάβα). Την ίδια εποχή οι Γάλλοι ξεκίνησαν να εξάγουν καφέ στην Οθωμανική Αυτοκρατορία από τις καλλιέργειες που διέθεταν στις Δυτικές Ινδίες. Το 1739 ο καφές τους φαίνεται να έχει φτάσει –ως φτηνότερο προϊόν– μέχρι το Ερζερούμ, στα βάθη της Ανατολίας. Μαζί με τον καφέ ανθεί το εμπόριο και ενός άλλου αγαθού και τα δύο μαζί συνιστούν τη μεγάλη επιτυχία της παγκοσμιοποίησης εκείνης τη εποχής. Πρόκειται για τη ζάχαρη.
Το σημείωμα βασίζεται κυρίως στο «A history of coffee» του Cemal Kafadar (Harvard University), το ruste.gr/istoria-tou-cafe και thedistiller.gr