Θέματα

Ολοένα πιο ηλικιωμένοι, ολοένα πιο λίγοι: η Ευρώπη ξεμένει από γιατρούς;

Η Γηραιά Ηπειρος βασίζεται εδώ και πολύ καιρό σε ξένους εργαζομένους στον τομέα της Υγείας, από χώρες με χαμηλότερο εισόδημα. Ο πληθυσμός της γερνάει και έχει, ως εκ τούτου, αυξημένη ανάγκη από ιατρική φροντίδα. Ομως, μαζί με τους ευρωπαίους πολίτες γερνούν και οι ευρωπαίοι γιατροί...
Protagon Team

Ενόψει της επικείμενης συνταξιοδότησής τους, οι γενικοί γιατροί της κωμόπολης Λε Βιγκάν, στη Νότια Γαλλία, βάλθηκαν οι ίδιοι να βρουν τους αντικαταστάτες τους. Πώς; Χτίζοντας από το μηδέν ένα πολυϊατρείο του τύπου που (υποτίθετο πως) καθιστά ελκυστική τη γενική ιατρική σε νέους γιατρούς. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι η ιδέα τους δεν είχε κανένα αποτέλεσμα, γράφει σε εκτενές ρεπορτάζ της η Σάρα-Ταϊσίρ Μπενσαρίφ του Politico.

Επειτα από πέντε χρόνια αναζήτησης αντικαταστατών, ούτε ένας γιατρός δεν εξέφρασε ενδιαφέρον. «Δεν πίστευα ότι θα υπήρχε τέτοια απόρριψη της αγροτικής ιατρικής», παραδέχεται σήμερα ο 59χρονος Αντουάν Μπρουν ντ’ Αρέ, ένας από τους τοπικούς γιατρούς που έστησαν το Κέντρο Υγείας. Και έτσι, παρά τις προσπάθειές τους να το αποτρέψουν, η μικρή κωμόπολη των 4.000 κατοίκων πιθανότατα θα καταστεί σύντομα «ιατρική έρημος», όπως αποκαλούνται στη Γαλλία οι πολλές, πλέον, κοινότητες δίχως γενικούς ιατρούς που υπάρχουν στη χώρα.

Φυσικά, η Λε Βιγκάν δεν είναι η μοναδική κωμόπολη που προσπαθεί αλλά αδυνατεί να προσελκύσει γιατρούς. «Η κλίμακα των προκλήσεων που αντιμετωπίζει είναι ενδεικτική μιας πανευρωπαϊκής κρίσης», γράφει η δημοσιογράφος του Politico, μια κρίση που οφείλεται στο ότι οι γιατροί είναι πολύ λίγοι, ολοένα πιο ηλικιωμένοι ή βρίσκονται πολύ μακριά από όπου τους χρειάζονται.

Περίπου 7 εκατομμύρια άνθρωποι στη Γαλλία δεν έχουν προσωπικό γιατρό, ενώ γεωγραφικά το 30% του πληθυσμού της χώρας ζει σε περιοχές με περιορισμένη πρόσβαση σε γιατρούς γενικής ιατρικής. Και σε ολόκληρη τη χώρα υπάρχουν περισσότεροι γιατροί γενικής ιατρικής που πρόκειται να συνταξιοδοτηθούν στο απώτερο μέλλον, παρά νέοι γιατροί που αναμένεται σύντομα να αρχίσουν να ασκούν το λειτούργημά τους.

Ο αριθμός των γενικών ιατρών μειώθηκε κατά 5,6% από το 2012 έως το 2021. Και η επόμενη δεκαετία προβλέπεται πως θα είναι δύσκολη στη Γαλλία: αν και τα τελευταία χρόνια καταγράφηκε μια αύξηση του αριθμού των γιατρών που ειδικεύονται στη γενική ιατρική και η γαλλική κυβέρνηση κατήργησε πρόσφατα τα ανώτατα όρια όσον αφορά τους εισακτέους στις ιατρικές σχολές, εκτιμάται ότι θα χρειαστεί καιρός για την κάλυψη των ελλείψεων που δημιουργήθηκαν τα τελευταία πολλά χρόνια. Ενώ το 2012 στη Γαλλία ανά 1.000 κατοίκους αντιστοιχούσαν 3,25 γιατροί, το 2021 η αναλογία ήταν 3,18/1.000 (ενώ στην Ελλάδα την ίδια χρονιά αντιστοιχούσαν 6,1 γιατροί ανά 1.000 κατοίκους. Κι αυτό αφού μάλιστα μερικές χιλιάδες είχαβν ήδη διασπαρεί στην υπόλοιπη Ευρώπη ήδη από την αρχή της ελληνικής κρίσης).

Ζήτημα, όμως, αποτελεί για τη Γαλλία, αλλά και για την υπόλοιπη Ευρώπη, το γεγονός ότι ο πληθυσμός της γερνάει, και έχει, ως εκ τούτου, αυξημένη ανάγκη από ιατρική φροντίδα. Ομως, μαζί με τους ευρωπαίους πολίτες γερνούν και οι ευρωπαίοι γιατροί. Στη Γαλλία, άνω του 44% των γιατρών είναι ηλικίας από 55 ετών και άνω, ενώ στην ΕΕ τουλάχιστον το 1/3 όλων των γιατρών ανήκει στην ίδια ηλικιακή ομάδα (σύμφωνα με στοιχεία του 2020).

Μια ήπειρος σε κρίση

Ωστόσο, οι ελλείψεις στον κλάδο της υγείας δεν αφορούν μόνο τους γιατρούς και σίγουρα δεν περιορίζονται μόνο στη Γαλλία. «Επειτα από περισσότερα από δύο χρόνια πανδημίας, που αποδεκάτισε το ανθρώπινο δυναμικό, υγειονομικές υπηρεσίες και κυβερνήσεις προσπαθούν να φτιάξουν κάτι που να μοιάζει με εργατικό δυναμικό. Το έλλειμμα εργαζομένων στον τομέα της υγείας στην Ευρώπη –περίπου 2 εκατομμύρια– γίνεται αισθητό σε όλη την ήπειρο», γράφει η Σάρα-Ταϊσίρ Μπενσαρίφ.

Στην Ελλάδα μπορεί να καταγράφεται «υπερπαραγωγή» γιατρών, πολλοί από τους οποίους μεταναστεύουν κάθε χρόνο στο εξωτερικό, αλλά «οι επαγγελματίες υγείας με ειδίκευση στην παροχή πρώτων βοηθειών προειδοποιούν για αύξηση του χρόνου ανταπόκρισης σε έκτακτα περιστατικά, λόγω έλλειψης προσωπικού. Η Αγγλία στερείται δεκάδων χιλιάδων νοσηλευτών, κάνοντας λόγο για αριθμό ρεκόρ κενών θέσεων. Οι νοσηλευτές βρίσκονται στη κορυφή της λίστας όλων των επαγγελμάτων που αντιμετωπίζουν ελλείψεις στη Φινλανδία. Τα μαιευτήρια στην Πορτογαλία δυσκολεύονται να παραμείνουν ανοιχτά λόγω έλλειψης γιατρών», αναφέρει ενδεικτικά η δημοσιογράφος.

«(Η έλλειψη γιατρών) είναι ένα πρόβλημα που επηρεάζει όλον τον κλάδο», δήλωσε η Σάραντα Ντας, γενική γραμματέας της Μόνιμης Επιτροπής Ευρωπαίων Ιατρών (CPME), μιας οργάνωσης που εκπροσωπεί γιατρούς ανά την Ευρώπη. Η ίδια θεωρεί πως ουσιαστικά το πρόβλημα είναι ότι η ιατρική δεν είναι πλέον ελκυστική ως επάγγελμα, ως επιλογή ζωής, «και αυτό πρόκειται πραγματικά να θέσει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας στο μέλλον», προειδοποιεί.

Η συνδικαλίστρια γιατρός αναφέρθηκε σε πολλά ζητήματα, περιλαμβανομένων της βίας στους χώρους εργασίας και της εξουθένωσης, που καθιστούν ολοένα πιο δύσκολη την πρόσληψη και τη διατήρηση προσωπικού. Αυτή η πραγματικότητα απειλεί ήδη τη σταδιοδρομία των νεότερων γιατρών της Ευρώπης, με πολλούς από αυτούς είτε να σκέφτονται να εγκαταλείψουν το επάγγελμα είτε να το έχουν κάνει ήδη, λόγω των υψηλών ποσοστών εξουθένωσης και άλλων προβλημάτων ψυχικής υγείας που προκύπτουν στο πλαίσιο της άσκησης του λειτουργήματός τους.

«Εάν δεν αντιμετωπιστεί σωστά (το πρόβλημα), θα σημειωθούν ακόμη μεγαλύτερες ελλείψεις γιατρών. Αγωνιζόμαστε να παρέχουμε φροντίδα στους ασθενείς μας», δήλωσε ο Αλβαρο Σέραμε, ψυχίατρος και πρόεδρος της επιτροπής ιατρικού εργατικού δυναμικού στην ευρωπαϊκή Ενωση Νέων Ιατρών (EJD), προειδοποιώντας ότι κάθε άλλο παρά απίθανο πρέπει να θεωρείται το ενδεχόμενο κατάρρευσης των συστημάτων υγείας.

Ωστόσο, «η τραγωδία για την Ευρώπη είναι ότι η κρίση θα μπορούσε να έχει προληφθεί», γράφει η δημοσιογράφος του Politico. Αυτή η έλλειψη ήταν αναμενόμενη, ενώ η κατάσταση επιδεινώθηκε από την πανδημία, σημείωσε ο Μάρτιν ΜακΚί, καθηγητής Ευρωπαϊκής Δημόσιας Υγείας στη London School of Hygiene & Tropical Medicine. Η Ευρώπη βασίζεται εδώ και πολύ καιρό σε ξένους εργαζομένους στον τομέα της Υγείας από χώρες με χαμηλότερο εισόδημα για την κάλυψη των αυξημένων αναγκών της. «Σαφώς, υπάρχει τεράστιο πρόβλημα. Και πρέπει να αυξήσουμε το εργατικό δυναμικό στον τομέα της Υγείας, αλλά νομίζω ότι η δυσκολία έγκειται στο ότι άλλα ζητήματα το έχουν υποβιβάσει, όπως οι τιμές του φυσικού αερίου και ο πόλεμος στην Ουκρανία» είπε.