Εάν η Γαλλία και η Γερμανία ήταν ανέκαθεν η λοκομοτίβα που οδηγούσε το τρένο της Ευρώπης προς το μέλλον, ξεπερνώντας με τον έναν ή τον άλλον τρόπο τις όποιες κρίσεις, τότε αυτό το τρένο σταμάτησε το βράδυ της Κυριακής, υπονομεύοντας τη διαδικασίας ισχυροποίησης της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Τουλάχιστον αυτό υποστηρίζει o Ετσιο Μάουρο, πρώην διευθυντής και νυν αρθρογράφος της La Repubblica στο κεντρικό άρθρο της ιταλικής εφημερίδας για το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών.
Παρότι, τελικά, η ισορροπία δυνάμεων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν άλλαξε σημαντικά υπέρ της Ακροδεξιάς, όπως φοβόντουσαν πολλοί, ο έμπειρος ιταλός δημοσιογράφος γράφει πως η Ακροδεξιά μπορεί να μπλοκάρει τον δρόμο της Ευρώπης, εκμεταλλευόμενη «τις ανασφάλειες, τον αποπροσανατολισμό, την οργή και την πολιτική μοναξιά των πολιτών με τα συνθήματα μιας πραγματικής εξέγερσης, που ανταμείβει ακριβώς τις πιο ακραίες και ριζοσπαστικές δυνάμεις, θυγατέρες μιας ιστορίας που απαγορεύτηκε στη μεταπολεμική περίοδο με την ψήφο εμπιστοσύνης στις δυτικές δημοκρατίες, που αναγεννήθηκαν με τη νίκη ενάντια στο φασισμό και τον ναζισμό», όπως συνοψίζει εύγλωττα. «Τώρα η άκρα Δεξιά κυματίζει τις σημαίες της ακριβώς στο Παρίσι και στο Βερολίνο, ωσάν εκείνη η ιστορία να εξαντλήθηκε τελικά, να απώλεσε το νόημά της, να μην μαρτυρά πια εκείνη την απαγόρευση που ανανεωνόταν επί δεκαετίες κατά το 20ό αιώνα», προσθέτει.
Ο ιταλός δημοσιογράφος άρχισε να γράφει το κείμενό του μόλις έκλεισαν οι κάλπες, ωστόσο πριν το ολοκληρώσει, είχε ήδη σκάσει η βόμβα Μακρόν περί διάλυσης της εθνοσυνέλευσης και της προκήρυξης πρόωρων εκλογών, ώστε να εκφραστεί η λαϊκή βούληση αλλά και να διαπιστωθούν οι αντοχές του πολιτικού συστήματος καταρχάς στη Γαλλία αλλά και στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
«Στην πραγματικότητα υπάρχει ένα έντονο αντισυστημικό στοιχείο στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο αφορά τις εθνικές κυβερνήσεις που τιμωρούνται από τους ψηφοφόρους, στο Παρίσι όπως και στο Βερολίνο, τις ελίτ του όχι μόνο πολιτικού αλλά και του πνευματικού και επιστημονικού κόσμου, τη γνώση και την κατανόηση ως εκφράσεις ελιτισμού, τις ισχυρές δυνάμεις, την κοσμοπολίτικη αντίληψη, τη Δύση και τη λατρεία της για τη δημοκρατία των θεσμών και των δικαιωμάτων: αντιθέτως η Ευρώπη βιώνεται από ολοένα μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού ωσάν ένα αστέρι που τρεμοσβήνει, ένα καταφύγιο των κυρίαρχων τάξεων που σύμφωνα με τα αφηγήματα της Ακροδεξιάς επωφελούνται κατ’ αποκλειστικότητα από εκείνες τις αξίες που στα λόγια διακηρύσσουν ως καθολικές», γράφει ο αρθρογράφος της La Repubblica.
«Η δυσπιστία απέναντι στη δημοκρατία, που κατηγορείται ότι δεν ανταποκρίνεται στα ιδανικά που διακηρύσσει, επειδή δεν μπορεί να τηρήσει τις υποσχέσεις της, είναι το στοιχείο πάνω στο οποίο συναντώνται η παλιά δυσπιστία της Ακροδεξιάς προς τη δημοκρατία και η νέα αγνωστικιστική δυσπιστία των πάσης φύσεως λαϊκιστών που δεν πιστεύουν σε καμία πολιτική θρησκεία, δεν δέχονται μαθήματα από ένα παρελθόν που δεν έχουν βιώσει […] και ζουν αποκλειστικά στο παρόν», συμπληρώνει.
Ο Ετσιο Μάουρο κάνει λόγο για έναν «εκμηδενισμό» των αξιών και «αναστολή της ιστορικής εμπειρίας», διαδικασίες που εξαλείφουν τις διαφορές μεταξύ των πολιτικών προσανατολισμών, αγνοώντας τις παραδόσεις: «εκτός της Ιστορίας και των παραμέτρων της, στην πραγματικότητα, όλες οι πολιτικές προτάσεις έχουν ίση βαρύτητα, περιλαμβανομένων και των δυνάμεων φασιστικής προέλευσης και εκείνων που νοσταλγούν τον ναζισμό, οι οποίες μπορούν να ανταγωνίζονται (για την εξουσία) χωρίς υποχρέωση λογοδοσίας, ακριβώς επειδή διαλύθηκε η εθνική πίστη στον ρεπουμπλικανισμό, εκείνος ο συνταγματικός πατριωτισμός που υποστήριζε τους θεσμούς και τον οποίο συμμερίζονταν και βίωναν οι πολίτες».
Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, ειδικά στη Γαλλία και στη Γερμανία αλλά και αλλού, επιβεβαίωσε πως «δεν υπάρχει πια ένας ευρωπαϊκός και δυτικός κανόνας, βασισμένος στο κράτος δικαίου, στη φιλελεύθερη δημοκρατία, στην κοινωνική οικονομία της αγοράς, στην ευημερία, στον υπεύθυνο καπιταλισμό». Πλέον η Ακροδεξιά μπορεί να εμφανίζεται ενώπιον των ψηφοφόρων, δίχως να επιδιώκει να μετριάζει την ριζοσπαστικότητά της ή να κρύβει την κληρονομιά της, «γιατί αυτό που μετράει και κυριαρχεί σήμερα είναι η αίσθηση της ετερότητας που ενσαρκώνει και μεταδίδει. Μετά από χρόνια δημοκρατικής κοινής λογικής που ωθούσε την Ακροδεξιά να συμμορφώνεται, να προσαρμόζεται στο πνεύμα των δημοκρατικών συνταγμάτων, σήμερα η Ακροδεξιά κάνει το αντίθετο, ασκώντας πίεση στη δημοκρατία, χωρίς να της επιτίθεται και να την πλήττει αλλά επαναδιατυπώνοντάς την στη θεσμική και συνταγματική της έκφραση, προσαρμόζοντάς την στον εαυτό της».
Εχε διαπιστωθεί εδώ και καιρό, ενώ την Κυριακή επιβεβαιώθηκε, πως κυριαρχεί μια «απολιτική ένταση», η οποία, μάλιστα, αναμένεται να αυξηθεί στο μέλλον και γιατί η Ακροδεξιά, παρότι ενισχύεται, ακόμη δεν κυβερνά, οπότε δεν φέρει καμία ουσιαστική ευθύνη.
Οσον αφορά το μέλλον, ο Ετσιο Μάουρο χαρακτηρίζει την ΕΕ ως «πρώτο θυσιαστικό στόχο» του κυριαρχικού και εθνικιστικού εξτρεμισμού, ο οποίος, πλέον, πνέει με τον αέρα της λαϊκής βούλησης στα πανιά του.
Ακριβώς την ώρα που θα χρειαζόταν ένα τολμηρό άλμα προς τα εμπρός, η Ακροδεξιά δύναται, πλέον, να εμποδίσει την οικοδόμηση μιας πιο ισχυρής και κυρίαρχης Ευρώπης, γεγονός που σίγουρα ικανοποιεί τον Βλαντίμιρ Πούτιν. «Εκτός και εάν οι πολίτες, μετά το χθεσινό σήμα κινδύνου, πάρουν πίσω στα χέρια τους την ιστορία τους και τις ευθύνες τους, συνδυάζοντάς τες σε μια νέα δέσμευση για την Ευρώπη: το παιχνίδι είναι δύσκολο αλλά μόλις άρχισε», καταλήγει ο Ετσιο Μάουρο.