Το βράδυ της Κυριακής ο πρόεδρος της Γαλλίας απέδειξε με τον πλέον ξεκάθαρο και εντυπωσιακό τρόπο πως οι εκλογές για την ανανέωση του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου στην πραγματικότητα αποτελούν μια συλλογή από εθνικές εκλογικές αναμετρήσεις. Πολύ συχνά έχουν περισσότερη σημασία για τις εξελίξεις στο εσωτερικό των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης παρά για τις εξελίξεις στις Βρυξέλλες ή στο Στρασβούργο, δεδομένης της διάχυσης της εξουσίας και των σύνθετων διαδικασιών λήψης αποφάσεων στην ΕΕ.
Μετά τη σαρωτική νίκη του ακροδεξιού Εθνικού Συναγερμού της Μαρίν Λεπέν, ο Εμανουέλ Μακρόν αντέδρασε άμεσα και αποφασιστικά, προβαίνοντας στη διάλυση της Εθνοσυνέλευσης και στην προκήρυξη πρόωρων βουλευτικών εκλογών, με τον πρώτο γύρο να διεξάγεται την 30η Ιουνίου και τον δεύτερο την 7η Ιουλίου.
Μέσω της απόφασής του αυτής ο γάλλος πρόεδρος δείχνει να επιδιώκει να μπλοκάρει τον δρόμο της Λεπέν προς την προεδρία, αναγκάζοντας, ουσιαστικά, τους πολίτες της Γαλλίας να αποφασίσουν εκ των προτέρων, δηλαδή πριν από τις προεδρικές εκλογές του 2027, εάν όντως θέλουν την Ακροδεξιά στην εξουσία.
Οσον αφορά τη σημασία των επικείμενων εκλογών στη Γαλλία για την Ευρώπη, όπως γράφει σε ανάλυσή του ο Μπεν Χολ, αρχισυντάκτης του τμήματος ευρωπαϊκών ειδήσεων των Financial Times, το αποτέλεσμά τους ενδέχεται να είναι πιο σημαντικό από το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών της Κυριακής.
Η ευρωπαϊκή πολιτική έκλινε ξεκάθαρα προς τη Δεξιά, αλλά όχι με αποφασιστικό τρόπο. Η ανατροπή των ισορροπιών υπέρ της Ακροδεξιάς για την οποία έγινε πολύς λόγος πριν από τις εκλογές τελικά δεν επήλθε. Οι λαϊκιστές και οι ακροδεξιοί ευρωβουλευτές πιθανότατα θα αποτελούν μόλις το ένα τέταρτο του κοινοβουλίου. Αυτό είναι ένα σημαντικό άλμα από το 5% περίπου που κέρδισαν πριν από 15 χρόνια, αλλά η μεγάλη εικόνα δεν αλλάζει.
«Το όνειρο μιας ευρωσκεπτικιστικής υπερομάδας που θα μπορούσε να ανταγωνιστεί τα μπλοκ της Κεντροδεξιάς και της Κεντροαριστεράς, τους διαχειριστές της εξουσίας στο ευρωκοινοβούλιο, παραμένει ακριβώς αυτό (ένα όνειρο). Στην πραγματικότητα η Ακροδεξιά θα μπορούσε να χωριστεί σε τρεις ομάδες: σε σκληροπυρηνικούς ριζοσπάστες περιλαμβανομένης της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD), σε κυβερνώντες πραγματιστές υπό την ηγεσία της ιταλίδας Τζόρτζια Μελόνι και σε σκληρούς ευρωσκεπτικιστές όπως η Λεπέν», γράφει ο δημοσιογράφος των Financial Times.
Θυμίζει πως επί δεκαετίες το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο λειτουργούσε μέσω ενός μεγάλου συνασπισμού κεντροαριστερών και κεντροδεξιών. Στην παρούσα φάση θα μπορούσε να ήταν δυνατή –για πρώτη φορά– η σύνθεση μιας πλειοψηφίας που θα εκτεινόταν από την Κεντροδεξιά έως την Ακροδεξιά, αλλά μια τέτοια εξέλιξη θεωρείται απίθανη.
Η Κεντροδεξιά έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο συνεργασίας με τη Λεπέν, πόσω μάλλον με το AfD, ωστόσο επέλεξε να χαλαρώσει τον αποκαλούμενο «υγειονομικό κλοιό» κατά της Ακροδεξιάς, ώστε να είναι δυνατή η συνεργασία με την ιταλίδα πρωθυπουργό, το κόμμα της οποίας είναι μεν ακροδεξιό αλλά η ίδια είναι μάλλον περισσότερο μετριοπαθής, επιλέγοντας περισσότερο να συνεργάζεται με τις Βρυξέλλες παρά να έρχεται σε αντιπαράθεση. Μέσω αυτής της οδού θα μπορούσε να σχηματιστεί ένα πιο συντηρητικό κοινοβούλιο όσον αφορά τη διαχείριση ζητημάτων όπως η κλιματική κρίση και το Μεταναστευτικό.
Αποτελεί γεγονός πως ο εν λόγω «υγειονομικός κλοιός» χαλαρώνει εδώ και καιρό σε όλη την Ευρώπη: «έως το τέλος του τρέχοντος έτους, δέκα από τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ, περιλαμβανομένης της Γαλλίας, θα μπορούσαν να κυβερνώνται από συνασπισμούς που θα περιλαμβάνουν ή θα υποστηρίζονται από λαϊκιστικά-ακροδεξιά κόμματα», γράφει ο Μπεν Χολ, εξηγώντας ότι σε αυτό το πλαίσιο συντηρητικές δυνάμεις τείνουν να βρίσκουν κοινά σημεία με την Ακροδεξιά.
Ο Μακρόν, από την άλλη πλευρά, μέσω της προκήρυξης πρόωρων εκλογών την ώρα που Ακροδεξιά είναι πρώτη δύναμη στη χώρα, δύναται ή μάλλον κινδυνεύει όχι τόσο να χαλαρώσει περαιτέρω τον «υγειονομικό κλοιό» όσο να τον «σπάσει εντελώς με πάταγο», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο βρετανός δημοσιογράφος, το οποίο «είναι ειρωνικό για έναν ηγέτη που διαμόρφωσε την πολιτική του ταυτότητα ως φιλοευρωπαίος πολιτικός που θα μπορούσε να σταματήσει την άνοδο της Ακροδεξιάς. Οι πρόωρες εκλογές θα μπορούσαν να εγκαταστήσουν τη Λεπέν, μια σκληροπυρηνική ευρωσκεπτικίστρια με προστατευτική και εθνικιστική ατζέντα που εναντιώνεται στην ΕΕ, στο πρωθυπουργικό γραφείο εντός εβδομάδων. Ο πρόεδρος θα αναγκαζόταν να μοιραστεί την εξουσία σε μια ταπεινωτική και πιθανώς ταραχώδη συμβίωση με τον εχθρό του».
Ο Εθνικός Συναγερμός (σ.σ. το κόμμα της Λεπέν) είναι ήδη το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης στην εθνοσυνέλευση, διαθέτει εξαιρετικές ικανότητες διεξαγωγής προεκλογικής καμπάνιας και, πλέον, νέα και ενισχυμένη εκλογική δυναμική μετά από τη συντριπτική νίκη της Κυριακής.
Ο Μπεν Χολ σημειώνει πως ο γάλλος πρόεδρος μπορεί να υπολόγισε πως η κατάσταση θα μπορούσε να επιδεινωθεί περαιτέρω για την κεντρώα συμμαχία του, καθώς η ήττα επιβεβαίωσε την αποδρομή ενός μέχρι πρότινος συμπαγούς εκλογικού σώματος της τάξεως του 20-25%, γεγονός που θα μπορούσε να προκαλέσει έναν πόλεμο διαδοχής μεταξύ εκείνων των υποστηρικτών του με προεδρικές φιλοδοξίες (σ.σ. ο Μακρόν δεν μπορεί να διεκδικήσει εκ νέου την επανεκλογή του).
Επιπλέον το κόμμα του δεν έχει δεν έχει την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία εδώ και μία διετία ενώ οι πιθανότητες σχηματισμού ενός ευρύτερου συνασπισμού υπό τις παρούσες συνθήκες είναι ελάχιστες. Συγχρόνως η προοπτική μιας επικείμενης νίκης του ακροδεξιού Εθνικού Συναγερμού θα μπορούσε να ενθαρρύνει άλλα κόμματα να συνάψουν εκλογικές συμμαχίες.
Ο Μακρόν πιθανώς να ευελπιστεί πως, όπως συνέβη και στις δύο προηγούμενες προεδρικές εκλογικές αναμετρήσεις, ενώπιον της πιθανότητας να ανέλθει η Ακροδεξιά στην εξουσία, οι ψηφοφόροι θα διστάσουν και αυτήν τη φορά. Ενδέχεται επίσης να σκέφτεται πως εάν κατάφερνε να κερδίσει την πρωθυπουργία ο Εθνικός Συναγερμός θα αποδεικνυόταν τόσο χαοτικός, ασκώντας για πρώτη φορά την εξουσία, που θα διαλυόταν η αίσθηση του αναπόφευκτου όσον αφορά μια νίκη της Λεπέν στις προεδρικές εκλογές του 2027.
Ο γάλλος πρόεδρος θα μπορούσε επίσης να υποστηρίξει ότι μια κυβέρνηση υπό τον Εθνικό Συναγερμό δεν θα έκανε μεγάλη ζημιά στη χώρα ή στην ΕΕ, δεδομένου ότι στο πολιτικό σύστημα της Γαλλίας το μεγαλύτερο μέρος της εξουσίας το κατέχει ο πρόεδρος. Σε πολλούς, ωστόσο, τόσο στη Γαλλία όσο και στην Ευρώπη η προκήρυξη πρόωρων εκλογών φαίνεται ως μια απελπισμένη ρίψη των ζαριών.
Οπως αναφέρει σε ανταπόκρισή της από το Παρίσι η Αναΐς Τζινόρι της La Repubblica μετά από την ανακοίνωσή του για τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών ο γάλλος πρόεδρος χαρακτηρίστηκε από «χαρτοπαίκτης» έως «εμπρηστής πυροσβέστης». Ωστόσο σύμφωνα με την ιταλίδα δημοσιογράφο ο υπολογισμός του γάλλου προέδρου ενδέχεται να είναι πιο σύνθετος.
Ο Μακρόν επανεξελέγη το 2022 με αντίπαλο την Λεπέν και με την υπόσχεση να ανακόψει την άνοδο της Ακροδεξιάς. Δεν τα κατάφερε, όμως, ενώ άρχισε τη δεύτερη θητεία του ήδη αποδυναμωμένος επειδή απέτυχε να κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία στην εθνοσυνέλευση. Οπότε, μετά από την ταπεινωτική ήττα της Κυριακής, ήρθε η ώρα για ένα «ξεκαθάρισμα», όπως εξήγησαν στη δημοσιογράφο της La Repubblica σύμβουλοι του Μακρόν.
Σε αυτό το πλαίσιο οι περισσότεροι μιλούν και γράφουν για «απελπισμένη και επικίνδυνη ζαριά», ορισμένοι, όμως, κάνουν λόγο για μια «γκωλική» χειρονομία: «οι σύμβουλοί του προτιμούν να επαινούν το “θράσος” του ηγέτη. Το στοίχημα είναι να αποκαλυφθούν η Λεπέν και οι οπαδοί της, να στριμωχτούν με μια αστραπιαία επίθεση: μόλις τρεις εβδομάδες για να καταλάβουν την εξουσία. Και εάν πραγματικά καταλήξουν να κυβερνούν, θα αναγκαστούν να έρθουν σε σύγκρουση με την πραγματικότητα της εξουσίας, με μια υπερχρεωμένη χώρα και με τους κανόνες της ΕΕ που είναι δύσκολο να παρακαμφθούν όπως διαπίστωσε η Τζόρτζια Μελόνι», γράφει η Αναΐς Τζινόρι, κάνοντας λόγο για «μακιαβελικό υπολογισμό».