| CreativeProtagon / Shutterstock
Θέματα

Οι επτά θεωρίες που λένε ότι ο Μπάιντεν θα χάσει

Μετά την προειδοποίηση του διακεκριμένου αναλυτή Φαρίντ Ζακάρια (CNN και Washington Post) ότι το σημερινό πολιτικό τοπίο ευνοεί τον Ντόναλντ Τραμπ, ο αρθρογράφος των New York Times, Εζρα Κλάιν, ανέλυσε όσα προβάλλονται ως λόγοι για τις αρνητικές προοπτικές του αμερικανού προέδρου
Protagon Team

Ο διακεκριμένος αναλυτής και παρουσιαστής του CNN, Φαρίντ Ζακάρια, έκρουσε πριν από λίγες ημέρες τον κώδωνα του κινδύνου για τις πιθανότητες του αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν να κερδίσει την επανεκλογή του στις 5 Νοεμβρίου. Σημείωσε ότι η πορεία προς τις εκλογές δεν εξελίσσεται όπως αρχικά περίμενε, ότι ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ προηγείται σε πολλές Πολιτείες-«κλειδιά», αλλά και ότι η συνολική τάση μοιάζει δυσμενής για τον Μπάιντεν.

Ο Ζακάρια απηύθυνε ουσιαστικά μια προειδοποίηση προς το στρατόπεδο των Δημοκρατικών, λέγοντας ότι έχει μεγάλη σημασία να αναγνωρίσουν πόσο πραγματική είναι η κατάσταση που διαμορφώνεται. Επίσης σχολίασε ότι όντως οι δημοσκοπήσεις μπορεί μερικές φορές να πέφτουν έξω, αλλά στο παρελθόν έχουν υποτιμήσει, αντί να υπερεκτιμήσουν, τα ποσοστά του Τραμπ. Συνοψίζοντας, ο διάσημος δημοσιογράφος τόνισε ότι ο Μπάιντεν πρέπει να αναλάβει τολμηρές πρωτοβουλίες για να αναζωογονήσει την εκστρατεία του, καθώς το σημερινό πολιτικό τοπίο δεν τον ευνοεί.

Δείτε όσα ανέφερε (στα αγγλικά) ο Ζακάρια για την υψηλή πιθανότητα νίκης του Τραμπ:

Σε ανάλογο κλίμα, ο Εζρα Κλάιν παρουσιάζει στους New York Times τις «επτά θεωρίες ως προς το γιατί ο Μπάιντεν οδεύει σε ήττα (και τι πρέπει να κάνει γι’ αυτό)». Από την αρχή, ο αρθρογράφος της αμερικανικής εφημερίδας τονίζει ότι δεν τον απασχολούν μόνο τα ποσοστά του Τζο Μπάιντεν στις δημοσκοπήσεις, αλλά κυρίως η άρνηση που βλέπει στο επιτελείο του για ό,τι κρύβεται πίσω από αυτά.

Αναφερόμενος στις Πολιτείες-«κλειδιά» (swing states), ο Κλάιν θυμίζει ότι στις προηγούμενες εκλογές ο Μπάιντεν δεν κέρδισε μόνο το Μίσιγκαν, την Πενσυλβάνια και το Γουισκόνσιν. Κέρδισε επίσης την Αριζόνα, την Tζόρτζια και τη Νεβάδα. Τώρα ο Μπάιντεν υπολείπεται σε αυτές τις Πολιτείες κατά έξι μονάδες (στην Αριζόνα), εννέα μονάδες (στη Tζόρτζια) και 13 μονάδες (στη Νεβάδα), σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση που διεξήχθη από το ερευνητικό ινστιτούτο του Κολεγίου Siena (εδώ).

Ποιες είναι όμως οι αιτιάσεις αλλά και οι «θεωρίες» που επιχειρούν να ερμηνεύσουν τους λόγους που ο Μπάιντεν δείχνει αυτή τη στιγμή να οδηγείται σε ήττα, αλλά και πόσο μεγάλη βάση έχουν τελικά; Σύμφωνα με τους New York Times, οι εξής:

Οι οικονομικές ανησυχίες. Οι ψηφοφόροι είναι θυμωμένοι με την άνοδο των τιμών και τα υψηλά επιτόκια. Στη δημοσκόπηση του Κολεγίου Siena, το 21% των ψηφοφόρων δηλώνει ότι η οικονομία θα καθορίσει την ψήφο τους, ενώ το 7% δηλώνει ότι ο πληθωρισμός είναι το κορυφαίο ζήτημα που τους απασχολεί.

Ο παράγοντας ηλικία. Οι δημοσκοπήσεις διαπιστώνουν συνήθως ότι ποσοστά ερωτώμενων της τάξης του 70%-80% πιστεύουν ότι ο Μπάιντεν είναι πολύ μεγάλος σε ηλικία για να γίνει ξανά πρόεδρος. Ο Κλάιν σχολιάζει στους New York Times ότι ο Μπάιντεν έχει καλές και κακές μέρες στην προεκλογική εκστρατεία. Στην καθιερωμένη ομιλία του στο Κογκρέσο για την κατάσταση της Ενωσης (1/3) προέβαλε ένα ισχυρό προφίλ, ωστόσο στην πρόσφατη συνέντευξή του στο CNN ήταν λιγότερο καλός. «Ομως πολλοί ψηφοφόροι βλέπουν τον Μπάιντεν μόνο μέσα από περιστασιακά αποσπάσματα, και ιδίως αν παρακολουθούν ειδήσεις μέσα από τα social meda, το YouTube ή το TikTok, βλέπουν πολλά αποσπάσματα από τις χειρότερες στιγμές του» σχολιάζει.

Οι δημοσκοπήσεις μπορεί να κάνουν λάθος. Αυτή φαίνεται να είναι η άποψη του Μπάιντεν, σύμφωνα με τον Κλάιν. «Τα στοιχεία των δημοσκοπήσεων ήταν λάθος από την αρχή» δήλωσε στο CNN την περασμένη εβδομάδα ο πρόεδρος των ΗΠΑ. Ωστόσο η άρνηση των δημοσκοπήσεων, που είναι διάχυτη στην εκστρατεία του Μπάιντεν, δεν δικαιολογείται κατά τον αρθρογράφο των New York Times. Πρώτον, γιατί οι δημοσκοπήσεις για τις ενδιάμεσες εκλογές του 2022 ήταν ακριβείς και, δεύτερον, γιατί ακόμη κι αν κάνουν λάθος, αυτό, όπως έχει φανεί στο παρελθόν, μπορεί να σημαίνει ότι ο Τραμπ είναι ισχυρότερος και όχι ασθενέστερος από ό,τι φαίνεται στους αριθμούς.

—«Φταίνε τα μέσα ενημέρωσης». Στις 28 Απριλίου, κατά την ομιλία του στο ετήσιο δείπνο της Ενωσης Ανταποκριτών του Λευκού Οίκου, ο Μπάιντεν ανέφερε: «Ειλικρινά, δεν σας ζητώ να πάρετε θέση, αλλά σας ζητώ να αρθείτε στο ύψος που επιβάλλει η σοβαρότητα της στιγμής, να ξεπεράσετε τους αριθμούς, που μοιάζουν με αυτούς του ιπποδρόμου, τις στιγμές που προκαλούν αντιπερισπασμό, τα παράπλευρα θεάματα που κυριαρχούν και προκαλούν εντυπωσιασμό στην πολιτική σκηνή, και να επικεντρωθείτε στο πραγματικό διακύβευμα».

Ωστόσο, κατά τον Κλάιν, η θεωρία ότι ο Μπάιντεν πλήττεται από τον τρόπο που τον αντιμετωπίζουν τα μέσα ενημέρωσης δεν υποστηρίζεται από τα στοιχεία. Δημοσκόπηση του NBC News ανέφερε τον Απρίλιο ότι ο Μπάιντεν ήταν μπροστά με 49 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ των ψηφοφόρων που βασίζονταν στις εφημερίδες και με 20 μονάδες μεταξύ των ψηφοφόρων που βασίζονταν στις ειδήσεις από τα τηλεοπτικά κανάλια που εκπέμπουν σε εθνικό δίκτυο. Στην κατηγορία των «ψηφιακών ιστοτόπων» ο Μπάιντεν ήταν μπροστά με 10 μονάδες.

Αν οι εκλογές περιορίζονταν σε αυτά τα μέσα, ο Μπάιντεν θα κέρδιζε με διαφορά, συνεχίζουν οι NYTimes. «Αλλά ο Μπάιντεν είναι πίσω, και να γιατί»: Μεταξύ των ψηφοφόρων που βασίζονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Τραμπ ήταν μπροστά με τέσσερις μονάδες. Μεταξύ των ψηφοφόρων που βασίζονταν στις ειδήσεις που μεταδίδουν τα καλωδιακά κανάλια, ο Τραμπ προηγείτο κατά οκτώ μονάδες. Στους ψηφοφόρους που «καταναλώνουν» ειδήσεις από το YouTube και το Google (που προτείνει ειδήσεις μέσω αλγόριθμου) ο Τραμπ ήταν μπροστά με 16 μονάδες. Ενώ στους ψηφοφόρους που δεν παρακολουθούν καθόλου πολιτικές ειδήσεις, ο Τραμπ σαρώνει: προηγείται με 26 μονάδες!

Η πολιτική δυσαρέσκεια. Αναλυτές σημειώνουν πως είναι μια κακή στιγμή για να είναι κανείς εν ενεργεία πρόεδρος. Στις ενδιάμεσες εκλογές του 2022 αναμενόταν ότι οι εν ενεργεία Δημοκρατικοί θα βυθίζονταν. Παρά ταύτα τα πήγαν μια χαρά. Οπως αναφέρει ο αρθρογράφος των NYTimes, ακόμη και σήμερα «οι δημοσκοπήσεις δεν δείχνουν διάθεση κατά του κατεστημένου, δείχνουν διάθεση κατά του Μπάιντεν».

Ο Μπάιντεν παραείναι φιλελεύθερος. Η κυβέρνηση Μπάιντεν ανησυχεί για την ενίσχυση της αριστερής πτέρυγας των Δημοκρατικών, ιδίως μετά τον πόλεμο στη Γάζα. Ωστόσο η δημοσκόπηση του ινστιτούτου Siena διαπίστωσε ότι ο Μπάιντεν χάνει μόνο το 2% των «πολύ φιλελεύθερων» ψηφοφόρων του —το 2020— προς τον Τραμπ. Αντιθέτως, το 16% των υποστηρικτών του αυτοχαρακτηρίζονται μετριοπαθείς και συντηρητικοί.

Οι Δημοκρατικοί διαβάζουν με λάθος τρόπο τον Τραμπ. Το λάθος που συνεχίζουν να κάνουν οι Δημοκρατικοί για τον Τραμπ, γράφει ο Κλάιν, είναι να υποθέτουν ότι η υπόλοιπη χώρα τον βλέπει όπως οι ίδιοι. Αυτό που επιχειρούν οι Δημοκρατικοί το 2024 είναι να εστιάσουν στην απειλή που συνιστά ο Τραμπ για την αμερικανική δημοκρατία. Ωστόσο, κατά τον αρθρογράφο, υπάρχουν και άλλοι τρόποι για να αντιμετωπίσει κανείς τον Τραμπ. Θυμίζει ότι μείωσε τους φόρους για τους πλούσιους, προσπάθησε να περικόψει τη φαρμακευτική περίθαλψη για τους φτωχούς και περιέκοψε τη χρηματοδότηση της αστυνομίας.

Με άλλα λόγια, οι κατάφωρες παραβιάσεις των δημοκρατικών κανόνων από τον Τραμπ «επισκιάζουν συχνά τους κοινότοπους τρόπους με τους οποίους κυβέρνησε ή άφησε άλλους να κυβερνήσουν με σκληρούς, ηλίθιους και διεφθαρμένους τρόπους. Αυτή τη στιγμή, στην εκστρατεία του Μπάιντεν υπάρχει πολύ περισσότερο χρήμα από ό,τι στην εκστρατεία του Τραμπ. Θα πρέπει να το χρησιμοποιήσει για να επαναπροσδιορίσει τον Τραμπ με τους τρόπους που έχουν σημασία για τους ψηφοφόρους που του χρειάζονται» σημειώνει κλείνοντας ο Εζρα Κλάιν στους New York Times.