Τσόρτσιλ, Ρούσβελτ και Στάλιν στη Γιάλτα της Κριμαίας, στις αρχές Φεβρουαρίου του 1945. Ο εκ δεξιών ήταν ο καλύτερα πληροφορημένος, όπωσ σημειώνει και ο Economist | Getty Images
Θέματα

Ο χορός των κατασκόπων σε Δύση και Ανατολή

Το νέο βιβλίο του Κάλντερ Γουόλτον, ενός από τους κορυφαίους ιστορικούς στον κόσμο, με ειδίκευση στις υπηρεσίες πληροφοριών και την παγκόσμια ασφάλεια, τιτλοφορείται «Κατάσκοποι» και αποτελεί μια περιεκτική ιστορία του κατασκοπευτικού ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ, Βρετανίας και Ρωσίας από το 1917 μέχρι σήμερα
Protagon Team

«Μπορείς να πεις στην “πηγή” σου στο γενικό επιτελείο της γερμανικής αεροπορίας να πάει να γαμ… Δεν είναι “πηγή”, είναι παραπληροφοριοδότης» είχε απαντήσει ο Ιωσήφ Στάλιν τον Ιούνιο του 1941 σε ανώτερο στέλεχος της NKVD (μετέπειτα KGB) όταν του ανέφερε πως τα ναζιστικά στρατεύματα επρόκειτο σύντομα να επιτεθούν στη Σοβιετική Ενωση, όπως και έγινε, τελικά, λίγες ημέρες αργότερα. Το παραπάνω ανέκδοτο είναι ένα από τα πολλά που εμπεριέχονται στους «Κατασκόπους», (Spies: The Epic Intelligence War Between East and West) ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε τον προηγούμενο μήνα και αποτελεί μια ξεκάθαρη και περιεκτική ιστορία του κατασκοπευτικού ανταγωνισμού μεταξύ των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Ρωσίας.

Την υπογράφει ο Κάλντερ Γουόλτον, ένας από τους κορυφαίους ιστορικούς στον κόσμο με ειδίκευση στις υπηρεσίες πληροφοριών και την παγκόσμια ασφάλεια, καθηγητής στο Χάρβαρντ, και ένας από τους συγγραφείς της επίσημης ιστορίας της ΜΙ5 (εκδόθηκε με αφορμή την εκατοστή επέτειο της ίδρυσής της), καθώς και επιμελητής της τρίτομης Ιστορίας της Κατασκοπείας και των Υπηρεσιών Πληροφοριών του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ. Οπως αναφέρει o Economist σε δημοσίευμά του, στους «Κατασκόπους» ο Γουόλτον εξηγεί πώς η κατασκοπεία και οι μυστικές δράσεις διαμόρφωσαν τον Ψυχρό Πόλεμο.

Τον Δεκέμβριο του 1917 ο Βλαντίμιρ Λένιν ίδρυσε την Τσέκα, τη μυστική αστυνομία, για να τρομοκρατήσει τους εχθρούς της επανάστασης των Μπολσεβίκων αλλά και για να υποκλέπτει πληροφορίες στο εξωτερικό. Πολύ σύντομα απασχολούσε 100.000 άτομα και χρησιμοποιούσε πρακτορεία ειδήσεων, εμπορικές αποστολές και εταιρείες για να διενεργεί κατασκοπεία σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1930 οι κατάσκοποι της Ρωσίας κατάφεραν να διεισδύσουν πολύ βαθιά σε νευραλγικούς κρατικούς μηχανισμούς μεγάλων Δυτικών κρατών, ενώ οι πιο περιβόητοι κατέληξαν να είναι οι αποκαλούμενοι «Cambridge Five», οι οποίοι κατάφεραν να ανέλθουν σε υψηλά κλιμάκια της MI6. Ενας από αυτούς, μάλιστα, ονόματι Κιμ Φίλμπι, εργάστηκε για σύντομο χρονικό διάστημα και στον Economist, όπως μας πληροφορεί ο βιβλιοκριτικός του έγκριτου βρετανικού εντύπου.

Οι Δυτικές δημοκρατίες, ωστόσο, συχνά αγνοούσαν αυτή την κατάσταση και ενίοτε ακούσια την ευνοούσαν. Το 1929, για παράδειγμα, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ (Χένρι Στίμσον) κατήργησε την υπηρεσία αποκωδικοποίησης μηνυμάτων της χώρας, με το επιχείρημα ότι «οι κύριοι δεν διαβάζουν ο ένας την αλληλογραφία του άλλου». Και το 1936 ο πρεσβευτής της Βρετανίας στη Μόσχα δεν επέτρεψε στην MΙ6 να ανοίξει ένα σταθμό στην πρεσβεία, επειδή «θα μπορούσε να προκαλέσει αμηχανία».

Κατά τις παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπως σημειώνει ο διακεκριμένος ιστορικός στο βιβλίο του, «οι σοβιετικές υπηρεσίες πληροφοριών είχαν περισσότερους αποφοίτους βρετανικών πανεπιστημίων από τις υπηρεσίες πληροφοριών της ίδιας της Βρετανίας, την MI5 και την MΙ6».

Αφού, όμως, ξέσπασε τελικά ο πόλεμος, κάποια στιγμή το υπουργείο Εξωτερικών της Βρετανίας έφτασε στο σημείο να απαγορεύσει την κατασκοπεία κατά των νέων σοβιετικών συμμάχων της χώρας, με τους βρετανούς ειδικούς στην αποκρυπτογράφηση να μην έχουν άδεια να παρακολουθούν, πόσω μάλλον να αποκρυπτογραφούν, τις σοβιετικές επικοινωνίες. Οταν αμερικανοί πράκτορες αγόρασαν μια λίστα με σοβιετικούς κωδικούς  από φινλανδούς αξιωματικούς, το 1944, ο αμερικανός πρόεδρος διέταξε να επιστραφεί στους Σοβιετικούς.

Εν τω μεταξύ, όμως, το Κρεμλίνο ενέτεινε τις προσπάθειές του, φθάνοντας στο σημείο να κατασκοπεύει περισσότερο τους συμμάχους του παρά τη ναζιστική Γερμανία. Οταν ο Στάλιν συναντήθηκε με τον Τσόρτσιλ και τον Ρούσβελτ στη Γιάλτα, το 1945, για να διευθετήσουν τη μεταπολεμική τάξη πραγμάτων στην Ευρώπη, οι πληροφορίες που είχε στη διάθεσή του για τους δύο ηγέτες της Δύσης «μάλλον ήταν περισσότερες από οποιουδήποτε άλλου ηγέτη στην ιστορία», γράφει ο Κάλντερ Γουόλτον. Ο σοβιετικός ηγέτης γνώριζε, για παράδειγμα, για το αμερικανικό πρόγραμμα ανάπτυξης πυρηνικών όπλων χρόνια πριν από τον Χάρι Τρούμαν, ο οποίος το έμαθε μόνον όταν ανέλαβε την προεδρία των ΗΠΑ.

«Δεν είναι είδηση ότι η Σοβιετική Ενωση κατασκόπευε πολύ. Αλλά υπάρχουν λίγες τόσο περιεκτικές αφηγήσεις όσο αυτή, που εκτείνεται από την επανάσταση των Μπολσεβίκων έως σήμερα, ενώ βασίζεται σε νέο αρχειακό υλικό, μέρος του οποίου αποχαρακτηρίστηκε μόλις το 2022» σημειώνει ο δημοσιογράφος του Economist.

Οσον αφορά το παρόν, στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου ο Μαρκ Κέλτον, πρώην επικεφαλής αντικατασκοπείας της CIA, υποστηρίζει ότι η κινεζική κατασκοπευτική δράση της κυβέρνησης του Σι Τζινπίνγκ κατά των ΗΠΑ είναι τουλάχιστον αντίστοιχη με τη δράση των Σοβιετικών στη δεκαετία του 1930 (αν όχι πλουσιότερη). Μια έκθεση που δημοσιεύθηκε στις 13 Ιουλίου από την επιτροπή πληροφοριών του βρετανικού κοινοβουλίου ανέφερε ότι η Κίνα «σχεδόν σίγουρα διατηρεί τον μεγαλύτερο κρατικό μηχανισμό πληροφοριών στον κόσμο», σε σύγκριση με τον οποίο οι βρετανικές υπηρεσίες πληροφοριών μοιάζουν με νάνο.

Οπως και τη δεκαετία του 1930, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί της άργησαν, δυστυχώς, να αναγνωρίσουν και στη συνέχεια να αντιμετωπίσουν την απειλή. Μέχρι το 2017 κύρια προτεραιότητα των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών ήταν ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας, και όχι οι κίνδυνοι που θέτουν η Κίνα και η Ρωσία. Αυτό, φυσικά, δεν ισχύει πια, με το FBI να δηλώνει προ τριετίας ότι μια νέα υπόθεση αντικατασκοπείας που σχετίζεται με την Κίνα άνοιγε κάθε δέκα ώρες. Δεν προκαλεί εντύπωση, λοιπόν, ότι στις αρχές του μήνα ο νυν διευθυντής της CIA Γουίλιαμ Μπερνς επισήμανε πως κατά τη διάρκεια της τελευταίας διετίας οι δαπάνες για δραστηριότητες που σχετίζονται με την Κίνα διπλασιάστηκαν.

Στη προκειμένη περίπτωση, ωστόσο, δηλαδή όσον αφορά την Κίνα, η αναγνώριση μιας πρόκλησης, εν δυνάμει απειλής, δεν συνεπάγεται την εξάλειψή της. Σύμφωνα με τον Κάλντερ Γουόλτον, οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών είναι απίθανο να έχουν διεισδύσει σε ανώτερες υπηρεσίες της κινεζικής κυβέρνησης, όπως είχαν καταφέρει να διεισδύσουν σε αντίστοιχες υπηρεσίες της Ρωσίας του Βλαντίμιρ Πούτιν πριν από την εισβολή στην Ουκρανία. Αλλά το πιο ανησυχητικό είναι ότι ορισμένες πηγές με προσβάσεις στις μυστικές υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ πιστεύουν ότι οι επιχειρήσεις της CIA στην Κίνα υπονομεύονται ήδη εδώ και μία δεκαετία από έναν διπλό πράκτορα του Πεκίνου.

Το γεγονός ότι η Ουάσινγκτον και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί της επιμένουν ότι δεν θέλουν το ξέσπασμα ενός νέου ψυχρού πολέμου με την Κίνα, σε καμία περίπτωση δεν αναιρεί ένα από τα βασικά συμπεράσματα του βιβλίου: «Οι Δυτικές δυνάμεις μπορεί να βρίσκονται σε ψυχρό πόλεμο, ανεξαρτήτως αν αν το επιδιώκουν, και προτού το αναγνωρίσουν» προειδοποιεί ο Κάλντερ Γουόλτον.