| Intimenews / CreativeProtagon
Θέματα

O Χατζηδάκης, o Αϊ-Βασίλης και τα περιθώρια

Η δήλωση του νέου υπουργού Εθνικής Οικονομίας ότι «δεν πρόκειται να γίνω πολιτικός Αϊ-Βασίλης» επαναπροσδιορίζει τις προτεραιότητες και αποτελεί το «λεξικό» μιας νέας οικονομικής γλώσσας που θα παρουσιάζει εντός και εκτός τη διαδρομή της οικονομικής πολιτικής της χώρας ως το 2027
Ζώης Τσώλης

Η ελληνική οικονομία δεν βρίσκεται πλέον στην εποχή των μνημονίων. Ούτε στη φάση της πανδημίας. Επίσης δεν βρισκόμαστε στο καλοκαίρι του 2022, τότε που ολόκληρη η Ευρώπη (και μαζί της η Ελλάδα) προετοιμαζόταν για τον «ρωσικό χειμώνα» της ενεργειακής κρίσης. Επομένως, πού βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα, η οποία βιώνει ακόμη –όπως ολόκληρος ο πλανήτης– τις σοβαρές επιπτώσεις του πληθωρισμού; Η πιο προωθημένη απάντηση θα ήταν «στον δρόμο για το 2027» και η πιο συγκεκριμένη στο μέσο μιας προσπάθειας για τον μετασχηματισμό της οικονομίας ώστε να μπορεί να δημιουργεί πλούτο (σε περιόδους κανονικότητας) αλλά και να αντέχει τις κρίσεις.

Το στίγμα το έδωσε μεν κατά τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης το Σάββατο ο Κωστής Χατζηδάκης, αλλά οι ερμηνείες μάλλον ακολούθησαν την πεπατημένη: τα νέα μέτρα, οι αυξήσεις, τα επιδόματα κ.λπ. κυριάρχησαν στους τίτλους.

Παράλληλα, όμως, με λίγες λέξεις που δεν έχουμε συνηθίσει να ακούμε στην πολιτική, αλλά είναι αρκετές για να δώσουν το στίγμα ενός υπουργού Εθνικής Οικονομίας που έχει στόχο να διατηρήσει τη σταθερότητα της πολύπαθης οικονομίας (και να ανακτήσει η χώρα την επενδυτική βαθμίδα ώστε να είναι ισότιμο μέλος της ευρωζώνης), ο κ. Χατζηδάκης έκλεισε την ομιλία του στη Βουλή, παρουσία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, ως εξής:

«Η κυβέρνηση δεν πρόκειται να γίνει πολιτικός Αϊ-Βασίλης. Θα δίνουμε αυτά που έχουμε. Οχι αυτά που δεν έχουμε!»

Η δήλωση αυτή έχει κάτι καινούργιο. Οι γνώστες του οικονομικού ρεπορτάζ ξέρουν ότι ο καλύτερος τρόπος για να ενισχύσει την προσωπική δημοφιλία του ένας υπουργός Οικονομικών είναι να ανοίγει επικοινωνιακούς κύκλους ανακοίνωσης νέων φιλολαϊκών μέτρων. Για παράδειγμα, η μέθοδος προβλέπει ότι ένα μήνα πριν από μια πρωτοβουλία ο υπουργός αφήνει να εννοηθεί ότι θα δοθεί το τάδε επίδομα, 15 μέρες νωρίτερα ανακοινώνει λεπτομέρειες και όταν έρθει ώρα, παραχωρεί συνέντευξη Τύπου. Ετσι, επί έναν μήνα εξασφαλίζει διαρκή κάλυψη και παρουσία στα κανάλια. Με αυτό τον τρόπο, όμως, μπορεί ένας υπουργός να χάσει όχι μόνο τη μεγάλη εικόνα, αλλά και την αίσθηση του πού κατευθύνεται το καράβι της οικονομίας, με αποτελέσματα καταστροφικά, όπως είδαμε στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν.

Σκοπός του κ. Χατζηδάκη ήταν μάλλον το αντίθετο: να μεταδώσει μήνυμα αυτοσυγκράτησης υπουργών και κοινωνικών ομάδων, καθώς όλοι δείχνουν «μεθυσμένοι» από τις παροχές που εξαγγέλθηκαν την προεκλογική περίοδο και σύντομα πρόκειται να θεσμοθετηθούν. Αλλά μέχρι εκεί…

Ανοίγοντας τα χαρτιά του και τον κύκλο της νέας τετραετίας της ΝΔ, ανήγγειλε, πέραν των κοστολογημένων εισοδηματικών ενισχύσεων στους δημοσίους υπαλλήλους και τους συνταξιούχους, σειρά ουσιωδών μέτρων για τη στροφή των ξένων επενδυτών και των ελλήνων καταθετών και των αποταμιευτών στα έντοκα γραμμάτια και τα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου και στο Χρηματιστήριο.

Τα μέτρα αυτά συνοψίζονται ως εξής:

-Κατάργηση της αυτοτελούς φορολόγησης των τόκων των εντόκων γραμματίων και των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, ώστε τα ομόλογα του Δημοσίου να αποτελέσουν εναλλακτική επιλογή τοποθέτησης των κεφαλαίων.

-Μείωση του φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων από 0,5% σε 0,2% και μείωση κατά 50% του φόρου χρηματιστηριακών συναλλαγών.

-Θεσμοθέτηση σειράς κινήτρων για την εισαγωγή μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο Χρηματιστήριο Αθηνών, όπως η έκπτωση των δαπανών εισαγωγής κατά 100% από τον φόρο.

Είναι προφανές ότι ο κ. Χατζηδάκης επιδιώκει να ενισχύσει και να τονώσει την κεφαλαιαγορά και να σταματήσει την αιμορραγία της φυγής επιχειρήσεων και κεφαλαίων στο εξωτερικό, φαινόμενο που σημάδεψε τη δεκαετία της χρεοκοπίας και των μνημονίων.

Τα ζητήματα αυτά συζήτησε τη Δευτέρα, στην πρώτη συνάντηση που είχε με τους έλληνες τραπεζίτες, τους οποίους κάλεσε να στηρίξουν τις επιχειρήσεις και την οικονομία, παρέχοντας δάνεια, αλλά και τους καταθέτες.

Ασφαλώς βάση για τον νέο αυτόν σχεδιασμό της οικονομικής πολιτικής αποτελούν οι εξής άξονες:

Δημοσιονομική σταθερότητα

Οπως είπε, «αξιόπιστη και υπεύθυνη δημοσιονομική πολιτική σημαίνει: Τήρηση των εθνικών δημοσιονομικών στόχων. Εμφαση στην επίτευξη λογικών πρωτογενών πλεονασμάτων. Και συνεχής προσπάθεια για τη μείωση του δημοσίου χρέους. Υπογραμμίζω, λοιπόν –για να γίνει ακουστό τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό– ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται να γίνει πολιτικός Αϊ-Βασίλης. Θα δίνουμε αυτά που έχουμε. Οχι αυτά που δεν έχουμε! Οπως κάνουν όλες οι προηγμένες χώρες διεθνώς! Στο πλαίσιο αυτό ισχύουν οι διεθνείς μας δεσμεύσεις για πρωτογενή πλεονάσματα 2,1% του ΑΕΠ το 2024, 2,3% του ΑΕΠ το 2025 και 2,5% του ΑΕΠ το 2026, όπως περιλαμβάνονται στο Πρόγραμμα Σταθερότητας». 

Αναφορικά με το δημόσιο χρέος οι στόχοι είναι:

Καταπολέμηση της φοροδιαφυγής

«Η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής», σημείωσε ο υπουργός, «είναι κοινωνικά δίκαιη, αλλά, ταυτοχρόνως και ένας τρόπος μείωσης των φορολογικών συντελεστών για όλους! Αποτελεί, αν θέλετε, και δικό μου προσωπικό στοίχημα» τόνισε και ανήγγειλε τα εξής μέτρα:

Εργα – ιδιωτικοποιήσεις – ΧΑ 

Βασική προτεραιότητά γίνεται η ενίσχυση του ρόλου και του πλαισίου λειτουργίας της κεφαλαιαγοράς. Ανάμεσα στα μέτρα είναι:

-Η μείωση του φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων από 0,5% σε 0,2%.
-Η μείωση κατά 50% του φόρου χρηματιστηριακών συναλλαγών.
-Τα κίνητρα για την εισαγωγή μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο Χρηματιστήριο Αθηνών, όπως η έκπτωση των δαπανών εισαγωγής κατά 100% από τον φόρο.

Βασικές προτεραιότητες στο πεδίο των μεγάλων έργων είναι:

-Η ολοκλήρωση της παραχώρησης της Εγνατίας Οδού.

-Η νέα σύμβαση παραχώρησης της Αττικής Οδού.

-Οι διαγωνισμοί παραχώρησης της εκμετάλλευσης περιφερειακών λιμανιών – όπως του Ηρακλείου και του Βόλου.

-Η αξιοποίηση και των υπόλοιπων περιφερειακών αεροδρομίων, συμπεριλαμβανομένου αυτού της Καλαμάτας, και, τέλος, όλα τα αναγκαία βήματα για την είσοδο του αεροδρομίου «Ελευθέριος Βενιζέλος«» στο Χρηματιστήριο.

Αν τα παραπάνω αποτελέσουν μια ισχυρή πυξίδα για την τετραετία, χωρίς παρεκκλίσεις, τότε μπορεί να ελπίζουμε ότι πέρα από το «έργο» της ανάκαμψης μετά από μεγάλες κρίσεις, η ελληνική οικονομία θα αλλάζει πραγματικά σελίδα.