O Σι Τζινπίνγκ θα ηγηθεί του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας άλλα πέντε χρόνια, μάλιστα την προσεχή Κυριακή θα παρουσιάσει το νέο Πολιτικό Γραφείο – αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Ο κινέζος ηγέτης, στο 20ό Συνέδριο απέδειξε τη δύναμή του (και τα υπόλοιπα είναι τυπικές διαδικασίες επικύρωσης), ωστόσο οι Δυτικοί σινολόγοι και ορισμένα Δυτικά Μέσα ελεεινολογούν την κατάσταση στην οποία έχει περιέλεθει η χώρα επί ημερών του και εικάζουν ότι τα χειρότερα έπονται.
Η ανανέωση της θητείας του Σι στον κομματικό θώκο δεν βρίσκει σύμφωνο το Μέσο του λονδρέζικου Σίτι: οι Financial Times έγραψαν ότι «η αδιαμφισβήτητη δύναμη του Σι είναι επικίνδυνη για την Κίνα και για τον κόσμο». Αλλά και το Foreign Affairs έχει τις αντιρρήσεις του: απαρίθμησε τις «αδυναμίες» του «σιισμού», κυρίως την «αλαζονεία» και την «παράνοια».
Απάντηση σε τέτοιες εκτιμήσεις έδωσε ο Σι με την πολιτική εισήγησή του στο Συνέδριο: «Ας σηκώσουμε το μεγάλο λάβαρο του σοσιαλισμού με κινεζικά χαρακτηριστικά, ώστε να οικοδομήσουμε μια σύγχρονη χώρα». Βέβαια, παρά το γλαφυρό ύφος, ο Σι προειδοποίησε συντρόφους και λαό ότι «η προσεχής πενταετία είναι κρίσιμη για την Κίνα».
Η Corriere della Sera σχολίασε τα καθέκαστα ως εξής: «Αυτό που στη Δύση φαίνεται σημάδι ήττας και υποχώρησης, το Πεκίνο το εκλαμβάνει ως νίκη και πρόοδο». Και έδωσε τις δύο ολότελα διαφορετικές οπτικές γωνίες, επικεντρώνοντας σε τέσσερερα «χτυπητά» σημεία.
Οικονομία. Στην κινεζική οικονομία οι επιδόσεις είναι φθίνουσες, με αποτελέσματα πιθανώς μη αναστρέψιμα εξαιτίας των lockdown, της αφόρητης πίεσης στις ιδιωτικές επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας τύπου Alibaba, της στροφής στον μαρξισμό-λενινισμό της εποχής Μάο, που θέλει να απομακρύνει τους Κροίσους και να ξαναπάρει τα ηνία στην παραγωγή και στην καινοτομία επιβάλλοντας τους δικούς του όρους. Οι αριθμοί δεν αμφισβητούνται.
Το δεύτερο τρίμηνο του 2022 υπήρξε σταθερότητα, με το ΑΕΠ στο +0,4%. Τα στοιχεία του θέρους είναι απογοητευτικά όμως, σε σημείο που η Στατιστική Υπηρεσία ανέβαλε τη δημοσιοποίησή τους, προφανώς για να μην επηρρεαστούν αρνητικά οι εργασίες του Συνεδρίου.
Ο Σι είχε θέσει όριο το 2035 για τον διπλασιασμό της οικονομίας, ωστόσο οι Δυτικοί αναλυτές λένε ότι αυτό προϋποθέτει μια 15ετία μέσης ανάπτυξης στο 5%. Ο στόχος για το τρέχον έτος είναι ανέφικτος, ενώ το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προειδοποιεί ότι και το 2023 θα είναι μια κακή χρονιά.
Η απάντηση των Κινέζων σε όλα αυτά είναι οι ύμνοι του κρατικού Τύπου: «Το κινεζικό θαύμα δίνει στον κόσμο νέα επιλογή». Ποια είναι αυτή; Μόνο μία αράδα καταλαμβάνει: «Η Κίνα είναι η μόνη από τα μέλη των G20 που διέφυγε από την ύφεση κατά την κορονοϊκή περίοδο». Οσον αφορά τον διπλασιασμό που δεν θα έρθει στην ώρα του, το παιχνίδι προσαρμόζεται στις συνθήκες: «Το 2035 θα διπλασιαστεί το κατά κεφαλήν εισόδημα των Κινέζων». Το πρότζεκτ που θα φροντίσει για όλα αυτά λέγεται «Κοινή Ευημερία» και είναι επινόησης Σι.
Πανδημία. Η άγρια στην εφαρμογή αλλά και στην καταστολή κάθε διαφωνίας πολιτική του «μηδενικού κρούσματος» έχει μπει στο στόχαστρο των Δυτικών σινολόγων, που μετρούν τις επιπτώσεις στην οικονομική και κοινωνική ζωή, ακόμη και στην ψυχική υγεία, αφού μερικές δεκάδες κρούσματα αρκούν για να διαταχθεί αυστηρό lockdown σε μητροπόλεις μεγέθους Σαγκάης.
Η κομματοκρατική απάντηση σε αυτές τις επικρίσεις ακούστηκε ξεκάθαρα στο 20ό Συνέδριο. Είπε στην εισήγησή του ο Σι: «Πρόκειται για λαϊκό πόλεμο κατά του κορονοϊού, ο οποίος θα συνεχιστεί μέχρι την τελική νίκη».
Τα επιστημονικά δεδομένα που στηρίζουν με βολικά data τον ανένδοτο του Σι κατέφθασαν από το Πανεπιστήμιο Φουντάν της Σαγκάης: «Αν η Κίνα ακολουθούσε τον υπόλοιπο κόσμο και έκανε ό,τι και αυτός, τότε θα ακολουθούσε ‘‘τσουνάμι’’ λοιμώξεων, που θα κατέκλυζε και θα βύθιζε το ΕΣΥ. Χωρίς την πολιτική του “μηδενικού κρούσματος’’, η Ομικρον θα είχε προκαλέσει 112 εκατ. λοιμώξεις με συμπτώματα, ενώ 2,7 εκατ. άνθρωποι θα είχαν ανάγκη νοσηλείας σε ΜΕΘ. Το τελικό αποτέλεσμα θα ήταν 1,6 εκατ. θάνατοι μέσα σε τρεις μήνες».
Εσωτερική & εξωτερική πολιτική. Oι Δυτικοί σινολόγοι καταλογίζουν στον Σι επιδείνωση στα θέματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των μειονοτήτων όσον αφορά την ενδοχώρα της Κίνας και το Χονγκ Κονγκ, αλλά και επιθετικότητα και επεκτατισμό στην εξωτερική πολιτική. Κρίνουν ότι από την «απεριόριστη φιλία» που υποσχέθηκε ο Σι στον Πούτιν προέκυψε η «προσποιητή ουδετερότητα» του Πεκίνου στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο.
Οι καιροί δεν είναι ευνοϊκοί για την Κίνα, διότι έχει αναγεννηθεί η σχέση ΗΠΑ και Ευρώπης, ενώ η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία συνδιαλέγονται με το ΝΑΤΟ. Ετσι, ο περιβόητος «Δρόμος του Μεταξιού» μοιάζει πλέον με αδιέξοδο, ενώ και οι Δυτικοί αποφάσισαν να μην τροφοδοτούν με την τεχνολογία τους τους Κινέζους.
Η απάντηση του Σι και των συντρόφων του είναι απλή: «Η Δύση έχει ψυχροπολεμική νοοτροπία». Οι Κινέζοι είναι πεπεισμένοι ότι αργά ή γρήγορα η Δυτική συμμαχία θα διαλυθεί εξαιτίας των διαφορετικών εθνικών συμφερόντων, αλλά και εξαιτίας του φόβου για το ξεπάγιασμα κατά τη διάρκεια του εφετινού χειμώνα. Ετσι, οι Κινέζοι φρονούν πως οι Δυτικοί επείγονται για κατάπαυση του πυρός στα πολεμικά μέτωπα της Ουκρανίας και προσπαθούν πάση θυσία να φέρουν τον Πούτιν και τον Ζελένσκι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Ταϊβάν. Οι σινολόγοι λένε ότι ο Σι δεν μπορεί να καταλάβει την Ταϊβάν χωρίς να διακινδυνεύσει τον παγκόσμιο πόλεμο και τη στρατιωτική ήττα της Κίνας. Είναι βέβαιοι ότι οι Ταϊβανέζοι δεν θα αποδεχθούν ποτέ κάποια συμφωνία με το Πεκίνο βασισμένη στο σύνθημα του ΚΚ Κίνας «μία χώρα, δύο συστήματα». Είναι και η δήλωση του Τζο Μπάιντεν που μετράει, ότι οι ΗΠΑ θα επέμβουν πάραυτα σε περίπτωση κινεζικής επίθεσης. Μάλιστα, η Ουάσινγκτον εκτιμά ότι ο Σι ενδέχεται να επιτεθεί στην Ταϊβάν το 2024.
Οσον αφορά το ζήτημα της Ταϊβάν, οι Κινέζοι απαντούν με έργα. Εχουν εφαρμόσει αεροναυτικό αποκλεισμό στο νησί, τον οποίο μπορούν να ενισχύσουν περαιτέρω και να καταστήσουν την πίεση ασφυκτική. Τον περασμένο Αύγουστο και με αφορμή την επίσκεψη της Νάνσι Πελόζι στην Ταϊβάν, ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός έκανε πρόβα με τα μεγάλα γυμνάσιά του στην περιοχή. Στο Συνέδριο, ο Σι είπε απλώς ότι θα αναπτυχθεί «ισχυρό σύστημα στρατηγικής αποτροπής», κάτι που μπορεί να σημαίνει τα πάντα, ακόμη και μίμηση των πράξεων του Πούτιν.