Στις 22 Ιουνίου 1950 δημοσιεύθηκε στις ΗΠΑ η περιβόητη λίστα που ενέπλεκε ορισμένους από τους μεγαλύτερους σταρ του Χόλιγουντ της εποχής με τον κομμουνισμό. Στο αποκορύφωμα της παράνοιας του μακαρθισμού, ο Ντάλτον Τράμπο, που αργότερα έγραψε τα σενάρια επιτυχημένων ταινιών όπως «Διακοπές στη Ρώμη» και «Σπάρτακος», κατηγορήθηκε για διάδοση ανατρεπτικών ιδεών μέσω των ταινιών του και φυλακίστηκε.
Οταν το BBC πήρε συνέντευξη από τον σεναριογράφο δίπλα στην πισίνα του στο Χόλιγουντ το 1960, είχε μόλις γράψει τα σενάρια για δύο από τις μεγαλύτερες ταινίες της χρονιάς. Κι όμως, ο δημοσιογράφος Ρόμπερτ Ρόμπινσον παρατήρησε «μια κάποια επιφυλακτικότητα» στη στάση του, και υπέθεσε ότι δεν είχε «καμία επιθυμία να αναβιώσει παλιές διαμάχες». Λογικό, δεδομένων των όσων τράβηξε από το σινάφι του.
Κλεισμένος στη φυλακή, με περίοπτη θέση στη μαύρη λίστα του Χόλιγουντ και αναγκασμένος να εργάζεται κρυφά χρησιμοποιώντας μια σειρά ψευδώνυμα, ο Τράμπο είχε περάσει τα προηγούμενα 13 χρόνια ως θύμα της αντικομμουνιστικής υστερίας που είχε πνίξει τις ΗΠΑ. Το μόνο του «έγκλημα» ήταν να αρνηθεί, το 1947, να απαντήσει στην επιτροπή του διαβόητου γερουσιαστή Τζόζεφ ΜακΚάρθι αν ήταν κομμουνιστής, υποστηρίζοντας ότι το πρώτο άρθρο του Αμερικανικού Συντάγματος του έδινε το δικαίωμα να πιστεύει ό,τι ήθελε.
Τελικά όντως ήταν μέλος του κόμματος, αλλά αυτό ήταν δευτερευούσης σημασίας – και σε κάθε περίπτωση δεν ήταν ο τυπικός αμερικανός κομμουνιστής. Αργότερα θα δήλωνε στο BBC: «Ποτέ δεν ένιωσα την παραμικρή ενοχή για τα χρήματα που κέρδισα – οι ταινίες μου έβγαζαν εκατομμύρια. Αν έπαιρνα ένα μικρό μέρος των εισπράξεων, εντάξει, το απολάμβανα. Η ιδέα και μόνο της ενοχής με τρόμαζε – δεν είμαι πουριτανός».
Γεννήθηκε το 1905 και η συγγραφική του καριέρα απογειώθηκε τη δεκαετία του 1930, στο τέλος της οποίας ήταν ένας από τους πιο ακριβοπληρωμένους σεναριογράφους του Χόλιγουντ. Εκείνη την εποχή το Χόλιγουντ δεν αντιμετώπιζε τα προβλήματα της Μεγάλης Υφεσης που είχε προκύψει από το χρηματιστηριακό κραχ του 1929, ενώ προσέφερε στο κοινό μια κερδοφόρα (για το ίδιο) διαφυγή από τον ταραγμένο κόσμο του. Ομως μια ισχυρή κοινωνική συνείδηση αναπτυσσόταν στις τάξεις της βιομηχανίας του θεάματος.
Το 1973 ο Τράμπο εξήγησε στο BBC: «Οι άνθρωποι εντάσσονταν στο αμερικανικό Κομμουνιστικό Κόμμα επειδή έκανε πράγματα που θεωρούσαν ότι έπρεπε να γίνουν: ήταν αντίθετο στην άνοδο του φασισμού σε όλη την Ευρώπη και βοηθούσε όσους ήταν πρόσφυγες».
Η Επιτροπή για τις Αντιαμερικανικές Δραστηριότητες της αμερικανικής Γερουσίας (HUAC), που αργότερα έγινε διαβόητη για τον πλήρη έλεγχο της κινηματογραφικής βιομηχανίας, ιδρύθηκε το 1938 με αποστολή να διερευνήσει «ανατρεπτικές» κοινωνικές τάσεις, όπως η κομμουνιστική ιδεολογία και η επιρροή της.
Ωστόσο, με την έλευση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι ιδεολογικές ανακατατάξεις και οι σκοπιμότητες έφεραν κοντά τους αντιπάλους του παρελθόντος. Η εισβολή του Αδόλφου Χίτλερ και της ναζιστικής Γερμανίας στη Σοβιετική Ενωση το 1941 σήμανε την αναπάντεχη συμμαχία της κομμουνιστικής Ρωσίας του Στάλιν με τις ΗΠΑ.
Το Χόλιγουντ συνέφερε τα μέγιστα στην κοινή πολεμική προσπάθεια, με κάποιες φιλοσοβιετικές ταινίες, όπως το περίεργο «Αποστολή στη Μόσχα» του 1943, σκηνοθετημένο από τον Μάικλ Κερτίζ, ο οποίος είχε κερδίσει το Οσκαρ καλύτερης σκηνοθεσίας έναν χρόνο νωρίτερα για την αριστουργηματική «Καζαμπλάνκα».
Αλλά όταν τελείωσε ο πόλεμος, η πρόσκαιρη συμμαχία των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ενωσης κατέρρευσε, εγκαινιάζοντας τη νέα εποχή παράνοιας του Ψυχρού Πολέμου. Αυτή η ανησυχία για τη διαφαινόμενη απειλή του κομμουνισμού ήταν το τέλειο περιβάλλον ώστε η HUAC να επεκτείνει την επιρροή της.
Το 1947 ο Τράμπο ήταν ένας από τους 10 συγγραφείς και σκηνοθέτες του Χόλιγουντ που μπήκαν στο στόχαστρο της επιτροπής της Γερουσίας, κατά τη διάρκεια μιας σειράς ακροάσεων για υποτιθέμενη κομμουνιστική προπαγάνδα στον κινηματογράφο. Η ερώτηση που τέθηκε επανειλημμένα στον ίδιο και στους συναδέλφους του ήταν: «Είστε τώρα ή υπήρξατε ποτέ μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος;»
Η απάντηση του Τράμπο ήταν η ακόλουθη: «Πιστεύω ότι έχω το δικαίωμα να βρεθώ αντιμέτωπος με οποιαδήποτε αποδεικτικά στοιχεία υποστηρίζουν αυτή την ερώτηση. Θα ήθελα να δω τι έχετε στη διάθεσή σας». Η απάντηση αυτή δεν ικανοποίησε τα μέλη της επιτροπής. Τόσο ο ίδιος όσο και τα υπόλοιπα μέλη της «Χολιγουντιανής Δεκάδας», όπως έμεινε στην Ιστορία, αρνήθηκαν να καταθέσουν και κρίθηκαν ένοχοι για περιφρόνηση του Κογκρέσου.
Στη συνέντευξή του στο BBC το 1960 ο Τράμπο θυμήθηκε ότι οι επικεφαλής των στούντιο συγκάλεσαν τότε μια συνάντηση στο ξενοδοχείο Waldorf-Astoria της Νέας Υόρκης, όπου ανακοίνωσαν την απόφασή τους να βάλουν στη μαύρη λίστα τους 10 καταδικασμένους άνδρες.
«Εξέδωσαν αυτή την ανακοίνωση, ότι 10 άτομα που είχαν αρνηθεί να αποκαλύψουν ενώπιον της επιτροπής τις πολιτικές τους πεποιθήσεις δεν θα απασχολούνταν πλέον στη βιομηχανία ταινιών του Χόλιγουντ, όπως την αποκαλούν» είπε, συμπληρώνοντας: «Προσωπικά ποτέ δεν μου άρεσε να την αποκαλώ βιομηχανία».
Την εποχή της παντοδυναμίας της HUAC –οι συνεδριάσεις της οποίας για κάποια χρόνια είχαν ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση– πολλοί ακόμα χολιγουντιανοί σταρ στοχοποιήθηκαν ως φιλοκομμουνιστές, με αποτέλεσμα να κλυδωνιστούν οι καριέρες τους. Ανάμεσά τους οι ηθοποιοί Εντουαρντ Τζ. Ρόμπινσον και Ορσον Γουέλς, οι συγγραφείς Αρθουρ Μίλερ και Ντάσιελ Χάμετ και η τραγουδίστρια Λίνα Χορν.
Η συμπερίληψη στη μαύρη λίστα της HUAC ήταν αρκετή για να αποτελειώσει μια καριέρα. Οι επιπτώσεις για τον Τράμπο ήταν ακόμη πιο σοβαρές. Μπήκε στη φυλακή λόγω των πεποιθήσεών του, ή, όπως είπε ειρωνικά στο BBC, «μου προσέφεραν εξαιρετική διατροφή και διαμονή στο Ομοσπονδιακό Σωφρονιστικό Ιδρυμα του Ασλαντ της Πολιτείας του Κεντάκι για έναν χρόνο».
Μετά την αποφυλάκισή του, το όνομα και η φήμη του είχαν εξαφανιστεί εξαιτίας της μαύρης λίστας. Αδυνατώντας να βρει δουλειά στην Καλιφόρνια, μετακόμισε με την οικογένειά του στην Πόλη του Μεξικού, όπου έμεινε για δύο χρόνια. «Δεν ήμουν χαρούμενος, ήμουν και απελπιστικά άφραγκος» εξομολογήθηκε στο BBC. Στη συνέχεια επέστρεψε στην Καλιφόρνια.
Μην μπορώντας πλέον να γράφει σενάρια χρησιμοποιώντας το όνομά του, αναγκάστηκε να στραφεί στη μαύρη αγορά για να παρακάμψει τη μαύρη λίστα. «Είχα βρει τρόπους να το κάνω, ώστε να μη μείνω ποτέ εντελώς άνεργος» παραδέχτηκε στο BBC. Ωστόσο, όσοι ρίσκαραν τη συμμετοχή του –με τον κίνδυνο να αποκαλυφθεί και να καταστραφεί η φήμη τους– έκαναν λιγότερο ακριβές ταινίες, οπότε η αμοιβή του ήταν πολύ χαμηλότερη.
Αναγκάστηκε να γράφει χρησιμοποιώντας μια σειρά από ψευδώνυμα ή ονόματα άλλων συγγραφέων ως «βιτρίνα». Παρότι πολλά από τα σενάρια που έγραψε εκείνη την περίοδο ήταν χαμηλότερης ποιότητας (B-Movies) και δεν διέθεταν το κύρος τού προ μαύρης λίστας έργου του, κάποια έγιναν κλασικές ταινίες, όπως το «Διακοπές στη Ρώμη» (1953), με πρωταγωνιστές τους Οντρεϊ Χέπμπορν και Γκρέγκορι Πεκ – φιλμ το οποίο τιμήθηκε με Οσκαρ Σεναρίου (ο Τράμπο θα το παραλάμβανε αναδρομικά πολλά χρόνια αργότερα).
Το 1957, υπό το ψευδώνυμο Ρόμπερτ Ριτς, ο Τράμπο κέρδισε το Οσκαρ καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου για την ταινία «The Brave One» – μια ιστορία για ένα αγόρι και τον ταύρο του. Οπως αποκάλυψε αργότερα στο BBC, πολλοί ανερχόμενοι συγγραφείς επιχείρησαν να «σφετεριστούν» το ψευδώνυμο «Ρόμπερτ Ριτς» ή να ισχυριστούν ότι το σενάριο ήταν δικό τους και είχε χρησιμοποιηθεί παρανόμως – αλλά ο ίδιος ποτέ δεν αποκάλυψε την ταυτότητά του, ώστε να μην εκθέσει όσους τον είχαν προσλάβει.
Ο παραλογισμός της κατάστασης επέφερε ρωγμές στη μαύρη λίστα του Χόλιγουντ και ο Τράμπο κατάφερε με πλάγια μέσα να επιστρέψει στην κύρια κινηματογραφική βιομηχανία. Προσελήφθη από τον παραγωγό Οτο Πρέμιντζερ για τη διασκευή του μπεστ σέλερ του 1958 «Exodus», με θέμα τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ, ενώ ταυτόχρονα ο σταρ του Χόλιγουντ Κερκ Ντάγκλας τον επέβαλε για το σενάριο του «Σπάρτακου», σε σκηνοθεσία Στάνλεϊ Κιούμπρικ.
Και οι δύο ταινίες κυκλοφόρησαν το 1960. Ο Τράμπο ήταν πια σίγουρος ότι η μαύρη λίστα είχε ουσιαστικά συντριβεί. Μέχρι τον θάνατό του, το 1976, οι καιροί είχαν αλλάξει και ο συγγραφέας είχε πλήρως δικαιωθεί. Προς το τέλος της ζωής του αναγνώρισε ότι κατά κάποιον τρόπο στάθηκε πιο τυχερός από πολλούς άλλους συναδέλφους του που μπήκαν στη μαύρη λίστα.
«Για κάποιους άλλους σήμανε ολοκληρωτική καταστροφή – οικονομική, συζυγική, με προβλήματα για τα παιδιά τους» εξήγησε. «Ξέρετε, η μετέπειτα επιτυχία κάποιων από αυτούς δεν μετριάζει την τρομακτική εμπειρία που είχαν βιώσει. Ηταν πραγματικά τρομερό».