Η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ (9-11 Ιουλίου), η οποία σηματοδοτεί και την επέτειο 75 χρόνων από την ίδρυση της Συμμαχίας, έχει στην καρδιά της ατζέντας της την επιβεβαίωση της στήριξης της Ουκρανίας, λίγους μήνες πριν τις εκλογές του Νοεμβρίου στις ΗΠΑ, που αν αναδείξουν νικητή τον Ντόναλντ Τραμπ ίσως αλλάξουν όλα τα δεδομένα.
Ωστόσο και η απέναντι πλευρά, αυτή του Κρεμλίνου, δεν μένει με τα χέρια σταυρωμένα. Οπως επισημαίνει στους Financial Times ο Αλεξάντερ Γκαμπούεφ, διευθυντής του Carnegie Russia Eurasia Center που εδρεύει στο Βερολίνο, «με την κατάσταση στο πεδίο της μάχης να στρέφεται σταδιακά υπέρ της Μόσχας, το ενδιαφέρον θα επικεντρωθεί στις πιο άμεσες ανάγκες του Κιέβου, σε συνδυασμό με την ανάγκη η Ευρώπη να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες».
Ο αναλυτής εκτιμά ότι το ΝΑΤΟ «πρέπει επίσης να συζητήσει και να δράσει σχετικά με τους επικίνδυνους νέους τρόπους που βρίσκει ο Βλαντίμιρ Πούτιν για να επιβάλει κόστος στις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους ενεργοποιώντας και το ενδεχόμενο καταστροφικών δευτερογενών συνεπειών πέρα από κάθε έλεγχο». Ο Γκαμπούεφ εξηγεί με τον ακόλουθο τρόπο τη στρατηγική του ισχυρού άνδρα του Κρεμλίνου:
Η τελευταία απόφαση του Λευκού Οίκου να επιτρέψει στο Κίεβο να χρησιμοποιήσει Δυτικά όπλα μεγάλου βεληνεκούς για πλήγματα εντός της Ρωσίας, πέρα δηλαδή από τα κατεχόμενα ουκρανικά εδάφη, καθώς και τα πρόσφατα ουκρανικά πλήγματα με μη επανδρωμένα αεροσκάφη σε ραντάρ που αποτελούν μέρος του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης πυρηνικών επιθέσεων της Ρωσίας, ωθούν τον Πούτιν, σύμφωνα με το άρθρο που φιλοξενούν οι Financial Times, «να δράσει πιο τολμηρά από ποτέ».
Ο αρθρογράφος και αναλυτής του Carnegie Russia Eurasia Center σημειώνει ότι από την έναρξη του πολέμου, η πρωταρχική ανησυχία της Δύσης ήταν η πιθανή χρήση πυρηνικών όπλων. Επομένως δεν αποτελεί έκπληξη για τον ίδιο το γεγονός ότι το Κρεμλίνο χτυπάει και πάλι τα τύμπανα της πυρηνικής κλιμάκωσης.
Ασκήσεις με πυρηνικά
«Η Μόσχα έχει ξεκινήσει ασκήσεις με χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων και ο Πούτιν μιλάει δημοσίως για την πρόθεσή του να κάνει το πυρηνικό δόγμα της Ρωσίας πιο επιθετικό. Παρ’ όλα αυτά, ο κίνδυνος πραγματικής χρήσης είναι μικρότερος από ό,τι ήταν το φθινόπωρο του 2022, όταν η Ουκρανία σημείωνε κέρδη στο πεδίο της μάχης. Με τις προοπτικές σήμερα πιο ευνοϊκές για τη Ρωσία, είναι απίθανο ο Πούτιν να φτάσει στο πιο ισχυρό εργαλείο που έχει στη διάθεσή του – ένα εργαλείο που καλύτερα να διατηρείται ως η απόλυτη εξασφάλιση για τον κίνδυνο ήττας.
»Αλλά ο Πούτιν δεν στερείται άλλων εργαλείων. Αυτή τη στιγμή το κύριο εργαλείο της Μόσχας για κλιμάκωση είναι η χρήση πυραύλων και μη επανδρωμένων αεροσκαφών εναντίον της ενεργειακής υποδομής της Ουκρανίας. Μια εκστρατεία αεροπορικών επιδρομών που κλιμακώθηκε την άνοιξη έχει ήδη καταστρέψει περισσότερο από το ήμισυ της παραγωγικής ικανότητας της Ουκρανίας» εξηγεί ο Γκαμπούεφ.
Στην ανάλυσή του, που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα των Financial Times, σημειώνει ότι με την έναρξη του χειμώνα μεγάλα πληθυσμιακά κέντρα στην Ουκρανία θα αντιμετωπίσουν την προοπτική παγετού και διακοπών ρεύματος. «Ο Πούτιν στοχεύει όχι μόνο να τραβήξει την πρίζα από τα στρατιωτικά εργοστάσια παραγωγής της Ουκρανίας, αλλά και να οδηγήσει εκατομμύρια νέους πρόσφυγες προς τα δυτικά, ασκώντας πίεση στην Ευρώπη και βοηθώντας τους πολιτικούς που θέλουν να τερματιστεί η εμπλοκή της Δύσης στον πόλεμο» συνεχίζει ο Γκαμπούεφ περιγράφοντας ένα εφιαλτικό σενάριο.
Παράλληλα, η Ρωσία είναι έτοιμη να μοιραστεί τις ευαίσθητες στρατιωτικές τεχνολογίες της με τους αντιπάλους της Δύσης, την Κίνα και το Ιράν. Επίσης, πρόσφατα ο Πούτιν ενίσχυσε το αμυντικό σύμφωνο με τη Βόρεια Κορέα και μπορεί τώρα να βοηθήσει την Πιονγκγιάνγκ να ενισχύσει το πυρηνικό της πρόγραμμα.
«Η προσέγγιση του Κρεμλίνου είναι εσκεμμένα απερίσκεπτη», γράφει ο Γκαμπούεφ, «και ο Πούτιν την περιγράφει ως τιμωρητική απάντηση στις Δυτικές προμήθειες όπλων προς το Κίεβο. Το πρόβλημα είναι ότι οι ενέργειες αυτές μπορεί να δημιουργήσουν καταστάσεις που δεν θα είναι δυνατόν να ελεγχθούν από το Κρεμλίνο. Η απάντηση του ΝΑΤΟ πρέπει να υπερβεί τις προσπάθειες για την παροχή περισσότερης αεράμυνας στην Ουκρανία».
Το μήνυμα που στέλνει ο διακεκριμένος αναλυτής μέσω των Financial Times είναι ότι θα «πρέπει να καταρτιστούν σχέδια ώστε το ΝΑΤΟ να βοηθήσει την Ουκρανία κατά τη διάρκεια του χειμώνα και να προετοιμαστεί για ένα πιθανό κύμα προσφύγων». Τονίζει, τέλος, ότι «το ΝΑΤΟ θα πρέπει να ανακτήσει τον έλεγχο της διαχείρισης της κλιμάκωσης σε αυτόν τον πόλεμο (…) Η σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και Δύσης γίνεται ακόμη πιο επικίνδυνη και απρόβλεπτη. Ο δρόμος για μια ουσιαστική διπλωματία εξακολουθεί να είναι κλειστός. Η υπεύθυνη διαχείριση των κινδύνων είναι αναγκαία όσο ποτέ άλλοτε».