Γκράφιτι με τα πρόσωπα του Χίτλερ, του Πούτιν και του Στάλιν σε τοίχο στο Γκντανσκ στην Πολωνία μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022 | EPA/ADAM WARZAWA
Θέματα

Ο Πούτιν και το σύνδρομο του βρασμένου βατράχου

Τα μεγάλα γεωπολιτικά διακυβεύματα που συνδέονται με την αντεπίθεση της Ουκρανίας, τους στόχους της Δύσης και το μέλλον των συσχετισμών δυνάμεων στην Ευρώπη - Ο σχεδιασμός για μια στρατηγική ήττα της Ρωσίας και η προσμονή του Κρεμλίνου να επιστρέψει ο Τραμπ
Protagon Team

O αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Aμυνας των ΗΠΑ, ο στρατηγός Μαρκ Μίλι, έκανε έναν προωθημένο παραλληλισμό την παραμονή των φετινών εορτασμών για την απόβαση των Συμμάχων στη Νορμανδία (6 Ιουνίου 1944). Είπε ότι ο στόχος της ουκρανικής αντεπίθεσης στον πόλεμο με τη Ρωσία είναι ίδιος με αυτόν της ιστορικής απόβασης πριν από οκτώ δεκαετίες: «Να απελευθερώσουμε τα κατεχόμενα εδάφη και να ελευθερώσουμε μια χώρα που έχει δεχθεί άδικη επίθεση από ένα επιτιθέμενο κράτος, στη συγκεκριμένη περίπτωση, τη Ρωσία».

Ο Economist αρχίζει με αυτή τη δήλωση μια πολύπλευρη και εις βάθος ανάλυση για το πώς οι μάχες στην ανατολική Ουκρανία θα καθορίσουν τούς μελλοντικούς συσχετισμούς ασφαλείας στην Ευρώπη.  

Τηρώντας τις αναγκαίες αποστάσεις από τον παραλληλισμό του Μίλι, η βρετανική επιθεώρηση εξηγεί ότι σε αντίθεση με τη ναζιστική Γερμανία, η Ρωσία είναι μια πυρηνική δύναμη. Επομένως, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς την πλήρη συνθηκολόγησή της. Ο διακηρυγμένος στόχος της Ουκρανίας είναι να ανακαταλάβει όλο το έδαφος που έχει αποσπάσει η Ρωσία από το 2014 και μετά αποκαθιστώντας τα σύνορα που ορίστηκαν το 1991, όταν διαλύθηκε η Σοβιετική Ενωση.

Αλλά ακόμα κι αν ο ουκρανικός στρατός μπορούσε να το πετύχει αυτό (παρότι πολλοί Δυτικοί διατηρούν αμφιβολίες), υπάρχει πάντα ο φόβος ότι μια τέτοια εξέλιξη θα αποτελούσε μια τόσο μεγάλη ταπείνωση για τη Ρωσία που θα ήταν πιθανό ακόμη και να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα για να την αποτρέψει.

Μια άλλη, λιγότερο φιλόδοξη αλλά ασαφής οπτική θέτει ως στόχο η Ουκρανία να αποκομίσει όσο το δυνατόν περισσότερα εδαφικά κέρδη ώστε να ενισχύσει τη θέση της σε μια μελλοντική διαπραγμάτευση με το Κρεμλίνο. Σε αυτή την περίπτωση, οι δυνάμεις της Ουκρανίας θα μπορούσαν ακόμη και να αποκόψουν τη χερσαία γέφυρα μεταξύ της Ρωσίας και της Κριμαίας ή να πλησιάσουν αρκετά ώστε να θέσουν σε κίνδυνο τις ρωσικές θέσεις στην Κριμαία.

Ωστόσο, στο στρατόπεδο της Δύσης οι περισσότεροι αξιωματούχοι αναμένουν μικρότερα κέρδη, με την Ουκρανία να ανακαταλαμβάνει και να διατηρεί υπό τον έλεγχο της λιγότερο στρατηγικά τμήματα της επικράτειας που έχασε το 2022, αποδεικνύοντας ωστόσο ότι μπορεί να σημειώσει νίκες. Η απαισιόδοξη οπτική, αντίθετα, προβλέπει αδιέξοδο: οι δύο δυνάμεις να παραμείνουν «κλειδωμένες» σε μια αντιπαράθεση που δεν θα οδηγεί σε κέρδη για καμία από τις δύο πλευρές.

Ο κίνδυνος να αποτύχουν οι ουκρανικές δυνάμεις, να δεχθούν δηλαδή μια αντεπίθεση της Ρωσίας και να υποχωρήσουν μπορεί πλέον σύμφωνα με δυτικούς αξιωματούχους να αποκλειστεί. Ο λόγος είναι ότι η Ρωσία δεν διαθέτει τα μέσα για να πραγματοποιήσει μια μεγάλη προέλαση και κυρίως γιατί οι δυτικοί σύμμαχοι θα ενίσχυαν γρήγορα την Ουκρανία.

Τι θέλουν ΗΠΑ και Κίνα

Παρουσιάζοντας την οπτική των ηγετών σε ΗΠΑ και Κίνα, ο Economist θυμίζει ότι ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, έχει θέσει δύο ευρύτερους στόχους:

  1. Να διασφαλίσει ότι η Ουκρανία δεν θα ηττηθεί
  2. Να μην μπει το ΝΑΤΟ σε μια απευθείας σύγκρουση με τη Ρωσία με τον κίνδυνο της πυρηνικής κλιμάκωσης. Για τον λόγο αυτό αρνήθηκε από νωρίς να στείλει στρατεύματα στην Ουκρανία ή να επιβάλει μια «ζώνη απαγόρευσης πτήσεων»

Από την άλλη πλευρά, οι ΗΠΑ παραδίδουν διαρκώς όπλα όλο και μεγαλύτερης πολυπλοκότητας -και σε μεγάλες ποσότητες- στην Ουκρανία. Επίσης, προσφέρουν σημαντικές πληροφορίες μέσω των μυστικών υπηρεσιών τους και ενισχύουν το Κίεβο στα επίπεδα του σχεδιασμού και της εκπαίδευσης των στρατιωτικών του διοικητών. Ως εκ τούτου, η Ουκρανία διαθέτει σήμερα έναν από τους μεγαλύτερους στρατούς στην Ευρώπη που υποστηρίζεται από την ισχυρότερη στρατιωτική μηχανή στον κόσμο. Παρότι ο ουκρανικός στρατός δεν είναι εκπαιδευμένος στα πρότυπα του ΝΑΤΟ, το μόνο που χρειάζεται για να πάρει το πάνω χέρι είναι να αποδειχθεί καλύτερος από τον ρωσικό.

Σε ό,τι αφορά την Κίνα, ο απόλυτης ηγέτης της χώρας, Σι Τζινπίνγκ, έχει κι αυτός όρια και στόχους σύμφωνα με τους δυτικούς αξιωματούχους:

  1. Θέλει να αποτρέψει την πλήρη ήττα της Ρωσίας που αποτελεί στενό της εταίρο
  2. Θέλει όμως και να αποτρέψει την κατάρρευση των σχέσεων με την Ευρώπη
  3. Σε κάθε περίπτωση, το Πεκίνο επιθυμεί να αποτρέψει τη χρήση πυρηνικών όπλων

Παρά τις δηλώσεις Πούτιν και Σι Τζινπίνγκ για μια φιλία που «δεν έχει όρια» μεταξύ Κίνας και Ρωσίας, τα όρια είναι σαφή. Η Κίνα εισάγει με έκπτωση ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο ενώ πουλάει κινεζικά προϊόντα στη Ρωσία —κάποια από αυτά θεωρούνται χρήσιμα και για την πολεμική εκστρατεία του Πούτιν.

Στην ανάλυση του Economist τονίζεται ότι το Πεκίνο «έχει αρνηθεί τις παραδόσεις όπλων μεγάλης κλίμακας όπως αυτές της Δύσης προς την Ουκρανία. Ωστόσο, οι δυτικοί αξιωματούχοι ανησυχούν ότι αυτό μπορεί να αλλάξει εάν η Κίνα εκτιμήσει ότι οι Ρώσοι κινδυνεύουν να ηττηθούν».

Χτίζοντας μια «στρατηγική ήττα»  

Παρότι μένουν προσηλωμένοι στις παραμέτρους του Μπάιντεν, οι στρατηγοί της Αμερικής πιστεύουν όλο και περισσότερο ότι είναι δυνατό να οικοδομηθεί μια «στρατηγική ήττα» για το καθεστώς του Πούτιν. Ενώ όσο περνάει ο καιρός φοβούνται λιγότερο την πυρηνική κλιμάκωση.

Η βρετανική επιθεώρηση σημειώνει ότι η στρατηγική των Δυτικών είναι εν μέρει αυτή του «βρασμένου βατράχου». Στην ψυχολογία, το σύνδρομο αυτό αναφέρεται στη συναισθηματική κόπωση, το μπλοκάρισμα και την αποστράγγιση δυνάμεων που υφίσταται εκείνος που βρίσκεται παγιδευμένος σε μια κατάσταση από την οποία φαίνεται αδύνατο ξεφύγει. Οπως ένας βάτραχος σε μια κατσαρόλα όπου το νερό γίνεται όλο και πιο ζεστό και προσπαθεί όλο και περισσότερο να ξεφύγει ώσπου η ενέργειά του εξαντλείται.

Η στρατηγική της σταδιακής αύξησης της συμβατικής στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία εκτιμάται από δυτικούς στρατηγούς ότι βοήθησε στον μετριασμό του κινδύνου αντίδρασης από την πλευρά της Ρωσίας. Ρόλο στην ψυχολογία του Κρεμλίνου θεωρείται ότι παίζουν και οι επιθέσεις στη συνοριακή περιοχή του Μπέλγκοροντ, ακόμη και τα μικρά drone που εμφανίστηκαν στη Μόσχα με τα οποία η Ουκρανία προσπαθεί να αναδείξει τις αδυναμίες των Ρώσων.

Οι υπεύθυνοι για τη χάραξη στρατηγικής από την πλευρά της Αμερικής, με την υποστήριξη ορισμένων αξιωματούχων στην Ευρώπη, έχουν στόχο να διασφαλίσουν ότι η Ρωσία θα απωλέσει τόσο τη στρατιωτική της ικανότητα όσο και την οποιαδήποτε τάση να ξεκινήσει έναν ακόμη επιθετικό πόλεμο στο εγγύς μέλλον. Αυτός ο στόχος είναι ιδιαίτερα σημαντικός για τις ΗΠΑ καθώς ζυγίζουν εδώ και καιρό την προοπτική να χρειαστεί να πολεμήσουν ταυτόχρονα δύο πολέμους. Με τη Ρωσία στην Ευρώπη και με την Κίνα στην Ασία ή τον Ειρηνικό.

Τα τρία σενάρια του πολέμου

Εάν η απειλή από πλευράς Ρωσίας μειωνόταν δραστικά για μερικά χρόνια, αυτό θα επέτρεπε να κατευθυνθούν περισσότεροι πόροι για τον σχεδιασμό της αποτροπής έναντι της Κίνας που αποτελεί πλέον την πιο πιεστική στρατιωτική ανησυχία της Αμερικής.

Προς το παρόν, ως προς την έκβαση της ουκρανικής αντεπίθεσης παρουσιάζονται τρία σενάρια που βρίσκονται στο τραπέζι της Δύσης:

1. Οι Ουκρανοί διαπερνούν τις γραμμές άμυνας της Ρωσίας. Ακολουθεί κατάρρευση των ρωσικών δυνάμεων με την Ουκρανία να απειλεί ακόμη και την Κριμαία. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει στην απώλεια της εξουσίας για τον Πούτιν. Για ορισμένους, αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να αποκατασταθεί η ειρήνη στην Ευρώπη. Ωστόσο η αξιολόγηση της ικανότητας της Ρωσίας να διατηρήσει την πειθαρχία μεταξύ των στρατευμάτων της είναι μια δύσκολη υπόθεση. Η εκτίμηση του πόσο εύθραυστο είναι το καθεστώς του Πούτιν είναι δε ακόμα πιο δύσκολη. Ενώ και οι ανησυχίες για ενδεχόμενη χρήση πυρηνικών δεν έχουν εξαφανιστεί εντελώς. Ισχύει όμως ότι ορισμένοι Αμερικανοί αξιωματούχοι ανησυχούν πλέον λιγότερο για τη χρήση πυρηνικών από τον Πούτιν. Περισσότερο ανησυχούν για τον κίνδυνο να βυθιστεί η Ρωσία στο χάος και να υπάρξει μέσα σε τέτοιες συνθήκες απώλεια του ελέγχου του πυρηνικού της οπλοστασίου.

2. Το δεύτερο σενάριο που παρουσιάζει ο Economist εστιάζει σε μικρότερες μεν ρωσικές απώλειες αλλά με την προοπτική να ακολουθήσουν κι άλλες ήττες αν συνεχιστεί ο πόλεμος. Μια τέτοια εξέλιξη θεωρείται ότι μπορεί να είναι αρκετή για να τιμωρήσει τη Ρωσία και να αποδυναμώσει τον Πούτιν. Ιδιαίτερα ενοχλητικό για τον ρώσο πρόεδρο θα ήταν να χάσει μέρος της επικράτειας στην ανατολική περιοχή του Ντονμπάς την οποία κατέλαβε η Ρωσία το 2014 και ο ίδιος έχει δεσμευτεί ότι θα την υπερασπιστεί.

3. Το τρίτο σενάριο αφορά το αδιέξοδο. Μια έκβαση η οποία θα επέτρεπε τελικά στη Ρωσία διατηρήσει τα περισσότερα από τα εδάφη που έχει καταλάβει. Κάτι τέτοιο θα υπονόμευε την εμπιστοσύνη των Ουκρανών προς τη Δύση και θα ενθάρρυνε τον Πούτιν. Παρά τις στρατιωτικές αποτυχίες της Ρωσίας, ο έγκριτος αναλυτής Αλεξάντερ Γκαμπούεφ -διευθυντής της δεξαμενής σκέψης Carnegie Russia Eurasia Center του Βερολίνου- τονίζει τα εξής: ο Πούτιν δεν φαίνεται να έχει εγκαταλείψει την πρόθεσή του να υποτάξει ολόκληρη την Ουκρανία, να προσαρτήσει το μεγαλύτερο μέρος της επικράτειάς της και να εγκαταστήσει μια κυβέρνηση μαριονέτα στο Κίεβο.

Περιμένοντας τον Τραμπ 

Μπορεί αλήθεια ο Πούτιν να φαντάζεται ακόμη μια πλήρη δική του επικράτηση στην Ουκρανία; Ορισμένοι αναλυτές θεωρούν πως ναι, αυτό μπορεί να συμβαίνει. Αν για παράδειγμα θεωρεί ότι μπορεί να εξουδετερώνει για χρόνια τις αντεπιθέσεις της Ουκρανίας καθιστώντας τη χώρα δυσλειτουργική και προσπαθώντας να την ερημώσει με την φυγή των κατοίκων της που δεν θα αντέχουν άλλο τον πόλεμο. Αλλωστε η αεροπορία και το ναυτικό του Πούτιν παραμένουν σε μεγάλο βαθμό άθικτα ενώ πάντοτε ο ρώσος πρόεδρος μπορεί να προβεί σε μια νέα επιστράτευση και να ρίξει στη μάχη περισσότερους στρατιώτες. Βεβαίως, μια τέτοια κίνηση ενέχει τον κίνδυνο να προκαλέσει νέα λαϊκή δυσαρέσκεια στη Ρωσία.

Κυρίως όμως οι δυτικοί αναλυτές θεωρούν ότι ο Πούτιν θα περιμένει καλά νέα από τη Δύση, ελπίζοντας ότι οι εκλογές στις ΗΠΑ το 2024 θα οδηγήσουν στην επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Ηδη ο Τραμπ δηλώνει ότι η Αμερική σπαταλά δισεκατομμύρια για την Ουκρανία, εξαντλώντας το δικό της οπλοστάσιο και παρατείνοντας έναν αιματηρό πόλεμο. Εάν εκλεγεί, ισχυρίζεται ότι θα μπορούσε να βάλει τέλος στη σύγκρουση εντός 24 ωρών, χωρίς ωστόσο να αναφέρει πώς. Οι Ουκρανοί φοβούνται από την πλευρά τους ότι ο Τραμπ θα μπορούσε να διακόψει τη ροή της στρατιωτικής βοήθειας είτε ακόμη και να συμφωνήσει σε ορισμένους όρους με τον Πούτιν για τον τερματισμό του πολέμου. Στο βάθος υπάρχει και η πιθανότητα εκλογής στις προεδρικές εκλογές της Γαλλίας το 2027 της ακροδεξιάς Μαρίν Λεπέν, η οποία ως γνωστόν δεν κρύβει τη συμπάθειά της για τη Ρωσία και υπόσχεται να βγάλει τη Γαλλία από την ολοκληρωμένη στρατιωτική διοίκηση του ΝΑΤΟ.

Πώς τελειώνει όλο αυτό;

Το τελευταίο ζήτημα που εξετάζει η ανάλυση της βρετανικής επιθεώρησης είναι το πώς μπορεί να αποτραπεί ο κίνδυνος ενός παρατεταμένου πόλεμου στην Ουκρανία.  Μια ελπίδα είναι ότι η Ουκρανία θα καταφέρει ένα τόσο οδυνηρό στρατιωτικό χτύπημα στη Ρωσία που θα σύρει τον Πούτιν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ειδικά εάν η παράταση του πολέμου μοιάζει πιθανό ότι θα οδηγήσει σε περαιτέρω ήττες.

Ορισμένοι δυτικοί αξιωματούχοι, ιδίως στη Γερμανία, ελπίζουν ότι μετά τις εχθροπραξίες κατά την αντεπίθεση της Ουκρανίας θα ακολουθηθούν ειρηνευτικές συνομιλίες. Αλλοι, ωστόσο, ειδικά στην Αμερική, προειδοποιούν ότι ο Πούτιν είναι απίθανο να είναι διατεθειμένος για σοβαρές διαπραγματεύσεις, παρά μόνο αν διαρραγούν οι γραμμές άμυνας της Ρωσίας και ο στρατός του τραπεί σε φυγή. Ενώ σύμφωνα με την ανάλυση του βρετανικού περιοδικού, ακόμη και αν πραγματοποιηθούν συνομιλίες κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο η συμμετοχή της Ρωσία να είναι μια εντελώς ανειλικρινής και προσχηματική τακτική για να παγώσει τις εξελίξεις. Επομένως η ώρα της αληθινής διπλωματίας μπορεί τελικά να έρθει μετά από έναν ακόμη γύρο στρατιωτικών νικών των ουκρανικών επί των ρωσικών δυνάμεων το 2024.

Το ΝΑΤΟ και ο «σκαντζόχοιρος»

Μέχρι όμως να κριθεί η έκβαση του πολέμου, θα μπορούσε η δέσμευση της Δύσης να σταθεί στο πλευρό της Ουκρανίας να αποκτήσει έναν πιο μόνιμο και θεσμικό χαρακτήρα; Ο Ερικ Κιαραμέλα, αναλυτής της δεξαμενής σκέψης Carnegie Endowment for International Peace της Ουάσιγκτον, υποστηρίζει ότι οι δυτικοί ηγέτες θα πρέπει να καταρτίσουν σχέδια για την ανοικοδόμηση και την ενσωμάτωση της Ουκρανίας στη Δύση. Μάλιστα προτείνει να υπάρξουν διευθετήσεις ασφαλείας που κατοχυρώνονται με νομικά και δεσμευτικά κείμενα. Εδώ υπάρχουν διαφορετικές απόψεις. Μέχρι τώρα, ορισμένοι δυτικοί ηγέτες θεωρούσαν ότι τέτοια θέματα θα ήταν καλύτερο να αντιμετωπιστούν μετά την παύση των εχθροπραξιών. Αντίθετα ο Κιαραμέλα υποστηρίζει ότι ανάλογες προβλέψεις θα βοηθούσαν να τερματιστεί ο πόλεμος διότι θα στερούσαν από τον Πούτιν την ελπίδα ότι θα μπορούσε στο τέλος να κερδίσει μια σύγκρουση που θα παρατεινόταν για καιρό.

Το 1994 Βρετανία, Ουκρανία, Ρωσία και ΗΠΑ υπέγραψαν το Μνημόνιο της Βουδαπέστης, σύμφωνα με το οποίο η Ουκρανία συμφώνησε να απομακρύνει όλα τα πυρηνικά όπλα από το έδαφός της με αντάλλαγμα εγγυήσεις ασφαλείας. Οι διαβεβαιώσεις αυτές προς το Κίεβο αποδείχθηκαν κενό γράμμα. Η Ουκρανία και οι φιλικές προς αυτή χώρες στην Ανατολική Ευρώπη τονίζουν ότι μόνο η ένταξη στο ΝΑΤΟ -όπου το Αρθρο 5 κατοχυρώνει τη δέσμευση για αμοιβαία άμυνα και ότι μια επίθεση σε ένα μέλος ισοδυναμεί με επίθεση εναντίον όλων- μπορεί να θωρακίσει την Ουκρανία έναντι μελλοντικών επιθέσεων της Ρωσίας. Σημειώνουν δε ότι παρά τον όλεθρο που έσπειρε στην Ουκρανία, ο Πούτιν φρόντισε να μην επιτεθεί σε χώρες του ΝΑΤΟ.

Οι δυτικοί σύμμαχοι είναι διχασμένοι. Η Γερμανία υποστηρίζει ότι μια χώρα με ανεπίλυτες εδαφικές διαφορές, ειδικά εφόσον βρίσκεται σε πόλεμο, δεν μπορεί να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ. Αλλες δυνάμεις της απαντούν ότι η Δυτική Γερμανία έγινε μέλος του ΝΑΤΟ παρά τη διχοτόμηση του γερμανικού εδάφους κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Σε κάθε περίπτωση είναι δύσκολο, εκτιμά ο Economist, να δούμε τον Μπάιντεν να επεκτείνει την πυρηνική ομπρέλα της Αμερικής στην Ουκρανία στο άμεσο μέλλον. Αλλωστε ήταν ξεκάθαρη η απροθυμία του Λευκού Οίκου να στείλει αμερικανικά στρατεύματα για να υπερασπιστούν τη χώρα έναντι της εισβολής του Πούτιν.

Υπάρχει επομένως λύση για να θωρακιστεί η Ουκρανία; Κατά τον Κιαραμέλα, η έξυπνη επιλογή είναι να μετατραπεί η Ουκρανία σε «σκαντζόχοιρο», με μια φόρμουλα που θα λειτουργούσε αποτρεπτικά έναντι του κινδύνου μελλοντικής ρωσικής επίθεσης, διότι το κόστος μιας επίθεσης θα ήταν πολύ υψηλό.

Ο ειδικός του Carnegie Russia Eurasia Center παρουσίασε μια πρόταση πέντε σημείων ώστε να δοθεί στην Ουκρανία «κάτι λιγότερο από το άρθρο 5 του ΝΑΤΟ αλλά κάτι περισσότερο από το Μνημόνιο της Βουδαπέστης». Μια τέτοια λύση θα μπορούσε να περιλαμβάνει κωδικοποιημένες δεσμεύσεις σε νομικά κείμενα, εμπνευσμένες εν μέρει από αυτές που έχει αναλάβει η Αμερική έναντι του η Ισραήλ και της Ταϊβάν και οι οποίες διασφαλίζουν ότι μια χώρα προστατεύεται έναντι επιθετικών ενεργειών ανεξάρτητα από το ποιος βρίσκεται στην εξουσία στην Αμερική και την Ευρώπη.

Το πακέτο αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει πολυετείς δεσμεύσεις για την παροχή στρατιωτικού εξοπλισμού στην Ουκρανία, την υποστήριξη της ανοικοδόμησης της βιομηχανίας των όπλων της, μια σαφή πορεία για την ένταξη στην ΕΕ αλλά και μηχανισμούς πολιτικής διαβούλευσης στα πρότυπα του άρθρο 4 του ΝΑΤΟ. Το άρθρο αυτό προβλέπει ότι αν ένα κράτος μέλος της Συμμαχίας θεωρεί ότι απειλείται μπορεί να ζητήσει από τους εταίρους του να γίνουν διαβουλεύσεις για να εξεταστεί η σοβαρότητα της απειλής και το πώς αυτή μπορεί να αντιμετωπιστεί. Το κρισιμότερο είναι ότι όλα αυτά δεν προτείνονται ως εναλλακτική για την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, αλλά ως μια γέφυρα προς αυτή την εξέλιξη. Ο στόχος θα ήταν να «χωνέψει» ο Πούτιν ότι δεν πρόκειται να κερδίσει τίποτα μέσα από την παράταση του πολέμου.