Η σφοδρότητα των βομβαρδισμών πολλών ουκρανικών πόλεων, περιλαμβανομένου και του Κιέβου, στο πλαίσιο αυτής που χαρακτηρίζεται ήδη ως η έναρξη της εαρινής αντεπίθεσης των ρωσικών δυνάμεων, είναι ιδιαίτερα ανησυχητική, καθώς ενδέχεται να «καταδεικνύει πως οι Ρώσοι εξελίσσουν τακτικές και μέσα, εκμεταλλευόμενοι πολύ καλύτερα την αεροπορία τους», όπως αναφέρει σε ανάλυσή του ο Τζανλούκα ντι Φέο της La Repubblica.
Η Μόσχα «χρησιμοποίησε τα καλύτερα όπλα της, αυτά που η ουκρανική άμυνα αδυνατεί να αναχαιτίσει, καταφέρνοντας να προκαλέσει σημαντικές ζημιές» συμπληρώνει, αναφέροντας ενδεικτικά πως από τους 81 πυραύλους που εξαπολύθηκαν από τους Ρώσους, αναχαιτίστηκαν λιγότεροι από τους μισούς, μόλις 34.
Συναγερμός όσον αφορά τις δυνατότητες της ουκρανικής αεράμυνας σήμανε πρώτη φορά στα μέσα του προηγούμενου μήνα, όταν από 36 ρωσικούς πυραύλους είχαν αποκρουστεί 16. Τα νούμερα είναι, σίγουρα, ανησυχητικά, επισημαίνει ο ιταλός δημοσιογράφος, λαμβάνοντας υπόψη πως τις τελευταίες ημέρες του Δεκεμβρίου –σύμφωνα πάντα με πληροφορίες που παρέχει το Κίεβο– είχαν αναχαιτιστεί 54 πύραυλοι από 69 συνολικά, ενώ όλα τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη και όλοι οι πύραυλοι που κατευθύνονταν προς την ουκρανική πρωτεύουσα καταρρίφθηκαν πριν φτάσουν στον στόχο τους.
Οπότε, αυτό που έμοιαζε να είναι ένα σχεδόν αδιαπέραστο φράγμα, αποδεικνύεται τώρα, έπειτα από περισσότερο από έναν χρόνο πολέμου, πως έχει τρωτά σημεία. Διερωτώμενος πώς πλέον οι Ρώσοι καταφέρνουν να διαπερνούν την ουκρανική αεράμυνα, ο Ντι Φέο γράφει πως η απάντηση δεν είναι ξεκάθαρη.
Ορισμένοι αναλυτές σημειώνουν ότι οι εκτοξευτήρες πυραύλων εδάφους-αέρος φθείρονται όλο και περισσότερο. Τα πυραυλικά συστήματα SA-300, σοβιετικής προέλευσης αλλά εκσυγχρονισμένα με Δυτικό εξοπλισμό, με τα οποία η Ουκρανία αμύνεται από την πρώτη κιόλας ημέρα του πολέμου, στερούνται όχι μόνον ανταλλακτικών, αλλά και πυραύλων, πλέον. Επιπροσθέτως, οι μηχανικοί της Μόσχας κατασκεύασαν συσκευές παρεμβολής που «τυφλώνουν» τα ραντάρ και δυσκολεύουν την τηλεκατεύθυνση των αντιαεροπορικών πυραύλων.
Tον περασμένο Νοέμβριο η ουκρανική αεράμυνα ενισχύθηκε με πολύ πιο σύγχρονα αντιαεροπορικά συστήματα –αμερικανικά NASAMS και γερμανικά Iris-T– και αυτό έκανε τους Ουκρανούς να πιστεύουν ότι τουλάχιστον η πρωτεύουσά τους προστατευόταν επαρκώς.
Ομως, οι Ρώσοι αντέδρασαν καταφεύγοντας σε ακόμη πιο προηγμένα όπλα, συγκεκριμένα στους υπερηχητικούς πυραύλους αέρος-εδάφους Kinzhal, που εξαπολύονται από μαχητικά αεροσκάφη Mig-31 της ρωσικής πολεμικής αεροπορίας, τα οποία απογειώνονται από τη Λευκορωσία. «Δεν υπάρχουν μέσα ικανά να τους αποκρούσουν: οι Kinzhal κινούνται με ταχύτητα χιλιάδων χιλιομέτρων την ώρα και, σύμφωνα με τις ελάχιστες διαθέσιμες πληροφορίες, είναι σε θέση να πραγματοποιούν ελιγμούς αποφυγής στην τελική φάση της πτήσης» σημειώνει ο Ντι Φέο.
Σύμφωνα με τον Βαλέρι Ζαλούζνι, τον ανώτατο διοικητή των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων, στο πλαίσιο της νέα αεροπορικής επιδρομής τους οι Ρώσοι εξαπέλυσαν έξι Kinzhal, αριθμός ανησυχητικά υψηλός, που θα μπορούσε να μαρτυρά ότι τους προηγούμενους μήνες αυξήθηκε η παραγωγή τους. Χάρη σε αυτά τα υπερσύγχρονα όπλα ενδέχεται να κατάφεραν να πλήξουν οι Ρώσοι το εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας Energo 5 στο Κίεβο, το οποίο παρέμενε αλώβητο επί τόσον καιρό.
Ολοκληρώνοντας το ρεπορτάζ του, ο δημοσιογράφος της ιταλικής εφημερίδας σημειώνει ότι σύμφωνα με ορισμένες αναφορές η αεροπορική επιδρομή εξαπολύθηκε ταυτόχρονα από πολεμικά αεροσκάφη και μονάδες του Πολεμικού Ναυτικού. Είκοσι πύραυλοι Kalibr εκτοξεύθηκαν από πλοία και υποβρύχια και 28 πύραυλοι Cruise KH-101 από βομβαρδιστικά. Εξαπολύθηκαν επίσης έξι KH-22, παλιοί, της σοβιετικής εποχής, αλλά καταστροφικοί, καθώς σχεδιάστηκαν για χρήση εναντίον αεροπλανοφόρων.
«Αυτές οι πληροφορίες μπορεί να φαίνονται τεχνικές και ανούσιες. Ωστόσο, έχουν μια σημασία που δεν πρέπει να υποτιμηθεί: η επιχείρηση κατά των ουκρανικών πόλεων καταδεικνύει πόσους πόρους έχει ακόμα ο Πούτιν στη διάθεσή του», επισημαίνει ο Ντι Φέο. Τους επόμενους μήνες, οι Patriot που παραχωρήθηκαν από τις ΗΠΑ και τη Γερμανία πιθανότατα θα προσφέρουν μεγαλύτερη προστασία, ενώ στη συνέχεια θα φτάσουν και οι Samp-T, που προσφέρθηκαν από την Ιταλία και τη Γαλλία.
«Εως τώρα, ωστόσο, οι Ρώσοι καταφέρνουν να αντιδρούν σε κάθε νέο μέσο που παρατάσσεται στο πεδίο, ακόμη και στο πιο προηγμένο. Αλλο ένα μάθημα που πρέπει να θυμάστε», κλείνει ο Ντι Φέο.