Ο Νίκι Λάουντα το 1978, τρία χρόνια μετά το ατύχημα στην πίστα του Νίρμπουργκρινγκ, στη Γερμανία | GettyImages
Θέματα

Τρία χρόνια μετά: Ο Νίκι Λάουντα «ζει»

Η πιο εμβληματική μορφή της Φόρμουλα 1 για δυο δεκαετίες, ένας ταχύτατος οδηγός, ένας παγκόσμιος πρωταθλητής δοκιμασμένος, κυριολεκτικά, μέσα από τη φωτιά σε μια πίστα διά χειρός Αδόλφου Χίτλερ, «έφυγε» τέτοια μέρα σε ηλικία 70 ετών. Όμως, τα μαθήματά του, οδήγησης και όχι μόνον, είναι ανεξίτηλα
Γιάννης Κωνσταντόπουλος

Όποιος μεγάλωσε τη δεκαετία του ’70 και του ’80, μάλλον θα θυμάται αυτό το όνομα ως το απόλυτο συνώνυμο της οδηγικής τέχνης. Και της ταχύτητας, επίσης. Τόσο που, όταν βλέπαμε κάποιον να πηγαίνει μαλλιοκούβαρα στο δρόμο, λέγαμε «μα ποιος νομίζει ότι είναι; Ο Λάουντα;». Αυτός ο λεπτοκαμωμένος Αυστριακός, πριν ακόμη υπάρξουν οι Σουμάχερ, Σένα, Μάνσελ, Προστ, ήταν ο αρχηγός της αγέλης του motorsport. Όχι μόνο για το χάρισμα της φυσικής του ταχύτητας ή της εμμονικής προσοχής σε τεχνικές λεπτομέρειες και στήσιμο του μονοθεσίου του.

Με την ευκαιρία, αν έχετε δει το εξαιρετικά γυρισμένο «Rush», μάλλον θα ‘χετε πάρει μια ιδέα για τον οργανωτικό Λάουντα – σε αντίθεση με τον γοητευτικό, σέξι, ρέμπελο αλλά επίσης ταχύ αντίπαλό του, τον Τζέιμς Χαντ. Όχι, όχι. Ο Λάουντα ήταν ο αρχηγός της αγέλης ως δύναμη χαρακτήρα. Ως συνολική προσωπικότητα. Ο τύπος είχε ψυχή από ατσάλι. Δεν καταλάβαινε τίποτα. Ούτε από φλόγες στο κορμί.

Η αφίσα της ταινίας «Rush»

Ήταν, βλέπετε, εκείνο το τρομακτικό ατύχημα που είχε στην πίστα του Νίρμπουργκρινγκ, στη Γερμανία, το 1975. Εκεί, στην αριστερή στροφή ‘’Bergwerk’’, ήταν που παγιδεύτηκε στα συντρίμμια της Ferrari που οδηγούσε. Επέζησε. Αλλά με μεγάλο τίμημα: καμένο πρόσωπο, ένα αφτί λιγότερο, χωρίς βλεφαρίδες και τοξικά αέρια. Συγγνώμη, αλλά έδειχνε σαν τέρας. Από ‘κείνες τις εικόνες που, αν έχεις μικρό παιδί, μπορεί και να του κρύψεις τα μάτια για να μη σοκαριστεί. Ο Λάουντα, ωστόσο, δεν μάσαγε με τέτοια. Βασικά, δεν μάσαγε με τίποτα. Μόλις έξι εβδομάδες μετά, με τις πληγές, τα ράμματα και τα βαθιά εγκαύματα χαραγμένα, αλλοιωμένος, ήταν ξανά χωμένος μέσα στο κόκπιτ. Μάλιστα, είχε να αντιμετωπίσει ακόμα και μερικούς βαθιά αναίσχυντους, αναιδώς προκλητικούς δημοσιογράφους. Όπως εκείνος, που σε σε μια μεταγενέστερη συνέντευξη Τύπου, είχε το θράσος να τον ρωτήσει, και μάλιστα δημοσίως, πώς θα τον δεχόταν πλέον η γυναίκα του. Ο Λάουντα του απάντησε με ένα μεγαλοπρεπές «άντε και γ….». Και λίγο ήταν.

Ο Λάουντα τον Αύγουστο του 1976

Ο Μεγάλος Νίκι (ναι, άσχετο, αλλά πιτσιρικάδες αναρωτιόμασταν πώς το «Νίκι» ήταν αρσενικό όνομα και όχι θηλυκό) ήταν τόσο «μπροστά». Ακόμα και από το ίδιο το συμβάν.

Για παράδειγμα, λίγες βδομάδες νωρίτερα, παρότι ήταν ο ταχύτερος όλων εκείνη τη χρονιά, φώναζε δεξιά και αριστερά για το πόσο επικίνδυνη πίστα ήταν το Νίρμπουργκρινγ. Προσπαθούσε να πείσει και τους άλλους οδηγούς να μποϊκοτάρουν το Γκραν Πρι. Ο Λάουντα διαμαρτυρόταν πως δεν υπήρχαν ικανά μέτρα ασφάλειας, πως δεν μπορούσε να γίνει σωστή διαχείριση ατυχημάτων σε μία τόσο μεγάλη πίστα μήκους 21 χιλιομέτρων, πως δεν υπήρχε ο συντονισμός ή αρκετοί πυροσβεστήρες. Ωστόσο, οι περισσότεροι οδηγοί δεν συμμερίστηκαν τη θέση του. Ο αγώνας έγινε κανονικά.

Ο Λάουντα είχε σχεδόν προφητεύσει το ατύχημά του.

Εκείνη την εποχή η Φόρμουλα 1 ήταν θανατηφόρα επικίνδυνη. Καμία σχέση με το σήμερα. Oι οδηγοί δεν ήξεραν αν θα γυρίσουν πίσω σπίτι τους το βράδυ της Κυριακής. Τα επόμενα δύο χρόνια ο Τομ Πράις σκοτώθηκε το 1977, ο Ρόνι Πέτερσον το ’78 και ο Πατρίκ Ντεπαγιέ το ’80. Ενδεικτικά τα παραπάνω ονόματα, σύμφωνοι; Όμως, διάολε, ήταν τόσο τραγικά ειρωνικό. Εκείνη την ημέρα, 1η Αυγούστου του ’76, όλες αυτές οι προβλέψεις επαληθεύτηκαν στο ίδιο του το πρόσωπο.

Τρέχοντας στο βρετανικό Γκραν Πριν το 1974

Μετά το ατύχημά του, οι υπόλοιποι εμπέδωσαν πόσο δίκιο είχε. Έκτοτε δεν ξανάγινε αγώνας της Φόρμουλα 1 στο βόρειο τμήμα του Νίρμπουργκρινγ, το λεγόμενο ‘’Νορντσλάιφε» – μία πίστα που είχε εγκαινιάσει δεκαετίες πριν ο ίδιος ο Χίτλερ. Ο Λάουντα, έστω μ’ αυτόν τον επώδυνο για τον ίδιο τρόπο, έσωσε άλλους οδηγούς. Ίσως και την υστεροφημία του σπορ.

Ταυτόχρονα, είχε προλάβει να εκφράσει και την ίδια την ουσία της οδήγησης. Όπως τότε, σε μία συνέντευξή του πριν το Γκραν Πρι του ’84, στην Πορτογαλία. «Το μυστικό είναι να νικήσεις πηγαίνοντας όσο πιο αργά γίνεται», είχε πει, εκτοξεύοντας μια φιλοσοφική αύρα στην ατμόσφαιρα του press room. Όσοι ήταν εκεί, πίστεψαν πως μόλις είχαν ακούσει μάντρα βουδιστή μοναχού που ζει στο trance της αταραξίας. Ο Λάουντα μόλις είχε απλουστεύσει το γνωστό νόμο της εντροπίας. Ότι, δηλαδή, ένα μονοθέσιο είναι κι αυτό ένα μηχανικό σύστημα που τείνει προς τον εκφυλισμό. Και ως εκ τούτου, όσο πιο ευγενικά του φέρεσαι, όσο πιο προοδευτικός είναι ο τρόπος που το χειρίζεσαι, τόσο περισσότερο παρατείνεις την ενέργεια του.

1971 – τα χρόνια της νιότης

Αντίθετα με την προσέγγιση του Λάουντα, οι οδηγοί που πίεζαν αυτοκίνητο και μηχανικά μέρη, μην αντιλαμβανόμενοι την εντροπία, βρέθηκαν νεκροί ή χαμένοι. Ή καθώς εγκατέλειπαν τον αγώνα, πήγαιναν πιο νωρίς στο σπίτι τους το απόγευμα. Για παράδειγμα, ο Καστελότι πίεζε πάνω από τα όρια της εντροπίας και βρέθηκε γρήγορα κοντά στο Θεό. Ο μπαμπάς Ρόσμπεργκ ήταν θεαματικός. Όμως τα μονοθέσιά του, αν είχαν μιλιά, θα τον διαολόστελναν.

Ε, λοιπόν, ο Λάουντα, αυτή η μορφή του σπορ, είχε όλο το πακέτο. Όταν δε αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, ίδρυσε και διηύθυνε δυο αεροπορικές εταιρείες (Lauda Air και Niki). Επίσης, υπήρξε διευθυντής του αγωνιστικού τμήματος της Jaguar στη Φόρμουλα 1 για δυο χρόνια. Αργότερα, το 2012 ανέλαβε τη θέση του μη εκτελεστικού προέδρου του αγωνιστικού τμήματος της Mercedes AMG Petronas F1 και συνέβαλε έντονα στη μεταγραφή του Λούις Χάμιλτον στην ομάδα. Είχε δει τα καντάρια ταλέντου του πρώτου έγχρωμου πρωταθλητή στο σπορ. Για την ιστορία, για αυτό το ταπεινό in memoriam, ο Λάουντα «έφυγε» απ’ αυτόν το μάταιο κόσμο στις 20 Μαΐου του 2019. Παρά τα προβλήματα που είχε με το συκώτι του, όχι σα χαμένος. Αλλά με τη Niki.