«Οι επισκέπτες μας με τα πονεμένα κι ανήσυχα βλέμματα είναι καλοδεχούμενοι για όσο χρόνο χρειαστεί να μείνουν στην πατρίδα μας. Γιατί πιστεύω ακράδαντα ότι η μόνη θεραπεία για την ανθρώπινη δυστυχία που προκαλεί ο πόλεμος, η φτώχεια και η πείνα, είναι η ανθρωπιά και η αλληλεγγύη».
Τα λόγια αυτά, την ώρα που δημότες και δήμαρχοι σε διάφορα μέρη της Ελλάδας δηλώνουν την αντίθεσή τους στην μετεγκατάσταση προσφύγων και μεταναστών στην «αυλή» τους, λειτουργούν σαν ηλιαχτίδα προοπτικής ότι μπορεί να υπάρχει και λύση. Αρκεί να είχαμε πενήντα δημάρχους σαν και αυτόν που εκστόμισε τα παραπάνω λόγια.
Οταν εκδόθηκε η ανακοίνωση του δημάρχου Σερβίων Χρήστου Ελευθερίου που περιείχε τη συγκεκριμένη φράση για τους «επισκέπτες μας με τα πονεμένα και ανήσυχα βλέμματα» λίγοι, πέρα από τα τοπικά μέσα της Δυτικής Μακεδονίας, ασχολήθηκαν. Δεν επρόκειτο για μία ευθεία παρέμβαση στις αντιδράσεις που παρατηρούνταν σε άλλες περιοχές της ενδοχώρας. Τα λόγια αυτά ειπώθηκαν την 1η Νοεμβρίου στο πλαίσιο της επίσκεψης του δημάρχου Καισάρειας Ντέβελι Μεχμέτ Τσαμούρ στα Σέρβια. Από τότε πέρασαν μερικές ημέρες μέχρι να έρθουν και στην πρωτεύουσα τα νέα για τον δήμαρχο που καλωσορίζει τους πρόσφυγες κόντρα στην ρητορική που εξαπλώνεται σε δήμους της χώρας και στα ρατσιστικά μπάρμπεκιου, όπως το πρόσφατο στα Διαβατά.
«Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί να αρνηθούμε τη βοήθεια σε ανθρώπους που έχουν ανάγκη», λέει στο Protagon o κ. Ελευθερίου. «Δεν μπορούμε να βάλουμε ένα φράχτη γύρω γύρω και να πούμε δεν δεχόμαστε κανέναν. Η κοινωνία εδώ είναι ανοικτή», αναφέρει ο 51χρονος φυσικός, πτυχιούχος του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, που πέρα από τα αυτοδιοικητικά του καθήκοντα, είναι ιδιοκτήτης φροντιστηρίου στα Σέρβια, όπου και παραδίδει μαθήματα.
Οι πρόσφυγες δεν είναι μία νέα κατάσταση για τα Σέρβια. Κατά τις ανταλλαγές πληθυσμών την περίοδο 1919-1923, πρώτα μεταξύ Ελλάδας-Βουλγαρίας και μετά Ελλάδας-Τουρκίας, εγκαταστάθηκαν στα Σέρβια περίπου 250 οικογένειες προσφύγων. Είκοσι χρόνια μετά οι ίδιοι οι κάτοικοι θα ένιωθαν πρόσφυγες στον τόπο τους: τον Μάρτιο του 1943 οι Ιταλοί έκαψαν ολοκληρωτικά τα Σέρβια, τα οποία ανακηρύχθηκαν σε νεκρή ζώνη. Από τα γύρω βουνά οι Σερβιώτες θα έβλεπαν τα σπίτια τους να γίνονται στάχτη – τα Σέρβια από μια αρχοντική πόλη, μετατρέπονται σε μια φτωχή κωμόπολη: περίπου 1100 κατοικίες παραδόθηκαν στις φλόγες και περισσότεροι από 70 κάτοικοι είχαν εκτελεστεί και καεί ζωντανοί.
Δύο χρόνια μετά το ολοκαύτωμα των Σερβίων γεννήθηκε η μητέρα του Χρήστου Ελευθερίου, η οποία ονομάστηκε Νίκη, «προς τιμήν της νίκης κατά του Άξονα και της απελευθέρωσης της Ελλάδας», όπως λέει ο δήμαρχος Σερβίων. Το 1949, όταν τελείωσε και ο εμφύλιος πόλεμος, ο πατέρας της Νίκης, ο Γιάννης Πουνιόπουλος, βρέθηκε στη Σοβιετική Ένωση. «Ο παππούς δεν ήταν άνθρωπος της Αριστεράς, τον πήραν όμως οι αντάρτες όταν έφυγαν», λέει ο κ. Ελευθερίου. Εκεί ο Πουνιόπουλος χαρακτηρίστηκε πολιτικός πρόσφυγας. «Δεν ήρθε ποτέ σε επαφή με την οικογένεια που είχε μείνει πίσω. Υπήρχε η απαγόρευση, ήταν κλειστά τα σύνορα της Σοβιετικής Ένωσης».
Ο παππούς τελικά πέθανε το 1978 στην Τασκένδη, ωστόσο ένα γράμμα αποκάλυψε στην οικογένεια της Νίκης στα Σέρβια ότι είχε έναν ετεροθαλή αδερφό, ο οποίος ήθελε πολύ να επισκεφθεί την οικογένεια. Όμως, ο φόβος που προκαλούσε εκείνη την εποχή ο «ξένος», ο «άγνωστος Ρώσος» εδώ στην Ελλάδα, ανάγκασε τον ετεροθαλή αδερφό της μητέρας του να μην έρθει να γνωρίσει τους δικούς του ανθρώπους.
Αυτό το περιστατικό, ενώ ο κ. Ελευθερίου ήταν ακόμα παιδί, του δημιούργησε αναπάντητα ερωτήματα σχετικά με το γιατί να υπάρχει αυτός ο φόβος του «ξένου». «Ένα “Γιατί” που ακόμη και σήμερα γυρνάει στη σκέψη μου δεχόμενος κάποιες χλιαρές ομολογουμένως αντιδράσεις για τον ερχομό των προσφύγων στον Δήμο μας», όπως ανέφερε ο δήμαρχος σε πρόσφατη ανάρτησή για την ιστορία του παππού του και του ετεροθαλή αδερφού της μητέρας του στον λογαριασμό του στο Facebook.
«Πιστεύω ακράδαντα ότι πρέπει να είμαστε αλληλέγγυοι σε όλους και φυσικά στους πρόσφυγες. Βέβαια, πάντα με τη λογική να γίνει μεθοδική, συστηματική προσπάθεια», αναφέρει στο Protagon ο κ. Ελευθερίου. «Το να τους φυλακίσεις σε ένα ξενοδοχείο δεν είναι λύση. Εάν αντιμετωπίζεις το Προσφυγικό υπό το πρίσμα ότι θα έχεις εδώ κάποιους ανθρώπους για λίγο καιρό, θα τους δώσεις για λίγο στέγη και τροφή και μετά θα τους αφήσεις, το μόνο που κάνεις είναι μία “μπίζνα”. Το θέμα είναι να γίνει κάτι με πρόγραμμα και συγκεκριμένους στόχους και για αυτό θα πρέπει να αποφασίσει η Ευρώπη και το ελληνικό κράτος». Ο δήμαρχος Σερβίων δεν είναι ουτοπιστής: παραδέχεται ότι δεν υπάρχουν δομές για την πρώτη ένταξή των προσφύγων και την ενσωμάτωσή τους στην κοινωνία. «Θέλουμε στοχοθεσία» λέει και προσθέτει ότι θα πρέπει να υπάρξει σχέδιο και πρόγραμμα. «Οι περιοχές εδώ καταρρέουν και οι πρόσφυγες θα μπορούσαν να βοηθήσουν την κατάσταση», καταλήγει ο κ. Ελευθερίου.